Η πρόσφατη επιδημία του κορονοϊού φέρνει στην επιφάνεια τα ζητήματα της Υγείας και των σχέσεων που αυτά έχουν με το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα.
Η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης είναι ένα βασικό στοιχείο για την ύπαρξη και λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος, για την εξασφάλιση της κερδοφορίας του, μέσω της υποκλοπής της υπεραξίας. Έτσι ο μισθός, που καλύπτει ένα μέρος της αξίας της εργατικής δύναμης, δίνεται από το κεφάλαιο ακριβώς για την αποκατάσταση της φθοράς της, (επισκευή) και την αναπαραγωγή της (στέγη, τροφή, ανάπαυση, ανατροφή παιδιών-νέων εργατών κλπ).
Ο Μαρξ στο μνημειώδες έργο του, «Το Κεφάλαιο», στην «Πάλη για την κανονική εργάσιμη ημέρα» τόνιζε:
«Το κεφάλαιο σφετερίζεται το χρόνο που είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη, την εξέλιξη και τη διατήρηση της υγείας του σώματος. Ληστεύει το χρόνο που είναι απαραίτητος για την κατανάλωση του καθαρού αέρα και του ηλιακού φωτός… Αντί τα όρια της εργάσιμης ημέρας να τα καθορίζει η φυσιολογική συντήρηση της εργατικής δύναμης, αντίστροφα η μεγαλύτερη δυνατή ημερήσια κατανάλωση της εργατικής δύναμης – όσο νοσηρά βίαιη και επίμονη και αν είναι η κατανάλωση αυτή – καθορίζει τα όρια και το χρόνο ανάπαυσης του εργάτη. Το κεφάλαιο δεν ρωτάει πόσο διαρκεί η ζωή της εργατικής δύναμης. Αυτό που το ενδιαφέρει είναι αποκλειστικά και μόνο το ανώτατο όριο της εργατικής δύναμης που μπορεί να ρευστοποιηθεί μέσα σε μια εργάσιμη μέρα. Το σκοπό αυτό πετυχαίνει ελαττώνοντας την διάρκεια της εργατικής δύναμης, όπως ένας άπληστος γεωργός πετυχαίνει μια μεγαλύτερη απόδοση του εδάφους, καταληστεύοντας τη γονιμότητά του» (τ. 1ος σελ. 278, 279, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 1978).
Πόσο επίκαιρα και προφητικά!
Η εργατική τάξη, παραγωγός κάθε αξίας, πλούτου και συνεπώς του κέρδους για το κεφάλαιο, φθείρεται ανεπανόρθωτα μέσα από τις αλλεπάλληλες, μεγάλες επιδημιολογικές -και όχι μόνον- καταστροφές. Για να αποκατασταθεί αυτή η φθορά, κρίθηκε αναγκαία η διάθεση κάποιων πόρων για την αντιμετώπισή της. Η Ισπανική Γρίπη, που πριν από έναν αιώνα είχε στοιχίσει περίπου 20 εκ. νεκρούς, (μαζί με τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο 50 εκ.), προσδιόρισε την ανάγκη ενός Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Βέβαια η ανάγκη αυτή έγινε πράξη κάτω από τις διεκδικήσεις της ίδιας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων -στο πλαίσιο της ταξικής πάλης- αλλά και σαν «απάντηση» της καπιταλιστικής Δύσης στο φωτεινό παράδειγμα της Οκτωβριανής επανάστασης και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, που εφάρμοσε ένα ευρύ σύστημα Λαϊκής Υγείας για όλους τους σοβιετικούς πολίτες.
Το 1948, μετά και τον περισσότερο φονικό Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (80 εκ. νεκροί) και με την νίκη του σοσιαλισμού και σε μια σειρά άλλες χώρες, ο ΟΗΕ ίδρυσε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO – ΠΟΥ), με στόχο την Υγεία, που την όρισε σαν «κατάσταση απόλυτης φυσικής, διανοητικής και κοινωνικής ευημερίας και όχι μόνο ως απουσία ασθενειών και αναπηριών» (η υπογράμμιση δική μας). Βέβαια η εξέλιξη, όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, όχι μόνο δεν επιβεβαίωσε αυτόν τον στόχο αλλά, αντίθετα, φαίνεται ότι τον απομάκρυνε ακόμα περισσότερο. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν επιστημονικές πρόοδοι και νίκες κατά των ασθενειών. Αντίθετα, υπήρξαν πολλές τέτοιες. Μόνον που και αυτές έγιναν αντικείμενο κερδοσκοπίας ιδιωτικών συμφερόντων (φαρμακευτικών εταιρειών κλπ).
Τα τελευταία 100 χρόνια η ανθρωπότητα πέρασε σειρά πανδημιών γρίπης, μετά τη φονική «Ισπανική Γρίπη» (Η1N1-Α) του 1918, την «Ασιατική Γρίπη» (H2N2) το 1957, την «Γρίπη του Χονγκ Κονγκ» (H3N2) το 1968, το σύνδρομο «SARS» το 2003, την «Γρίπη των Πτηνών» (Η5Ν1) το 1997, την επιδημία «Έμπολα» (EVD) στη Δ. Αφρική το 2013, τη «Νόσο των Χοίρων» (H1N1-Β) το 2009 και τώρα τον κορονοϊό (COVID 19). Ταυτόχρονα είναι σε έξαρση ασθένειες όπως ο καρκίνος, ο οποίος, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Κέντρου Μελέτης Καρκίνου της Βρετανίας, αναμένεται να πλήξει τον έναν στους δύο πολίτες, σε κάποιο σημείο της ζωής τους.
Τις τελευταίες δεκαετίες, μετά και από την τυπική παλινόρθωση του καπιταλισμού στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και την εξάλειψη του όποιου «αντίπαλου δέους», μετά τη βαθιά και αθεράπευτη καπιταλιστική κρίση (2008 – «Λέμαν Μπράδερς»), με την αλματώδη αύξηση της ανεργίας, μετά την μεγάλη υποχώρηση του λαϊκού κινήματος και του εργατικού μισθού, φαίνεται ότι οι δυνάμεις του κεφαλαίου (έχοντας στη διάθεσή τους απεριόριστα αποθέματα εργατικής δύναμης από τον εφεδρικό βιομηχανικό στρατό), θέλουν να μειώσουν κι άλλο τους πόρους για τη Δημόσια Υγεία, να τους μεταφέρουν στο πεδίο της κερδοφορίας της ιδιωτικής υγείας ή αλλού και να μεταφέρουν το κόστος αποκατάστασης της φθοράς της εργατικής δύναμης στον υποτιμημένο μισθό της, πράγμα που οδηγεί σε πλήρη εξαθλίωση των όρων διαβίωσης, προφανώς της υγείας της και της ίδιας της ζωής της.
Ταυτόχρονα, στην εποχή του ιμπεριαλισμού και των πολιτικών του ΔΝΤ, η καταλήστευση των φτωχών και υπανάπτυκτων χωρών οδηγεί στην εμφάνιση ασθενειών που υποτίθεται ότι η ανθρωπότητα τις ξεπέρασε (π.χ. φυματίωση). Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, σχεδόν 2,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο στερούνται πρόσβασης σε επαρκή ποσότητα νερού, βασικού στοιχείου για την υγεία. Οι περιφερειακοί πόλεμοι, σαν αποτέλεσμα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, αυξάνουν τους άστεγους, τους πρόσφυγες, τους πεινασμένους, τους ανάπηρους, τους άρρωστους, την κακή υγεία, την θνησιμότητα αυτών των πληθυσμών.
Η ανεργία, η μερική απασχόληση, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, οι συνθήκες εργασίας, η φτώχεια, ο υποσιτισμός, η κακή διατροφή αποτελούν επιστημονικά αποδεδειγμένα κοινωνικά νοσογόνους παράγοντες. Τα μεταλλαγμένα -κακής ποιότητας- προϊόντα και τρόφιμα, με επιβλαβή υλικά, συντηρητικά, ορμόνες ταχείας ωρίμανσης, χρωστικές ουσίες κλπ, ενοχοποιούνται για πολλές ασθένειες. Και τα πρώτα και τα δεύτερα οφείλονται στην κερδοσκοπία του κεφαλαίου, ύστερα από την τεράστια ανάπτυξη της βιομηχανίας των τροφίμων.
Το νοσηρό και νοσογόνο αυτό πλαίσιο ζωής, στην εποχή του καπιταλισμού – ιμπεριαλισμού επηρεάζεται και από την καταστροφή του περιβάλλοντος, τη μαζική εισβολή των χημικών, τη ραδιενέργεια (Τσερνομπίλ, Φουκουσίμα), την κλιματική αλλαγή και τις πλημμύρες, αλλά και το άγχος και το στρες που οδηγούν στην αύξηση των ψυχικών ασθενειών και των αυτοκτονιών. Έρευνα που έγινε πρόσφατα στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν, συγκρίνοντας ατομικές συνήθειες όπως το κάπνισμα, την σωματική άσκηση ή το υπερβολικό σωματικό βάρος με κοινωνικούς παράγοντες, έδειξε ότι οι τελευταίοι παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην εμφάνιση καρδιοπαθειών, καρκινογενέσεων, ψυχικών νόσων.
Συνεπώς, αν οι τρεις παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία είναι τα βιολογικά χαρακτηριστικά, το περιβάλλον -φυσικό και τεχνητό- και οι σχέσεις παραγωγής ή το κοινωνικό περιβάλλον, είναι προφανές ότι οι δυο τελευταίοι παράγοντες επηρεάζονται δραματικά από το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα. Στην ταξική κοινωνία η υγεία δεν αντιμετωπίζεται ως πρωταρχικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου, αλλά στη βάση των κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής, σαν εμπόρευμα. Το κόστος της βαραίνει τα δημόσια συστήματα υγείας, που υποβαθμίζονται διαρκώς, σε βάρος του πενιχρού εργατικού μισθού και πλουτίζει τις πολυεθνικές των φαρμάκων και της ιατρικής τεχνολογίας, για τις οποίες οι πολίτες αποτελούν ένα άλλο μέσο κερδοφορίας. Στο πλαίσιο αυτό, τα τελευταία χρόνια πολλαπλασιάστηκαν οι επενδύσεις του κεφαλαίου σε ιδιωτικά νοσοκομεία και διαγνωστικά κέντρα, είτε άμεσα είτε με την μορφή ΣΔΙΤ.
Αλλά και οι τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν σε επιστημονική γνώση, σε τεχνολογικά-φαρμακευτικά μέσα και σε εξειδικευμένο προσωπικό, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν την έρευνα στην αποτελεσματική πρόληψη και αντιμετώπιση νέων ασθενειών, καθορίζονται από τη σχέση κόστους-οφέλους. Στο βαθμό που η χρηματοδότηση της έρευνας έχει αφεθεί στο ιδιωτικό κεφάλαιο (πολυεθνικές του φαρμάκου κλπ), αυτό δεν διαθέτει κεφάλαια για την πρόληψη, την έρευνα και την αντιμετώπιση πιθανών ασθενειών και μελλοντικής μετάλλαξης γενετικά παρεμφερών ιών, γιατί κάτι τέτοιο δεν προσφέρει άμεση απόσβεση και κερδοφορία. Πρέπει να πεθάνουν αρκετά εκατομμύρια για να επενδυθούν κεφάλαια στην παραγωγή σχετικών αντιδότων (φαρμάκων-εμβολίων). Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που έχουν προκύψει φάρμακα και δεν παράγονται ή και αποσύρονται, επειδή δεν εξασφαλίζεται ικανοποιητική κερδοφορία.
Ο καθηγητής Τζέϊσον Σβαρτς, της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Yale, επισημαίνει πως «είναι ουσιώδους σημασίας η μακροπρόθεσμη κρατική χρηματοδότηση της ιατρικής έρευνας, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει έξαρση επιδημίας ή όταν η ζήτηση για εμβόλια είναι χαμηλή».
Γιατί να επενδύσουν όμως τα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα στην υγεία, όταν ο ανταγωνισμός τους για σφαίρες επιρροής, για τους δρόμους και τις πηγές ενέργειας τα οδηγεί στην αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για στρατιωτικές δαπάνες, αυξάνοντας κι άλλο το χάσμα με τις δαπάνες για την επιστημονική ιατρική έρευνα;
Επιβεβαίωση αυτής ακριβώς της κατάστασης είναι το γεγονός ότι τα συστήματα της Δημόσιας Υγείας, τα οποία κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν την επελαύνουσα επιδημία του κορονοϊού σε προηγμένες μάλιστα χώρες, όπως αυτές της Δυτικής Ευρώπης, έχουν καταρρεύσει, ενώ ταυτόχρονα οι ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας να παραμένουν σε ασυλία. Και αν σήμερα θρηνούμε εκατόμβες νεκρών από την επιδημία κορονοϊού σε αυτές τις χώρες, μπορεί να φανταστεί κανείς τι θα συμβεί αν η επιδημία επεκταθεί στις φτωχές χώρες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας.
Βέβαια πάνω στα πτώματα των χιλιάδων νεκρών αναδεικνύεται ένας ανελέητος ανταγωνισμός για την ανακάλυψη του αντιδότου (εμβολίου), με τον Αμερικανό Πρόεδρο Τράμπ να θέλει να εξαγοράσει γερμανική ομάδα έρευνας που βρίσκεται κοντά στο αντίδοτο και να συνεχίζει τις εγκληματικές κυρώσεις σε διάφορες χώρες, ενώ ανάλγητη αναδεικνύεται η πολιτική της «ανθρωποφάγας» βρετανικής μονοπωλιακής αστικής τάξης, που εφαρμόζοντας την «ανοσία αγέλης», δεν λαμβάνει κανένα μέτρο, προκειμένου να μη πληγεί η «αγορά», ανεξάρτητα αν «θα χάσουμε κάποιους αγαπημένους», όπως με περισσή θρασύτητα δηλώνει ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον (μιλάμε βέβαια για εκατοντάδες χιλιάδες).
Οι γιατροί συνήθως λένε ότι το τσιγάρο ή το αλκοόλ είναι από τους πιο επιβαρυντικούς παράγοντες για την υγεία. Ο Αμερικανός καθηγητής Οικογενειακής και Κοινοτικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Νιου Μέξικο και «ακτιβιστής», Χάουαρντ Ουέϊτζκιν, στο πλαίσιο της εκδήλωσης στην Ελλάδα «ΔΝΤ και οι επιπτώσεις στην υγεία: η ελληνική και διεθνής εμπειρία», ανέφερε ότι πολύ περισσότερο απ’ όλα αυτά είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός.
Στον καπιταλισμό, όπως όλα τα δικαιώματα, έτσι και η υγεία, η ιατρική και η έρευνα, η επιστήμη και η τεχνολογία, η γνώση και η άγνοια, προσδιορίζονται ταξικά και καθορίζονται από το ποιος ελέγχει και κατέχει τα μέσα παραγωγής, τη βιομηχανία της έρευνας και την αναπαραγωγής της γνώσης (Πανεπιστήμια κλπ). Τα περισσότερα θύματα άλλωστε όλων των επιδημιών προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα, αφού η πλουτοκρατία έχει την δυνατότητα πρόσβασης στα ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας.
Ο τρόπος αντιμετώπισης του κορονοϊού στην Κίνα, που στην αρχή ξεσήκωσε μια αντικινέζικη εκστρατεία, οδήγησε και σε κάποιες άλλες ύστερες σκέψεις. Παρά τη ρεβιζιονιστική στροφή και την καπιταλιστική παλινόρθωση, τα υπολείμματα των κατακτήσεων του σοσιαλισμού και η ύπαρξη μιας κεντρικά σχεδιασμένης και οργανωμένης επιχείρησης, σχετικά αποτελεσματικής αντιμετώπισης της επιδημίας του κορονοϊού, οδήγησε τις καπιταλιστικές χώρες να ζητούν τη βοήθεια και την εμπειρία της, ενώ δεν έλειψαν οι αναφορές και σε διεθνή έντυπα για τους «Ξυπόλητους γιατρούς του Μάο», «Ο Μάο θα νικούσε τον κορονοϊό» ή «Πώς ο καπιταλισμός κατέστρεψε το σύστημα υγείας της Κίνας» (βιντεάκι των New York Times). Πού να φανταστεί κανείς ποια θα ήταν η κατάσταση αν υπήρχε μια πραγματικά σοσιαλιστική οικονομία και πολιτική που θα αναδείκνυε, μεταξύ των άλλων, τη Λαϊκή Υγεία σε βασικό δικαίωμα των ανθρώπων.
Αν αυτός είναι ο στρατηγικός μας στόχος, στις σημερινές συνθήκες υπόθεση του εργατικού-λαϊκού κινήματος πρέπει να γίνει το να ζητήσουμε να σταματήσει η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της Υγείας, που είναι προνόμιο των «λίγων και εκλεκτών» και να διατεθούν άμεσα πόροι για τη Δημόσια Δωρεάν Υγεία.