Έπεσαν φαινομενικά οι τόνοι
παραμένουν στο ακέραιο τα προβλήματα
Διευρύνονται οι διαφορές στις σχέσεις ανάμεσα στις κυβερνήσεις Ελλάδας-Κύπρου με τον Χριστοδουλίδη να αναζητά στήριξη στις Βρυξέλλες. Η απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να στηρίξει την Τουρκία για τη θέση του γγ του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (IMO), με αντάλλαγμα την τουρκική υποστήριξη στο ελληνικό αίτημα για την προσεχή εκλογή της χώρας στα μη μόνιμα μέλη του ΣΑ του ΟΗΕ, προκάλεσε τη δικαιολογημένη δυσφορία της Λευκωσίας, καθώς η Άγκυρα εξακολουθεί να αποκλείει τα πλοία υπό κυπριακή διαχείριση από τα τουρκικά λιμάνια. Να σημειωθεί ότι η Άγκυρα πρόσφατα απαγόρευσε ακόμα και τη διέλευση πλοίων κυπριακών συμφερόντων από τα Δαρδανέλια για τη μεταφορά ουκρανικών σιτηρών. Είναι σημαντικό επίσης ότι ο ΙΜΟ έχει αρμοδιότητα και για επίμαχα θέματα έρευνας και διάσωσης, που αποτελούν σημαντικό πεδίο έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Την περασμένη εβδομάδα προστέθηκε νέο ρήγμα στις ελληνοκυπριακές σχέσεις σχετικά με την Ευρωπαϊκή αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου. Η Αθήνα κράτησε θέση «ουδετερότητας» στην Επιτροπή υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ) στη συζήτηση για ένταξη του Κοσόβου σε αυτό. Συγκεκριμένα, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής 33 υπουργοί από τις 46 χώρες – μέλη αποδέχθηκαν το αλβανικό αίτημα της ένταξης του Κοσόβου στο ΣτΕ. Αντιτάχθηκαν Ουγγαρία, Ρουμανία, Κύπρος, Ισπανία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Σερβία, ενώ η Ελλάδα μαζί με τις Βοσνία – Ερζεγοβίνη, Σλοβακία, Μολδαβία, Ουκρανία τήρησαν στάση «ουδετερότητας». Η ανοχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην αναγνώριση του προτεκτοράτου του Κοσόβου ανοίγει τον δρόμο για τη διεθνή αναγνώριση των κατεχόμενων, η οποία βρίσκεται στην κορυφή της διπλωματικής ατζέντας της Άγκυρας και νομιμοποιεί τη διχοτομική επιλογή της λύσης των δύο κρατών.
Προεκλογικές αβεβαιότητες και παζάρια
Στο μεταξύ η αβεβαιότητα για το αποτέλεσμα των εκλογών της 14ης Μαΐου ενισχύεται μετά και την ανοιχτή υποστήριξη του Κιλιντζάρογλου από το φιλοκουρδικό HDP, που προκάλεσε πογκρόμ συλλήψεων Κούρδων. Το κλίμα επιβαρύνεται και με εκτιμήσεις ότι ο Ερντογάν δεν θα παραδώσει την κυβερνητική εξουσία κατά τα πρότυπα των δημοτικών εκλογών της Κωνσταντινούπολης, όπου, όταν ο υποψήφιός του έχασε οριακά, ο Ερντογάν δεν αναγνώρισε τότε το αποτέλεσμα και τις επανέλαβε. Σ’ αυτά τα πλαίσια πυκνώνουν οι αναφορές κυβερνητικών στελεχών (Σοϊλού) για πολιτικό πραξικόπημα σε συνέχεια του αποτυχημένου στρατιωτικού του 2016 με την καθοδήγηση των ΗΠΑ, ενώ οργιάζουν οι φήμες για την κατάσταση της υγείας του Τούρκου προέδρου. Σε απάντηση ο Ερντογάν προχωρεί σε «θεαματικές» κινήσεις. Προβάλλει το νέο απόκτημα του τουρκικού ναυτικού, το ελικοπτεροφόρο «Αναντολού» και τα τουρκικής κατασκευής αεροπλάνα και αυτοκίνητα, όπως ο Μητσοτάκης αντιπαρατάσσει τα αναβαθμισμένα F-16, τα «Ραφάλ» και τις «Μπελαρά». Κομπάζει για τη εξουδετέρωση του ηγέτη του «Ισλαμικού Κράτους», ενώ ο Θεοδωρικάκος προσπαθεί να τον μιμηθεί «εξιχνιάζοντας» προεκλογικά τη δολοφονία του δημοσιογράφου Καραϊβάζ. Ωστόσο, τα εγκαίνια του πυρηνικού σταθμού του Ακουγιού, έστω και με τη διαδικτυακή «παρουσία» Ερντογάν και Πούτιν, σηματοδοτούν τις υπάρχουσες στενές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία και τη συνέχιση των παζαριών με τη Δύση για την απόσπαση ανταλλαγμάτων.
Επικίνδυνες ΝΑΤΟϊκές διευθετήσεις
Σ’ αυτές τις συνθήκες πυκνώνουν και οι εκτιμήσεις ότι μετά τις εκλογές σε Ελλάδα, Τουρκία θα υπάρξει μια διεθνώς συντονισμένη προσπάθεια «επίλυσης των διαφορών» μεταξύ των δύο χωρών. Η μεθόδευση αυτή ξεκίνησε κιόλας από τον Δεκέμβρη, όταν με την εποπτεία του Σόλτς συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες εκπρόσωποι των δύο χωρών και επιταχύνθηκε τον Φλεβάρη με τη «διπλωματία των σεισμών». Έκτοτε κορυφαίοι πολιτικοί και στις δύο όχθες του Αιγαίου δηλώνουν ότι το καλό κλίμα είναι προϋπόθεση για την εκκίνηση μιας νέας διαδικασίας διευθετήσεων. «Θα δούμε μια πολύ σοβαρή προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων μετά τις εκλογές», είπε με σαφήνεια στους Δελφούς ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τσούνης. Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι δηλώσεις του Πλέτνερ. Ο σύμβουλος του Γερμανού καγκελάριου δήλωσε στους Δελφούς ότι οι εκλογές και στις δύο χώρες «προσφέρουν μια καλή ευκαιρία για μια θετική ώθηση για τη σταθερότητα στην περιοχή». Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι δυσοίωνες προβλέψεις, προερχόμενες κύρια από τις ΗΠΑ, ότι επίκειται θερμό επεισόδιο μετά τις εκλογές στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε κάθε περίπτωση οι ΝΑΤΟϊκοί «σύμμαχοι» προτρέπουν Ελλάδα και Τουρκία να «τα βρουν» άλλοτε με ανταλλάγματα και άλλοτε με απειλές. Η στρατηγική σημασία της Ελλάδας και της Τουρκίας έχει αυξηθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και την παραπέρα όξυνση ΗΠΑ-ΕΕ από τη μια και Κίνας-Ρωσίας από την άλλη. Όπως χαρακτηριστικά διαπιστώνει ανταπόκριση της γερμανικής «Ντόιτσε Βέλε», «η ένταση, ή ακόμα και μια ανοιχτή σύγκρουση, στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ αποτελεί δηλητήριο για τη δυτική συμμαχία στον αγώνα της κατά της Ρωσίας». Το αντίδοτο για το δηλητήριο εντοπίζεται στην υποχωρητικότητα των ελληνικών κυβερνήσεων. Ο Μητσοτάκης ήδη μιλά για ΝΑΤΟϊκά νησιά και θαλάσσιες ζώνες, ενώ όλα τα κόμματα που διεκδικούν κυβερνητικές θέσεις εναποθέτουν στην προκρούστεια κλίνη της Χάγης τις ελπίδες τους. Ο Αμερικανός πρέσβης προχώρησε ένα βήμα παραπέρα επισημαίνοντας ότι υπάρχει «επιθυμία για συμβιβασμό» και από τις δύο πλευρές. «Οι διαφορές είναι δυνατόν να επιλυθούν» είπε ο Τσούνης, αφού τελικά «δεν πρόκειται για τη σχέση Ισραήλ και Παλαιστίνης». Στη συνέχεια διατύπωσε την πάγια αμερικανική θέση των ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε θύτη και θύμα, απαιτώντας ουσιαστικά την εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ειρηνικά και αδιαμαρτύρητα: «Καμία από τις δύο πλευρές, (δηλαδή ούτε οι Έλληνες ούτε και οι Τούρκοι) δεν έχουν το μονοπώλιο του τι είναι σωστό και τι λάθος». Με άλλα λόγια η κυριαρχία και τα χωρικά ύδατα στα νησιά του Αιγαίου και η διχοτόμηση της Κύπρου είναι διαπραγματεύσιμα.