Σχόλιο του Γραφείου Τύπου του Μ-Λ ΚΚΕ
Το χρηματιστηριακό κραχ παραμονή Χριστουγέννων στη Γουόλ Στριτ που χτύπησε σήμερα την Ιαπωνία, έρχεται ύστερα από μια πορεία επιδείνωσης όλων των οικονομικών δεικτών όχι μόνο του χρηματιστηρίου της Ν. Υόρκης, αλλά και της αμερικάνικης οικονομίας.
Οι ενδείξεις για επόμενη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση πληθαίνουν. Μόλις την Τρίτη, 18 Δεκέμβρη, ο αναπληρωτής επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντ. Λίπτον, μιλώντας σε τραπεζικό συνέδριο που διοργάνωσε το Bloomberg σημείωσε ότι «βλέπω να συσσωρεύονται σύννεφα και φοβάμαι ότι η πρόληψη μίας κρίσης δεν έχει ολοκληρωθεί». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο μεγαλύτερος άμεσος κίνδυνος είναι ο σημερινός εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας και ο κίνδυνος να εξαπλωθούν οι εμπορικές εντάσεις, με συνέπεια τη νέα ύφεση στην παγκόσμια οικονομία.
Η τελευταία κρίση σηματοδοτήθηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers το Σεπτέμβρη του 2008. Η συγκεκριμένη καπιταλιστική κρίση τράνταξε συθέμελα το παγκόσμιο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, επηρέασε τις ανακατατάξεις στη δύναμη των παγκόσμιων οικονομικών κέντρων, όξυνε τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, οδήγησε στις μέρες μας σε έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο και τέλος σε πολιτικό επίπεδο τροφοδότησε τη ραγδαία άνοδο των ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων ιδιαίτερα στις χώρες της Ε.Ε. Ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ κατά της Κίνας αλλά και της Γερμανίας, η γεωπολιτική αντιπαράθεση ΗΠΑ–Ρωσίας, η διαπάλη στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, το Brexit, κλπ., υπογραμμίζουν αυτό το συμπέρασμα.
Στο φετινό ετήσιο συνέδριο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας, που πραγματοποιήθηκε από τις 9 μέχρι τις 14 Οκτώβρη στο Μπαλί της Ινδονησίας, η ίδια η Έκθεση του ΔΝΤ διαπιστώνει «σοβαρούς κινδύνους που σε κάθε στιγμή μπορούν να ανατρέψουν την εύθραυστη παγκόσμια οικονομική ισορροπία. Αυξημένες ανισότητες, πολιτική αβεβαιότητα, εμπορικές εντάσεις, περιορισμός της εμπιστοσύνης στις διμερείς ή και πολυμερείς διαπραγματεύσεις, κ.α.». Το ΔΝΤ θεωρεί επίσης εξαιρετικά σοβαρό τον κίνδυνο από την εκτίναξη του παγκόσμιου χρέους στα 237 τρις δολάρια ή 317,8% του ΑΕΠ, από 113 τρις ή 200% του ΑΕΠ το 2008, αλλά και τη στενότατη διασύνδεσή του με τις τράπεζες, μέσω της διακράτησης κρατικών ομολόγων. Ουσιαστικά κρούει τον κώδωνα μίας νέας πιθανής παγκόσμιας κρίσης, με όλα τα καταστροφικά στοιχεία της προηγούμενης.
Αυτό το κρατικό χρέος, που το συγκριτικά μεγαλύτερο είναι των ΗΠΑ, το οποίο σαν υλική υπόσταση έχει ήδη φαγωθεί από τα κράτη-χρεώστες, κυκλοφορεί μέσω των τραπεζών- με τη μορφή των κρατικών ομολόγων που παραχώρησε ο χρεώστης στον πιστωτή-δανειστή. Επί της ουσίας πρόκειται για ένα φανταστικό/άυλο χρήμα που δανείζεται συνεχώς (επίμονη μόχλευση) σαν επενδυτικό κεφάλαιο από τον ένα στον άλλο, μέσω των «συστημικών τραπεζών», εμπλουτισμένο με εκατοντάδες ή και χιλιάδες τραπεζικών «παραγώγων», που δεν αντιπροσωπεύουν πραγματική παραγωγή εμπορευμάτων, δημιουργώντας κατά την κίνησή τους μία αλυσίδα από «φούσκες» που με τη σειρά τους τροφοδοτούν τις αλλεπάλληλες επιμέρους μικρές ή μεγάλες κρίσεις.
Η πτώχευση της Lehmann Bros, η οποία στον τελευταίο Ισολογισμό της έδειξε μόχλευση 30,7 φορές (δηλ. 691 δις $ περιουσιακών στοιχείων σε «χαρτιά» μηδενικής αξίας, έναντι 22 δις $ μετοχών του πραγματικού της κεφαλαίου), πυροδότησε την τελευταία παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, καθώς και άλλες τράπεζες σε πολλές χώρες είχαν «επενδύσει» και είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους τέτοια «τοξικά παράγωγα».
Πριν λίγες ημέρες το Χρηματιστήριο της Σαγκάης οδηγήθηκε σε «βουτιά», μετά το ξεπούλημα μετοχών που έγινε στη Γουόλ Στριτ και την ανακοίνωση της Fed για αύξηση των βασικών επιτοκίων, ενώ σημαντικές απώλειες καταγράφηκαν στα χρηματιστήρια στην Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Αυστραλία. Μεγάλες απώλειες καταγράφουν και οι ευρωπαϊκές μετοχές. Όλοι οι κλάδοι στην Ευρώπη κινούνται σε αρνητικό έδαφος με τις μετοχές τεχνολογίας να υφίστανται τις μεγαλύτερες πιέσεις καθώς οι μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές μετοχές σημειώνουν βαριές απώλειες.
Μέσα σ’ αυτό τον τρικυμισμένο Ωκεανό βολοδέρνει σαν καρυδότσουφλο η «ελεγχόμενα χρεοκοπημένη» και πάντως διάτρητη ελληνική οικονομία με το εξ ίσου χρεοκοπημένο και συνεχώς αναστημένο με τα χρήματα του λαού, τραπεζικό σύστημα. Παρά τις συνεχείς ενέσεις κεφαλαιοποίησης οι τραπεζικές μετοχές των τεσσάρων τραπεζών (Εθνικής, Πειραιώς, Alpha, Eurobank), μέσα στα τρία τελευταία χρόνια, καταγράφουν πτώση του 67% του κεφαλαίου τους. Η δανειοδότηση της βιομηχανίας, του εμπορίου, των καταναλωτών, κλπ., έχει ουσιαστικά σταματήσει, ενώ οι λαϊκές καταθέσεις έχουν πέσει στο κατακόρυφο. Η «μεταμνημονιακή εποχή», της «ανέφελης και δίκαιης ανάπτυξης», έχει τελειώσει πριν καν αρχίσει, παραχωρώντας τη θέση της στην αβεβαιότητα μπροστά στον κίνδυνο μίας νέας καταβύθισης. Προς το παρόν καμία «έξοδος στις αγορές» δεν διαφαίνεται στο βάθος του τούνελ.
Στο Χρηματιστήριο Αθηνών, του οποίου ο δείκτης έχει κατρακυλήσει στα χαμηλότερα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, πραγματοποιήθηκε πριν λίγες εβδομάδες ένα πρωτοφανές ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες στα κυβερνητικά επιτελεία. Οι διάφορες ερμηνείες περί μετάδοσης της ιταλικής κρίσης, περί μη εφαρμογής των «μεταρρυθμίσεων», περί αδυναμίας της κυβέρνησης να βγει στις «αγορές», περί ανεπάρκειας κεφαλαίων, κλπ., δεν είναι καθόλου πειστικές. Κι αυτό γιατί ένα μεγάλο (ίσως το μεγαλύτερο) μέρος του μετοχικού κεφαλαίου των «ελληνικών» τραπεζών κατέχουν ξένοι επενδυτές, οι οποίοι προβλέποντας τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις, «ξεφορτώθηκαν» ένα σημαντικό μέρος των μετοχών τους.
Συμπερασματικά μία νέα παγκόσμια οικονομική κρίση σιγοκαίει πίσω από τις βαρύγδουπες δηλώσεις για την «παγκόσμια ανάπτυξη». Οι αναλύσεις για τις αιτίες που γεννούν τις κρίσεις, έχουν λίγο ως πολύ φωτίσει το θέμα. Η αλυσίδα της κρίσης ξεκινά από την αντίφαση ανάμεσα στην παραγωγή από δισεκατομμύρια εργαζόμενους και στην ιδιοποίηση του κέρδους από μερικές εκατοντάδες πλανητικά μονοπώλια και καμιά πεντακοσαριά δισεκατομμυριούχους που αναγράφονται στις λίστες του Forbes. Η αλυσίδα συνεχίζεται με την αναρχία στην παραγωγή που οδηγεί στην όξυνση του ανταγωνισμού και καταλήγει στην υπερσυσσώρευση εμπορευμάτων και παραγωγής και επομένως στην οικονομική κρίση, όταν το συσσωρευμένο κεφάλαιο δεν μπορεί να επενδυθεί και τα εμπορεύματα δεν μπορεί να πουληθούν. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, οι συνθήκες που αφορούν τις παραγωγικές (εργασιακές) σχέσεις σε συνάρτηση με τις παραγωγικές δυνάμεις, συνεχώς επιδεινώνονται. Από εδώ βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι οικονομικές κρίσεις είναι σύμφυτες με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και άραγε η εξάλειψή τους προϋποθέτει και την ανατροπή του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.