Νεο-ψυχροπολεμικά χαρακτηριστικά παίρνει, όλο και περισσότερο, η αντιπαράθεση των ΗΠΑ με την Κίνα. Στη μεταξύ τους διελκυστίνδα ενεπλάκησαν και οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου που ξεκινούν στις 4 Φλεβάρη.
Υλοποιώντας την, από μηνών, διακηρυγμένη της θέση η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε σε διπλωματικό μποϊκοτάζ των αγώνων. Χρησιμοποίησε ως πρόσχημα την, όπως διατείνεται, καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα και ιδιαίτερα στην επαρχία Σιντζιάνγκ.
Η κίνηση αυτή φέρνει μνήμες από το καθολικό μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1980 στη Μόσχα, από τους Αμερικανούς αθλητές και του 1984, στο Λος Άντζελες, από τους Σοβιετικούς.
Όπως ανέφερε τον Δεκέμβρη η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν είχε σκοπό να αποσύρει τους αθλητές της. Διευκρίνισε όμως ότι αν οι ΗΠΑ είχαν διπλωματική εκπροσώπηση στους Ολυμπιακούς «θα μεταχειριζόταν αυτούς τους Αγώνες σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, παρά τις κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις φρικαλεότητες της Κίνας στο Σιντζιάνγκ. Και απλά δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό».
Τότε η κινεζική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον αντέτεινε ότι «καμία πρόσκληση δεν έχει δοθεί σε πολιτικούς των ΗΠΑ, επομένως αυτό το “διπλωματικό μποϊκοτάζ” έρχεται απλώς από το πουθενά». Έκανε μάλιστα λόγο για «προσχηματική πράξη» και «πολιτική χειραγώγηση» που «δεν θα έχει κανέναν αντίκτυπο στην επιτυχή διεξαγωγή των Αγώνων».
Πρόσφατα η αγγλόφωνη εφημερίδα «China Daily», που διευθύνεται από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων του ΚΚ Κίνας, επικαλούμενη ανώνυμες πηγές, έγραψε ότι οι ΗΠΑ έχουν σχέδιο να προσεγγίσουν αθλητές από διάφορες χώρες και να τους πείσουν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην Κίνα, να παίξουν παθητικά στους αγώνες, ακόμη και να αρνηθούν να λάβουν μέρος έναντι αμοιβής.
Το δημοσίευμα επιβεβαίωσε το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών καθώς εκπρόσωπός του δήλωσε στο Reuters ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας «αποτυπώνει την πραγματική πρόθεση ορισμένων Αμερικανών να πολιτικοποιήσουν τον αθλητισμό και να σαμποτάρουν παρεμβαίνοντας στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου». Επιπλέον καταδίκασε τις προσπάθειες ορισμένων Αμερικανών να «εξαγοράσουν» αθλητές και να «προκαλέσουν προβλήματα» κατά τη διάρκεια των Αγώνων, προσθέτοντας ότι αυτές οι προσπάθειες είναι «καταδικασμένες να αποτύχουν».
Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην προσπάθειά του να συγκροτήσει ένα ακόμη αντι-κινεζικό μέτωπο, εργαλειοποιεί και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επιδιώκει, με προπαγανδιστικό όχημα τη «δημοκρατία» και τα «ανθρώπινα δικαιώματα» να σύρει σε αυτή του την απόφαση και τους συμμάχους του, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή.
Παρόλα αυτά, μόνο οι «συνήθεις ύποπτοι» ακολούθησαν την αμερικανική εξαγγελία αφού εκφράστηκαν σαφείς διαφοροποιήσεις από βασικούς συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Γαλλία και η Γερμανία.
Δεν μένει ασχολίαστο το γεγονός ότι, αν και το πρόσχημα για το μποϊκοτάζ είναι τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων, στις χώρες που τελικά μποϊκοτάρουν τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς δεν περιλαμβάνεται καμία «μουσουλμανική».
Αντίθετα, εκτός των ΗΠΑ συμμετέχουν ο Καναδάς, η Βρετανία, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, και η Ιαπωνία αν και η τελευταία απέφυγε να χαρακτηρίσει την απόφαση ως «μποϊκοτάζ». Προσπαθώντας να μην τραβήξει εντελώς το σχοινί με το Πεκίνο, το Τόκιο δήλωσε ότι αν και «δεν σχεδιάζει να στείλει κυβερνητικούς αξιωματούχους» θα παρευρεθούν στους αγώνες η πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων «Τόκιο-2020» καθώς και ο πρόεδρος της Ιαπωνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.
Αλλά ούτε και οι χώρες της ΕΕ δεν κατέστη δυνατό να χαράξουν μια κοινή γραμμή. Βέλγιο, Δανία και Λιθουανία αποφάσισαν να στοιχηθούν με την Ουάσιγκτον. Το Βίλνιους ήταν η πρώτη πρωτεύουσα στον κόσμο που ανακοίνωσε το διπλωματικό μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών, εν μέσω συνεχιζόμενης διπλωματικής έντασης με το Πεκίνο, κυρίως λόγω της Ταϊβάν.
Γαλλία και Γερμανία «κρύφτηκαν» πίσω από την ανάγκη χάραξης «κοινής στάσης» της ΕΕ την ώρα που μια σειρά χώρες, όπως το Λουξεμβούργο, η Αυστρία και η Τσεχία έκαναν έκκληση για τη μη πολιτικοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων. Η Γαλλία δήλωσε τελικά ότι δεν θα μποϊκοτάρει του αγώνες, χωρίς να διευκρινίσει το επίπεδο διπλωματικής της εκπροσώπησης. Την ίδια ώρα η γαλλική εθνοσυνέλευση υιοθέτησε ψήφισμα που χαρακτηρίζει ως «γενοκτονία» την αντιμετώπιση των μουσουλμάνων Ουιγούρων, προκαλώντας την έντονη «δυσφορία» του Πεκίνου.
Ακόμη κάποιες χώρες, όπως η Ολλανδία, οχυρώνονται πίσω από τους περιορισμούς του Covid 19 για να μη στείλουν επίσημη διπλωματική αποστολή, χωρίς να αναφερθούν στο μποϊκοτάζ.
Σημαντική είναι η διαφοροποίηση της Νότιας Κορέας, η οποία παρά το γεγονός ότι είναι στενός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, ανακοίνωσε ότι δεν θα μποϊκοτάρει διπλωματικά τη διοργάνωση, επικαλούμενη την ανάγκη να συνεχίσει να συνεργάζεται με την Κίνα. Η Νότια Κορέα αντιστέκεται, προς το παρόν, στις προτροπές και πιέσεις των ΗΠΑ ώστε να ενσωματωθεί στα αντι-κινεζικά της «μέτωπα», σταθμίζοντας το διαρκώς αυξανόμενο ειδικό βάρος τους ασιατικού της γείτονα.
Ο Πούτιν στο Πεκίνο
Απάντηση του Πεκίνου, στις κινήσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους δίνει η παρουσία του Πούτιν στην τελετή έναρξης των αγώνων, ο οποίος θα συναντηθεί με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ.
Κανονικά, ο Ρώσος Πρόεδρος δεν θα μπορούσε να δώσει το παρών στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, καθώς η Ρωσία είναι τιμωρημένη για υπόθεση ντόπινγκ. Εξαιτίας της τιμωρίας οι επίσημοι κρατικοί αξιωματούχοι της χώρας δεν επιτρέπεται να παρευρίσκονται σε διεθνείς διοργανώσεις. Αυτό μπορούσε να παρακαμφθεί μόνο αν ο ηγέτης της οικοδέσποινας χώρας προσκαλούσε επίσημα τον ομόλογό του. Όπερ και εγένετο, από τη μεριά της κινεζικής ηγεσίας, ως απάντηση στο διπλωματικό μποϊκοτάζ των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.
Μιλώντας στη ρωσική Ολυμπιακή ομάδα, ο Βλ. Πούτιν, τόνισε ότι Κίνα και Ρωσία τάσσονται ενάντια στην πολιτικοποίηση του αθλητισμού και των μποϊκοτάζ και εξέφρασε την ανυπομονησία του «για τη συνάντησή μας (σ.σ. με τον Σι Τζινπίνγκ) στην Τελετή Έναρξης της αθλητικής αυτής γιορτής».
Στο πλαίσιο της ετήσιας συνέντευξης τύπου και με την ένταση στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις να αυξάνει, ήταν ξεκάθαρος για τα πολιτικά κίνητρα της αμερικανικής ενέργειας, ως προς την Κίνα. «Το νέο μποϊκοτάζ έχει προφανώς στόχο να υπονομεύσει την ανάπτυξη της Κίνας. Είναι ένας τακτικός πολιτικός στόχος που πρέπει να αποκλειστεί από τη σφαίρα του αθλητισμού», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Επίσης, πρόσθεσε ότι η πίεση της Δύσης εναντίον ανταγωνιστών είναι λανθασμένη, επιβλαβής και τελικά μάταιη.
«Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να σταματήσουν την Κίνα να γίνει η κορυφαία παγκόσμια οικονομία. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να το συνειδητοποιήσουν, και αν το καταλάβουν, ξέρουν ότι οι ενέργειές τους είναι λανθασμένες», συμπλήρωσε ο Ρώσος Πρόεδρος.
Η συνάντηση Πούτιν – Σι μόνο εθιμοτυπική δεν είναι. Όπως δήλωσε ο σύμβουλος του Κρεμλίνου Γιούρι Ουσακόφ, οι δύο ηγέτες ενδέχεται να υπογράψουν περισσότερες από 15 συμφωνίες στον τομέα του φυσικού αερίου. Ακόμη δήλωσε ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο η Ρωσία να κατασκευάσει έναν νέο αγωγό φυσικού αερίου προς την Κίνα μέσω της Μογγολίας, ένα σχέδιο που συζητείται εδώ και πολύ καιρό.
Η Κίνα, η οποία πρόσφατα κατέστη ο μεγαλύτερος εισαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου στον κόσμο τροφοδοτείται, από το 2019, με ρωσικό φυσικό αέριο μέσω του αγωγού «Δύναμη της Σιβηρίας», μήκους 4.000 χιλιομέτρων.