Με ένα προεδρικό / κοινοβουλευτικό πραξικόπημα ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, διόρισε τον Μισέλ Μπαρνιέ πρωθυπουργό της χώρας, παρακάμπτοντας το σοσιαλδημοκρατικό «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» που αναδείχτηκε πρώτο κόμμα στις εκλογές. Και αυτό με τη συναίνεση της Λεπέν, η οποία λίγο αργότερα έσωσε τον ίδιο τον Μακρόν από την καθαίρεση.
Παρά το ότι ο Μπαρνιέ προέρχεται από το δεξιό Ρεπουμπλικανικό κόμμα που έλαβε 5,4% και 61 έδρες στις εκλογές, ο Μακρόν τον επέλεξε για πρωθυπουργό, έναντι της Λουσί Καστέ, υποψήφιας με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο που συγκέντρωσε 193 έδρες στις εκλογές.
Και όλα αυτά φυσικά με την ανοχή της ακροδεξιάς «Εθνικής Συσπείρωσης» της Λεπέν που αναδεικνύεται πλέον σε ρυθμιστή όσον αφορά τον διορισμό πρωθυπουργού. Άλλωστε ο Μπαρνιέ έχει εκφράσει θέσεις παρόμοιες με της Λεπέν για το μεταναστευτικό, στο πλαίσιο της γενικότερης αντιδραστικής πολιτικής της.
Η Λεπέν σώζει τον Μακρόν και την κυβέρνηση Μπαρνιέ
Την ίδια ώρα, η «Εθνική Συσπείρωση» έσωσε τον ίδιο τον Μακρόν από την πρόταση της γαλλικής ρεφορμιστικής Αριστεράς για να συζητηθεί στην Ολομέλεια της Εθνοσυνέλευσης ψήφισμα για την καθαίρεσή του. Η πρόταση απορρίφθηκε στη διάσκεψη των προέδρων της Εθνοσυνέλευσης, χάρη στην αποχή των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν.
Υπέρ της παραπομπής στην Ολομέλεια της Εθνοσυνέλευσης τάχθηκαν μόνο οι πρόεδροι των τεσσάρων κομμάτων του Νέου Λαϊκού Μετώπου και κατά η κοινοβουλευτική ομάδα του Μακρόν, οι κεντροδεξιοί Ρεπουμπλικανοί και το UDR του Ερίκ Σιοτί. Οι εκπρόσωποι της Λεπέν απείχαν κατά την ψηφοφορία, με αποτέλεσμα η πρόταση της Αριστεράς να μη συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία.
Ακόμα, απορρίφθηκε η πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ. Άλλωστε, η πρόταση μομφής είχε ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, αφού θα έπρεπε να στηριχθεί και από τους βουλευτές της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης, οι οποίοι δεν συντάχθηκαν με την αριστερά.
Έτσι, μόνο 197 βουλευτές ψήφισαν υπέρ, ενώ απαιτούνταν τουλάχιστον 289 ψήφοι για να περάσει η πρόταση μομφής και να πέσει η κυβέρνηση.
Η Λεπέν ρυθμιστής του πολιτικού σκηνικού
Το κόμμα της Λεπέν έχει πλέον εξελιχθεί σε ρυθμιστή του κεντρικού πολιτικού σκηνικού στη Γαλλία και, όπως όλα δείχνουν, έχει ξεκινήσει ένα αλισβερίσι με τους Μακρόν / Μπαρνιέ ήδη από τις πρώτες ημέρες μετά τις εκλογές για την Εθνοσυνέλευση. Η ακροδεξιά μετατρέπεται πλέον ανοιχτά σε πολιτική δύναμη, η οποία κάθεται στο ίδιο τραπέζι με όλες εκείνες τις νεοφιλελεύθερες και κεντρώες δυνάμεις που υποτίθεται ότι κάποτε την εχθρεύονταν και την «ξόρκιζαν» ως το απόλυτο κακό.
Ταυτόχρονα, αποδεικνύεται περίτρανα ότι οι δυνάμεις της Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας τρέφουν αυταπάτες αναφορικά με τον ρόλο συστημικών πολιτικών δυνάμεων και προσωπικοτήτων όπως ο Μακρόν. Για παράδειγμα, παρά το ότι το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» έβαλε ουσιαστικά «πλάτη» στον Μακρόν για να μη βγει η Λεπέν, είδε τον Γάλλο πρόεδρο να το αδειάζει, παρακάμπτοντάς το με ένα ανοιχτό κοινοβουλευτικό πραξικόπημα.
Αλλά και σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Ιταλία, η ακροδεξιά παίρνει κεφάλι, λόγω της αιμορραγίας πολιτικών δυνάμεων της δεξιάς και του κέντρου που για χρόνια τώρα εφαρμόζουν τις πιο σκληρές αντιλαϊκές πολιτικές αφαίμαξης των λαών. Και είναι οι ίδιες δυνάμεις που αντιμετωπίζουν τα ακροδεξιά κόμματα ως άμεσους συνομιλητές.
Στα σκαριά νέος αντιλαϊκός προϋπολογισμός
Η δεξιά κυβέρνηση του Μπαρνιέ έβαλε ήδη πλώρη για την επικύρωση του νέου προϋπολογισμού που αναμένεται να φέρει νέα αντιλαϊκά μέτρα, συνεχίζοντας τη χρόνια αντεργατική πολιτική του Μακρόν. Βέβαια, χωρίς πλειοψηφία στο γαλλικό κοινοβούλιο ο Μπαρνιέ και οι σύμμαχοί του θα εξαναγκαστούν σε συμβιβασμούς προκειμένου να περάσει το νομοσχέδιο, κάτι που είναι απίθανο να γίνει πριν από τα μέσα έως τα τέλη Δεκεμβρίου.
Παρά τις δηλώσεις ότι ο νέος προϋπολογισμός θα εστιάζει κυρίως στις μεγάλες εταιρείες με έναν προσωρινό έκτακτο φόρο και σε άτομα που κερδίζουν πάνω από μισό εκατ. ευρώ ετησίως, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί παρά ένα επιχείρημα για να «χρυσώσει το χάπι». Κι αυτό διότι όλοι οι φορολογούμενοι θα επηρεαστούν από το σχέδιο της κυβέρνησης να επανέλθει στο αρχικό της ύψος μια εισφορά στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία είχε μειωθεί κατά τη διάρκεια της «εκτόξευσης» των τιμών της ενέργειας την περίοδο 2022-2023.
Πάντως, οι αυξήσεις φόρων θα αποτελέσουν το ένα τρίτο των μέτρων ύψους 60 δισ. ευρώ που προβλέπει ο νέος προϋπολογισμός. Τα υπόλοιπα θα προέλθουν από περικοπές δαπανών, με 20 δισ. ευρώ να περικόπτονται από όλα τα υπουργεία. Εκτιμάται ότι θα υπάρξουν νέες περικοπές σε υγεία, συντάξεις και τοπική αυτοδιοίκηση.