Η αισχροκέρδεια στα ύψη σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία
Πριν από λίγες μόνο μέρες σε ερώτηση δημοσιογράφου για την αισχροκέρδεια στα προϊόντα, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές αγορές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε τα παρακάτω, «Θα περιμένετε να δείτε λίγο, και θέλω να στείλω ένα μήνυμα και από τη συχνότητά σας και στις πολυεθνικές, στις μεγάλες πολυεθνικές, ότι αν νομίζουν ότι η Ελλάδα είναι καμία μπανανία στην οποία μπορούν να πουλάνε τα ίδια προϊόντα σε πολύ ακριβότερες τιμές, χωρίς να μας δικαιολογούν την αύξηση του κόστους, είναι βαθιά νυχτωμένοι. Αν χρειαστεί να τα βάλουμε και με πολυεθνικούς κολοσσούς θα το κάνουμε, γιατί αυτοί ουσιαστικά πουλάνε τα ίδια προϊόντα σε άλλες αγορές. Κάντε λίγο υπομονή και θα δείτε τι είναι ακριβώς αυτό το οποίο εννοώ».
Με αυτή τη δήλωση του πρωθυπουργού, η κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να ξεγελάσει τους εργαζόμενους ότι η ακρίβεια θα αντιμετωπιστεί. Παρ’ όλα τα παχιά λόγια και τις δήθεν απειλές στις πολυεθνικές, η πραγματικότητα του Ελληνικού λαού αποτυπώνεται ακόμα και στα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) που παρουσιάζουν αλλαγή στις συνήθειές του. Έτσι το 2022 σε σύγκριση με το 2009 για είδη παντοπωλείου – διατροφής δαπανήθηκαν σχεδόν δύο δισεκατομμύρια ευρώ λιγότερα από τα ελληνικά νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, δαπανούν λιγότερα χρήματα για ελαιόλαδο, κρέας και φρέσκο γάλα, αλλά περισσότερο για είδη αρτοποιίας και γενικώς υδατάνθρακες και προτιμούν το αρκετά φθηνότερο κοτόπουλο από το μοσχαρίσιο και αιγοπρόβειο κρέας.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν επίσης τη μείωση κατά 5,8% της κατά κεφαλήν δαπάνης σε είδη παντοπωλείου για το ίδιο χρονικό διάστημα. Ενώ σε σχέση με το 2021, η συνολική δαπάνη σε είδη παντοπωλείου αυξήθηκε κατά 3,1%, κάτι που αποδίδεται στον συνδυασμό των ανατιμήσεων και της μείωσης στον όγκο αγορών των νοικοκυριών.
Από την ανάλυση των στοιχείων της μηνιαίας χρηματικής δαπάνης, αλλά κυρίως από την ανάλυση των στοιχείων για τις ποσότητες, το νέο διατροφικό μοντέλο που επικρατεί στην Ελλάδα δείχνει ότι το 2022 σε σχέση με το 2009 καταναλώσαμε 41,6% λιγότερο φρέσκο γάλα, 27% λιγότερο τυρί, 18% λιγότερα λαχανικά και 14,5% λιγότερα φρούτα, 30% λιγότερο ελαιόλαδο.
Εδώ θα αξίζει να σημειωθεί πως ο τενεκές του λαδιού είναι πια απλησίαστος, με τη μέση τιμή του να έχει διαμορφωθεί στα 170 ευρώ(!), ενώ υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί και άλλο. Τον Σεπτέμβριο η τιμή του ελαιόλαδου στα ράφια των σούπερ μάρκετ ήταν 20,8% υψηλότερη σε σχέση με ένα έτος πριν, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ αυτή τη στιγμή το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο πωλείται στη λιανική κατά μέσο όρο 12 ευρώ το λίτρο.
Το νέο μέτρο «Μόνιμη Μείωση Τιμής» που βασίζεται στα χνάρια του αποτυχημένου «Καλάθι του Νοικοκυριού» δεν έχει γίνει ακόμα πλήρως δεχτό από τα σούπερ μάρκετ. Σε αυτό το πρόγραμμα υποτίθεται θα συμμετέχουν έως και 500 κωδικοί προϊόντων, όπου για έξι μήνες τα προϊόντα αυτά θα έχουν μειωμένη τιμή από 5% έως και 23%. Αυτή τη στιγμή τα σούπερ μάρκετ έχουν δεχθεί να συμμετέχουν περίπου 200 κωδικοί προϊόντων. Βέβαια μειωμένη τιμή σε κάποια προϊόντα δεν σταματά τα υπόλοιπα που είναι πολύ περισσότερα από το να αυξάνονται.
Αυξήσεις υπάρχουν και στις τιμές ενοικίασης, όπου σχεδόν διπλασιάστηκε η τιμή ενοικίασης ανά τετραγωνικό για ένα απλό φοιτητικό σπίτι στην Αττική, από 4,83 ευρώ/τμ το 2018, στα 9,17 ευρώ/τμ το 2023. Ενώ και η τιμή της απλής αμόλυβδης στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας φτάνει στα 2 ευρώ/λίτρο ή και υψηλότερα. Με τους προμηθευτές να κάνουν λόγω για αυξήσεις έως 81%, επικαλούμενοι τη διεθνή συγκυρία.
Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν περίτρανα ότι η κυβέρνηση, εκτός από μεγάλα λόγια χωρίς πραγματικό αντίκτυπο, όχι μόνο δεν κάνει τίποτα για την αισχροκέρδεια που μαστίζει την ελληνική κοινωνία αλλά και την ευνοεί. Και όλες αυτές οι δηλώσεις που κάνουν κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης αρχίζοντας από τον πρωθυπουργό είναι μόνο προσπάθεια να ξεγελάσουν τους εργαζόμενους ότι κάτι θα κάνουν. Στην πράξη όμως τα μέτρα που παίρνουν είναι για την προστασία των κερδών των ντόπιων και ξένων αλυσίδων και πολυεθνικών.