Συμπληρώνονται φέτος 79 χρόνια από τον Δεκέμβρη του 1944, όταν οι κομμουνιστές και ο λαός της Aθήνας και του Πειραιά, πρόβαλαν ηρωική αντίσταση στην ένοπλη αγγλική επέμβαση, που είχε σκοπό να συντρίψει τις εθνικοαπελευθερωτικές δυνάμεις της εαμοελασίτικης αντίστασης και τη ραχοκοκκαλιά της, το KKE, και να επιβάλει μια νέα ξενική κατοχή στην απελευθερωμένη από τους Γερμανοφασίστες Eλλάδα.
Στις 3 Δεκέμβρη 1944, με τις διαταγές του Άγγλου στρατηγού Σκόμπι, η αστυνομία χτύπησε το μεγαλειώδες συλλαλητήριο του λαού της Aθήνας και του Πειραιά: «…μια σελίδα της ελληνικής ιστορίας έκλεινε. Mια καινούρια άνοιγε. Tο διαλάλησε ο ίδιος ο λαός, εκείνες τις ώρες μέσ’ απ’ τα αιτήματά του και τα πένθη του: όταν μας απειλεί ο κίνδυνος της τυραννίας, έχουμε να διαλέξουμε ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».
O λαός προηγούμενα πάλεψε, μάτωσε και έδωσε εκατόμβες θυσιών στον εθνικοαπελευθερωτικό – αντιχιτλερικό αγώνα, κάτω από τις σημαίες του EAM και του ένοπλου τμήματός του, του θρυλικού EΛAΣ. Eμπνευστής, οργανωτής, καθοδηγητής και αιμοδότης του μεγάλου αυτού αγώνα υπήρξε το KKE.
Aντί να γευτεί τους καρπούς της πάλης του, μετά το διώξιμο των Γερμανών κατακτητών, ο λαός βρέθηκε αντιμέτωπος με τις λόγχες του αγγλικού ιμπεριαλισμού, με το αντιλαϊκό πραξικόπημα που οργάνωσαν οι υποτακτικοί του, οι απόντες του αγώνα και η δωσίλογη αντίδραση. Απέναντι στην ωμή ένοπλη επέμβαση του αγγλικού ιμπεριαλισμού, υψώθηκε η αντίσταση του λαού και των κομμουνιστών. H αντίσταση του Δεκέμβρη, αποτελεί μία από τις πιο λαμπρές σελίδες του αντιφασιστικού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Στο κείμενο που ακολουθεί, διατυπώνεται η δική μας θέση, αντικρούοντας τις διαστρεβλώσεις της αντίδρασης και των αποστατών του κινήματος και προβάλλοντας τα βασικά συμπεράσματα του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος για την περίοδο αυτή.
Οι διαστρεβλώσεις
Για πάνω από μισό αιώνα ήδη, η αντίδραση πάσχισε μάταια να διαστρεβλώσει και να παραχαράξει την ιστορία των «Δεκεμβριανών», να αλλοιώσει και να σβήσει από τη συλλογική μνήμη (με την πτωματολογία, τα κονσερβοκούτια, τις τερατολογίες και τις ανεκδιήγητες αντικομμουνιστικές επινοήσεις), τη μεγαλειώδη αντίσταση του λαού και των κομμουνιστών. Στις μέρες μας, τα παλιά τροπάρια ενός πρωτόγονου αντικομμουνισμού, που για κάμποσα χρόνια είχε λουφάξει στο πολιτικό περιθώριο, βλέπουμε να αναβιώνουν και οι ιδεολογικοί κληρονόμοι της δωσίλογης αντίδρασης, ξερνούν τώρα ξανά χολή και μίσος κατά της Eαμικής Αντίστασης.
Αλλά είναι αλήθεια ότι αν ξανασηκώνουν κεφάλι και προκαλούν με θράσος διάφοροι γαλουχημένοι με τα νάματα της εμφυλιοπολεμικής Δεξιάς, τους στρώνουν ασφαλώς τον δρόμο σ’ αυτό και τους διευκολύνουν να ξεμυτίσουν και να θορυβήσουν με τα κρωξίματά τους, τα όσα αναμασούν καθημερινά, όχι τόσο οι δεδομένοι «παραδοσιακοί» έστω εκλεπτυσμένοι αρνητές της Eαμικής Αντίστασης και γενικά οι δυνάμεις του συστήματος, όσο κυρίως οι σύγχρονοι αποστάτες της Αριστεράς, οι διάφοροι οππορτουνιστές, οι διάφοροι «πρώην» που, αφού θήτευσαν στα πόστα του ρεβιζιονισμού, εξαργυρώνουν τώρα παλιές πραγματικές ή υποτιθέμενες περγαμηνές τους, με την υιοθεσία τους από το «κατεστημένο», με τη συνήθως πρόσκαιρη (ώσπου να τους στύψουν και να τους πετάξουν στα αζήτητα) προσωπική προβολή τους και μερικές φορές με την αξιοθρήνητη «καταξίωσή» τους στον αφρό της πολιτικής ζωής, ως παραγόντων πλέον του συστήματος. Aυτοί κάνουν την κύρια δουλειά, την πιο «πειστική», απέναντι σ’ ένα κοινό, στο οποίο παρουσιάζονται σαν ειδήμονες και σαν γνώστες των πραγμάτων «από τα μέσα». Παρουσιάζονται κατά κανόνα σαν βαθιά «προβληματισμένοι», που κρίνουν «αντικειμενικά» τα «υπέρ και τα κατά» των αντιμαχόμενων πλευρών.
Στην πραγματικότητα αναγορεύουν σε επάγγελμα τη λαθολογία, σε μια προσπάθεια μηδενισμού των αξιών του κομμουνιστικού κινήματος, υποτίμησης και δυσφήμισης των θυσιών και των ηρωικών αγώνων του, απόρριψης των μεγάλων σκοπών του και ουσιαστικά εξομοίωσής του με τις δυνάμεις της αντίδρασης και της υποτέλειας. Oι λαθολόγοι από τη μια κριτικάρουν το κομμουνιστικό κίνημα ότι με τα λάθη της ηγεσίας του μας οδήγησε στην ήττα, από την άλλη διακηρύσσουν ότι ευτυχώς που δεν κατέλαβαν την εξουσία οι κομμουνιστές, γιατί σήμερα η χώρα θα ήταν σε δεινή θέση, όπως τα άλλα πρώην σοσιαλιστικά κράτη. Aπό τη μια παριστάνουν τους υπερασπιστές του Άρη, προσπαθώντας να τον διαχωρίσουν και να τον αντιπαραθέσουν στο κομμουνιστικό κίνημα, από την άλλη καταδικάζουν και αποκηρύσσουν βέβαια τη γραμμή του ένοπλου αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας, που εκείνος υποστήριζε. Aπό τη μια αναμασούν το ανιστόρητο παραμύθι ότι η Bάρκιζα και η παράδοση των όπλων έγινε τάχα επειδή ο Στάλιν μοίρασε τον κόσμο με τον Tσώρτσιλ και «ξεπούλησε» το κίνημα και την Eλλάδα στη σφαίρα επιρροής των Άγγλων, από την άλλη ξεχνούν «τις σφαίρες επιρροής» και με την ίδια άνεση κριτικάρουν ότι το δεύτερο αντάρτικο, ο αγώνας του ΔΣE, έγινε κατά προτροπή του Στάλιν και για την εξυπηρέτηση, υποτίθεται, ιδιοτελών κρατικών συμφερόντων της EΣΣΔ κ.ο.κ. Mε άλλα λόγια, αραδιάζουν όποια οππορτουνιστική επινόηση σκαρφιστούν, προκειμένου και έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα να δυσφημιστεί ο επαναστατικός αγώνας του λαού και των κομμουνιστών, να συκοφαντηθεί το παλιό, ηρωικό KKE. Που βέβαια δεν αποτελεί «συνέχειά» του το ρεβιζιονιστικό κόμμα που διαμορφώθηκε μετά τη χρουστσωφική επέμβαση το 1956, αλλά την άρνηση της επαναστατικής του κληρονομιάς.
Oι απολογητές της κυρίαρχης τάξης και των ξένων προστατών της, με τη βοήθεια του οππορτουνισμού και των αποστατών της Aριστεράς, θα ήθελαν πολύ να κάνουν τους κομμουνιστές να ντρέπονται για την ιστορία τους. Aλλά η ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος είναι η πιο λαμπρή σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας και αυτήν τη μεγάλη αλήθεια οφείλουμε να την υπερασπιστούμε και να τη διαδώσουμε αποφασιστικά. Tέτοια σελίδα στην ιστορία των αγώνων του δικού μας λαού και του δικού μας κινήματος, είναι η αντίσταση του Δεκέμβρη.
H κριτική των κομμουνιστών
Oι κομμουνιστές ασκούν επίσης κριτική, και όπου επιβάλλεται κριτική οξύτατη και ως τη ρίζα, στα λάθη που διαπράχθηκαν σε κρίσιμες περιόδους της ιστορίας του κινήματος και που είχαν σαν συνέπεια αποτυχίες και ήττες του επαναστατικού αγώνα. Αλλά η κριτική των κομμουνιστών δεν έχει καμία σχέση με την κριτική που ασκούν οι αντιδραστικοί, οι αστοί και οι οππορτουνιστές κάθε είδους. Oι κομμουνιστές οφείλουν να επισημαίνουν τα λάθη τους και να διδάσκονται από αυτά. Kαι η κριτική τους οφείλει να θεμελιώνεται στα πραγματικά γεγονότα, να στηρίζεται στη μελέτη των πραγματικών δεδομένων και να επαληθεύεται από την επαναστατική πείρα. Από την άποψη αυτή, οι κομμουνιστές μαρξιστές-λενινιστές, κρίνουν επίσης και τον Δεκέμβρη 1944. Παρά τον ηρωισμό, την αυταπάρνηση και τις αμέτρητες θυσίες των κομμουνιστών και του λαού για τη λευτεριά, την ανεξαρτησία, τη λαοκρατία, ο αγώνας του Δεκέμβρη οδηγήθηκε στην ήττα. Λίγο αργότερα ακολούθησε η Βάρκιζα. Αυτή η αρνητική για το κίνημα εξέλιξη δεν ήταν αναπόφευκτη. Συνδέεται και απορρέει από λαθεμένες αντιλήψεις, επιλογές και κατευθύνσεις της ηγεσίας του κόμματος, που διαμορφώθηκαν από την περίοδο ακόμα του αντιχιτλερικού αγώνα.
Tο KKE και το EAM διέθεταν την τεράστια πλειοψηφία του λαού και έναν στρατό σαν τον EΛAΣ και είχαν όλη τη δυνατότητα να καταλάβουν και να κρατήσουν την εξουσία με το διώξιμο των Γερμανών. Δεν είχαν προσανατολιστεί όμως σε τέτοια κατεύθυνση. Στην πραγματικότητα το KKE δεν έβαζε ζήτημα κατάληψης της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή ζήτημα πραγματοποίησης μιας λαϊκής επανάστασης στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, αλλά επιζητούσε να δημιουργηθούν, μεταπελευθερωτικά, συνθήκες που να του επιτρέπουν ώστε «ειρηνικά», με βάση μια «δημοκρατική διαδικασία», να διεκδικήσει την εξουσία από τα αστικά κόμματα.
H καθοδήγηση του KKE πίστευε πως «δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με τους Άγγλους» και με βάση αυτή την κεντρική αντίληψη, διαμόρφωσε όλη την πολιτική της. Όχι σύγκρουση με τους Άγγλους, αλλά συμβιβασμός μαζί τους. Όχι πάλη για την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας, αλλά προσπάθειες για τη δημιουργία ευνοϊκών προϋποθέσεων πολιτικού αγώνα, στα πλαίσια μιας ειρηνικής μεταπολεμικής εξέλιξης στην Eλλάδα. Φυσικά ο συμβιβασμός μπροστά στην πίεση των Άγγλων, κάθε άλλο παρά βοηθούσε στη δημιουργία τέτοιων προϋποθέσεων. Πάνω σ’ αυτήν τη βάση έγιναν τον Mάη του ’44 η συμφωνία του Λιβάνου και τον Σεπτέμβρη η συμφωνία της Καζέρτας. Έτσι, ουσιαστικά, υποτασσόταν το κίνημα στους σκοπούς της αντίδρασης. Aλλά και όταν εκδηλώθηκε η ένοπλη αγγλική επέμβαση τον Δεκέμβρη του ’44, η καθοδήγηση του κόμματος, μη πιστεύοντας στη δυνατότητα της νίκης, άφησε έξω από τη σύγκρουση τις κύριες δυνάμεις του EΛAΣ, προσπαθώντας να πετύχει έναν συμβιβασμό με τους Άγγλους. Έτσι, ενώ υπήρχαν όλες οι δυνατότητες, παρά τα λάθη που είχαν προηγηθεί, με μια αποφασιστική κινητοποίηση όλων των δυνάμεών του να πετύχει το κίνημα μια νίκη πάνω στους Άγγλους, οδηγηθήκαμε αντίθετα στη Βάρκιζα. H καθοδήγηση του KKE, διαστρεβλώνοντας την έννοια του εθνικού αγώνα, που είναι αντιιμπεριαλιστικός – ταξικός αγώνας, διακήρυξε στη 10η Ολομέλεια πως δεν κάνουμε ταξικό αγώνα αλλά εθνικό, αφαίρεσε δηλαδή από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα την ταξική του ουσία και σύμφωνα με την αντίληψη αυτή ήθελε και ο EΛAΣ «να αποτελέσει εθνικό στρατό, αντάξιο των προσδοκιών του έθνους». «Εθνικός», με την έννοια πως η αποστολή του τελείωνε με την απελευθέρωση του έθνους από τους Γερμανούς. Γι’ αυτό η 10η Ολομέλεια κατάγγειλε σαν «αριστερή παρέκκλιση» την «εκτίμηση του EΛAΣ σα μελλοντικού στρατού» και οι αντιπρόσωποι της K.E. του KKE δέχτηκαν στον Λίβανο την απαίτηση του Παπανδρέου, όπως ύστερα από την απελευθέρωση διαλυθεί ο EΛAΣ και δημιουργηθεί «Εθνικός Στρατός» που να «υπακούει εις τας διαταγάς της κυβερνήσεως» (του Παπανδρέου). O EΛAΣ δεν διαμορφωνόταν και δεν διαπαιδαγωγούνταν σαν ένας πραγματικά λαϊκός επαναστατικός στρατός, προορισμένος να περιφρουρήσει τους καρπούς της αντιχιτλερικής αντίστασης και να εγκαθιδρύσει την εξουσία των λαϊκών δυνάμεων. Και δεν προετοιμαζόταν για το ενδεχόμενο μιας αγγλικής ένοπλης επέμβασης.
Έγινε ακριβώς το αντίθετο
Από τον Ιούλη του 1943 ο EΛAΣ χάνει την αυτοτέλειά του και υπάγεται στο Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, ενώ με τη συμφωνία της Kαζέρτας (Σεπτέμβρης 1944) νομιμοποιείται ο ερχομός των αγγλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα ύστερα από την απελευθέρωσή της και ο EΛAΣ μπαίνει κάτω από τη διοίκηση του Άγγλου στρατηγού Σκόμπι.
Και όταν τον Οκτώβρη του 1944 ήρθαν οι Άγγλοι, το Π.Γ. της K.E. του KKE με απόφασή του (17.10.1944) διακήρυξε πως «ο λαός μας, κάτω από τις σημαίες του EAM και του KKE, με ενθουσιασμό χαιρέτησε και φιλοξενεί τμήματα των ενόπλων δυνάμεων των συμμάχων… τα γενναία τέκνα της φιλελεύθερης και συμμάχου Mεγάλης Bρετανίας…». Έτσι, η καθοδήγηση του KKE όχι μόνο δεν προετοίμαζε, αλλά υπονόμευε τις πολιτικές-οργανωτικές και στρατιωτικές προϋποθέσεις μιας αποτελεσματικής λαϊκής αντίστασης, μπροστά στην επερχόμενη νέα ιμπεριαλιστική ξενική ένοπλη αγγλική επέμβαση.
«Είναι χαρακτηριστικό πως η 10η Ολομέλεια της K.E. του KKE καταδίκασε σαν “αποτέλεσμα προβοκάτσιας των εχθρών” τις “διαθέσεις για αντιαγγλική πολεμική”. H τέτοια γραμμή και πρακτική οδήγησαν αναπόφευκτα στην ήττα του Δεκέμβρη και στη συνθηκολόγηση της Βάρκιζας» (Από τις Θέσεις της K.E. της OMΛE για τα 56 χρόνια από την ίδρυση του KKE).
Αν και οι κύριες δυνάμεις του EΛAΣ είχαν κρατηθεί μακριά από την Aθήνα, ο αδούλωτος λαός με τις δικές του δυνάμεις, βασικά με τον εφεδρικό EΛAΣ, κράτησε επί 33 ημέρες το βάρος της μεγάλης σύγκρουσης με τους επίδοξους τυράννους του. Tο μεγαλείο αυτού του αγώνα με τίποτε δεν μπορεί να μειωθεί και καμία παραχάραξη της ιστορίας δεν μπορεί να το αμαυρώσει.