Μπροστά στο αντεργατικό-αντισυνδικαλιστικό νομοσχέδιο οι δυνάμεις της ΕΡΓΑΣ κάλεσαν ανοιχτά τους εργαζόμενους όχι μόνο να απεργήσουν στις 26 Νοέμβρη, αλλά να συμμετέχουν ενεργά σε απεργιακές συγκεντρώσεις, απευθύνοντας κάλεσμα στα συνδικάτα να τις καθορίσουν.
Η προσπάθεια να πραγματοποιηθούν απεργιακές συγκεντρώσεις και να μην μείνει η απεργία στον αέρα βρήκε ανάχωμα όχι μόνο στις συνδικαλιστικές ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, που είναι ευθυγραμμισμένες πλήρως με τις εντολές της κυβέρνησης και αρνούνται να καλέσουν σε οποιαδήποτε συγκέντρωση, όχι μόνο στις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που, επίσης, αρνήθηκαν να καλέσουν απεργιακές συγκεντρώσεις, αλλά και στις δυνάμεις του ΠΑΜΕ.
Τα δεκάδες σωματεία αλλά και Εργατικά Κέντρα που ελέγχει το ΠΑΜΕ, παρά το γεγονός ότι καλούσαν σε απεργία, δεν ανέφεραν πουθενά και δεν καλούσαν σε κάποια απεργιακή συγκέντρωση. Σε συνέχεια της στάσης που κράτησαν στο Πολυτεχνείο ανακοίνωναν ότι θα κάνουν «συμβολικές παρεμβάσεις».
Η λογική αυτή θέλει τις πολιτικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις να κινούνται με «ευθύνη» (αντίστοιχη με την «ατομική ευθύνη» που ζητά η κυβέρνηση από τους πολίτες) η οποία ορίζεται από τα κριτήρια και τα μέτρα που η κυβέρνηση θέτει.
Έτσι λοιπόν στις αρχές Οκτώβρη, που τα κυβερνητικά επιτελεία δεν είχαν αποφασίσει ακόμα να σφίξουν τους περιορισμούς και την καταστολή, το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ καλούσαν ανοιχτά στην αντιφασιστική συγκέντρωση έξω από το Εφετείο, θεωρώντας προφανώς ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία του λαού. Περίπου ένα μήνα μετά μπροστά στις κυβερνητικές απαγορεύσεις για την πορεία του Πολυτεχνείου, αλλά και μπροστά στην πίεση της κυρίαρχης προπαγάνδας που παρουσίαζε τους διαδηλωτές ως «επίδοξους δολοφόνους», το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ δεν έβγαλε κανένα ανοιχτό κάλεσμα, αλλά αρκέστηκε σε δύο παρεμβάσεις με συνεννοήσεις μεταξύ των μελών τους.
Μπροστά στην απεργία της 26ης Νοέμβρη, επίσης, το ΠΑΜΕ δεν έβγαλε κανένα κάλεσμα σε συγκέντρωση. Αυτή η τακτική δεν αποτελεί τίποτε άλλο πέρα από την προσαρμογή στα εκάστοτε κυβερνητικά κατασταλτικά μέτρα, ενώ ταυτόχρονα υποτιμάει πλήρως τη δυνατότητα του λαού και των εργαζομένων να θέτουν τα δικά τους κριτήρια για την προστασία της υγείας τους.
Η άρνηση του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ να καλέσει ανοιχτά σε κινητοποίηση υπονομεύει την πραγματική ενεργοποίηση και τη μαχητική συμμετοχή του λαού και των εργαζομένων στο δρόμο του αγώνα, που είναι ο μοναδικός δρόμος για να μπει ανάχωμα στην εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης.
Τέλος, αυτή η στάση συγγενεύει με τη λογική τού «μετά θα λογαριαστούμε» που αποδέχεται ότι οι μαζικές, λαϊκές και εργατικές κινητοποιήσεις πρέπει να μπουν προσωρινά σε πάγο και να «μετατεθούν» για αργότερα.
Στις σημερινές συνθήκες -όπου η κυβερνητική πολιτική είναι καταστροφική για την υγεία και τις οικονομικές ανάγκες του λαού- το πιο αναγκαίο είναι η οργάνωση μαζικών συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων που να θέτουν τα οικονομικά αιτήματα του λαού και της ενίσχυσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Γιατί μόνο ο λαός σώζει τον λαό.
Γιατί μόνο με τη μαζική κινητοποίηση εργαζομένων μπορούμε να διεκδικήσουμε το δικαίωμα για δημόσια δωρεάν υγεία, να μην πεθαίνει κόσμος έξω από τις ΜΕΘ, να γίνουν προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού ώστε να μην λιποθυμάνε στου διαδρόμους των νοσοκομείων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ασθενείς, για άνοιγμα ΜΕΘ και ιατρικό εξοπλισμό.
Γιατί μόνο η μαζική συμμετοχή σε απεργίες και απεργιακές διαδηλώσεις μπορεί να αποκρούσει την εξοντωτική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και να ανατρέψει το κατάπτυστο νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση προς ψήφιση και βάζει στη μέγγενη εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.