Φαίνεται ότι οι Δημοκρατικοί θα επιχειρήσουν να χρησιμοποιήσουν πάλι προεκλογικά το ζήτημα των φοιτητικών χρεών. Το τελευταίο πλάνο του Μπάιντεν σχετικά με το ζήτημα απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στα τέλη του Ιούνη, με έξι ψήφους κατά και τρεις υπέρ. Πολλοί τον κατηγορούν ότι αυτό ήθελε και ο ίδιος, ενεργώντας με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρξει αυτή η εξέλιξη.
Από κει και πέρα, το κατώτατο ωρομίσθιο των 15 δολαρίων, οι επιταγές των 2000 δολαρίων για την επανέναρξη της οικονομίας μετά την πανδημία, η επιλογή για κάλυψη Υγείας μέσω του δημοσίου, έχουν πάει όλα περίπατο.
Σύμφωνα με άρθρο στο The Hill στις 8 Ιουλίου: «Οι Δημοκρατικοί ελπίζουν να ελέγξουν την οργή για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με τα φοιτητικά χρέη, ώστε να κινητοποιήσουν τους νεότερους ψηφοφόρους το 2024, μια δημογραφική κατηγορία που βοήθησε το κόμμα στην επίτευξη κρίσιμων επιτυχιών στις ενδιάμεσες» και «Η απόφαση του Δικαστηρίου την περασμένη εβδομάδα απέτρεψε το σχέδιο του προέδρου Μπάιντεν για διαγραφή χρεών και άφησε πολλούς αποθαρρυμένους και χωρίς δυνατότητες ή ελπίδες για αποπληρωμή των αυξανόμενων φοιτητικών χρεών τους».
Και συνεχίζει: «Για την ώρα ο Μπάιντεν δεν σηκώνει το βάρος της ευθύνης. Αλλά οι Δημοκρατικοί αναγνωρίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν με την ομάδα ψηφοφόρων που έχει ήδη ξινίσει με τον πρόεδρο και που αισθάνεται ακόμη λιγότερο πρόθυμη να τον στηρίξει, εφόσον απέτυχε να ικανοποιήσει μια υπόσχεση κλειδί».
Το άρθρο επίσης αναφέρει ότι η υπόσχεση του Μπάιντεν τον Νοέμβριο για διαγραφή από 10 έως 20 χιλιάδες δολάρια φοιτητικό χρέος ανά δανειολήπτη, οδήγησε τους νέους μαζικά στην κάλπη υπέρ των Δημοκρατικών στις περασμένες ενδιάμεσες. Τώρα ο Μπάιντεν υπόσχεται ότι θα κάνει χρήση της Πράξης για την Ανώτερη Εκπαίδευση της δεκαετίας του ’60 ώστε, θεωρητικά, να μπορέσει να προσφέρει ελάφρυνση των χρεών.
Εδώ βέβαια προκύπτει το ερώτημα, θα το επιχειρήσει προεκλογικά, ώστε να εξασφαλίσει τη νίκη του στις προσεχείς εκλογές;
Σύμφωνα με το άρθρο της The Hill: «Το υπουργείο παιδείας αναμένεται να οργανώσει συνεδρίαση στις 18 Ιουλίου, αλλά η άγνωστη φύση της νομοθετικής διαδικασίας αφήνει μέχρι στιγμής την πόρτα ανοικτή σε ερωτηματικά για το πότε, ή και το αν, μπορεί να παρθεί μια απόφαση για το πόσο χρέος μπορεί να διαγραφεί». Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Οι νέοι Αμερικάνοι στενάζουν κάτω από τα συσσωρευόμενα φοιτητικά χρέη και την ίδια ώρα βλέπουν τη διοίκηση Μπάιντεν να δαπανά αμύθητα ποσά στηρίζοντας στρατιωτικά και πολιτικά το καθεστώς του Ζελένσκι στην Ουκρανία. Αυτός είναι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός απέναντι στους νεαρούς πολίτες του.
Κάθε φορά που ο Μπάιντεν αποτυγχάνει να εκπληρώσει μια από τις υποσχέσεις του, κατηγορεί τον μηχανισμό των Ρεπουμπλικάνων, λες και είναι άγνωστες οι προθέσεις τους. Κατόπιν ανακοινώνει ότι θα συνεχίσει την προσπάθεια και σκαρφίζεται ένα νέο σχέδιο που υποτίθεται ότι θα προσπελάσει τα εμπόδια που θέτουν οι Ρεπουμπλικάνοι, αρκεί να επανεκλεγεί. Έτσι οι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις γίνονται για τους Δημοκρατικούς του Μπάιντεν «το δώρο που συνεχίζει να δίνει» κατά την αμερικάνικη έκφραση.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Λαϊκού Κόμματος στις ΗΠΑ: «Το σχέδιο για ελάφρυνση των φοιτητικών χρεών του Τζο Μπάιντεν είναι εντελώς θέατρο. Μπορούσε να διαγράψει τα χρέη από την πρώτη μέρα της προεδρίας του. Αντ’ αυτού, περίμενε μέχρι τον Αύγουστο του 2022 για να το ανακοινώσει, ώστε όταν το Ανώτατο Δικαστήριο θα αποφάσιζε αυτό το καλοκαίρι ότι απαιτείται έγκριση από το Κογκρέσο, οι Δημοκρατικοί δεν θα είχαν πλέον την πλειοψηφία σε αυτό για να το περάσουν. Αυτό επιτρέπει στον Μπάιντεν να επιρρίπτει τις ευθύνες στους Ρεπουμπλικάνους στο Ανώτατο Δικαστήριο και στο Κογκρέσο που εμποδίζουν την ελάφρυνση».
Και: «Αν ο Μπάιντεν είχε ελαφρύνει τα χρέη στο ξεκίνημα της προεδρίας του, οι Δημοκρατικοί θα διατηρούσαν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο, όταν το Δικαστήριο θα αποφάσιζε ότι πρέπει να εγκριθεί από αυτό. Τότε θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την πλειοψηφία τους για να περάσουν το νομοσχέδιο ελάφρυνσης των φοιτητικών χρεών. Όμως ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί δε θέλουν πραγματικά να διαγράψουν το φοιτητικό χρέος, οπότε και καθυστέρησαν την ανακοίνωση της ελάφρυνσης, ώστε να έχουν οι Ρεπουμπλικάνοι τον έλεγχο στο Κογκρέσο, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο το απέρριψε. Έτσι μπορούν να σηκώσουν τα χέρια ψηλά και να κατηγορήσουν πάλι τους Ρεπουμπλικάνους».
Και καταλήγει: «Ο Τζο της Γουόλ Στριτ και οι πλούσιοι χορηγοί του, θέλουν 43 εκατομμύρια Αμερικάνους να συνεχίσουν να συνθλίβονται από φοιτητικά χρέη 1.8 τρισ. δολαρίων, κυνηγώντας ένα πτυχίο. Αν οι φοιτητές ήταν μια καταρρέουσα τράπεζα, και τα δύο κόμματα θα τους είχαν διασώσει ήδη».
Η υπόσχεση της ελάφρυνσης του φοιτητικού χρέους εξελίσσεται όπως εξελίχθηκε η υπόθεση περί εισαγωγής στο σύνταγμα του σκεπτικού της απόφασης Ρόυ εναντίον Γουέιντ για τις αμβλώσεις, πριν αυτή αναθεωρηθεί. Δηλαδή σε φιάσκο.
Οι νέοι Αμερικάνοι δε μπορούν να περιμένουν τίποτα από τον Μπάιντεν σχετικά με τα φοιτητικά χρέη τους. Ο ίδιος ο Μπάιντεν είναι στην πραγματικότητα ο δημιουργός αυτής της κρίσης, με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες του περί απελευθέρωσης της δανειοληψίας από το 1978 και μετά. Αν οι νέοι θέλουν να πετύχουν κάτι πάνω στο ζήτημα, όπως και σε άλλα, πρέπει να οργανωθούν και να βαδίσουν τον δρόμο του αγώνα σε συντονισμό με την εργατική τάξη.