Αποκαλυπτική για την όλο και περισσότερο επιδεινούμενη κατάσταση που ζει ο λαός μας ήταν η ομιλία Μητσοτάκη στη βουλή σχετικά με την ακρίβεια, κατά τη διάρκεια της συζήτησης επί του νομοσχεδίου του υπουργείου οικονομικών. Ο πρωθυπουργός περιέγραψε βασικά ένα ζοφερό μέλλον για το λαό και τον τόπο, προετοιμάζοντας μάλιστα την ελληνική κοινωνία με φράσεις που παραπέμπουν σε πολεμικά ανακοινωθέντα, όπως ότι «το αποτύπωμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ενδέχεται να είναι βαθύτερο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και ο οικονομικός της αντίκτυπος παραπέμπει στην κρίση του 2008», ότι το φαινόμενο της ακρίβειας «το βιώνει ολόκληρη η Ευρώπη με τους εθνικούς και οικογενειακούς προϋπολογισμούς να πολιορκούνται» και πως «η σύγκρουση στην Ουκρανία μπορεί να ναρκοθετήσει την παγκόσμια ανάπτυξη που όλοι περιμέναμε». Προετοιμάζει έτσι η κυβέρνηση Μητσοτάκη το έδαφος για την προώθηση και εφαρμογή μιας σκληρής, αντιλαϊκής και βαθιά ταξικής πολιτικής, νέα μνημόνια δηλαδή, που θα φορτώσουν τα σπασμένα της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης στο λαό.
Μπροστά στη νέα κρίση που εκδηλώνεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα και θα ενταθεί ακόμα περισσότερο την επόμενη περίοδο, η κυβέρνηση της ΝΔ ανακοίνωσε μέτρα που υποτίθεται έρχονται να στηρίξουν το ήδη τσακισμένο οικογενειακό εισόδημα. Πρόκειται για μέτρα που αποτελούν κανονική κοροϊδία, προκαλώντας τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση. Στην πραγματικότητα, τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση αποτελούν το φερετζέ με τον οποίο καμουφλάρεται η αντιλαϊκή της πολιτική, το πραγματικό περιεχόμενο της οποίας αποτυπώνεται στην ίδια την ομιλία Μητσοτάκη, ο οποίος δήλωσε πως «τα μέτρα είναι υπεύθυνα, γιατί κανένα μέτρο του σήμερα δεν μπορεί να ναρκοθετεί το αύριο», ότι «κανείς δεν μπορεί να ξοδεύει τους πόρους του προϋπολογισμού αλόγιστα, με βάση μόνο τις ανάγκες του σήμερα. Αυτό θα ήταν πράξη ανεύθυνη…», ενώ αποκαλυπτική ήταν η δήλωσή του στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο ότι «προφανώς και είναι αδύνατο να απορροφηθεί το σύνολο των αυξήσεων». Ομολογεί έτσι ο Μητσοτάκης ότι η ακρίβεια, η οποία χαρακτηριζόταν το προηγούμενο φθινόπωρο από κυβερνητικά στελέχη ως κάτι το παροδικό και ως μια υπόθεση που θα διαρκέσει το πολύ λίγους μήνες, στην πραγματικότητα αποτελεί τη νέα κανονικότητα με την οποία θα πρέπει να συμφιλιωθεί η ελληνική κοινωνία. Ότι η κοινωνία δεν έχει να περιμένει και πολλά σε ό,τι αφορά τη θωράκισή της απέναντι στον εφιάλτη της ακρίβειας και της φτώχειας, διότι αυτό -δήθεν- θα αποτελούσε αλόγιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού που θα ναρκοθετούσε το αύριο. Πρόκειται για γνωστό αφήγημα όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων οι οποίες -στο όνομα κάποιας αδιόρατης και απροσδιόριστης μελλοντικής ευημερίας- καταδίκαζαν στο παρόν το λαό στη φτώχεια και την εξαθλίωση.
Τα ίδια τα μέτρα του Μητσοτάκη αποτελούν κανονική υποκρισία. Τα 40€ της τρίμηνης επιδότησης των καυσίμων ακούγονται στα αυτιά του ελληνικού λαού περισσότερο σαν κακόγουστο ανέκδοτο. Το ίδιο και οι εξαγγελίες για την πάταξη της αισχροκέρδειας και τη φορολόγηση των υπερκερδών των μονοπωλίων της ενέργειας. Αφού και αυτή η κυβέρνηση παρείχε κάθε είδους διευκόλυνση στο μεγάλο κεφάλαιο αυτών των μονοπωλίων, αφού τα άφησε ελεύθερα να αλωνίζουν εξασφαλίζοντάς τους συνεχείς φοροελαφρύνσεις, τώρα η ίδια κυβέρνηση εμφανίζεται «αποφασισμένη» να φορολογήσει τα υπερκέρδη των εταιρειών αυτών… Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο δεν πρόκειται να πειράξει τα κέρδη της τάξης που υπηρετεί, αλλά το λογαριασμό θα τον πληρώσει και πάλι ο λαός. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική η αποστροφή του λόγου του πρωθυπουργού σχετικά με τη φορολόγηση των μεγάλων εταιρειών ενέργειας ότι αυτοί που «θησαυρίζουν σήμερα είναι αυτοί που παράγουν αέριο… Η γενεσιουργός αιτία είναι η πρωτογενής αύξηση της τιμής φυσικού αερίου στις αγορές χονδρεμπορικής. Εμείς δυστυχώς εδώ στην Ευρώπη είμαστε καταναλωτές». Άρα, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, τα μονοπώλια της ενέργειας στη χώρα μας που δεν παράγουν αέριο δεν θησαυρίζουν, πράγμα που προδιαγράφει το κατά πόσο και αν θα υπάρξει φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών αυτών.
Το μεγάλο πρόβλημα της ακρίβειας, η αδυναμία του κόσμου να αντεπεξέλθει στους λογαριασμούς ρεύματος, αερίου και πετρελαίου, το οικογενειακό τραπέζι που καθημερινά είναι όλο και πιο άδειο οδηγεί όλο και μεγαλύτερα τμήματα του λαού να απορρίψουν τα κυβερνητικά αφηγήματα και να αποδοκιμάζουν όλο και πιο έντονα την πολιτική της ακρίβειας, της φτώχειας και της εξαθλίωσης. Η λαϊκή οργή φουντώνει και αυτό πλέον αποτυπώνεται και στις κατά παραγγελία δημοσκοπήσεις των μπουκωμένων με κρατικό χρήμα κυρίαρχων ΜΜΕ της λίστας Πέτσα. Η κυβερνητική φθορά έχει αρχίσει να επιταχύνεται με γοργούς ρυθμούς και η πορεία της είναι αναπότρεπτη. Αυτό αντιλαμβάνεται και ο ίδιος ο Μητσοτάκη και σπεύδει -από εκεί που όλη την προηγούμενη περίοδο μίλαγε για αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ στις επόμενες εκλογές- να μιλά τώρα για κυβερνήσεις συνεργασίας, κλείνοντας το μάτι στο ΚΙΝΑΛ, λέγοντας ότι «…ο λαός θα μας υποδείξει τελικά εάν η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα κόμμα ή από περισσότερα κόμματα από ένα. Το βέβαιο είναι ότι η χώρα θα κυβερνηθεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο…». Είναι η λαϊκή οργή και αγανάκτηση που μεταφράζεται και σε δημοσκοπική φθορά της ΝΔ που αναγκάζουν το Μητσοτάκη να μεταβάλει τη στάση του σχετικά με τις κυβερνήσεις συνεργασίας. Το ζητούμενο όμως για το λαό και τους εργαζόμενους δεν είναι ποιο κόμμα ή συνδυασμός κομμάτων την επόμενη των εκλογών θα κληθεί να συνεχίσει να εφαρμόζει την ίδια αντιλαϊκή πολιτική. Το ζητούμενο για το λαό και τους εργαζόμενους είναι η ανατροπή της πολιτικής της ακρίβειας, της φτώχειας και της εξαθλίωσης και, από αυτή την άποψη, η λαϊκή οργή και αγανάκτηση πρέπει να μετασχηματιστεί σε οργανωμένη πάλη ενάντια σε αυτήν την πολιτική, με πρώτο σταθμό την απεργία στις 6 Απρίλη.