Μια χυδαία και προκλητική προπαγάνδα για το «καλάθι του νοικοκυριού» αναπαράγεται καθημερινά, με στόχο τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, τη μετάθεση ευθυνών και τη διαχείριση της οργής. Η συνεχής παρακολούθηση «της εξέλιξης των τιμών στο καλάθι» από τα κυβερνητικά στελέχη και τα καλοταϊσμένα δημοσιογραφικά φερέφωνά τους επιδιώκει να παρουσιάσει τα «καθρεφτάκια» τους ως καθοριστικό όπλο στην αντιμετώπιση της ακρίβειας. Πρόκειται για αστείες εκπτώσεις, που επί της ουσίας όχι μόνο δεν πετυχαίνουν τον περιορισμό της κοινωνικής αγανάκτησης, αλλά μετατρέπονται σε μια ακόμη κυβερνητική πρόκληση.
Την ίδια στιγμή και πριν καλά καλά χωνευτεί το τελευταίο επίσημο κύμα ακρίβειας, οι αρχές ανακοινώνουν μια ακόμη μαζική άνοδο των τιμών σε όλα τα βασικά είδη κατανάλωσης. Όπως οι ίδιοι την περιγράφουν, πρόκειται για ανατιμήσεις που θα αγγίξουν κατά περίπτωση ακόμη και το 30% (γαλακτοκομικά), θα αφορούν περίπου 800 προϊόντα και θα ολοκληρωθούν μέχρι τα τέλη Νοέμβρη. Αν αυτό συμβεί, μιλάμε για αυξήσεις που από μόνες τους μπορούν να διευρύνουν ακόμα περισσότερο το κοινωνικό φάσμα της φτώχειας, το οποίο στην τελευταία επίσημη καταγραφή αφορούσε ήδη το 1/3 της κοινωνίας.
Η κυβερνητική προπαγάνδα συνεχίζει απτόητη να καταλογίζει τα όσα συμβαίνουν στις «πλανητικές εξελίξεις» και στον «πόλεμο του Πούτιν»… «Μην περιμένετε με έναν μαγικό τρόπο να μην έχουμε αυξήσεις στον πλανήτη τον Οκτώβριο του 2022. Αυτό που προσπαθούμε είναι να αφαιρέσουμε το κομμάτι της αισχροκέρδειας». Με αυτά τα λόγια ο Γεωργιάδης, ο υμνητής και ευεργέτης των «επενδυτών», δηλαδή του χρηματιστηρίου της ενέργειας και της αισχροκέρδειας, ξεκαθαρίζει -από τις αρχές του προηγούμενου μήνα- ότι οι αυξήσεις θα συνεχίζονται και ο πληθωρισμός θα καλπάζει. Η κυβέρνηση εκτός από το να επαναλαμβάνει ότι δεν έχει καμία ευθύνη για τα όσα συμβαίνουν, το μόνο που κάνει είναι να ανακαλύπτει καλάθια και επιδόματα και να παρουσιάζει τα ψίχουλα ως μεγάλη παραχώρηση.
Η κοινωνική οργή αναπόδραστα θα μεγαλώνει
Όμως παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μιας κυβέρνησης -που βουλιάζει σε σκάνδαλα κάθε είδους- να παραχαράξει την αλήθεια, η κοινωνική οργή απλώνεται. Η συμμετοχή του κόσμου στην απεργία και τις συγκεντρώσεις της 9ης Νοέμβρη, παρά τον υπονομευτικό και διαβρωτικό ρόλο των βασικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος, είναι ενδεικτική και από αυτή την άποψη ελπιδοφόρα. Η ακρίβεια και η φτώχεια, οι πλειστηριασμοί, οι απαγορευτικοί περιορισμοί στην πρόσβαση στη δημόσια υγεία, τα αδιέξοδα που καθημερινά γεννά ένα σύστημα που βυθίζεται στην κρίση του δεν μπορεί παρά να την τροφοδοτούν και να την αναπαράγουν. Πόσο μάλλον όταν η επικαιρότητα πλημμυρίζεται από σκάνδαλα τύπου Πάτση, όπου γίνεται καθαρό σε όλους ότι εν μέσω κρίσης τα λαμόγια της δεξιάς με αδιανόητα τρικ και ρεμούλες θησαυρίζουν στις πλάτες των κατατρεγμένων.
Αυταρχισμός, καταστολή και στο βάθος αυταπάτες
Διαμορφώνονται και στην Ελλάδα συνθήκες πολιτικής και κοινωνικής κρίσης και αυτό οι κυρίαρχοι το γνωρίζουν καλά. Ήταν και παραμένει φανερή η προσπάθεια τους να ελέγξουν την κατάσταση με το βούρδουλα. Όλη την προηγούμενη περίοδο -αρχικά με αφορμή την πανδημία και ειδικά μετά από την εφαρμογή του νόμου Χατζηδάκη- η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε ένα πογκρόμ διώξεων, φίμωσης και καταστολής της συνδικαλιστικής δράσης. Μόνο το υπουργείο παιδείας σε διάρκεια σχεδόν ενός έτους, έσυρε 7 φορές τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες και την ΑΔΕΔΥ στα δικαστήρια. Τελευταία πράξη υπήρξε η ενεργοποίηση του νόμου Χατζηδάκη ενάντια στη στάση που κήρυξαν σωματεία των ΜΜΜ για τις 9 Νοέμβρη. Όπου αν και ημέρα γενικής πανελλαδικής απεργίας, τα σωματεία προκήρυξαν στάσεις για να διευκολύνουν την πρόσβαση των διαδηλωτών. Όμως ακόμη και αυτό χτυπήθηκε από την κυβέρνηση που κήρυξε την στάση τους παράνομη και καταχρηστική.
Το χτύπημα των συνδικάτων, η ένταση της καταστολής με ασήμαντες αφορμές, η κατάργηση του ασύλου και η πανεπιστημιακή αστυνομία, οι δεκάδες χιλιάδες παρακολουθήσεις για τις οποίες όλο και πληθαίνουν οι αποκαλύψεις, όλα αυτά αποτελούν μέτρα περιστολής θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αποτελούν ένα ακόμη χτύπημα σε βάρος του λαού και της νεολαίας από την πολιτική της ακρίβειας, της φτώχειας και της εμπλοκής στον πόλεμο. Είναι αναπόσπαστο συμπλήρωμά της και στοχεύει στη διαχείριση ακριβώς αυτών των κοινωνικών αναταράξεων που προαλείφονται.
Άλλωστε το πολιτικό σύστημα έχει μπει από το καλοκαίρι σε μια μακρά προεκλογική περίοδο. Τα αστικά και ρεφορμιστικά κόμματα έχουν πάρει θέσεις και στήνουν ένα ακόμη επικίνδυνο κάδρο αυταπατών. Από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ μέχρι το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ δείχνουν την κάλπη, επιχειρούν να στρέψουν το βλέμμα του λαού εκεί και να καλλιεργήσουν νέες ολέθριες αυταπάτες. Ειδικά σε αυτές τις συνθήκες, κάθε υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον που θα γεννηθεί με τις ψήφους στο παραβάν είναι ένα τεράστιο ψέμα που θα οδηγήσει σε νέες απογοητεύσεις.
Η ελπίδα τώρα και πάντα στους αγώνες
Οι ελάχιστες πανελλαδικού χαρακτήρα απεργίες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αποδεικνύουν ότι ο λαός μας διαθέτει μεγάλες αγωνιστικές παρακαταθήκες. Ίσως, όταν δύο μήνες πριν οι ηγεσίες σε ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ (με την συμφωνία των παρατάξεων των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ-ΠΑΜΕ) τοποθετούσαν την απεργία στις αρχές Νοέμβρη, να θεωρούσαν ότι ο χρόνος θα κυλούσε -ακόμα περισσότερο- υπέρ της αποσυσπείρωσης και αποδυνάμωσης των αγώνων. Παρά την κήρυξη της δίμηνης αφωνίας, όμως, οι εργαζόμενοι με τη συμμετοχή τους έδωσαν καθαρή απάντηση στις μεθοδεύσεις και τα προσχήματα των ηγεσιών. Τώρα μένει σε όλους αυτούς να πάρουν θέση απέναντι στα δεδομένα της τελευταίας απεργίας. Είναι δεδομένο ότι αγώνες που αρχίζουν και τελειώνουν σε μια μέρα, που δεν έχουν το σπέρμα της προοπτικής, της ανυποχώρητης σύγκρουσης και της διάρκειας, είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν. Οι ηγεσίες και τα στελέχη των αστικών και ρεφορμιστικών κομμάτων στο συνδικαλιστικό κίνημα το γνωρίζουν καλά. Όμως αντί για την επιβεβλημένη αναγνώριση αυτής της ανάγκης για μαζικούς και παρατεταμένους αγώνες, κρύβονται πίσω από τις αδυναμίες που η ίδια η γραμμή τους αναπαράγει και καταδικάζουν το σ.κ. σε αδράνεια. Καμία κουβέντα δεν γίνεται από αυτές τις δυνάμεις σήμερα για το επόμενο απεργιακό βήμα. Το μόνο που υπάρχει στην πολιτική τους είναι οι κάλπες και τα κουκιά.
Οι εργαζόμενοι κόντρα σε αυτές τις πολιτικές πρέπει να συσπειρωθούν στα συνδικάτα και με κάθε τρόπο να πιέσουν για την ανάπτυξη των αναγκαίων αγώνων. Αυτών που μπορούν να ξαναγεννήσουν την αισιοδοξία και την ελπίδα. Μακριά από κάθε είδος αυταπάτη, εκλογική ή άλλη.