Ο Σι Τζινπίνγκ προειδοποιεί και ξιφουλκεί διακηρύσσοντας
την ετοιμότητα της Κίνας για αντιπαράθεση σ’ όλα τα μέτωπα
Σε μια βαρυσήμαντη τοποθέτηση προέβη ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ από το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, που φέτος διεξήχθη διαδικτυακά. Απευθυνόμενος κυρίως προς τη νέα αμερικανική ηγεσία, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, έστειλε σαφή μηνύματα για την αυτοπεποίθηση με την οποία προσέρχεται η Κίνα στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για την παγκόσμια ηγεμονία.
Χωρίς να έχει περάσει ούτε μια βδομάδα από την ορκωμοσία του νέου αμερικανού προέδρου, ο κινέζος ηγέτης ξεκαθάρισε ότι η Κίνα είναι σε θέση να προασπίσει τα μεγαλοκρατικά της συμφέροντα με όλους τους τρόπους.
Χοντρικά ξεκαθάρισε ότι μπορεί μεν η Κίνα να επιδιώκει τη συνεργασία, αλλά δεν θα διστάσει σε καμία περίπτωση να προσφύγει ακόμη και στα όπλα.
«Οι διαφορές στην ιστορία, τον πολιτισμό και τα κοινωνικά συστήματα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για ανταγωνισμό ή αντιπαράθεση, αλλά να αποτελούν κίνητρα για συνεργασία (…) Η ιστορία και η πραγματικότητα έχουν καταστήσει σαφές, ξανά και ξανά, ότι η λανθασμένη προσέγγιση μέσω ανταγωνισμού και αντιπαράθεσης -με τη μορφή ψυχρού πολέμου, θερμού πολέμου, εμπορικού πολέμου ή τεχνολογικού πολέμου- θα πλήξει τελικά τα συμφέροντα του συνόλου των χωρών και θα υπονομεύσει την ευημερία όλων», είπε χαρακτηριστικά ο Σι στο πλαίσιο της ομιλίας του.
Χωρίς να κατονομάσει τη νέα αμερικανική διοίκηση, η οποία έχει ξεκαθαρίσει ότι θα επιμείνει στη γραμμή Τραμπ σε ό,τι αφορά την Κίνα, την κατηγόρησε ότι οι επιδιώξεις της να συγκροτήσει έναν αντικινεζικό συνασπισμό είναι καταδικασμένες.
«Η δημιουργία φατριών ή η κήρυξη ενός νέου ψυχρού πολέμου, η απόρριψη, η απειλή ή ο εκφοβισμός των άλλων (…) η αναστάτωση των αλυσίδων προμηθειών ή οι κυρώσεις για να προκληθεί απομόνωση, το μόνο που θα επιτύχουν θα είναι να σπρώξουν τον κόσμο στη διαίρεση και ακόμη και στη σύγκρουση», προειδοποίησε ο Σι Τζινπίνγκ, για να καταλήξει ότι «η σύγκρουση θα μας οδηγήσει σε αδιέξοδο».
Ξεκαθάρισε ότι τίποτα δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στην πορεία της Κίνας να μετατραπεί σε παγκόσμια υπερδύναμη και κάλεσε τους πάντες να αποδεχθούν ότι έχουν επέλθει μεγάλες αλλαγές στον παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης και ότι πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτές, αντί να επιδιώκουν να τις εμποδίσουν. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά «οφείλουμε να ακολουθήσουμε την εποχή μας αντί να απορρίπτουμε την αλλαγή».
Στέλνοντας σαφές μήνυμα προς τον Τζο Μπάιντεν, τον προέτρεψε να εγκαταλείψει τη «λογική του όλα ή τίποτα που κυριάρχησε στον Ψυχρό Πόλεμο» και τον κάλεσε να οικοδομήσουν «πολιτική εμπιστοσύνης μέσω στρατηγικής επικοινωνίας».
Παράλληλα, παρουσίασε την Κίνα ως μια «υπεύθυνη» ηγεμονική δύναμη που επιδιώκει τη πολυμέρεια και τη διεθνή συνεργασία, με στόχο να βάλει προσκόμματα στη δημιουργία ενός μετώπου των «δημοκρατιών» σε αντιπαράθεση με το Πεκίνο, όπως είναι ο διακηρυγμένος στόχος του Μπάιντεν.
«Είναι αναγκαίο να παραμείνουμε δεσμευμένοι στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες αντί να επιδιώκουμε ο καθένας την υπεροχή του», ξεκαθάρισε, και παρουσίασε στους υπόλοιπους ηγέτες το όραμά του για να «μεταρρυθμίσουμε και να βελτιώσουμε το παγκόσμιο σύστημα διακυβέρνησης στη βάση της αναλυτικής διαβούλευσης και της οικοδόμησης συναίνεσης».
Επίσης έκανε λόγο για την ανάγκη στενότερης συνεργασίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής και για την υποστήριξη μιας βιώσιμης παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης. Σε αντιπαραβολή με τον «εθνικισμό των εμβολίων» που συνταράσσει το δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, ο Σι Τζινπίνγκ έκανε λόγο για την ανάγκη συνεργασίας «στην έρευνα και ανάπτυξη, παραγωγή και διανομή εμβολίων, έτσι ώστε τα εμβόλια να μπορούν πραγματικά να γίνουν ένα κοινό αγαθό που είναι προσιτό στους ανθρώπους σε όλες τις χώρες». Επιδιώκει έτσι να προωθήσει τη «διπλωματία των εμβολίων», μετά τη «διπλωματία της μάσκας» που εφάρμοσε η Κίνα στην πρώτη φάση της πανδημίας, οικοδομώντας ένα νέο «δρόμο του μεταξιού», με άξονα αυτή την φορά την αντιμετώπιση της πανδημίας.
«Μπαρούτι» μυρίζει η περιοχή της ανατολικής και της νότιας κινεζικής θάλασσας με τις κλιμακούμενες στρατιωτικές και διπλωματικές κινήσεις των ΗΠΑ και της Κίνας στην περιοχή. Με αφορμή το ζήτημα της Ταϊβάν, εκτοξεύθηκαν από την κινέζικη πλευρά ευθείες απειλές για ανάληψη στρατιωτικής δράσης σε περίπτωση που το νησί προσπαθήσει να ανακηρύξει την ανεξαρτησία του.
Το κινεζικό υπουργείο Άμυνας προειδοποίησε «σοβαρά» τις πολιτικές δυνάμεις της Ταϊβάν, που προωθούν την ανεξαρτησία της «να μην παίζουν με τη φωτιά διότι θα καούν» ξεκαθαρίζοντας πως «για εμάς η ανεξαρτητοποίηση της Ταϊβάν σημαίνει πόλεμο». Έστειλε έτσι ηχηρό μήνυμα προς τη νέα πρόεδρο της Ταϊβάν, Τσάι Ινγκγουέν, η οποία εδώ κι ένα χρόνο προκαλεί την Κίνα, καλώντας τη να «σεβαστεί τη βούληση του ταϊβανέζικου λαού».
Λάδι στη φωτιά έριξαν και οι πρόσφατες δηλώσεις του Μπάιντεν ότι θα συνεχίσει να στηρίζει την αποσχισθείσα νησιωτική επαρχία της Κίνας αλλά και η παρουσία του αμερικανικού στόλου στην περιοχή, ο οποίος προσβλήθηκε «εικονικά» από κινέζικα αεροπλάνα. Συγκεκριμένα, τρεις μέρες μετά την ορκωμοσία του αμερικανού προέδρου, κινεζικά βομβαρδιστικά πραγματοποίησαν εικονική επίθεση με πυραύλους κατά του αμερικανικού αεροπλανοφόρου USS Τheodore Roosevelt και των συνοδών πλοίων, που έπλεαν ανοιχτά της Ταϊβάν.
Το Πεκίνο χαρακτήρισε αυτές τις ενέργειες ως «απαραίτητες δραστηριότητες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ασφαλείας στα Στενά της Ταϊβάν και τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας και της ασφάλειας της Κίνας». Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζιμ Κίρμπι, χαρακτήρισε «ατυχείς» τις κινεζικές ανακοινώσεις, εκφράζοντας την ελπίδα αυτές οι εντάσεις να μην οδηγήσουν σε ένοπλη αντιπαράθεση.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό στρατό η παρουσία των πολεμικών πλοίων στην περιοχή έγινε «για να διασφαλίσει την ελευθερία των θαλασσών» και για να καθησυχάσει τους συμμάχους και τους εταίρους των ΗΠΑ στην περιοχή. Με δεδομένο «τα δύο τρίτα του παγκόσμιου εμπορίου να ταξιδεύουν σε αυτήν την πολύ σημαντική περιοχή, είναι ζωτικής σημασίας να διατηρήσουμε την παρουσία μας και να συνεχίσουμε να προωθούμε τη βασισμένη σε κανόνες τάξη που μας επέτρεψε σε όλους να ευημερήσουμε», τόνισε ο επικεφαλής ναύαρχος της αμερικανικής αρμάδας.
Παράλληλα, ο νέος υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, στη διάρκεια της πρώτης τηλεφωνικής συνομιλίας του με τον Ιάπωνα ομόλογό του, επιβεβαίωσε τη δέσμευση της Ουάσινγκτον προς το Τόκιο για την άμυνα μιας ομάδας νησίδων στην Ανατολική Σινική Θάλασσα, τα οποία διεκδικούνται από την Ιαπωνία και από την Κίνα, όπως ανακοίνωσε το αμερικανικό Πεντάγωνο.
Συνομιλώντας με τον Ιάπωνα υπουργό Άμυνας, Νομπούο Κίσι, επιβεβαίωσε ότι το Άρθρο 5 της συμφωνίας ασφάλειας μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας, το οποίο προβλέπει τις αμερικανικές αμυντικές υποχρεώσεις ως προς την Ιαπωνία, καλύπτει τις ακατοίκητες αυτές νησίδες. Οι νησίδες είναι γνωστές ως τα νησιά Σενκάκου στην Ιαπωνία και Νταϊόγιου στην Κίνα. Διαβεβαίωσε επίσης ότι οι ΗΠΑ παραμένουν αντίθετες σε οποιεσδήποτε μονομερείς προσπάθειες για την αλλαγή της παρούσας κατάστασης στην Ανατολική Σινική Θάλασσα.
Οι εξελίξεις αυτές έρχονται λίγες μόλις μέρες αφού ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ξεκαθάρισε ενώπιον της Γερουσίας πως «δεν υπάρχει αμφιβολία» ότι η Κίνα αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για τις ΗΠΑ.