Την ώρα που τα λαϊκά νοικοκυριά βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα σαρωτικό και παρατεταμένο κύμα ακρίβειας σε όλα τα βασικά είδη, ενώ οι απανωτές αυξήσεις στα τιμολόγια της ενέργειας έχουν επιφέρει συνθήκες οικονομικής ασφυξίας και απόγνωσης στη διαχείριση των οικονομικών τους υποχρεώσεων, οι μισθοί των εργαζομένων παραμένουν χρόνια τώρα καθηλωμένοι.
Αν και θα περίμενε κανείς, όλη αυτή η συγκυρία να πυροδοτήσει πανεργατικούς αγώνες που θα διεκδικούν αυξήσεις στους μισθούς, προκειμένου να ανασταλεί αυτό το ανελέητο κύμα φτωχοποίησης των εργαζομένων, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Μάλιστα, στην πρόσφατη συνάντηση των αντιπροσωπειών της ΓΣΕΕ, του ΣΕΒ και των άλλων εργοδοτικών φορέων για το ζήτημα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και παρότι η συνάντηση έγινε τελικά με μεγάλη χρονική καθυστέρηση, τη συζήτηση χαρακτήρισε η αοριστία για τα καίρια ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους, με κυριότερο αυτό του μισθού. Περισσότερο συγκεκριμένοι ήταν οι εκπρόσωποι του ΣΕΒ σε αυτά που δεν έχουν πρόθεση να κάνουν, όπως δήλωσαν: «δεν μπορεί να τεθεί τώρα το ζήτημα της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων ούτε μπορεί να γίνει αναφορά σε αυτό μέσα στην ΕΓΣΣΕ…» Και βέβαια όλοι οι υπόλοιποι εργοδοτικοί φορείς καλύφθηκαν πίσω από τη στάση του ΣΕΒ με αποτέλεσμα να μην υπάρχει από κανέναν η παραμικρή δέσμευση για την υπογραφή νέου κατώτατου μισθού πέρα από αυτόν που έχει καθοριστεί από την κυβέρνηση. Το αδιέξοδο της συνάντησης ανάγκασε ως και τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ να ψελλίσει μια κάποια διαμαρτυρία, αλλά βέβαια μέχρις εκεί, ούτε κουβέντα για την ανάγκη οργάνωσης πανεργατικού ξεσηκωμού για τη διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς, όπως οι συνθήκες το απαιτούν.
Την ανάγκη αυτή επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι σε πολλούς χώρους εργασίας, το τελευταίο διάστημα, αυξήθηκαν οι πιέσεις μέσω διεκδικήσεων και κινητοποιήσεων, οι οποίες είχαν και οικονομικά αιτήματα και ορισμένες από αυτές μάλιστα έφεραν ήδη θετικά για τους εργαζόμενους αποτελέσματα.
Χαρακτηριστική η περίπτωση των εργαζομένων στο λιμάνι του Πειραιά (COSCO), οι οποίοι έδωσαν έναν σημαντικό αγώνα. Ένας αγώνας, ο οποίος αντιμετώπισε την πολύμορφη επίθεση που δέχτηκε από κυβέρνηση, εργοδότες, δικαστήρια, δυνάμεις καταστολής, απεργοσπαστικούς μηχανισμούς και βέβαια τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Η πίεση που άσκησε ο αγώνας αυτός ανάγκασε την ιδιοκτήτρια εταιρεία να υποχωρήσει σε ό,τι αφορά την υπογραφή ΣΣΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εταιρεία απέφευγε συστηματικά να προχωρήσει σε ΣΣΕ με όρους που οι εργαζόμενοι ζητούσαν. Ωστόσο, η ΣΣΕ που κατατέθηκε περιλαμβάνει όρους που ανταποκρίνονται σε ένα βαθμό στα αιτήματα των εργαζομένων, όπως ένταξη στα ΒΑΕ, σταδιακή ένταξη των εργαζομένων σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης, αυξήσεις στους μισθούς. Επόμενος στόχος η διαμόρφωση του κειμένου της ΣΣΕ και η υπογραφή της, ενώ οι εργαζόμενοι προανάγγειλαν τη συνέχιση του αγώνα με βάση τις διεκδικήσεις τους.
Επίσης, οι εργαζόμενοι του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ) πραγματοποίησαν πρόσφατα 24ωρη απεργία. Μια απεργία πετυχημένη παρά το γεγονός ότι κρίθηκε παράνομη από τα δικαστήρια, παρά και την οργανωμένη προσπάθεια απεργοσπασίας. Οι εργαζόμενοι διεκδικούν την υπογραφή ΣΣΕ και καταγγέλλουν κυβέρνηση και διοίκηση ΟΑΣΘ «που προχωρούν σε επιπλέον μείωση μισθών και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, περικόπτουν νομοθετημένα επιδόματα και την ίδια ώρα αποδομούν τα συνεργεία και κάθε διοικητική δομή του Οργανισμού, προχωρούν σε ανάθεση δρομολογίων σε ιδιώτες, απαξιώνουν και παροπλίζουν τον στόλο των λεωφορείων και δήθεν τον ανανεώνουν με πανάκριβο leasing παλαιών και αποσυρθέντων λεωφορείων ευρωπαϊκών πόλεων.»
Οι εργαζόμενοι στην κατασκευή του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης προχώρησαν πριν λίγες ημέρες σε 4ωρη στάση εργασίας, διεκδικώντας αυξήσεις στους μισθούς και βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Επίσης καταγγέλλουν ελλιπή μέτρα ασφαλείας στους χώρους δουλειάς, ανεπαρκή εξοπλισμό σε Μέσα Ατομικής Προστασίας, ελλιπές προσωπικό με κίνδυνο εργατικού ατυχήματος (ηλεκτρολόγοι, ηλεκτροσυγκολλητές κ.λπ.), ενώ παράλληλα διεκδικούν να καταβάλλεται η μισθοδοσία το πρώτο 10ήμερο κάθε μήνα για όλο το προσωπικό, και όχι τμηματικά.
Στον χώρο του Επισιτισμού, οι εργαζόμενοι μέσα από τις πιέσεις τους πέτυχαν να εξασφαλίσουν τελικά μια σύντομη διορία μέχρι που οι εργοδότες του χώρου να συμμορφωθούν με τα όσα προβλέπει η νομοθεσία προκειμένου να κηρυχθεί υποχρεωτική από τον υπουργό Εργασίας η κλαδική συλλογική σύμβαση που καθυστερεί έντεκα ολόκληρους μήνες και αφορά περισσότερους από 400.000 εργαζόμενους. Σύμφωνα με εκπροσώπους τους σε πρόσφατη τηλε-συνάντηση με τους αρμόδιους υπουργούς, ζήτησαν « την κήρυξη των συλλογικών συμβάσεων ως γενικώς υποχρεωτικές, καθώς και τη χρονική επέκταση του ταμείου ανεργίας τους χειμερινούς μήνες.» Επίσης στη συνάντηση ο Χατζηδάκης δεσμεύτηκε ότι τους επόμενους μήνες θα επανεξεταστεί η επαναφορά τού επιδόματος ανεργίας στα προ Μνημονίων επίπεδα. Μένει βεβαίως να δούμε αν όσα έταξε ο υπουργός, όντως θα υλοποιήσει. Να σημειώσουμε ότι η σύμβαση στον επισιτισμό φέρει την ημερομηνία της συμφωνίας, που ήταν η 9η Ιουνίου 2021… Οι εργοδότες σκοπίμως δεν είχαν δώσει τα απαιτούμενα στοιχεία στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ), ώστε να φαίνεται ποιες επιχειρήσεις εντάσσονται στο αντίστοιχο (εργοδοτικό) σωματείο και άρα πρέπει να συμμορφωθούν με τα όσα προβλέπει η νέα σύμβαση.
Οι αποσπασματικές αυτές κινήσεις και κινητοποιήσεις σε διάφορους επιμέρους κλάδους δείχνουν πως οι εργαζόμενοι συχνά αντιλαμβάνονται τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να διεκδικήσουν και να πετύχουν μικρές ή μεγαλύτερες νίκες. Σε κάθε περίπτωση εντείνεται η ανάγκη να οργανωθούν και να αναπτυχθούν γενικοί πανεργατικοί αγώνες διεκδίκησης για ΕΓΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς για όλους τους εργαζόμενους.