Σύσσωμο το κυβερνητικό μπλοκ υπερψήφισε το κακόφημο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας την περασμένη Πέμπτη 11 Ιούνη. Το πακέτο των αντιεκπαιδευτικών αλλαγών που μεθόδευσε το υπουργείο Παιδείας από την περίοδο της καραντίνας περιλαμβάνει όλες τις νεοφιλελεύθερες και χρεοκοπημένες συνταγές που δοκιμάστηκαν και αποδοκιμάστηκαν από το εκπαιδευτικό κίνημα πολλές φορές στο παρελθόν. Υπενθυμίζουμε ότι -ανάμεσα στα άλλα- το νέο “πολυεργαλείο” του υπουργείου Παιδείας περιλαμβάνει τη διαβόητη τράπεζα θεμάτων, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων, την περίφημη “βάση του 10”, την επαναφορά του χαρακτηρισμού της διαγωγής των μαθητών, την αύξηση των εξετάσεων στα Γυμνάσια, αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα, αύξηση του αριθμού των μαθητών στα τμήματα των Δημοτικών σχολείων και πολλά άλλα.
Πρόκειται για μέτρα που οδηγούν την εκπαίδευση πολλά χρόνια πίσω, φέρνουν έντονη την δυσοσμία του αυταρχισμού, της τιμωρίας και της απειλής στιγματισμού, ως μέσα για την πειθάρχηση της νέας γενιάς, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της επαναφοράς του χαρακτηρισμού της διαγωγής φοίτησης. Κοινός παρονομαστής όλων των αντιεκπαιδευτικών μέτρων, από την “τράπεζα θεμάτων”, την αύξηση των εξετάσεων και τη βάση του 10 ως το στοίβαγμα μαθητών σε πληθωριστικά τμήματα και την αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολείων, είναι η επιδίωξη της κυβέρνησης να υποβαθμίσει ακόμα περισσότερο την παρεχόμενη εκπαίδευση, να εντείνει και να πολλαπλασιάσει τους ταξικούς φραγμούς, να χτυπήσει τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι το υπουργείο Παιδείας επιβάλλει σε αυτή τη συγκυρία τα μέτρα. Σε μια περίοδο που η πανδημία του κορονοϊού αξιοποιείται από την κυβέρνηση ως όχημα για την επιβολή σαρωτικών αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων για να φορτώσουν ξανά στις πλάτες του λαού τις συνέπειες της επελαύνουσας οικονομικής κρίσης.
Ρωγμή στο κυβερνητικό προφίλ
Η ψήφιση των μέτρων αποδείχθηκε πως δεν ήταν εύκολη υπόθεση για το υπουργείο ούτε έτυχε ευρείας κοινωνικής αποδοχής και συναίνεσης, παρά το κλίμα της “εθνικής ομοψυχίας” που αναμασά η κυβέρνηση εδώ και μήνες. Είναι δεδομένο πως τόσο η πολιτική του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζεται σε πολλά σημεία με τα αντιεκπαιδευτικά κυβερνητικά μέτρα. Άλλωστε και τα δύο αυτά κόμματα υπήρξαν θιασώτες μιας πανομοιότυπης αντιεκπαιδευτικής πολιτικής τα προηγούμενα χρόνια. Μπροστά όμως στη γενικευμένη αντίσταση των εκπαιδευτικών και την ευρύτερη κοινωνική πίεση που ασκήθηκε στην κυβέρνηση ενάντια στα μέτρα, τα κόμματα αυτά -όψιμα- έσπευσαν να διαχωριστούν από τη ΝΔ.
Σε όλο το προηγούμενο διάστημα οι εκπαιδευτικοί των δύο βαθμίδων, με τα σωματεία τους, πραγματοποίησαν μεγάλες και σημαντικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις με αιχμές το πολυνομοσχέδιο αλλά και την απαράδεκτη τροπολογία για την εγκατάσταση καμερών στα σχολεία. Με ιδιαίτερη μαζικότητα, παλμό και διάρκεια ανταποκρίθηκαν στα συνεχή αγωνιστικά καλέσματα των πρωτοβάθμιων εκπαιδευτικών σωματείων (ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ) και έδωσαν το “παρών” στα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια τόσο στην Αθήνα όσο και πολλές πόλεις της Ελλάδας. Πρέπει να σημειώσουμε πως η παρατεταμένη μαζική ανταπόκριση χιλιάδων δασκάλων και καθηγητών στα αγωνιστικά προσκλητήρια των εκπαιδευτικών σωματείων είναι σημαντική και για έναν επιπλέον λόγο. Διότι δημιούργησε σημαντικές ρωγμές στην κυβερνητική προπαγάνδα που συστηματικά εδώ και μήνες καλλιεργεί ένα κλίμα μαζικού εκφοβισμού και τρομοκράτησης της κοινωνίας με όχημα τον κορωνοϊό.
Οι ηγεσίες των ΟΛΜΕ – ΔΟΕ δειλιάζουν μπροστά
στο εκπαιδευτικό σκίρτημα
Οι δύο κλάδοι δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο την αντιεκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης. Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις της ΝΔ (ΔΑΚΕ), του ΚΙΝΑΛ (ΠΕΚ) και του ΣΥΡΙΖΑ (ΣΥΝΕΚ) που συγκροτούν τις πλειοψηφίες των ηγεσιών των δύο Ομοσπονδιών (ΟΛΜΕ και ΔΟΕ) για μια ακόμα φορά δείλιασαν βλέποντας το πανεκπαιδευτικό σκίρτημα και την προοπτική να πάρει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Η πολιτική των δυνάμεων αυτών, που είναι συνώνυμη της συναίνεσης, του συμβιβασμού και της ηττοπάθειας, έσυρε στην πραγματικότητα τις δύο Ομοσπονδίες πίσω από τις εξελίξεις και τα γεγονότα. Ενώ ήταν γνωστές και δηλωμένες οι προθέσεις του υπουργείου Παιδείας να επιβάλει τα αντιεκπαιδευτικά μέτρα ήδη από την περίοδο της καραντίνας, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες επέλεξαν το δρόμο της αναμονής και της σιωπηρής αποδοχής των μέτρων. Είναι χαρακτηριστικό πως οι συνεχείς μαζικές πανεκπαιδευτικές διαδηλώσεις ήταν αποτέλεσμα της δουλειάς και της προπαγάνδισης που έγινε στα πρωτοβάθμια σωματεία την ώρα που οι ηγεσίες των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ, “έμεναν σπίτι”. Και σ’ αυτή την κατεύθυνση καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι ταξικές δυνάμεις στην εκπαίδευση. Αντίθετα οι δυνάμεις που ηγεμονεύουν στην ΟΛΜΕ και στη ΔΟΕ, κατόρθωσαν με την απαράδεκτη πρακτική τους να ροκανίσουν τον πολιτικό χρόνο. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να καλέσουν τους εκπαιδευτικούς σε Γενικές Συνελεύσεις για να αποφασίσουν μια απεργιακή κινητοποίηση μόλις στην εκπνοή της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου για να περισώσουν τα προσχήματα. Αποδείχθηκαν για μια ακόμα φορά νεροκουβαλητές της κυβερνητικής πολιτικής. Η ηγεσία του ΠΑΜΕ, που όλη την προηγούμενη περίοδο ενσωμάτωσε στην πολιτική της το δόγμα της “εθνικής ενότητας”, βρήκε για μια ακόμα φορά καταφύγιο στην ταξική λογοκοπία. Στην πράξη όμως παρακολουθούσε αμήχανα τις εξελίξεις.
Σημαντική παρακαταθήκη
Τι να κάνουμε
Η επόμενη ημέρα βρίσκει τους εκπαιδευτικούς αντιμέτωπους με τις συνέπειες από την εφαρμογή των μέτρων του νόμου -πλέον- 4692. Οι μαζικές κινητοποιήσεις αφήνουν μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη και ταυτόχρονα γεννούν ελπίδα και αισιοδοξία. Τα αντιεκπαιδευτικά μέτρα είναι απονομιμοποιημένα στην πλατιά πλειοψηφία των δασκάλων και των καθηγητών και όχι μόνο. Κανένας γονιός δεν μπορεί πραγματικά να πιστέψει πως το στοίβαγμα των παιδιών του σε υπερμεγέθη τμήματα μπορεί να συνιστά αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Ούτε ακόμα η διαβόητη τράπεζα θεμάτων, η εφαρμογή της οποίας, την περίοδο Αρβανιτόπουλου (2013 – 2014) είχε δραματικές συνέπειες αφού λειτούργησε σαν “κόφτης” για χιλιάδες μαθητές των Λυκείων.
Ο Σεπτέμβρης που έρχεται και η νέα σχολική χρονιά θα βρει τους δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τα σχολεία αντιμέτωπους με το σύνολο των αντιεκπαιδευτικών μέτρων. Ο αγώνας των εκπαιδευτικών ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης πρέπει να συνεχιστεί στη νέα περίοδο με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Η εμπειρία των μεγάλων εκπαιδευτικών κινητοποιήσεων της περιόδου 2013 – 2014, και όχι μόνο, που ανέτρεψαν σκληρά αντιεκπαιδευτικά μέτρα, όπως οι διαθεσιμότητες των εκπαιδευτικών κλπ, που εμπόδισαν την εφαρμογή της αξιολόγησης σχολείων και εκπαιδευτικών, επιβεβαιώνουν πως η κυβερνητική πολιτική δεν είναι ανίκητη και πως η ανυποχώρητη πάλη του εκπαιδευτικού κινήματος μπορεί να ορθώσει φραγμό. Είναι χρέος της ταξικής πτέρυγας στην εκπαίδευση να δουλέψει με πείσμα για την ενεργοποίηση των σωματείων, την πραγματοποίηση μαζικών γενικών συνελεύσεων και ενός νέου γύρου ενιαίων πανεκπαιδευτικών κινητοποιήσεων, αποκαλύπτοντας παράλληλα το συμβιβασμό και την ηττοπάθεια των δυνάμεων του φιλοκυβερνητικού συνδικαλισμού.