Η υπόθεση του πρωτοκόλλου πρωτοκαθεδρίας («σκάνδαλο» sofagate) κατά τη συνάντηση της προέδρου της Κομισιόν φον ντερ Λάιεν και του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ (6/04) επιχειρεί να υπερκαλύψει τη στάση των Ευρωπαίων απέναντι στις τουρκικές απαιτήσεις και τη γεωπολιτική προσέγγιση της ΕΕ στον συνεχώς αυξανόμενο περιφερειακό ρόλο της Τουρκίας σε Συρία, Ανατ. Μεσόγειο, Λιβύη και Καύκασο. Είναι εμφανής η προσπάθεια των δυτικοευρωπαίων να παρέμβουν ουσιαστικά στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, εν όψει μάλιστα της επικείμενης διάσκεψης για τη Ανατ. Μεσόγειο, καθώς και την άτυπη πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό που οργανώνει ο ΟΗΕ. Άλλωστε ο Σ. Μισέλ δήλωσε ξεκάθαρα ότι: «…η Ευρώπη έχει ανάγκη από ένα περιβάλλον ασφάλειας, ευημερίας και σταθερότητας, στο οποίο η Τουρκία παίζει έναν ρόλο σε επίπεδο περιφερειακό και δη στη Λιβύη, στη Συρία και στον Καύκασο (…) πρέπει να μεταφέρουμε στην τουρκική ηγεσία το μήνυμα αυτό της ΕΕ με τρόπο πειστικό, υπό τον όρο ότι η Τουρκία θα διατηρήσει και θα ενισχύσει την αποκλιμάκωση απέναντι στην ΕΕ και στα κράτη-μέλη της». Το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για την Τουρκία επισκιάζει τα παραμύθια που αναμασούν κυβέρνηση της ΝΔ και ΜΜΕ περί «απομονωμένης Τουρκίας», περί «Τουρκίας που προκαλεί την Ευρώπη», περί «τουρκικής περιθωριοποίησης» κλπ. Κι ακόμα, τις ανεδαφικές δηλώσεις Μητσοτάκη για τη δήθεν «ευρωπαϊκή ασπίδα», που αποδεικνύεται στην πράξη μία διάτρητη κουρελού για τα συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης και παράλληλα άκρως επικίνδυνη πολιτική που τορπιλίζει τα λαϊκά συμφέροντα, με πρώτο και κύριο το ζήτημα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας.
Ιδιαίτερα σήμερα με τη Ρωσο-Ουκρανική ένταση, είναι κρίσιμος ο ρόλος της Τουρκίας στην παράκαμψη της Συνθήκης του Μοντρέ -ώστε να διευκολύνεται η ΝΑΤΟϊκή διείσδυση στη Μαύρη Θάλασσα, πλευροκοπώντας έτσι τη Ρωσία- κι επίσης στη σύσφιξη των σχέσεων με Λιβύη και Αίγυπτο. Πρόκειται για συνεχή αναβάθμιση της τουρκικής επιρροής που τη μετατρέπει σε μήλο της Έριδας μεταξύ των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Είναι ξεκάθαρο πως -σε αυτή τη συγκυρία- τα συμφέροντα του γερμανογαλλικού άξονα, παρά τις διαφορές των δύο χωρών, έχουν ανάγκη την τουρκική προσέγγιση. Με τη σειρά της η τουρκική διπλωματία δηλώνει απερίφραστα ότι «…είμαστε αφοσιωμένοι στο στόχο για πλήρη ένταξη στην ΕΕ και στις δεσμεύσεις στο πλαίσιο αυτό. Το μόνο μας αίτημα προς την ΕΕ είναι να ισχύσουν για εμάς οι ίδιες διαδικασίες και πρακτικές που ίσχυσαν για άλλες χώρες, οι οποίες εντάχθηκαν πλήρως». Με λίγα λόγια, η Τουρκία όχι μόνο «απομονωμένη» δεν είναι, αλλά διευρύνει τις συμμαχίες της προς όλες τις κατευθύνσεις.
Την ίδια στιγμή, ο πρώην διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ και πασίγνωστος για τις αντιλαϊκές/αντιδραστικές του συνταγές κατά τη μνημονιακή περίοδο, Π. Τόμσεν, από το βήμα του συνεδρίου του Economist (8/04) με θέμα «Ελλάδα: 200 χρόνια οικονομικής επιβίωσης», έσπευσε να δηλώσει: «…Είμαι αρκετά απαισιόδοξος αναφορικά με την ικανότητα της Ελλάδας να ευημερήσει μέσα στην Ευρωζώνη, κατά βάση λόγω των παθογενειών που γεννά το πελατειακό της σύστημα…». Ο ίδιος προέβλεψε την ταχύτατη επιστροφή της χώρας μας στη… λιτότητα, αμέσως μετά την υγειονομική κρίση, αλλά και την ένταση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης μετά 2-3 χρόνια!
Εξάλλου και η Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, υπό μορφή Κασσάνδρας, περιλαμβάνει πολλές αβεβαιότητες σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της οικονομίας, λόγω της αρνητικά εξελισσόμενης πανδημίας, αλλά και λόγω της παγκόσμιας οικονομικής αστάθειας. Πέρα από το προβλεπόμενο έλλειμμα στον κρατικό Προϋπολογισμό του 2021 κατά 5,3% του ΑΕΠ (γύρω στα 9,5 δισ. €), προεξοφλεί τη δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων (8-10 δισ. €) που θα προστεθούν στα ήδη υφιστάμενα 47,4 δισ. €. Επιπλέον προβλέπει μεγάλο αριθμό πτωχεύσεων, ιδίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με απολύσεις προσωπικού (αύξηση της ανεργίας) και αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, γεγονός που θα επιφέρει ραγδαία αύξηση της φτώχειας και κοινωνικούς τριγμούς στην περίοδο μετά την πανδημία. Ωστόσο, οι αποκαλυπτικές διαπιστώσεις Στουρνάρα καταλήγουν στην κυβερνητική γραμμή της επιτάχυνσης του «εθνικού σχεδίου μετασχηματισμού της οικονομίας» με στόχο την «αλλαγή του παραγωγικού προτύπου». Το ρητορικό ερώτημα είναι σε τι συνίσταται αυτός ο μετασχηματισμός του παραγωγικού -καπιταλιστικού- προτύπου: Μήπως στην ανατροπή της εμπορευματικής παραγωγής; Στην κατάργηση της αναρχίας στην παραγωγή; Στον τερματισμό του ανταγωνισμού; Στην απαγόρευση της ληστρικής δράσης των μονοπωλίων;
Βεβαίως και όχι.
Η Έκθεση Στουρνάρα καταλήγει στο «διά ταύτα» στην ίδια γραμμή των κυβερνητικών σχεδιασμών, δηλαδή της «σωστής αξιοποίησης» των ευρωπαϊκών κονδυλίων μέσω των Μηχανισμών Ανάκαμψης, τα οποία παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία για την «επανεκκίνηση» της οικονομίας σε «σωστά πρότυπα». Ποια είναι αυτά; Όλα τα συμπληρώματα των αντιδραστικών πολιτικών που καταιγιστικά προωθούν οι υπουργοί της κυβέρνησης Χατζηδάκης, Σταϊκούρας, Γεωργιάδης, Βορίδης, Χρυσοχοΐδης (αντεργατικός και αντισυνδικαλιστικός νόμος, έξαρση πλειστηριασμών λαϊκής κατοικίας, ανελέητη φοροληστεία, πτωχευτικός νόμος για τα λαϊκά νοικοκυριά, εφαρμογή του προγράμματος «Ηρακλής» για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, άμεση καταβολή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, ιδιωτική επικουρική ασφάλιση, αστυνομοκρατία κλπ) προς όφελος προφανώς του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου. Η όλη επιχειρηματολογία Στουρνάρα ότι: «η αλλαγή στις απαιτήσεις και στις ανάγκες των χρηστών λόγω πανδημίας, καθώς και τα έργα ανάπτυξης και υποδομών που έχουν δρομολογηθεί, θα αναδείξουν νέους τομείς επενδυτικού ενδιαφέροντος, μεταβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό τις υφιστάμενες ισορροπίες», αλλά και η προτεινόμενη λύση δεν είναι άλλη από τα κονδύλια του «Ταμείου Ανάκαμψης» και των ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, Ταμείο SURE). Όμως κι εδώ τα πράγματα δεν πάνε καλά. Οι επικριτές της γερμανικής συμμετοχής στο «Ταμείο Ανάκαμψης» εκφράζουν τον ίδιο φόβο με τον Τόμσεν, ότι δηλαδή τα οικονομικά αδύναμα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν θα είναι σε θέση να επιστρέψουν τα δάνειά τους στο Ταμείο. Μάλιστα η κατάθεση σχετικών αγωγών στην Καρλσρούη είχε σαν αποτέλεσμα την απαγόρευση με προσωρινή διάταξη από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Φρ. Σταϊνμάιερ, να υπογράψει το νόμο για τη συμμετοχή της Γερμανίας στο «Ταμείο Ανάκαμψης» της ΕΕ των 750 δισ.€ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορονοϊού. Σύμφωνα με ανακοίνωση του ανώτατου γερμανικού δικαστηρίου, ο κ. Σταϊνμάιερ θα πρέπει να περιμένει πρώτα (πάνω από τρεις μήνες) την απόφαση προτού υπογράψει το νόμο.
Έτσι, η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονα. Της συνεχούς έξαρσης των κρουσμάτων της COVID-19 και της καθυστέρησης των ευρωπαϊκών εκταμιεύσεων, γεγονότα που οδηγούν σε σπασμωδικές ενέργειες, προκαλώντας την ραγδαία επιδείνωση της κυβερνητικής αξιοπιστίας. Αυτό που προδιαγράφεται για τα λαϊκά νοικοκυριά είναι πως τα χειρότερα βρίσκονται μπροστά μας. Η επικίνδυνη απόφαση για «άνοιγμα» της οικονομίας εν μέσω έξαρσης της πανδημίας, ίσως αποτελέσει και το τελευταίο κυβερνητικό χαρτί που ρίχνεται στο τραπέζι. Γιατί αν αποτύχει, δεν θα υπάρξει άλλη λύση εκτός από την προσφυγή στις κάλπες.
Το βασικό ζητούμενο είναι ο παράγοντας «λαϊκό, αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα», που από την εποχή των προεκλογικών παροχολογιών του ΣΥΡΙΖΑ, αφού πέρασε μία μακρά περίοδο υποχώρησης σήμερα με πρωτοπορία τη νεολαία φαίνεται να ορθώνει ανάστημα τόσο στα απαγορευτικά μέτρα της πανδημίας, όσο και -κυρίως- στους αντιεκπαιδευτικούς-αντεργατικούς νόμους, την παρατεταμένη ανεργία, την ασύδοτη αστυνομοκρατία και την πρωτοφανή συρρίκνωση των εισοδημάτων που προκαλούν οργή και αγανάκτηση στις μεγάλες μάζες του πληθυσμού. Και πέρα από τις αντιλαϊκές επιλογές των αστικών κομμάτων, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου, μεγάλη ευθύνη για την απομαζικοποίηση του κινήματος φέρουν οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά. Και πρώτ’ απ’ όλα το ΚΚΕ με τις νεοτροτσκιστικές θεσεις του για το παγκόσμιο -και το δικό μας- κομμουνιστικό κίνημα, με τις περιχαρακωμένες, συμβολικές εκδηλώσεις-παραστάσεις, αρνούμενο να αποδεχθεί την πραγματικότητα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και τέλος, με την αδιέξοδη εμμονή στην προσμονή της «λαϊκής εξουσίας», όταν και αν…
Ακολουθεί σε παραπλήσια κατεύθυνση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και κυρίως το ΝΑΡ, που με άξονα το αντικαπιταλιστικό «μεταβατικό πρόγραμμα» σκαρώνει «κάλπικα αντιιμπεριαλιστικά και αντιπολεμικά πλαίσια», εξαγγέλλει διαρκώς «προτάσεις συνεργασίας και κοινής δράσης», προτείνει «επιτροπές ελέγχου του χρέους», συστήνει «Συντονισμούς πρωτοβάθμιων ταξικών σωματείων» μέσα σε ένα συνονθύλευμα ρήξεων και ανατροπών, εθνικοποιήσεων του τραπεζικού συστήματος και των στρατηγικών επιχειρήσεων, «εργατικών ελέγχων και παύσης πληρωμών, άμεσης δημοκρατίας και σοσιαλισμού».
Η κυβέρνηση της Δεξιάς εξαπολύει γενικευμένη επίθεση στον εχθρό-λαό. Η αλλεπάλληλη εφαρμογή νόμων επί νόμων και μέτρων επί μέτρων απαιτεί μία σθεναρή λαϊκή αντίσταση στο στίβο της ταξικής πάλης. Είναι πλέον η ώρα -σε εναρμόνιση με την άνοδο των αγωνιστικών διαθέσεων των εργαζομένων και μπροστά στον καταιγισμό των αντιλαϊκών μέτρων- να ασκηθεί η μεγαλύτερη πίεση για την κλιμάκωση του αγώνα με νέες πανεργατικές-πανελλαδικές απεργιακές κινητοποιήσεις και για την οργάνωση και κλιμάκωση ενός ανυποχώρητου, παρατεταμένου αγώνα για την απόκρουση και ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής και των επερχόμενων νέων Μνημονίων, μέσω των ευρωπαϊκών Μηχανισμών στήριξης της ντόπιας ολιγαρχίας.