Συνεχίζει τον αγώνα ο αδούλωτος Παλαιστινιακός λαός
Με γνώμονα την εξυπηρέτηση των γεωπολιτικών συμφερόντων των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και σε βάρος μίας δίκαιης λύσης του παλαιστινιακού ζητήματος, υπογράφηκαν οι συμφωνίες “εξομάλυνσης” των σχέσεων του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) και το Μπαχρέιν.
Ο Τραμπ μίλησε για «ιστορική συμφωνία που αλλάζει τον ρου της Ιστορίας», διακρίνοντας πως «ξημερώνει μία νέα Μέση Ανατολή». Προέβλεψε πως άλλες πέντε ή έξι αραβικές ή μουσουλμανικές χώρες θα εξομαλύνουν σύντομα τις σχέσεις με το Ισραήλ, υποστηρίζοντας τάχα πως ακόμη και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Νετανιάχου, «κουράστηκε από τους πολέμους». Πρόσθεσε πως οι ΗΠΑ μιλούν και με τους Παλαιστινίους «που θα έρθουν και αυτοί στο σωστό χρόνο», ενώ εκτίμησε πως μετά από τις εκλογές του Νοέμβρη θα μπορούσε να επιτευχθεί γρήγορα μία «σπουδαία συμφωνία με το Ιράν». Προφανώς ο Τραμπ επενδύει προεκλογικά σε αυτές τις συμφωνίες.
΄Οπως φάνηκε από τις πρώτες κιόλας μέρες μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας, που χαιρέτισε και η ελληνική κυβέρνηση, επισπεύδονται οι εξελίξεις στην περιοχή, βάζοντας ένα ακόμα κομμάτι στο παζλ της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – Ισραήλ με το Ιράν, που είναι και η βασικότερη απειλή για τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή. Η συμφωνία συνοδεύεται από διαπραγματεύσεις για συμφωνίες πολλών δισ. δολαρίων σε νέους εξοπλισμούς, και συγκεκριμένα για την πώληση από τους Αμερικανούς μαχητικών «F-35» στα ΗΑΕ, με την προϋπόθεση όμως να μη διαταραχθεί η ισραηλινή στρατιωτική υπεροπλία.
Τη συμφωνία ακολούθησε ένα ντόμινο αντιδράσεων από αραβικές και μουσουλμανικές κυρίως χώρες, που είτε την απέρριψαν ως επικίνδυνη και απαράδεκτη είτε έδειξαν ανοχή -αν δεν την χαιρέτισαν-, προωθώντας και την ομαλοποίηση των σχέσεών τους με το Ισραήλ.
Το ζήτημα τέθηκε σε έκτακτη σύνοδο υπουργών Εξωτερικών του Αραβικού Συνδέσμου, μετά από απαίτηση του Παλαιστίνιου υπουργού Εξωτερικών, Ριγιάντ Μάλκι. Ο Παλαιστίνιος υπουργός κάλεσε τον Αραβικό Σύνδεσμο να απορρίψει τη συμφωνία ΗΑΕ – Ισραήλ, τονίζοντας ότι οποιαδήποτε άλλη στάση θα θεωρηθεί είτε επιδοκιμασία είτε συγκάλυψη. «Η Παλαιστινιακή Αρχή δεν θα το δεχτεί», πρόσθεσε, επισημαίνοντας πως η παλαιστινιακή πλευρά δεν έχει ορίσει κανέναν να μιλά εκ μέρους της ή στο όνομά της -σε μία έμμεση αναφορά στα ΗΑΕ-, που επικαλέστηκαν ως πρόσχημα για τη συμφωνία με το Ισραήλ την υπόσχεση του Ισραηλινού πρωθυπουργού για «πάγωμα» των σχεδίων προσάρτησης του 30% της κατεχόμενης Δυτικής ΄Οχθης. Επίσης επέκρινε τις προσπάθειες ορισμένων χωρών του Αραβικού Συνδέσμου να σαμποτάρουν την έκτακτη σύνοδο ή να δρομολογήσουν τακτική συνάντηση με διαφορετική ατζέντα, προσθέτοντας πως κάποτε το παλαιστινιακό ζήτημα ήταν εκείνο που ένωνε όλα τα μέλη του Συνδέσμου.
Το γεγονός ότι η πρόταση δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την απαραίτητη υποστήριξη των μελών του Αραβικού Συνδέσμου, δείχνει πολλά για την κινητικότητα που αναπτύσσεται στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο, με την παρέμβαση και του αμερικανικού παράγοντα. Το μόνο που απέσπασε ήταν η επιβεβαίωση υποστήριξης των μελών στην «Ειρηνευτική Αραβική Πρωτοβουλία», που είχε θέσει το 2002 η Σαουδική Αραβία και που, σε γενικές γραμμές, πρότεινε δίκαιη επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος με ίδρυση ανεξάρτητης Παλαιστίνης με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ και αντάλλαγμα την ομαλοποίηση των σχέσεων αραβικών και μουσουλμανικών χωρών με το Ισραήλ.
Πάντως, οι αμερικανικές επαφές σε Σαουδική Αραβία και Κατάρ για να προχωρήσουν σε ανάλογες συμφωνίες, δεν απέφεραν άμεσα καρπούς. Και οι δύο χώρες δεν προτίθενται άμεσα να προχωρήσουν σε ομαλοποίηση των σχέσεων με το Ισραήλ. Πρόσθεσαν πως εξακολουθούν να πιστεύουν στη λύση των δύο ανεξάρτητων κρατών, με ανεξάρτητη, βιώσιμη Παλαιστίνη, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Τέλος, σχολιάζοντας την υπογραφή των συμφωνιών ανάμεσα σε Ισραήλ, ΗΑΕ και Μπαχρέιν, ο Παλαιστίνιος πρέσβης στην Αθήνα, Μαρουάν Τουμπάσι, αποδοκίμασε την εξέλιξη ως «ελιγμό» της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Σε γραπτή δήλωσή του τόνισε πως «οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία είναι άκυρη και δεν προσφέρει τίποτα άλλο από έναν ελιγμό, διογκώνοντας τεχνηέντως τα επιτεύγματα της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ υπό το πρίσμα των προσεχών εκλογών». Εκτίμησε πως «έφτασε η ώρα για τη διεθνή κοινότητα να δεσμευτεί σθεναρά και πρακτικά και να συνεργαστεί για την εξασφάλιση μίας δίκαιης λύσης στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, οδηγώντας στην αναγνώριση των συλλογικών και ατομικών εθνικών δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού». Τόνισε, επίσης, πως «δίκαιη λύση μπορεί να γίνει με εξασφάλιση του δικαιώματος των Παλαιστινίων στην αυτοδιάθεση, την επίλυση του ζητήματος των προσφύγων και την ίδρυση ανεξάρτητης Παλαιστίνης στα σύνορα του 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ».