Όλες οι τελευταίες εξελίξεις, από τον εντεινόμενο αυταρχισμό, την αστυνομοκρατία και τη βίαιη καταστολή των φοιτητικών κινητοποιήσεων εναντίον των επιχειρούμενων αντιδραστικών ανατροπών στην Παιδεία, μέχρι τον προκλητικό χειρισμό των καταγγελιών μιας δυσώδους πραγματικότητας στους χώρους της Τέχνης και του Αθλητισμού και την εκδικητική πολιτική εξόντωσης -τελικά- του Δ. Κουφοντίνα, μέσα στο σταθερό πλαίσιο της εγκληματικής διαχείρισης της πανδημίας, αποτελούν στοιχεία της κλιμακούμενης επιχείρησης ιδεολογικής και πολιτικής κατίσχυσης της αντιδραστικής Δεξιάς.

Οι συνεχείς διαμαρτυρίες και αντιδράσεις -ιδιαίτερα της νεολαίας-, με την επίκληση της πανδημίας πλέον να μην μπορεί να τις αναχαιτίσει, αντιμετωπίζονται με άγρια αστυνομική βία. Η παραίτηση-αποπομπή του Λιγνάδη από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου έγινε όταν βούιξε ο τόπος όλος. Γιατί, εκτός των άλλων, ο Λιγνάδης ήταν ο εκλεκτός τους, ο δικός τους άνθρωπος στο χώρο του θεάτρου, ήταν μια επιλογή με έντονα τα δικά τους ιδεολογικά και πολιτικά χαρακτηριστικά. Η εμμονική απόρριψη του νόμιμου αιτήματος του απεργού πείνας και δίψας, πλέον, Δ. Κουφοντίνα να μεταταγεί στις φυλακές Κορυδαλλού έρχεται, επίσης, να υπηρετήσει την κυβερνητική επιλογή κλιμάκωσης της πολιτικής σκλήρυνσης και πόλωσης.

Γνωρίζοντας η κυβέρνηση ΝΔ πως η περίοδος χάριτος -που διασφάλισε με την καταχρηστική εκμετάλλευση της πανδημίας- τελειώνει, βέβαιη πως η ογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια και αντίθεση θα μετατραπεί σε έντονες διαμαρτυρίες και αγώνες, ανήσυχη γιατί ψυχή και κινητήρια δύναμη αυτών των αγώνων και ενός ελπιδοφόρου μέλλοντος -στον αντίποδα του δικού της ζοφερού παρόντος- είναι ο προοδευτικός κόσμος, η Αριστερά και οι κομμουνιστές, επιλέγει τον πολιτικό αυταρχισμό, την εκτεταμένη καταστολή και την ιδεολογική επίθεση.
Με τον «αέρα» της κυρίαρχης δύναμης στο αστικό πολιτικό σύστημα, με την αντιπολίτευση να ταυτίζεται επί της ουσίας μαζί της και να περιορίζεται σε παραγωγή επικοινωνιακών εντυπώσεων, με τα ΜΜΕ απολύτως ελεγχόμενα σε ρόλο συντεταγμένου προπαγανδιστή της κυβερνητικής πολιτικής, επιχειρεί να δημιουργήσει όρους ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας και επιβολής.

Βαθιά συναίνεση

Στη συζήτηση στη Βουλή με τον τίτλο «ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημόσιου Διαλόγου», που υποτίθεται αφορούσε τις εξελίξεις με την καταγγελλόμενη βία (κυρίως σεξουαλική) στο χώρο του Θεάματος και του Αθλητισμού και την πολύχρονη διαστροφική δράση του Δ. Λιγνάδη, πίσω από το γνώριμο σκηνικό των ανούσιων διαξιφισμών και των άσφαιρων πυρών ανάμεσα στους Κυρ. Μητσοτάκη και Αλ. Τσίπρα, πίσω από τις ατάκες και τη φτηνή δημαγωγία τους, την πρωθυπουργική επίδειξη «ευαισθησιών» στα επίμαχα ζητήματα και την ηχηρή σιωπή -και από τους δύο- για μια πραγματικότητα -οικονομική, κοινωνική, εργασιακή, νομοθετική- η οποία αποτελεί θερμοκήπιο αυτών των φαινομένων, αναδύθηκε και επιβεβαιώθηκε -για άλλη μια φορά- η βαθιά συναίνεση δύο πολιτικών αρχηγών που κύρια αποστολή τους είναι η διασφάλιση συνθηκών που θα εξουδετερώνει κάθε απειλή εναντίον του αστικού πολιτικού συστήματος και του εκμεταλλευτικού κοινωνικού συστήματος, που από κοινού υπηρετούν.

Με τον πρωθυπουργό να πασχίζει να εκτονώσει και να διαχειριστεί την οργή που κατακλύζει την κοινωνία για την εναγώνια κυβερνητική προσπάθεια συγκάλυψης και προστασίας του Δ. Λιγνάδη, να αποποιηθεί κάθε πολιτική ευθύνη και να αποφύγει κάθε λογοδοσία για το διορισμό του στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στην πρώτη θεατρική σκηνή της χώρας. Στο βάθος μεγάλα οικονομικά συμφέροντα συμπλέκονται, συνεργάζονται ή συγκρούονται, προστατεύουν ή ζητούν την παραίτηση της «εξαπατηθείσας»… Λ. Μενδώνη. Όχι βεβαίως για τον Δ. Λιγνάδη…

Η κορυφή του παγόβουνου

Η βία σε βάρος των γυναικών, πρωτίστως, αλλά και σε βάρος κάθε αδύναμου και ευάλωτου ανθρώπου, έχει προσλάβει μεγάλες διαστάσεις κατά τη διανυόμενη ιστορική περίοδο που έχει σφραγιστεί από την υποχώρηση του λαϊκού και εργατικού κινήματος, της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος, με την επιθετική επιβολή όρων εργασιακής και οικονομικής ανασφάλειας, καταστρατήγησης και ανατροπής εργασιακών δικαιωμάτων, επεκτεινόμενης εργοδοτικής ασυδοσίας, ενός ακραία ανταγωνιστικού περιβάλλοντος και ενός «πολιτισμού» σήψης και παρακμής.

Τα περιστατικά εκβιασμών και κάθε είδους βίας απλώνονται σε πολλούς εργασιακούς χώρους, μακριά από το όψιμο τηλεοπτικό «ενδιαφέρον»… Σε εργοστάσια, σε επιχειρήσεις μεγάλες και μικρές, στην περίφημη βαριά βιομηχανία του Τουρισμού, στα ΜΜΕ, στους χώρους της Τέχνης και του Πολιτισμού, της Εκπαίδευσης και του Αθλητισμού. Με θύματα γυναίκες, άντρες, παιδιά ‒ έλληνες, πρόσφυγες, μετανάστες και αλλοδαπούς. Και όλα δείχνουν πως δεν πρόκειται μόνο για κάποιες μεμονωμένες ακραίες ατομικές συμπεριφορές.

Τα καταγγελλόμενα από ηθοποιούς και αθλητές είναι η κορυφή του παγόβουνου και μόνο. Ο «λαμπερός» χώρος του θεάτρου, που κυριαρχεί τελευταία στην ειδησεογραφία, γιατί εκτός των άλλων «πουλάει», με τα ΜΜΕ να παριστάνουν τα «έκπληκτα» σε ένα κρεσέντο υποκρισίας και να εστιάζουν στην «κλειδαρότρυπα», είναι ένας σκληρός εργασιακός χώρος. Χωρίς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας από το 2013, με δραματικές συνθήκες επισφάλειας, με το φόβο του αποκλεισμού και της ανεργίας να κυριαρχεί, δημιουργούνται ευνοϊκοί όροι για τη μετατροπή των ευάλωτων και αδύναμων σε πάσης φύσεως θύματα των ασκούντων οικονομική και καλλιτεχνική εξουσία.

Παράλληλα, η κοινωνία βομβαρδίζεται -μέσω της τηλεόρασης και των social media- με «πολιτιστικά» σκουπίδια και κάθε λογής «ψυχαγωγικά» υποπροϊόντα, όπου διασύρεται σκανδαλωδώς η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και προβάλλονται η βία, ο ανταγωνισμός, ο σεξισμός, η υποκρισία, ο άκρατος ατομικισμός, ο καταναλωτισμός, το κουτσομπολιό και η αποχαύνωση, η χυδαιότητα σε κάθε μορφή. Μια συστηματική, συνειδητή αθλιότητα που στοχεύει στην αλλοτρίωση του ανθρώπου.
Οι ρίζες αυτής της σήψης και παρακμής βρίσκονται μέσα στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Και τα αστικά κόμματα και οι πολιτικοί που εκφράζουν και υπηρετούν αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα έχουν, σαφέστατα, πολιτική ευθύνη για τη νοσηρή αυτή κατάσταση. Για κάθε Λιγνάδη, για κάθε πίεση, εκβιασμό, παρενόχληση και βία, για κάθε κακοποιητική συμπεριφορά -σεξιστική ή μη-, για κάθε ταπείνωση. Γιατί ευνοούν και ενισχύουν όλους τους παράγοντες που δημιουργούν αυτόν το βούρκο που διευκολύνει τους δράστες και παράγει θύματα. Γιατί συντηρούν ένα κοινωνικό μοντέλο που εκβιάζει και επιβάλλει τη σιωπή στα θύματα. Γιατί έχουν θεσπίσει ένα νομοθετικό πλαίσιο που αποθαρρύνει τις καταγγελίες και ευνοεί την ατιμωρησία των δραστών.

***

Οι καταγγελτικές φωνές των γυναικών, του κάθε αδύναμου και ευάλωτου, που βγήκαν τώρα στην επιφάνεια, πρέπει να ενωθούν με τις φωνές όλων των εργαζομένων σε ένα αγώνα διεκδικητικό για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, για δουλειά και μόρφωση. Για συνθήκες εργασίας, οικονομικές απολαβές και εργασιακά δικαιώματα που θα ορθώνονται φραγμός στην ασυδοσία της εργοδοσίας, των ισχυρών -σε κάθε χώρο- που εκμεταλλεύονται τη θέση εξουσίας που κατέχουν.
Η γυναίκα είναι το «μισό του ουρανού». Το γυναικείο ζήτημα και η χειραφέτηση της γυναίκας είναι υπόθεση του λαϊκού και εργατικού κινήματος, της προοδευτικής πλειοψηφίας, της κομμουνιστικής πρωτοπορίας, είναι υπόθεση όλων των καταπιεσμένων, γυναικών και ανδρών.

Μέσα στους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες, η γυναίκα χειραφετείται, οι άνθρωποι οικοδομούν σχέσεις συντροφικότητας και αλληλεγγύης, δημιουργούνται οι όροι για ένα καλύτερο παρόν, για μια κοινωνία που θα έχει στόχο την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου.