Από τον καιρό που ο Γάλλος Μοντεσκιέ διαχώρισε τις εξουσίες σε νομοθετικό, εκτελεστικό και δικαστικό σώμα έχει κυλίσει πολύ νερό στις όχθες του Σηκουάνα. Η διάκριση των εξουσιών ώστε να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες και να μειώνεται ο απολυταρχικός χαρακτήρας της αρχής του «ενός ανδρός» απασχόλησε τις κοινωνίες από την αρχαιότητα ως σήμερα, με τον Αριστοτέλη στα «Πολιτικά» του να αναζητεί τους διαχωρισμούς.

Το σύγχρονο αστικό κράτος -που κληρονόμησε τις αρχές των αστικών επαναστάσεων- διαμόρφωσε μια ποικιλία θεσμών, από την οικονομία ως τον πολιτισμό, για να κοκορεύεται πως η στεγανοποίηση διαφόρων πεδίων τού προσδίδει αντικειμενικότητα και κύρος. Οπωσδήποτε οι διάφοροι αστικοί οργανισμοί είναι πρόοδος σε σχέση με τον πρωτογονισμό όπου ο φύλαρχος ή ο θρησκευτικός ηγέτης νομοθετεί, αποδίδει δίκαιο και εκτελεί (κατά κυριολεξία). Όμως το ύστερο αστικό καθεστώς -όπως έχει αποδειχθεί- περνάει στο αντίθετό του και αναιρεί τις πρώιμες ριζοσπαστικές καταβολές του. Ο καπιταλισμός του 20ου αιώνα, με τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να δίνουν τον τόνο, μετατρέπεται στο αντίθετό του και συντηρητικοποιεί όλα τα αντανακλαστικά του. Μετατρέπεται σε καπιταλισμό που παρακμάζει και σαπίζει. Σε τελική ανάλυση προετοιμάζει τους όρους για την ανατροπή και το θάψιμό του από την εργατική τάξη που γέννησε η βιομηχανία και θ’ αποτελέσει το νεκροθάφτη του.
Η δικαιοσύνη δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση.

Το κοινωνικό ιδεότυπο με την τυφλή δικαιοσύνη, που κρατάει τη ζυγαριά και αποδίδει τα ίδια σε φτωχούς και πλούσιους, δυνατούς κι αδύναμους, είναι στα μυαλά των ιδεαλιστών του 18ου και 19ου αιώνα (όπως η ελευθερία, η ειρήνη κλπ) και δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα. Οι αστοί πολιτικοί και οι παπαγάλοι τους έχουν εφεύρει το ιδεολόγημα της ανεξάρτητης δικαιοσύνης. Πάμπολλες φορές έχουμε ακούσει από πολιτικούς, δικηγόρους αλλά και τον απλό κόσμο να αναπαράγουν το κάλπικο ιδεολόγημα «έχω εμπιστοσύνη στη διακαιοσύνη», «η ανεξάρτητη δικαιοσύνη θ’ αποφανθεί» κ.ά. Πρόκειται για ένα ανέκδοτο, για ένα κατά συνθήκη ψέμα, που λέγεται γιατί το αστικό σύστημα βαφτίζει ανεξάρτητο ένα δουλικό του.

Έχουμε βασικά αντεπιχειρήματα και κυρίως την ιστορική πείρα που αποδείχνει του λόγου το αληθές.
Πρώτον οι νομικές σχολές που παράγουν δικαστές βρίσκονται κάτω από το ιδεολογικό βάρος των αστικών ιδεολογημάτων (βιβλία κλπ).
Δεύτερον, οι δικαστές είναι υπάλληλοι του κράτους, πληρώνονται αδρά από αυτό και συνταξιοδοτούνται (πάλι αδρά) από αυτό.
Τρίτον, αποτελούν κλειστή κάστα.

Τέταρτον, έχουν κατακρεουργήσει κάθε δίκαιη λαϊκή κίνηση, όπως πχ την απεργία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 82 προσφυγές που κατέφυγαν στη δικαιοσύνη τα τελευταία χρόνια για να κηρυχτεί η απεργία παράνομη και καταχρηστική, η τυφλή δικαιοσύνη έβγαλε και τις 82 παράνομες! Σκορ 100%!

Στο δολοφονικό δυστύχημα των Τεμπών αρκετοί έχουν εναποθέσει τη λύση στη δικαιοσύνη όπου αδέκαστη και τυφλή θα αποδώσει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Πρόκειται για φρούδες ελπίδες. Σε ένα ταξικό σύστημα, κάθε θεσμός και κάθε εργαλείο του θα ’ναι ακραιφνώς ταξικό. Ακόμα και όταν κάπου αποδοθούν βαριές ποινές ή αθωωθεί ο… Γιάννης Αγιάννης, αυτό θα γίνει για να επιβεβαιωθεί ο κανόνας και να αναπαραχθεί το σύστημα. Δεν αναφερόμαστε σε περιπτώσεις γνωριμιών, δωροδοκιών και δολοπλοκιών που και αυτές υπάρχουν μέσα στον αστικό βόρβορο. Αναφερόμαστε στην κανονικότητα, τη συνηθισμένη πρακτική και τη δικανική καθημερινότητα. Αν το έγκλημα των Τεμπών αφεθεί στους δικαστικούς λαβύρινθους και στη σημαδεμένη ζυγαριά των δικαστών, και όχι στη δύναμη του λαϊκού αγώνα, τότε κανένας νεκρός δε θα δικαιωθεί και η πολιτική εξουσία θα κρυφτεί στις πτυχές του δικαστικού χιτώνα.

Γιατί η δικαιοσύνη (δηλαδή οι άνθρωποι και τα μυαλά τους) είναι ταξικά πράγματα.