1.Εργασιακός Μεσαίωνας
Παρά τις πομπώδεις διακηρύξεις με τις οποίες επενδύθηκε η δημιουργία της Ε.Ε., παρά τις απλόχερες υποσχέσεις περί «ισόρροπης και σταθερής οικονομικής προόδου και κοινωνικής συνοχής», σήμερα, τριανταοκτώ χρόνια μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, εκείνο που περονιάζει μέχρι το μεδούλι όλο αυτό το αντιδραστικό μόρφωμα του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, είναι η καταπάτηση κάθε έννοιας εργασιακού δικαιώματος, η απαξίωση των εργαζομένων και συνταξιούχων και η υπαγωγή τους στην κατηγορία των υποζυγίων για την εξυπηρέτηση των πολλαπλών συμφερόντων του δυτικοευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Προφανώς ο ανομολόγητος στόχος του κεφαλαίου είναι η ακύρωση κάθε εργατικής κατάκτησης και ο περιορισμός κάθε εργασιακού δικαιώματος. Κι αυτή η εργασιακή απορρύθμιση καταγράφεται ήδη από τις αρχές του 1990, αμέσως μετά το Μάαστριχτ, με την έγκριση το 1993 από την Κομισιόν της κακόφημης «Λευκής Βίβλου». Τους βασικούς άξονες του αντιδραστικού αυτού πονήματος αποτελούν: η ανταγωνιστικότητα, η ανάπτυξη και η απασχόληση. Προφανώς οι άξονες αυτοί συνδέουν το πρόβλημα της εργασίας με την αύξηση των κερδών του ευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου, μέσα από τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, την καθήλωση των μισθών, την ελαστικοποίηση του ωραρίου και την ανατροπή βασικών εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων ανάγεται σε κυρίαρχη αξία, σε βάρος των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, το δε εργατικό δίκαιο αντιμετωπίσθηκε, πάντα, σαν εμπόδιο απέναντι στην υλοποίηση των παραπάνω στόχων και δέχθηκε πολλαπλές αλλαγές επί τα χείρω. Η δε στρατηγική, για την εφαρμογή της «Λευκής Βίβλου» αποτυπώθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Λουξεμβούργου το 1997, μοντάροντας την απασχολησιμότητα και την προσαρμοστικότητα του κόσμου της εργασίας πάνω στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και τη δυνατότητα ίσων ευκαιριών του κεφαλαίου.
2.Με όχημα την καπιταλιστική κρίση
Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση έδωσε μία μοναδική ευκαιρία για την παραπέρα λεηλασία των εργασιακών δικαιωμάτων από το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Άλλωστε, όπως διακήρυξαν οι ηγέτες της Ε.Ε. στο κείμενο των συμπερασμάτων κατά την πρόσφατη «Εαρινή» σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες: «…η κρίση τονίζει την ανάγκη για τη συνέχιση και επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Και μόνη η διατύπωση αυτή δίνει το στίγμα τού τι πρόκειται να επακολουθήσει. Άλλωστε, ο διαρκώς αυξανόμενος -λόγω των αθρόων απολύσεων- εφεδρικός στρατός των ανέργων ευνοεί τις κυβερνήσεις της Ε.Ε. να εντείνουν στο έπακρο τα αντιδραστικά αντιλαϊκά τους μέτρα, αυτά που σχετίζονται με την αγορά εργασίας. Σκοπός και στόχος της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας, είναι να ξεθεμελιώσει ό,τι έχει απομείνει ακόμα όρθιο από τα εργασιακά δικαιώματα, να θωρακίσει με νέους αντεργατικούς νόμους τα πολλαπλά συμφέροντά της (οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, στρατιωτικά) και να φορτώσει όλα τα βάρη της κρίσης στους ευρωπαϊκούς λαούς. Άλλωστε, η εργασιοκτόνος flexicurity (ευελιξία με ασφάλεια), στο βαθμό που το ευρωπαϊκό συνδικαλιστικό κίνημα δεν καταφέρει κάποιες ουσιαστικές τροποποιήσεις, προορίζεται να διατηρηθεί μαζί με όλα τα αντεργατικά μέτρα εσαεί! Αυτή είναι η πολιτική της Ε.Ε. που προτείνει ο «σκληρός πυρήνας» και βεβαίως θα εφαρμοσθεί μέχρι κεραίας από τα κράτη-μέλη, ιδίως τα ασθενέστερα τα οποία προσβλέπουν και σε μία ενδεχόμενη χαλάρωση των επαχθών όρων του Συμφώνου Σταθερότητας (ή των Μνημονίων στην περίπτωση της Ελλάδας) εν όψει είτε ευρωεκλογών, είτε βουλευτικών εκλογών, όπως εν προκειμένω στη χώρα μας.
3.Τα ελληνικά κόμματα της ντόπιας ολιγαρχίας
Σε ό,τι αφορά στα αστικά κόμματα του ελληνικού Κοινοβουλίου (συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ), που αποδέχθηκαν όλο το αντιδραστικό αντεργατικό φορτίο της Ε.Ε. μαζί και τα τρία εξοντωτικά Μνημόνια, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κινούνται στη γραμμή της πλήρους αποδοχής της ευρωπαϊκής πορείας και της «δεδομένης Ε.Ε.» και επομένως κάθε τι αρνητικό που να υπονομεύει τα θεμέλια της ευρωπαϊκής πολιτικής, αμβλύνεται, επενδυόμενο με τα τερτίπια της δήθεν δημοκρατικής κριτικής. Ακόμα και οι πομπώδεις δηλώσεις του ΚΚΕ «για την αποδέσμευση και το Ναι στην Ελλάδα και την Ευρώπη του Σοσιαλισμού» αφήνουν με το Μέλλοντα Διαρκείας, ανέπαφα τα βασικά προβλήματα που συνταράζουν σήμερα την τεράστια πλειοψηφία του λαού μας: Τα προβλήματα των εργασιακών αδιεξόδων, της νεολαΐστικης προοπτικής, της κατάρρευσης των Ασφαλιστικών Ταμείων, της συνεχούς μείωσης του μισθού εργασίας, της απογείωσης των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, της χρεοκοπίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της εκτόξευσης των κατασχέσεων και πλειστηριασμών των λαϊκών χρεών και της λαϊκής κατοικίας, της παντοειδούς διαφθοράς της πολιτικής ζωής, της καταστροφής του περιβάλλοντος.
4.Η σπορά των αυταπατών
Η οικονομική ολιγαρχία που κυβερνά τον τόπο, με τα σαφή και χρόνια χαρακτηριστικά της εξάρτησης και της υποτέλειας, λίγο πριν την ένταξη στην ΕΟΚ και Ε.Ε., έταζε στον εργαζόμενο λαό ότι θα «επιταχύνονταν η οικονομική πρόοδος», ότι «η Ελλάδα θα γίνει χώρα επενδύσεων», ότι ο λαός «θα τρώει με χρυσά κουτάλια», ότι «μπαίνουμε σε μία αγορά 260 εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών», κλπ., κλπ. Ωστόσο, απ’ ό,τι αποδείχθηκε, όχι μόνο δεν βελτιώθηκε η οικονομική θέση των εργατολαϊκών στρωμάτων, αλλά αντίθετα επιδεινώθηκε σε τέτοιο σημείο, που ακόμα και οι πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις του αστικού Τύπου εμφανίζουν ένα ποσοστό 67,7% των πολιτών να έχει αρνητική γνώμη για την Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τα ζωτικά λαϊκά συμφέροντα, δηλ. μισθούς, συντάξεις, εργασιακές σχέσεις, ανεργία, βιοτικό επίπεδο, ακρίβεια, διαφάνεια κράτους, κ.ά. Και αν δεν υπήρχαν τα κανάλια να παίζουν νυχθημερόν τη μόνιμη επωδό της ευρωλαγνείας και της ευρωδουλείας, είναι βέβαιο ότι αυτό το ποσοστό θα είχε εξακοντιστεί στα ύψη.
5.Η σιδερένια φτέρνα του ευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου
Τα θεσμικά ευρωπαϊκά κείμενα της «Λευκής Βίβλου» και της «Στρατηγικής της Λισαβόνας», σε συνδυασμό με το Σύμφωνο Σταθερότητας, την Οδηγία Μπολκενστάιν, το Ν.2639/98 και τέλος τα τρία αλλεπάλληλα Μνημόνια (για τη χώρα μας), αποτέλεσαν την ταφόπλακα για όλες σχεδόν τις βασικές-θεμελιακές κατακτήσεις του τελευταίου αιώνα, αφού ουσιαστικά καταβύθισαν τους μισθούς και τα μεροκάματα, ακύρωσαν το 8ωρο, κατεδάφισαν την πλήρη απασχόληση, κατάργησαν τις Συλλογικές Συμβάσεις. Η απαράδεκτη –ουσιαστικά μονομερής- «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» με τις δουλοκτητικές «επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας», επέβαλαν την 10ωρη και 12ωρη εργασία, το εκ περιτροπής ωράριο, την πολλαπλή απασχόληση, την μαύρη απλήρωτη εργασία. Το 8ωρο καταπατήθηκε, οι υπερωρίες χάθηκαν, τα κοινά κλαδικά αιτήματα διασπάστηκαν, οι αμοιβές εκμηδενίστηκαν. Πάνω απ’ όλα μπήκε σε άμεση εφαρμογή η μερική απασχόληση, η οποία έστρωσε το δρόμο για τις «ατομικές συμβάσεις εργασίας», καθώς και για τα «τοπικά σύμφωνα απασχόλησης» με απώτερο στόχο την κατάργηση κάθε συλλογικής σύμβασης εργασίας και την ένταξη των εργαζόμενων στο νέο απεχθές εργασιακό καθεστώς σε αγαστή συνεργασία με τους «τοπικούς φορείς». Μέσα από αυτά, οι εργοδότες θα μπορούν να αμείβουν τους εργαζόμενους που προσλαμβάνουν, με το κατώτατο μεροκάματο ανειδίκευτου εργάτη, ανεξάρτητα από την προϋπηρεσία και την ειδικότητα που διαθέτουν. Ένας εργασιακός Μεσαίωνας βρίσκεται στο ζενίθ του!
6.Η σταδιακή κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων
Φυσικά, οι αλλαγές που συντελέσθηκαν στην ελληνική αγορά εργασίας, με αφορμή την ελληνική χρεοκοπία και τα Μνημόνια που οδηγούν στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, δεν συνιστούν κεραυνό εν αιθρία. Πρόκειται για αλλαγές που πραγματοποιούνται σταδιακά σε όλη τη διάρκεια της τελευταίας εικοσιπενταετίας με συνεχείς συμπληρωματικές αντιδραστικέςπαρεμβάσεις. Σε διαδικαστικό επίπεδο, ο εργοδοτικός μηχανισμός που προωθεί την κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων δεν είναι άλλος από την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη μείωση του εργασιακού κόστους, με βασικό εργαλείο την εισαγωγή μιας μεγάλης ποικιλίας μέτρων για την ενθάρρυνση και την ανάπτυξη της «ευελιξίας» της εργασίας.
7.Η συρρίκνωση των μισθών
Η μείωση του γενικού κατώτατου μισθού το 2011 και η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού, η καθιέρωση των ελεύθερων οικονομικών ζωνών, η ελαχιστοποίηση των υπερωριών, η ελαστικοποίηση του εργάσιμου χρόνου, ήταν επακόλουθα των πολιτικών λιτότητας που ακολουθήθηκε τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Αλλά η μνημονιακή πολιτική αποτέλεσε το κρεσέντο για την αποδιάρθρωση των συλλογικών συμβάσεων με συνέπεια τις δραστικές περικοπές των αποδοχών στον δημόσιο τομέα και το σάρωμα των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Πολύ πρόσφατα, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας αποφάνθηκε ότι οι μισθοί κατά το 90% των συμβάσεων εργασίας προκύπτουν με βάση την ατομική διαπραγμάτευση αντί της συλλογικής. Η δραματική αυτή συρρίκνωση των μισθών επηρεάζεται από την υπέρμετρη ενίσχυση της θέσης της εργοδοσίας, σε συνδυασμό με την παροχή διευκολύνσεων στις απολύσεις, καθώς και της δυνατότητας μετατροπής των συμβάσεων σε ευέλικτη και χαμηλότερης αμοιβής εργασία. Δεν θα πρέπει τέλος, να περάσει απαρατήρητη και η καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων μισθών που αποτελεί πλέον γενικευμένη πρακτική που συνεπάγεται, σε γενικευμένη κλίμακα, καθυστερήσεις μισθών πέραν του 8μήνου, ακόμα και του έτους!
8.Η αποδόμηση της πλήρους απασχόλησης
Η διόγκωση του φαινομένου της υποχώρησης της πλήρους απασχόλησης υπέρ της ευελιξίας (δηλ. μερική απασχόληση), αυξήθηκε κατά την περίοδο των μνημονίων κατά 350%, η δε εκ περιτροπής εργασία, με μειωμένες μέρες εργάσιμης εβδομάδας, αυξήθηκε κατά 1.300%! Φυσικό επακόλουθο, η καταβύθιση του μισθού εργασίας μέχρι και 60% με παράλληλη διόγκωση της εργασιακής ανασφάλειας. Η μερική απασχόληση παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, διευκολύνοντας την πλήρη καταστρατήγηση κάθε έννοιας καθορισμένου ωραρίου. Ανύπαρκτοι είναι επί της ουσίας, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Σε έξαρση βρίσκονται τα ποικιλόμορφα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, μαθητείας και «πρακτικής εξάσκησης», και βέβαια οι αθρόες κρατικές επιδοτήσεις προς τους εργοδότες για προσλήψεις, μέσω του ΟΑΕΔ, των ασκουμένων.
9.Η αποδυνάμωση των συλλογικών συμβάσεων
Οι συλλογικές συμβάσεις αποδυναμώθηκαν, συνεπιφέροντας και αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος, και κυρίως των κλαδικών σωματείων, μεταφέροντας την εργασιακή διαπραγμάτευση σε ατομικό επίπεδο, ενισχύοντας έτσι τη διαπραγματευτική δύναμη του εργοδότη. Αυτή η αποδυνάμωση του συστήματος των συλλογικών συμβάσεων δίνει λαβή στην επιθετικότητα της εργοδοσίας, με στόχο την πλήρη εξατομίκευση των όρων εργασίας και στην συρρίκνωση του ρόλου της συλλογικής έκφρασης των εργαζομένων, επιδιώκοντας καθοριστικά πλήγματα στον θεσμό του συνδικαλιστικού κινήματος. Και είναι γεγονός πως αυτή η εξατομίκευση της εργασίας αποθεώνεται από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, οδηγώντας αβίαστα στην επιβολή συνεχών περιορισμών των απεργιακών κινητοποιήσεων. Η κατά ριπές κονιορτοποίηση των εργασιακών σχέσεων συνέτεινε καθοριστικά στη βίαιη φτωχοποίηση των εργατολαϊκών νοικοκυριών.
10.Το όργιο των απολύσεων
Η συμφωνία για το καθεστώς των ομαδικών απολύσεων, της λειτουργίας της συλλογικής δράσης των εργαζομένων και της αδήλωτης εργασίας συνάντησε την ισχυρή πίεση των δανειστών ώστε να διευκολυνθούν πάση θυσία οι απολύσεις, δίνοντας έμφαση στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, τον περιορισμό των συνδικαλιστικών αδειών και το δραστικό περιορισμό του απεργιακού δικαιώματος (με την καθιέρωση του όρου της πλειοψηφίας των εγγεγραμμένων μελών του συνδικάτου για την κήρυξη της απεργίας), και την επαναφορά (μετά από τη σχετική κατάργηση το 1982) του lockout.
11.Η πρόσκληση προς τους «επενδυτές»
Μέσα σε αυτό το «επενδυτικό κλίμα» καλούνται να «επενδύσουν» οι κάθε λογής κεφαλαιοκράτες που θα εξαγοράσουν για ένα κομμάτι ψωμί δημόσιες επιχειρήσεις και Οργανισμούς, εκμεταλλευόμενοι το υπερσυμπιεσμένο εργατικό κόστος, τις φορολογικές ελαφρύνσεις, τις επιδοτούμενες εργοδοτικές εισφορές, τις κάθε λογής ενισχύσεις και επιδοτήσεις και τις κάθε είδους παροχές ενός εξαρτημένου κράτους, που εγγυάται την υψηλή κερδοφορία του κεφαλαίου. Εξάλλου, οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε δημόσιους Οργανισμούς και επιχειρήσεις, που απορρέουν από τα ψηφισμένα μνημονιακά μέτρα, ενισχύουν τις τάσεις σημαντικών αρνητικών αλλαγών στο περιεχόμενο των εργασιακών σχέσεων που συνήθως επιβάλλουν οι εκάστοτε νέοι «επενδυτές». Οι μνημονιακές συμφωνίες προβλέπουν ότι οποιαδήποτε αλλαγή στην αγορά εργασίας προϋποθέτει την έγκριση των δανειστών παράλληλα με τη δέσμευση για υποχρέωση της ελληνικής πλευράς στη μη επάνοδο στα προ Μνημονίων ισχύοντα, λόγω του αντιαναπτυξιακού περιεχομένου τους. Έτσι απομένει μόνο η αρνητική εκδοχή. Οι δεσμεύσεις αυτές, και για όσο διάστημα το εργατολαϊκό κίνημα βρίσκεται σε υποχώρηση,, αποδυναμώνουν το ενδεχόμενο κατάργησης των χιλιάδων μνημονιακών διατάξεων εργασιακής απορρύθμισης που επιβλήθηκαν ως δήθεν αναπτυξιακά μέτρα, εφόσον η ενδεχόμενη ανατροπή τους ερμηνεύεται από τους δανειστές ως αντιαναπτυξιακή επιλογή.
12.Για τις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές»
Η επανεξέταση των θεμάτων της αγοράς θα πρέπει να ανταποκρίνεται, σύμφωνα πάντοτε με το τρίτο Μνημόνιο, στις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές», με όλα τα εύλογα ερωτήματα ως προς την ερμηνεία τους. Γιατί αυτές οι αόριστες αναφορές παραπέμπουν είτε στις μεταπολεμικές εργασιακές κατακτήσεις που διαμόρφωσαν το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό εργασιακό κεκτημένο, είτε στις σημερινές, συνεχώς διογκούμενες, πρακτικές ανατροπής τους, χάριν της ανταγωνιστικότητας. Ρητορικά, τι από τα δύο ισχύει; Κι ακόμα, οι «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» θα αναφέρονται στις γερμανικές πρακτικές της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων και της εφαρμογής των εκτεταμένων minijobs με εβδομαδιαίο ωράριο μικρότερο και του 12ωρου, ή στις πρόσφατες ιταλικές πρακτικές με άξονα τις ελεύθερες απολύσεις, ή στις γαλλικές, της εργασιακής απορρύθμισης (πρόσθετες διευκολύνσεις για απολύσεις, αύξηση των ωραρίων και την έμμεση κατάργηση του 35ωρου και του 38ωρου που ισχύει στη Γαλλία, θέσπιση 10ωρης ημερήσιας εργασίας για τους Γάλλους ανήλικους μαθητευόμενους με αμοιβές που αντιστοιχούν στο 29%-53% του κατώτατου μισθού, κ.ά.), που ξεσήκωσαν –ευτυχώς- θύελλα, εργατικών κινητοποιήσεων; Πού ακριβώς αναφέρεται ο όρος «βέλτιστες»;
13.Οι προσπάθειες υποβάθμισης του ρόλου της Ε.Ε.
Δεν χωρά καμία αμφιβολία πως πίσω από τα ευρωπαϊκά παλίμψηστα κρύβονται οι αυταπάτες και οι σκοπιμότητες με τις οποίες οι ντόπιες ολιγαρχίες προσπαθούν να αποκοιμίσουν τους ευρωπαϊκούς λαούς. Από κοντά και η κυβέρνηση Τσίπρα που επιχειρεί να υποβαθμίσει τον αντιδραστικό ρόλο της Ε.Ε. (τα ¾ των δανειστών είναι ευρωπαϊκοί θεσμοί) για τον σημερινό εργασιακό Μεσαίωνα, παραπέμποντας και ενοχοποιώντας τις ακραίες νεοφιλελεύθερες προτάσεις του ΔΝΤ. Θυμίζουμε ότι στη Συνθήκη της Λισαβόνας, «συνταγματοποιείται» ο νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος στο βίο και την πολιτεία της «αριστερής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόστηκε με την κραυγαλέα παράκαμψη των στοιχειωδών κοινοβουλευτικών διαδικασιών στην ψήφιση του αντισυνταγματικού τρίτου Μνημονίου (θυμίζουμε 7.500 σελίδες σε δύο ημέρες) και των χιλιάδων εφαρμοστικών νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, τροπολογιών, κλπ., κλπ.
14.Ο ρόλος των συνδικαλιστικών ηγεσιών
Παρά τις αγωνιστικές διαθέσεις του κόσμου της εργασίας, που σε πολλές περιπτώσεις πραγματοποίησαν μεγαλειώδεις και αποτελεσματικές κινητοποιήσεις, οι ξεπουλημένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, όλ’ αυτά τα χρόνια έβαλαν πλάτη σε όλες τις αντεργατικές μεθοδεύσεις των πολιτικών τους αφεντικών και δέχθηκαν κατά καιρούς και επανειλημμένα την επιβράβευση της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΕΒ για την «υπευθυνότητα» και την «συμβολή τους για την επίτευξη του εθνικών στόχων».
15.Έξω η Ελλάδα από την ιμπεριαλιστική Ε.Ε.
Κάτω από αυτές τις αρνητικές προϋποθέσεις στις οποίες ζει και αγωνίζεται ο λαός μας, το ξεκάθαρο σύνθημα του Μ-Λ ΚΚΕ: «Έξω η Ελλάδα από την ιμπεριαλιστική Ε.Ε.», που αντιπαραθέτει στην ευρωδουλεία την πολιτική της εθνικής ανεξαρτησίας, δεν μπορεί να υποκατασταθεί με θολές διατυπώσεις του τύπου «αποδέσμευση-Ναι στην Ελλάδα και την Ευρώπη του σοσιαλισμού», που αποτελούν συνώνυμα της υπεκφυγής και παραπέμπουν σε μία βαθμιαία διαδικασία κατά την οποία θα προκύψει ο σοσιαλισμός και η «λαϊκή εξουσία». Ούτε με τα αναρχοσυνδικαλιστικά συνθήματα της «απειθαρχίας» και της «ανυπακοής». Το σύνθημα του Μ-Λ ΚΚΕ ενσωματώνει όλα τα άμεσα και τα συνδέει με τα γενικότερα λαϊκά αιτήματα για ριζική κοινωνική αλλαγή, για το γκρέμισμα του καθεστώτος της εξάρτησης και της υποτέλειας, για την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ξενόδουλης μεγαλοαστικής τάξης, που κρύβεται κάτω από τον μανδύα της τάχα δημοκρατικής Ε.Ε.