Μετά από μία μακρά περίοδο περιοριστικών μέτρων, εγκλεισμού, προστίμων, απαγορεύσεων κυκλοφορίας και συναθροίσεων, αναστολών εργασίας και αποκλεισμών, απαγόρευσης και καταστολής κάθε κινητοποίησης στο όνομα της «προστασίας της δημόσιας υγείας», η σημερινή κατάσταση των νοσοκομείων της χώρας καταδεικνύει με τον πιο τραγικό τρόπο ότι ουδέποτε η κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας έλαβαν ουσιαστικά μέτρα για τη προστασία της ζωής και της υγείας του ελληνικού λαού.
Αντιθέτως δυόμισι χρόνια τώρα εντείνουν την πολιτική της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης του ΕΣΥ, καλλιεργώντας ταυτόχρονα στην ελληνική κοινωνία το φόβο και τον κοινωνικό αυτοματισμό.
Από το 2019, δηλαδή από την έναρξη της πανδημίας μέχρι σήμερα το μόνιμο προσωπικό του Εθνικού Συστήματος υγείας μειώθηκε κατά 10.000. Δεν υπάρχει νοσοκομείο της χώρας που να μην μετράει από μερικές δεκάδες έως μερικές εκατοντάδες κενά σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Από τη Θεσσαλονίκη και την Κοζάνη μέχρι τη Λέρο, τη Λήμνο και την Ικαρία και από την Πάτρα και την Αθήνα μέχρι την Κρήτη, αμέτρητες καταγγελίες γιατρών και νοσηλευτών σε Κέντρα Υγείας και Νοσοκομεία για κενά σε δεκάδες ειδικότητες όπως αυτή του αναισθησιολόγου, για τραγικές ελλείψεις σε εξοπλισμό και αναλώσιμα, για υπερεφημέρευση και εξοντωτικές συνθήκες εργασίας οι οποίες καταλήγουν να θέτουν σε κίνδυνο τους ίδιους τους ασθενείς, ενώ οδηγούν και σε δεκάδες παραιτήσεις γιατρών.
Μέσα στην ίδια περίοδο η χρηματοδότηση του ΕΣΥ μειώθηκε κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ!
Στο ήδη υποστελεχωμένο ΕΣΥ προστέθηκαν το Σεπτέμβρη του 2021 και οι χιλιάδες αναστολές εργασίας που επιβλήθηκαν με το μέτρο της υποχρεωτικότητας, καταδικάζοντας χιλιάδες εργαζόμενους, ιατρικό, νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό του ΕΣΥ στην ανεργία, χωρίς να έχουν δικαίωμα ούτε καν στο πενιχρό επίδομά της. Οι αναστολές εργασίες βρίσκονται σε ισχύ μέχρι και σήμερα, την ίδια στιγμή που όλα τα υπόλοιπα μέτρα έχουν καταργηθεί -συνθήκη η οποία επίσης καταδεικνύει ότι οι στοχεύσεις της κυβέρνησης δεν αφορούσαν την προστασία της δημόσιας υγείας και άρα την ενίσχυση του ΕΣΥ, αλλά αντιθέτως τη διάλυσή του, τη μετατροπή του εμβολίου από μέτρο προστασίας σε όπλο εκβιασμού και καταστολής, την ενίσχυση των ιδιωτικών κεφαλαίων στην υγεία, την πλήρη εμπέδωση της ατομικής ευθύνης, τον αυταρχισμό και την καταστολή, την τιμωρία και τον κοινωνικό αποκλεισμό για όσους δεν ευθυγραμμίζονται με αυτό που ορίζει κάθε φορά ως «υπεύθυνο» ο πρωθυπουργός και τα επιτελεία του.
Αυτοί που καταδικάζουν χιλιάδες ανεσταλμένους στην ανέχεια, αυτοί που μέχρι πριν λίγους μήνες έριχναν πρόστιμα και ξύλο στους «ανεύθυνους» πολίτες γιατί περπατούσαν στο δρόμο, γιατί πήγαιναν στα πάρκα, γιατί δεν είχαν λεφτά να κάνουν rapid, γιατί τόλμαγαν και διαδήλωναν, είναι οι ίδιοι που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή και την υγεία του λαού, των εργαζομένων της νεολαίας ακόμα και των μικρών παιδιών.
Οι πρόσφατες καταγγελίες για την αναβολή 2.925 χειρουργείων στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» καταδεικνύουν αυτή την εγκληματική πολιτική. Καμία δέσμευση δεν υπάρχει για προσλήψεις προσωπικού και πραγματική ενίσχυση έστω του Νοσοκομείου Παίδων, που αφορά την περίθαλψη και τη ζωή χιλιάδων παιδιών. Αντ’ αυτού ο υπουργός υγείας με κυνισμό μάς ενημερώνει ότι θα συνεχιστεί η πολιτική του μπαλώματος και της διαλογής στο ΕΣΥ, δηλώνοντας ότι «μεταφέρουμε αναισθησιολόγους από άλλα νοσοκομεία στο νοσοκομείο Παίδων και επειδή δεν μου αρέσει να ωραιοποιώ καταστάσεις αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει δυσλειτουργία σε άλλα νοσοκομεία ενηλίκων»!
Ταυτόχρονα η δεύτερη μελέτη του επ. καθηγητή Δημόσιας Υγείας Θ. Λύτρα επιβεβαιώνει αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα και αποκαλύπτει το μέγεθος του εγκλήματος που διέπραξε και διαπράττει η κυβέρνηση ΝΔ σε βάρος τής ζωής χιλιάδων ανθρώπων που νοσηλεύτηκαν στα υποστελεχωμένα δημόσια νοσοκομεία. Συγκεκριμένα η μελέτη η οποία αφορά την περίοδο από το Σεπτέμβρη του 2021 έως τον Απρίλη του 2022 αναφέρει καταρχάς αύξηση του ποσοστού θνητότητας κατά 21% σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο της πανδημίας. Το δεύτερο αποκαλυπτικό στοιχείο είναι ότι όσοι διασωληνώθηκαν εκτός ΜΕΘ πέθαναν σε ποσοστό 97,7% (η μελέτη αναφέρεται σε απόλυτο αριθμό 1084 ασθενών)! Επιπλέον τραγικά υψηλά είναι και τα ποσοστά θνητότητας εντός ΜΕΘ με θνητότητα άνω του 70%, με άλλα λόγια οι ΜΕΘ δεν λειτουργούν. Όσον αφορά την περιφέρεια, δηλ. τον κόσμο που ζει στην επαρχία, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη αφού το ποσοστό αυτό αυξάνεται κατά 64% σε σχέση με την Αθήνα! Χιλιάδες ανθρώπινες ζωές που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αλλά καταδικάστηκαν σε θάνατο από τις εγκληματικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν όλη αυτή την περίοδο. Χιλιάδες θάνατοι για τους οποίους η κυβέρνηση και το υπουργείο υγείας οφείλουν να λογοδοτήσουν. Δεν θα ξεχάσουμε τις προκλητικές δηλώσεις του υπουργού επικρατείας Γεραπετρίτη μπροστά στο αίτημα για άνοιγμα νέων ΜΕΘ, ο οποίος κόντρα σε κάθε λογική ισχυριζόταν ότι «Αν είχαμε 5.000 ΜΕΘ, όσες περισσότερες ΜΕΘ θα είχαμε περισσότερους θανάτους». Δεν θα ξεχάσουμε επίσης την προκλητική δήλωση του Πρωθυπουργού που με στόμφο και σε υψηλούς τόνους καλούσε να του «φέρουν μελέτες που να αποδεικνύουν ότι οι θάνατοι εκτός ΜΕΘ είναι περισσότεροι». Αυτοί που καλλιέργησαν τον κοινωνικό κανιβαλισμό προσπαθώντας να στρέψουν την οργή του κόσμου στον διπλανό του, τον ανεύθυνο ανεμβολίαστο, τον ανεύθυνο διαδηλωτή, τον ανεύθυνο νέο που συνωστίζεται στις πλατείες είναι οι μοναδικοί υπαίτιοι για τα τραγικά ποσοστά θνητότητας Covid και τη διάλυση του ΕΣΥ.
Στην περίοδο της πανδημίας, τα κέρδη των ιδιωτικών κλινικών αυξήθηκαν. Δίπλα στα ολοένα και πιο υποβαθμισμένα περιφερειακά νοσοκομεία ξεφυτρώνουν, ιδιωτικά κέντρα υγείας και κλινικές. Η ενίσχυση και εξάπλωση της ιδιωτικής υγείας πάνω στα ερείπια του Εθνικού Συστήματος Υγείας αποτελεί στόχευση της κυβέρνησης Μητσοτάκη την οποία υπηρέτησαν και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Το «νέο ΕΣΥ» που οραματίζεται η κυβέρνηση και ο υπουργός Υγείας Θ. Πλεύρης περιορίζει ακόμα περισσότερο την πρόσβαση του λαού και των εργαζομένων στη δημόσια και δωρεάν περίθαλψη, καταδικάζοντας σε θάνατο τους πιο ευπαθείς και αδύναμους.
Η αναγκαιότητα ενός ισχυρού δημόσιου συστήματος υγείας, που βρέθηκε στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου στην έναρξη της πανδημίας, θάφτηκε κάτω από την υστερία του καθολικού και του υποχρεωτικού εμβολιασμού και σήμερα παραμερίζεται από το τεράστιο κύμα ακρίβειας που συνθλίβει το εισόδημα της τεράστιας πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Όμως η διάλυση του ΕΣΥ, και οι χιλιάδες θάνατοι έξω από τις ΜΕΘ, σε ουρές ΤΕΠ και αναμονές χειρουργείων, δεν πρέπει να εμπεδωθεί ως μία νέα «κανονικότητα».
H ενίσχυση του ΕΣΥ και η καθολική πρόσβαση στη δημόσια και δωρεάν περίθαλψη πρέπει να παραμείνει ψηλά στις διεκδικήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας, μαζί με όλα τα αιτήματα που προβάλλουν με τους αγώνες τους σήμερα οι υγειονομικοί, για άρση όλων των αναστολών εργασίας, μονιμοποίηση των συμβασιούχων, προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, αυξήσεις στους μισθούς, ενίσχυση της χρηματοδότησης του ΕΣΥ δημόσια και δωρεάν περίθαλψη για όλους χωρίς αποκλεισμούς.