Παράλληλα με τη μεταξύ τους κούφια και αποπροσανατολιστική σκιαμαχία, Μητσοτάκης και Τσίπρας στρέφουν το ενδιαφέρον τους στα τεκταινόμενα στο ΚΙΝΑΛ (για το οποίο οι κυρίαρχες κλίκες επιφυλάσσουν τον ρόλο του πολιτικού συμπληρώματος – μπαλαντέρ σε μετεκλογικά -κεντροδεξιά ή κεντροαριστερά- κυβερνητικά σενάρια), καθώς το κόμμα του «δοξαζόμενου κρυφά», σύμφωνα με τη Φ. Γεννηματά, Ανδρουλάκη αποτελεί τον βασικό υποδοχέα των διαρροών από τα δύο μεγάλα κόμματα.
Με τη σειρά τους οι απροκάλυπτες παρεμβάσεις εκ μέρους της Δεξιάς αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν το γόνιμο έδαφος αναζωπύρωσης των αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ. Οι έριδες και οι διαξιφισμοί μεταξύ των αλληλοϋποβλεπόμενων φατριών οδηγούν σε κάθε περίπτωση στη διατάραξη των ούτως ή άλλως εξαιρετικά εύθραυστων εσωκομματικών ισορροπιών και απειλούν να τινάξουν στον αέρα το διακύβευμα της περιβόητης «ενότητας», στο όνομα της οποίας υποτίθεται πως άπαντες ομνύουν.
Στη συγκυρία οι μπηχτές της Δεξιάς προς το μεταμφιεσμένο ΠΑΣΟΚ ότι παίζει ρόλο «επιτήδειου-ουδέτερου, με τσιτάτα χωρίς περιεχόμενο» ενεργοποίησε την αντι-ΣΥΡΙΖΑ πτέρυγα του ΚΙΝΑΛ με επικεφαλής τον Λοβέρδο. Ο εκλεκτός της ΝΔ (που έχει λειτουργήσει ουκ ολίγες φορές ως άτυπος βουλευτής της), ξιφούλκησε κατά της «πολιτικής αυτονομίας» του Ανδρουλάκη τονίζοντας πως «το πιο θλιβερό πράγμα στην πολιτική είναι οι ίσες αποστάσεις …αυτονομία δεν είναι ένα κόμμα να βάζει μεζούρα …ο λαός μας εξέλεξε για να έχουμε θέσεις και όχι για να ρωτάμε τι λένε οι άλλοι για να πάρουμε κι εμείς θέση».
Παρόμοια κριτική με αφορμή το επεισόδιο στη Βουλή και το κλείσιμο του μικροφώνου στον Πολάκη είχε εκφράσει και η Καϊλή, ενώ στην αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρητορική συναγωνίστηκε τον Λοβέρδο και η Ν. Γιαννακοπούλου.
Από το περιβάλλον Ανδρουλάκη επιχείρησαν σε μια πρώτη φάση να κάνουν την αγουρίδα μέλι, διαρρέοντας πως «το ΚΙΝΑΛ βρέθηκε ταχύτατα στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης και είναι λογικό όταν αυτό ενισχύεται, ενώ οι κύριοι πολιτικοί μας αντίπαλοι χάνουν δυνάμεις». Στη συνέχεια ο ίδιος ο Ανδρουλάκης προσπάθησε να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα διαμηνύοντας πως «το Κίνημά μας δεν τηρεί ίσες αποστάσεις από κανέναν, δεν πολιτευόμαστε με μεζούρα δεν έχουμε επιλεκτικές ευαισθησίες». Στη λογική του διμέτωπου και στο πνεύμα των ημερών, δημαγώγησε για «χουλιγκανικού χαρακτήρα συγκρούσεις μεταξυ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ». Καυτηρίασε την κυβέρνηση που «συνεχώς αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τις αλλεπάλληλες μικρές ή μεγάλες κρίσεις από τις οποίες δοκιμάζεται η κοινωνία».
Όσον αφορά τις επιθέσεις φιλίας από τον ΣΥΡΙΖΑ (που τροφοδότησαν και τη σχετική πρωτοβουλία του «παπανδρεικού» Καρχιμάκη να ζητήσει μέτωπο προοδευτικών δυνάμεων απέναντι στη ΝΔ), ο Ανδρουλάκης έσπευσε να διευκρινήσει πως «η αξιωματική αντιπολίτευση δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση αξιόπιστη εναλλακτική, γιατί κινείται ευκαιριακά, χωρίς σχέδιο». Αρνήθηκε για άλλη μια φορά το προσκλητήριο Τσίπρα «για συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων», υπενθυμίζοντας πως «όταν ο κ Τσίπρας είχε τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ της προόδου και της αντιδραστικής συντήρησης, επέλεξε το δεύτερο. Τον κ. Καμμένο και τον κύριο Παπαγγελόπουλο. Εκ του πονηρού και ανειλικρινή όσα λέει τώρα περί προοδευτικής διακυβέρνησης,επειδή είναι σε αποδρομή». Με οδηγό «την Ευρώπη, όπου οι ιδέες της σοσιαλδημοκρατίας επιστρέφουν δυναμικά για να προσφέρουν λύσεις», ο πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ πουλώντας όπου βρεθεί κι όπου σταθεί αέρα «εθνικής υπευθυνότητας», λογοκοπεί ακατάσχετα «για την αυτόνομη πορεία και την προοδευτική μας ταυτότητα… Θα συνεχίσουμε στο δρόμο της ευθύνης και της δημιουργικής αντιπολίτευσης. Με προτάσεις ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες. Η πολιτική επιστρέφει».