Κι ενώ ο πόλεμος των εμβολίων διεθνώς καλά κρατεί, στο μικρό κάδρο της χώρας μας, οι παλινωδίες του ντόπιου «εμβολιαστικού προγράμματος» δεν έχουν τέλος.
Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να παίζει το γνωστό -ακατανόητου σκοπού- ακορντεόν των μέτρων, το υπουργείο Υγείας να ανασκευάζει συνεχώς τα περί «θωρακισμένου και έτοιμου ΕΣΥ», τα περί «2.150.000 εμβολιασμών το μήνα», τα περί «1.018 εμβολιαστικών κέντρων», τα περί «άμεσων προσλήψεων μονίμου νοσηλευτικού προσωπικού» κλπ, κλπ και με την αναποτελεσματική Πολιτική Προστασία να τρέχει εδώ και κει σαν αφηνιασμένο άλογο, στην πραγματικότητα είναι φανερό το στοιχείο της κυβερνητικής εγκατάλειψης, ανικανότητας και φθοράς. Τα δήθεν μελετημένα σχέδια των επιτελείων όχι μόνο αποκαλύπτονται ανεφάρμοστα, αλλά και καταρρέουν με πάταγο, καθώς τα κρούσματα καλπάζουν, οι ΜΕΘ γεμίζουν, τα Νοσοκομεία ξεπερνούν τις δυνατότητές τους, η δημόσια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας υποστελεχώνεται, οι γιατροί και νοσηλευτές υπερβαίνουν τα όρια αντοχής τους, το πρόγραμμα εμβολιασμού παραπαίει, οι μεταλλάξεις του κορονοϊού πληθαίνουν, ο κυβερνητικός πανικός εντείνεται.
Αυτή τη στιγμή, λειτουργούν -εκτός από τα Νοσοκομεία- μόλις 144 εμβολιαστικά κέντρα σε Κέντρα Υγείας (αντί των 1.018 που εξαγγέλθηκαν), ενώ οι εμβολιασμοί μόλις που ξεπερνούν το 10% των προγραμματισμένων δύο εκατομμυρίων το μήνα! Η σύγχυση και οι κομπίνες της ΕΕ και η έλλειψη εμβολίων αποτελούν άλλοθι για την κυβέρνηση να δικαιολογεί την έλλειψη μόνιμου προσωπικού, την ακύρωση χιλιάδων ραντεβού εμβολιασμών, την παύση προγραμματισμένων επισκέψεων άλλων ασθενειών σε νοσοκομειακούς γιατρούς, τη μετατροπή σε ΕΣΥ-κορονοϊού και μόνο, το κλείσιμο των Περιφερειακών Ιατρείων για να «μπαλωθούν» οι τεράστιες ελλείψεις στα δημόσια Νοσοκομεία, τη διατήρηση εμβολιαστικών κέντρων μέσα στα Νοσοκομεία -σε συνθήκες συνωστισμού και συγχρωτισμού του υγιούς πληθυσμού με ασθενείς-, τη μεταφορά ηλικιωμένων σε μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να εμβολιαστούν και τελικά την πλήρη απαξίωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Σημειώνουμε ότι ο Προϋπολογισμός του 2021 προβλέπει επιπλέον μείωση του κονδυλίου για την ΠΦΥ κατά 96 εκατ. €! Σε όλη αυτή την απερίγραπτη κατάσταση, τεράστιες ευθύνες έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, που όχι μόνο υποβάθμισε το ΕΣΥ, αλλά και συνέβαλε αποφασιστικά στην ενίσχυση των ιδιωτικών κλινικών, προκρίνοντας την ιδιωτική πρωτοβουλία σε βάρος της δημόσιας δωρεάν Υγείας.
Η Αττική βρίσκεται ήδη σε «σκληρό» lockdown λόγω της πανδημίας που σαρώνει τους απροστάτευτους εργοστασιακούς χώρους, τον απίστευτο συνωστισμό στα σούπερ μάρκετς και στα ΜΜΜεταφοράς, του ανοιγοκλεισίματος των μεγάλων καταστημάτων, το απροετοίμαστο άνοιγμα των σχολείων χωρίς κανένα υγειονομικό μέτρο κ.ά., με απρόβλεπτες συνέπειες για τα χειμαζόμενα λαϊκά νοικοκυριά στο εισόδημα, την ανεργία, την ψυχολογία και πάνω απ’ όλα στην υγεία.
Είναι γεγονός πως η πανδημία, εκτός από το ότι προκάλεσε ισχυρές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αντιδράσεις, έφερε στο προσκήνιο ακριβώς και το τεράστιο ζήτημα της δημόσιας δωρεάν Υγείας, παραμερίζοντας τις διάφορες νεοφιλελεύθερες απόψεις που εγκαταλείπουν τη δημόσια Υγεία στα νύχια των ιδιωτικοοικονομικών συμφερόντων. Η παγκόσμια κοινή γνώμη είδε έκπληκτη τα πανίσχυρα ιμπεριαλιστικά κράτη με τα προβεβλημένα ινστιτούτα (Κοχ, Παστέρ, Χόπκινς κ.ά.), όχι μόνον να μην διαθέτουν προγράμματα πρόληψης, αλλά ούτε κατά διάνοια επαρκή δημόσια συστήματα για την αντιμετώπιση υγειονομικών κρίσεων, ολοκληρωμένης περίθαλψης, δικτύου προμηθειών και τροφοδοσίας φαρμακευτικού υλικού, ελέγχου εξάπλωσης μιας πανδημίας, ετοιμότητα παραγωγής φαρμάκων και εμβολίων κλπ. Κι ακόμα είδε τις κυβερνητικές ακροβασίες να μεταθέτουν στους λαούς την πολιτική υποχρέωσή τους για όλα τα παραπάνω, στη βάση της “ατομικής ευθύνης”, χωρίς ωστόσο να τους παραχωρούν την παραμικρή πολιτική δικαιοδοσία. Κυβερνήσεις και ΜΜΕ, έξω και πέρα από κάθε ηθική, απαιτούν από το λαό όχι μόνο την αυτοπροστασία του, αλλά με πρόσχημα την πανδημία τού επιβάλλουν αντισυνταγματικά μέτρα που του στερούν βασικά δημοκρατικά δικαιώματα.
Κι ενώ η ιατρική πρακτική θα έπρεπε -λέμε τώρα- να συνδέεται άμεσα με το πλέγμα των κανόνων ηθικής που επέβαλε μεταπολεμικά η Διακήρυξη της Γενεύης, επηρεασμένη από τα εγκλήματα των Ναζί και το πνεύμα της Δίκης της Νυρεμβέργης (και που τηρήθηκαν για ένα διάστημα με την επικράτηση της κεϋνσιανικής αντίληψης του «κοινού καλού», έναντι των ναζιστικών απόψεων της «ευγονικής»), ωστόσο η απ’ άκρη σ’ άκρη κυριαρχία του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος και μάλιστα στη νεοφιλελεύθερη έκφανσή του, αφήνει την Υγεία στα νύχια της «αγοράς», ξεχνώντας και ηθικές αξίες και διακηρύξεις και ανθρωπισμό και αλληλεγγύη. Η δημόσια (αλλά και η ιδιωτική) ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθορίζεται πλέον από τους όρους των πλανητικών μονοπωλίων φαρμάκων κι από ένα χειραγωγούμενο επιστημονικό προσωπικό που βασίζεται πάνω στις κερδοσκοπικές απόψεις των επικεφαλής των μονοπωλίων. Με λίγα λόγια «δούλα των δήμιων επιστήμη»…
Οι κυβερνήσεις, εντολοδόχοι των πολυεθνικών, απορρύθμισαν τα δημόσια συστήματα, απαξίωσαν τη δημόσια Έρευνα, ελαχιστοποίησαν τα δημόσια Νοσοκομεία, περιόρισαν τα διαθέσιμα δημόσια εργαλεία και μέσα προφύλαξης, απαξίωσαν κάθε τι δημόσιο και δωρεάν στο χώρο της Υγείας, και όχι μόνο.
Σήμερα, τα καπιταλιστικά κράτη και οι αστικές κυβερνήσεις τους, χωρίς να έχουν πάρει κανένα ουσιαστικό μέτρο αποκατάστασης των παραπάνω, επιβάλλουν με τη βία και τον εξαναγκασμό μέτρα εγκλεισμού-αποκλεισμού, αποθεώνοντας παράλληλα την “ατομική ευθύνη” για την αυτοπροστασία των λαϊκών στρωμάτων.
Στον αντίποδα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας πάνω στο θέμα της Υγείας, στέκεται βράχος ακλόνητος η κοινωνικοποίηση της σοσιαλιστικής αντίληψης για την ιατρική. Το ΚΚΣΕ πρώτο είχε θέσει την προστασία της υγείας όλου του λαού ως αποκλειστική υποχρέωση του κράτους.
Με ιατρικές υπηρεσίες που ήταν δωρεάν και προσβάσιμες για όλους, με πρόληψη των ασθενειών στο κέντρο όλων των δραστηριοτήτων του συστήματος Υγείας, με δράσεις που σχεδιάζονταν κεντρικά και σε μεγάλη κλίμακα από την Επιτροπή Υγείας, η ΕΣΣΔ είχε εγκαινιάσει μία νέα περίοδο στην ιστορία της Ιατρικής, σε απείρως πιο δύσκολες συνθήκες και με πολύ λιγότερα επιστημονικά μέσα από αυτά που έχει στη διάθεσή της σήμερα η ανθρωπότητα. Το σοσιαλιστικό κράτος ανακήρυξε την υγεία του λαού ουσιαστικό παράγοντα για την ευημερία ενός έθνους.
Στις 13 Νοεμβρίου του 1917, πέντε μόλις μέρες μετά την Επανάσταση, η σοβιετική κυβέρνηση εξέδωσε το ακόλουθο διάταγμα: «Το προλεταριάτο έχει βάλει ως στόχο την πλήρη Κοινωνική Ασφάλιση των εργατών και στις πόλεις και στα χωριά. Η τσαρική κυβέρνηση, οι τσιφλικάδες και οι καπιταλιστές απέτυχαν να εξασφαλίσουν τις ανάγκες των εργατών».
Χωρίς καμία αμφιβολία το σοβιετικό σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης ήταν απείρως ανώτερο από οποιοδήποτε άλλο ασφαλιστικό σύστημα στις καπιταλιστικές χώρες, εξασφαλίζοντας πλήρη δωρεάν ιατρική φροντίδα και περίθαλψη σε κάθε πολίτη.
Σημειώνουμε πως ολόκληρο το σύστημα Υγείας χτίστηκε πάνω στην αντίληψη της προληπτικής ιατρικής και της παρακολούθησης της υγείας καθενός ξεχωριστά, από τη γέννησή του μέχρι το θάνατό του. Αυτό άλλωστε εκφραζόταν στο πρόγραμμα του ΚΚΣΕ ως αποτέλεσμα μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας και της ιδεολογικοπολιτικής γραμμής του συστήματος: «Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης θα βασίσει την πολιτική του συστήματος Υγείας σε μια ευρεία σειρά από υγειονομικά μέτρα, που θα έχουν ως στόχο την πρόληψη της ανάπτυξης ασθενειών».