Ο απερχόμενος αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, πραγματοποίησε 10ήμερη περιοδεία σε επτά χώρες της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, διαβεβαιώνοντας πως τα καθήκοντά του θα τα διεκπεραιώσει μέχρι την τελευταία μέρα. Φαίνεται να αποτελεί μία από τις τελευταίες προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ να κλείσει κάποιες εκκρεμότητες και να «σφραγίσει» την συνέχεια της πολιτικής των ΗΠΑ στα ανοικτά μέτωπα. Επιβεβαίωσε ότι είχε διαβουλεύσεις με επίκεντρο το Ιράν, χαρακτηρίζοντάς το «κεντρική απειλή εντός της περιοχής» της Μέσης Ανατολής. Επανέλαβε πως θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα η εκστρατεία μέγιστης πίεσης έναντι του Ιράν και συμμάχων του, όπως η λιβανέζικη οργάνωση «Χεζμπολάχ» και σιιτικές πολιτοφυλακές σε Ιράκ και Συρία.
Η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει να ασκεί ασφυκτικές πιέσεις στο Ιράν, εντείνοντας τις κυρώσεις, με περισσότερα μέτρα σε βάρος αξιωματούχων, οργανισμών και εταιρειών του Ιράν. Με την περιοδεία του Πομπέο, επιδιώκει αφενός την επιβεβαίωση της συστράτευσης μιάς σειράς χωρών έναντι του Ιράν, αφετέρου την αποκλιμάκωση των εντάσεων ανάμεσα στις περισσότερες μοναρχίες του Κόλπου, στην Αίγυπτο και το Κατάρ, καθώς οι σχέσεις τους έχουν παγώσει από τον Ιούνη του 2017.
Η επιλογή των χωρών (Γαλλία, Τουρκία, Γεωργία, Ισραήλ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κατάρ, Σαουδική Αραβία) δεν φαίνεται να έγινε τυχαία, καθώς με αυτές οι ΗΠΑ έχουν συγκλίνοντα συμφέροντα ή εξυπηρετούν απώτερες επιδιώξεις της Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο ευρύτερης κόντρας με ανταγωνιστικές δυνάμεις, όπως είναι η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν.
Στις επαφές του ο Πομπέο έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον Νότιο Καύκασο, στη Λιβύη, στη Συρία, στο Ιράκ και ξεκαθάρισε τη θέση της Ουάσιγκτον ότι «η διεθνοποίηση αυτών των συγκρούσεων είναι επιβλαβής και βλάπτει όλες τις εμπλεκόμενες χώρες». Ειδικά για τη Λιβύη είπε πως ζητήθηκε από όλες τις χώρες «να σταματήσουν να επεμβαίνουν – οι Ρώσοι, οι Τούρκοι και άλλοι». Βεβαίως, η Τουρκία σε όλα αυτά τα πεδία παραμένει ο βασικός εκπρόσωπος της ΝΑΤΟικής πλευράς, γεγονός που αναβαθμίζει το ρόλο της, παρ’ όλες τις αντιθέσεις της με άλλες χώρες – μέλη, όπως με την χώρα μας, που έσπευσε να συνάψει στρατιωτική συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, διευρύνοντας την τριμερή με Ισραήλ και Αίγυπτο έναντι της απειλής της Τουρκίας.
Στην Ιερουσαλήμ, ο Πομπέο επέλεξε να κάνει «ιστορικές» επισκέψεις στήριξης της βάρβαρης κατοχής των παλαιστινιακών και συριακών εδαφών. Επισκέφτηκε εβραϊκό εποικισμό της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης, ενώ Παλαιστίνιοι της περιοχής φώναζαν τον Πομπέο «εγκληματία πολέμου» και του ζητούσαν να αποχωρήσει, να γυρίσει στις ΗΠΑ, και Ισραηλινοί ακτιβιστές της οργάνωσης «Ειρήνη Τώρα» ζητούσαν να μην επιβραβεύονται από τις ΗΠΑ πολιτικές ενός σύγχρονου απαρτχάιντ σε βάρος των Παλαιστινίων.
Ο Πομπέο δεν δίστασε να κάνει άλλη μία «ιστορική πρωτιά», καθώς έγινε ο πρώτος Αμερικανός υπουργός που μετέβη στα κατεχόμενα συριακά εδάφη των Υψιπέδων του Γκολάν. Η επίσκεψη αυτή προκάλεσε την εύλογη αντίδραση της Συρίας, που του θύμισε ότι πατά κατεχόμενη γη, παραβιάζοντας αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Οι μετέπειτα επισκέψεις του Πομπέο σε Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Σαουδική Αραβία αφορούν την κόντρα των δύο τελευταίων με το πρώτο. Κόντρα η οποία ξέσπασε τον Ιούνη του 2017 και σχετίζεται με τη συγκυριακή συνεργασία του Κατάρ -στενού συμμάχου της Τουρκίας- με το Ιράν. Ιδιαίτερη σημασία έχει η «μυστική» μετάβαση και συνάντηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου στη Σαουδική Αραβία, όπου συζήτησε την πιθανή ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων μαζί με τον Πομπέο και τον Σαουδάραβα υπουργό Άμυνας και διάδοχο του θρόνου Μοχάμεντ Σαλμάν. Η καθυστερημένη, κατά τα άλλα, διάψευση της συνάντησης αυτής από τον Σαλμάν, δείχνει μάλλον ότι δεν υπήρξε προς το παρόν συμφωνία.