«Το ΚΚΕ θα καταθέσει τη δύναμη που του έδωσε ο λαός για να δυναμώσει η φωνή του και εκεί που παίρνονται οι αντιλαϊκές αποφάσεις, όπως στο Ευρωκοινοβούλιο, και πάνω απ’ όλα για να οργανωθεί η εργατική – λαϊκή πάλη». Με αυτόν τον τρόπο έκλεινε η ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ για τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών του Ιουνίου, δίνοντας -υποτίθεται- το στίγμα μιας κατεύθυνσης αγωνιστικής, στο πλευρό των εργατικών-λαϊκών διεκδικήσεων. Κι ενώ δεν έχει κλείσει καλά-καλά ένας χρόνος από τότε, η ηγεσία του Περισσού έχει ήδη δώσει τα «αγωνιστικά» της διαπιστευτήρια.

«Σταθμό αγωνιστικής κλιμάκωσης» χαρακτήρισε η Πανελλαδική Γραμματεία του ΠΑΜΕ την πανελλαδική-πανεργατική απεργία της 20ής Νοέμβρη. Και πράγματι, χιλιάδες λαού και νεολαίας σε όλη τη χώρα, τρεις μέρες μετά τις μαζικές συγκεντρώσεις για την 51η επέτειο της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, έδωσαν το «παρών» σε δεκάδες απεργιακές συγκεντρώσεις που έστειλαν μήνυμα αγωνιστικής ανάτασης και ελπίδας. Φυσικά, το ΚΚΕ στην πλειονότητα αυτών των συγκεντρώσεων απουσίαζε «βροντερά», καλώντας σε δια­σπαστικές κινητοποιήσεις των «ταξικών» συνδικάτων που ελέγχουν οι δυνάμεις του, στερώντας από τις κινητοποιήσεις αυτές την ακόμη μεγαλύτερη μαζικότητα που θα μπορούσαν να έχουν.

Αλήθεια, πώς συνεχίστηκε η «αγωνιστική κλιμάκωση» από τις δυνάμεις του ΚΚΕ; Μπροστά στην ψήφιση του νέου αντιλαϊκού προϋπολογισμού για το 2025, ενός προϋπολογισμού φοροληστρικών μέτρων και περαιτέρω μείωσης των μισθών και των συντάξεων μπροστά στην αύξηση του πληθωρισμού, τα «ταξικά» συνδικάτα του ΠΑΜΕ όχι μόνο δεν πίεσαν για να πάρουν αποφάσεις απεργιακών κινητοποιήσεων τα συνδικάτα, οι ομοσπονδίες, η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, αλλά αρκέστηκαν σε ένα απογευματινό παραταξιακό συλλαλητήριο μερικών εκατοντάδων μελών και φίλων του ΚΚΕ στο Σύνταγμα. Είναι η πέμπτη χρονιά που η ηγεσία του ΠΑΜΕ συντάσσεται με τις συνδικαλιστικές δυνάμεις της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά στη στάση απέναντι στην ψήφιση του προϋπολογισμού, καταργώντας στην πράξη τις απεργιακές κινητοποιήσεις που καλούσαν όλα τα προηγούμενα χρόνια τα συνδικάτα ενάντια στα αντεργατικά-αντιλαϊκά μέτρα.

Αλλά και τώρα, παρά τις νέες αποκαλύψεις για το έγκλημα των Τεμπών, που όλο αυτό το διάστημα η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της προσπαθούν με κάθε τρόπο να συγκαλύψουν, η ηγεσία του ΚΚΕ αρκείται σε μερικές ανακοινώσεις και δεν καλεί σε καμία κινητοποίηση, για να εκφραστεί οργανωμένα και αγωνιστικά η δικαιολογημένη λαϊκή οργή και αγανάκτηση. Την ίδια «κλιμάκωση» γνώρισε το φοιτητικό κίνημα, τόσο με το κλείσιμο των περσινών κινητοποιήσεων ενάντια στο νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, όσο και φέτος, που οι δυνάμεις της ΠΚΣ δεν έχουν καλέσει σε καμία κινητοποίηση απέναντι στην υλοποίηση του βαθιά ταξικού μέτρου των επιχειρούμενων διαγραφών σχεδόν 334.000 φοιτητών.

Σε όλα αυτά έρχεται τώρα να προστεθεί η στάση του Περισσού απέναντι στις αγροτικές κινητοποιήσεις και τα μπλόκα που έχουν ξεκινήσει τις τελευταίες μέρες.

Όπως και πέρυσι, που η «Πανελλαδική Επιτροπή των Μπλόκων», το καπέλο δηλαδή που έχει στήσει το ΚΚΕ στο αγροτικό κίνημα, καλούσε σε «κλιμάκωση» και τα αγροτοσυνδικαλιστικά στελέχη του ΚΚΕ βρωντοφώναζαν «ούτε βήμα πίσω» στο μεγάλο παναγροτικό συλλαλητήριο στην Αθήνα, και μία μέρα αργότερα, οι «ασυμβίβαστες» δυνάμεις του ΚΚΕ μάζεψαν άρον-άρον τα μπλόκα, για να επιστρέψουν «με το κεφάλι ψηλά στα χωριά τους», όπως χαρακτηριστικά έγραφαν, ενώ η κυβέρνηση δεν είχε ικανοποιήσει κανένα αγροτικό αίτημα. Έτσι και τώρα, που η φτωχομεσαία αγροτιά ξεσηκώνεται σε μια σειρά περιοχές της χώρας, οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που ελέγχονται από την ηγεσία του ΚΚΕ διασπούν το αγροτικό κίνημα, στήνοντας δικά τους μπλόκα και προβάλλοντας μόνο τις αγροτικές κινητοποιήσεις στις οποίες συμμετέχουν, αποσιωπώντας και υποβαθμίζοντας τις υπόλοιπες, ενώ η συνολική ρητορική και τα συνθήματα των δυνάμεων του ΚΚΕ κάνουν τους αγρότες για μια ακόμη φορά «στο ίδιο έργο θεατές»: Βροντερά λόγια και ασυμβίβαστες -δήθεν- διακηρύξεις για ανυποχώρητο αγώνα «μέχρι τη νίκη» στην αρχή, για να οδηγηθεί για μια ακόμη φορά το αγροτικό κίνημα σε άτακτη υποχώρηση, χωρίς την ικανοποίηση των βασικών του αιτημάτων.

«Πιο δυνατό ΚΚΕ, για 100% μαχητική, λαϊκή αντιπολίτευση», επαναλαμβάνει μονότονα ο Ριζοσπάστης, οι ιστοσελίδες και οι ανακοινώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ. Αυτή η «πραγματική» λαϊκή αντιπολίτευση σίγουρα είναι πολύ μακριά από τις ανάγκες του λαού και της νεολαίας, του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Είναι μια λαϊκή αντιπολίτευση κούφια, που χρησιμοποιεί τους αγώνες ως συμπλήρωμα στην εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ και όχι το αντίστροφο, όπως θα όφειλε να κάνει ένα κόμμα με αναφορά στην αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα, που προβάλλει διαρκώς τις «θετικές διεργασίες που συντελούνται στον λαό». Αυτές οι «θετικές διεργασίες», για την ηγεσία του ΚΚΕ, μάλλον, αρχίζουν και τελειώνουν στις εκλογές.