Την Τετάρτη 21 Σεπτέμβρη, πραγματοποιήθηκε απεργία στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Η κυβέρνηση κινήθηκε αμέσως για να τη σταματήσει και μέσω των διοικήσεων των ΟΣΥ και ΣΤΑΣΥ έσυρε τα σωματεία στα δικαστήρια. Μάλιστα τόσο κατεπειγόντως που οι προσφυγές να δικάζονται το μεσημέρι και η απόφαση να βγαίνει το ίδιο βράδυ και μάλιστα αναδρομικά. H απόφαση κήρυξε μια απεργία, με μεγάλο ποσοστό συμμετοχής, παράνομη και καταχρηστική.
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση εξαπέλυσε, μέσω των μέσων ενημέρωσης, που μιλούσαν για «χάος» και «κομφούζιο», μια εκστρατεία δυσφήμησης του αγώνα των εργαζομένων, προσπαθώντας να αποκρύψει τους πραγματικούς λόγους της απεργιακής κινητοποίησης. Κατηγορήθηκαν οι απεργοί ότι “ταλαιπωρούν το επιβατικό κοινό”, ότι “προκαλούν κυκλοφοριακή ασφυξία” στην πρωτεύουσα, ότι την απεργία την κάνουν λίγοι συνδικαλιστές και ότι η μάζα των εργαζομένων δεν θέλει να απεργήσει, έως και για έλλειψη προσωπικού ασφαλείας.
Η πραγματικότητα όμως του λόγου απεργίας είναι τελείως διαφορετική. Οι εργαζόμενοι πήραν την απόφαση για απεργία ενάντια σε νομοσχέδιο που έχει ετοιμάσει η κυβέρνηση και θα περιλαμβάνει την επέκταση της ιδιωτικοποίησης μια σειράς ανωνύμων εταιρειών που ανήκουν στο Υπερταμείο. Πρόκειται για τις εταιρείες ΔΕΗ, ΟΑΣΑ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΕΛΤΑ, Διεθνή Αερολιμένα, ΔΕΘ, ΑΕ Διώρυγας Κορίνθου, Ελληνικές Αλυκές, ΓΑΙΟΣΕ, Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης κ.ά.
Σε ό,τι αφορά τα μέσα μεταφοράς, στο νομοσχέδιο προβλέπει να παραχωρηθεί στα ΚΤΕΛ το 25% του συγκοινωνιακού έργου, επιπλέον αυτού που του έχει παραδώσει από τον Σεπτέμβρη του 2020 με πρόσχημα την πανδημία και την εξυπηρέτηση του κοινού. Ταυτόχρονα θα επιτρέπονται για πρώτη φορά, στις αστικές συγκοινωνίες, προσλήψεις εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είτε με διευθυντικό δικαίωμα, είτε μέσω συνέντευξης και περιορισμού του ΑΣΕΠ, αλλά θα δίνεται και το δικαίωμα «ενοικίασης» εργαζομένων, ακόμα και σε βασικές ειδικότητες, όπως οδηγοί ή τεχνίτες.
Η επιλογή της κυβέρνησης να κηρύξει την απεργία παράνομη και καταχρηστική ήταν πολιτική. Και πάρθηκε από τη μια ώστε να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους. Και από την άλλη να κάνει απολύτως ξεκάθαρο από τη μεριά της ότι θα επιβληθεί ιδιωτικοποίηση στα μέσα μεταφοράς. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να πετύχει την ιδιωτικοποίησή τους. Είχε προηγηθεί μια προσπάθεια πρόσφατα στα λεωφορεία της Θεσσαλονίκης. Αλλά και παλιότερα είχαν προσπαθήσει η κυβέρνηση Σαμαρά και η κυβέρνηση πατέρα Μητσοτάκη.
Το νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση των ΜΜΜ μόνο καλυτέρευση δεν θα φέρει στη ζωή του ελληνικού λαού, αντίθετα θα συμβάλλει στην περαιτέρω χειροτέρευση των συγκοινωνιών και θα φέρει αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων έως τα μειωμένα δρομολόγια για τον χρήστη των ΜΜΜ, αλλά και συνθήκες κάτεργου για τον εργαζόμενο.
Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να βγάλει στο σφυρί ακόμα μια δημόσια εταιρεία, ακόμα ένα κοινωνικό αγαθό. Ετοιμάζεται να χαρίσει ένα ακόμα νευραλγικό τομέα της ζωής των εργαζομένων στους ιδιώτες, αποδεικνύοντας ξανά και ξανά ότι η ζωή και η ευημερία του λαού είναι μόνο προεκλογική δημαγωγία της , ενώ ο πλουτισμός του μεγάλου κεφαλαίου είναι η καθημερινή της έγνοια.