Το 2021 πέρασε αλλά το 2022 ξεκινά με όλο το βαρύ αντιδραστικό φορτίο των αντιλαϊκών μέτρων που έχει φορτώσει η κυβέρνηση της ΝΔ στον ελληνικό λαό. Στην τρίτη χρονιά τής θητείας της η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανέπτυξε και διεύρυνε το αντιλαϊκό έργο της που ξεκίνησε το 2019, πατώντας πάνω στο έδαφος που καλλιέργησε προηγούμενα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η δεκαετία των μνημονίων. Τα διαγγέλματα της Μητσοτακικής προπαγάνδας που διατυμπάνιζαν στις αρχές του 2021 την «επαναφορά στην κανονικότητα» και στην «ανάπτυξη» αποδείχτηκαν φληναφήματα σύντομα -και πολύ περισσότερο σήμερα που έχουμε και τον απολογισμό του 2021. Τα ίδια επαναλαμβάνονται από τα κυβερνητικά φερέφωνα και τώρα, παρ’ όλο που το 2022 μπήκε με μαύρους οιωνούς, με ένα κύμα ακρίβειας να σαρώνει την οικονομία και τα λαϊκά εισοδήματα, με ένα τέταρτο κύμα της πανδημίας να απλώνεται με μεγαλύτερη ταχύτητα και, πάνω στο βωμό της κυβερνητικής πολιτικής διάλυσης του δημόσιου συστήματος υγείας, να μεγαλώνει το μακάβριο σωρό των θανάτων.
Και το 2021 όλοι οι βασικοί δείκτες που βαθμολογούν την κυβερνητική πολιτική αποτυπώνουν μια δεινή οικονομική και κοινωνική κατάσταση:
Στον τομέα της εργασίας και των απομάχων της δουλειάς οι αριθμοί που δείχνουν την ανεργία να διατηρείται στα ύψη του 1.000.000 άνεργων, τους μερικά απασχολούμενους (ημιάνεργους στην ουσία) να έχουν ξεπεράσει το 30% του συνόλου των μισθωτών και να αυξάνονται ραγδαία, τον καθαρό μισθό να κυμαίνεται γύρω από ένα μέσο όρο των 785 ευρώ, των μερικά απασχολούμενων γύρω από το μέσο όρο των 345 ευρώ, τον κατώτατο μισθό να παραμένει μικρότερος κατά 100 ευρώ από το ύψος που ήταν πριν 10 χρόνια, την κύρια σύνταξη γήρατος γύρω από το μέσο όρο των 713 ευρώ, απεικονίζουν μια τραγική οικονομική κατάσταση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων του πληθυσμού, μέσα στα οποία θα πρέπει να περιληφθούν και οι χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι και απασχολούμενοι σε μικρές επιχειρήσεις που έκλεισαν, χρεοκόπησαν ή καταχρεώθηκαν μέσα στις συνθήκες της πανδημίας.
Η όλη εικόνα της εκτεταμένης οικονομικής ανέχειας όχι μόνο δεν ελαφρύνεται από μέτρα κοινωνικής στήριξης αλλά αντίθετα γίνεται πιο δραματική, καθώς συμπληρώνεται και από μια κυβερνητική πολιτική διάλυσης των δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών:
Πρώτα- πρώτα στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπου η πανδημία έχει καταστήσει επείγουσα εδώ και σχεδόν δυο χρόνια την ανάγκη στήριξής του, η κυβέρνηση της ΝΔ ανάλγητα θεώρησε και θεωρεί τη στήριξή του είδος «πολυτελείας»(!) και και προκλητικά μείωσε(!) την περασμένη χρονιά κατά 572 εκατομμύρια το κρατικό κονδύλι για τη δημόσια υγεία, με αποτέλεσμα τα νοσοκομεία να καταρρέουν, τα κύματα της πανδημίας να διαδέχονται το ένα το άλλο και στο 2021 να έχουμε υπερτετραπλασιασμό(!) του συνολικού αριθμού των θανάτων από κορονοϊό (σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΔΥ στις 31/12/2020 το σύνολο των θανάτων στην Ελλάδα ήταν 4838 και στις 31/12/2021 ήταν 20.790!).
Στον τομέα της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης όπου η κυβερνητική πολιτική μείωσε κατά 12,5% (2 δισ. ευρώ) το κρατικό κονδύλι χρηματοδότησης των κυρίων συντάξεων.
Στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας όπου, επίσης, το κρατικό το κονδύλι για τη στήριξη των ανέργων (επιδόματα ανεργίας) το 2021 μειώθηκε κατά 820 εκατομμύρια ευρώ!
Στον τομέα της δημόσιας παιδείας όπου εξαπολύθηκε ένα μπαράζ εφαρμογής μέτρων (ελάχιστη βάση εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, αξιολόγηση στα σχολεία κλπ) που οδηγούν στη συρρίκνωση και υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας, στην ιδιωτικοποίησή της και στο ύψωμα φραγμών στη μαζική μόρφωση των παιδιών.
Στον τομέα της κοινωνικής προστασίας όπου η κυβερνητική πολιτική αποκαλύφθηκε εντελώς ξεχαρβαλωμένη και αδιάφορη όταν ήλθε αντιμέτωπη με τις πυρκαγιές του καλοκαιριού στη Βόρεια Εύβοια και στην Αττική, με τις πλημμύρες που επακολούθησαν, με τους σεισμούς στην Κρήτη.
Η κυβερνητική πολιτική το 2021 ενέτεινε την οικονομική εκμετάλλευση και τη φτώχεια του ελληνικού λαού, ενώ αντίστροφα ενίσχυσε το μεγάλο κεφάλαιο με την αύξηση των κρατικών κονδυλίων κατά 30% για «επενδύσεις» αλλά και με την κλιμάκωση της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων (εκποίηση πακέτων μετοχών των ΔΕΗ, ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΠΑ, ΟΛΠ, παραχώρηση ΕΓΝΑΝΤΙΑΣ κλπ). Μεγάλωσε το κρατικό χρέος της χώρας και οικοδόμησε ασφυκτικότερες σχέσεις ξένης εξάρτησης και χειραγώγησης της χώρας όχι μόνο με την επέκταση της εκποίησης δημόσιων δομών και υποδομών σε ξένα κεφάλαια άλλα και με τη σύναψη οικονομικά εξοντωτικών και πολιτικά επικίνδυνων στρατιωτικών συμφωνιών με δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (επέκταση της στρατιωτικής συμφωνίας για τις αμερικάνικες βάσεις, στρατιωτική συμφωνία με τη Γαλλία).
Για την επιβολή αυτής της αντιδραστικής πολιτικής και το 2021 η άσκηση αστυνομικής τρομοκρατίας, οι δικαστικές απαγορεύσεις και οι διώξεις κατά αγωνιστών παρέμειναν στην πρώτη γραμμή της ημερήσιας διάταξης της κυβερνητικής πολιτικής με αστυνομικές επιθέσεις κατά εργαζόμενων (όπως πρόσφατα στη KAVALA OIL), με δικαστικές απαγορεύσεις απεργιών (COSCO, καθηγητών κλπ), με σύρσιμο δεκάδων αγωνιστών στα δικαστήρια.
***
Το 2021 η κυβέρνηση Μητσοτάκη φρόντισε να επεκτείνει το αντιδραστικό νομοθετικό οπλοστάσιο που έφτιαξε το 2020 (νόμοι για την κατάργηση του πανεπιστημιακού άσυλου, την απαγόρευση και την παρεμπόδιση των διαδηλώσεων κλπ). Προσθέτοντας σε αυτό ένα νόμο κορωνίδα της αντεργατικής πολιτικής της, το νόμο Χατζηδάκη με τον οποίο προωθείται καθεστώς απλήρωτων υπερωριών, διεύρυνσης των πιο εκμεταλλευτικών μορφών απασχόλησης (μερική απασχόληση, τηλεργασία κλπ), ασφυκτικού περιορισμού και καταστολής των εργατικών απεργιών και κρατικού ελέγχου των σωματείων αλλά και απονέκρωσης των ζωντανών λειτουργιών τους (ηλεκτρονικές ψηφοφορίες). Προσθέτοντας τη θεσμοθέτηση της ιδιωτικοποίησης της επικουρικής ασφάλισης και προπαρασκευαστικά μέτρα για την ιδιωτικοποίηση και του ΕΦΚΑ. Προσθέτοντας νέα αντιεκπαιδευτικά νομοθετήματα. Προσθέτοντας νέα ασήκωτα χαράτσια και χρέη δισεκατομμυρίων στις πλάτες του ελληνικού λαού με την ψήφιση νέων συμφωνιών για την αγορά στρατιωτικών εξοπλισμών και την επέκταση των αμερικάνικων στρατιωτικών βάσεων κ.ά.
***
Με σωρεία αντιδραστικών νομοθετημάτων η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλησε να θωρακίσει την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής που για το 2022 προδιαγράφει μια χειρότερη προοπτική για τους εργαζόμενους, τη νεολαία και τον ελληνικό λαό. Από τα στοιχεία του νέου κρατικού προϋπολογισμού, που ψηφίσθηκε στη Βουλή στα τέλη του Δεκέμβρη, προεξοφλείται βαρύτερη φορολογία κατά 7,5% και, άρα, αντίστοιχη μείωση των εξανεμισμένων λαϊκών εισοδημάτων. Προεξοφλείται ξανά νέα μείωση των δημόσιων δαπανών για την δημόσια Υγεία κατά 820 εκατομμύρια ευρώ και συνέχιση της εξάρθρωσης του δημόσιου συστήματος υγείας, με περίπου 7.000 υγειονομικούς να έχουν απομακρυνθεί από αυτό και να μη γίνονται νέες προσλήψεις, παρά το φούντωμα της πανδημίας. Προεξοφλείται νέα μείωση της κρατικής χρηματοδότησης των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης κατά 1,1 δισ. ευρώ. Προεξοφλείται νέα μείωση του κονδυλίου για τη στήριξη των ανέργων. Προεξοφλείται μεγάλωμα το κρατικού χρέους στα 391,2 δισ. ευρώ το 2022 (από 386,3 δισ. το 2021). Και δίπλα σε όλα αυτά αθροίζονται και η μεγάλη ακρίβεια που κληρονόμησε το 2021 και οι αλματώδεις -διψήφιες- ανατιμήσεις που αναμένονται με την έναρξη του 2022 και θα μειώσουν ακόμα περισσότερο τη λαϊκή αγοραστική δύναμη. Αλλά και η πλήρης εφαρμογή του νόμου Χατζηδάκη από 1/1/2022, που θέλει να επιβάλει ένα σκληρότερο καθεστώς οικονομικής εκμετάλλευσης και μεγάλου περιορισμού και υπονόμευσης των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων, το οποίο ήδη σπεύδει να «αξιοποιήσει» η εργοδοσία.
***
Ωστόσο, το 2021 δεν κληρονομεί στο 2022 μόνο τις βαριές συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ. Κληρονομεί και τη φθορά που έχει φέρει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και την ενεργοποίηση που έχει προκαλέσει σε όλο το αστικό πολιτικό σύστημα για το ποιες θα είναι οι πολιτικές εξελίξεις και πώς θα διαμορφωθεί η διακυβέρνηση της χώρας προσεχώς, καθώς ο χρόνος για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές μικραίνει. Στην ενεργοποίηση αυτή εμπλέκεται η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ακολουθώντας μια ανώδυνη συναινετική πολιτική, που (όπως το είπε ωμά ο Αλ. Τσίπρας) «έχει βάλει πλάτη στις κρίσιμες στιγμές» στην κυβερνητική πολιτική, δεν αποσπά ιδιαίτερα οφέλη από την κυβερνητική φθορά. Εμπλέκεται, επίσης, η προσπάθεια για την ανάταξη του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που επιχειρείται με την ανάδειξη της νέας ηγεσίας του και με στόχο το ΠΑΣΟΚ να μπορέσει να αποκτήσει εκλογική δύναμη, η οποία θα το φέρει σε θέση υποψήφιου εταίρου σε μια πιθανή αυριανή κυβέρνηση συνεργασίας. Εμπλέκονται ακόμα και διεργασίες που διαμείβονται στην ακροδεξιά όχθη της ΝΔ.
Αυτή η κινητικότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, που τροφοδοτείται από την κυβερνητική φθορά, έχει μοναδικό σκοπό να διαμορφώσει τις πολιτικές εξελίξεις σε μια κατεύθυνση και για μια κυβερνητική κατάληξη που θα εξασφαλίσει τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής και μέσα σε αυτήν -με κοινοβουλευτική δημαγωγία και παραπλανητικά διλήμματα- να παγιδευτεί ο λαϊκός παράγοντας.
***
Η αποφυγή μιας τέτοιας παγίδευσης εξαρτάται από το αν θα μπορέσουν οι εργαζόμενοι να αναπτύξουν το δικό τους αυτοτελή, μαζικό αγώνα για την επίλυση των προβλημάτων τους και την ανατροπή των αντιλαϊκών μέτρων. Από την άποψη αυτή το 2021 αφήνει μια κληρονομιά με διπλή όψη:
Μια κληρονομιά αρνητική, που εκφράστηκε με το συμβιβασμό και την υποταγή στα κυβερνητικά μέτρα από την πλευρά των συνδικαλιστικών ηγεσιών αλλά και δυνάμεων όπως το ΠΑΜΕ, με χτυπητά παραδείγματα την υπονόμευση και την άρνηση διεξαγωγής απεργιακών αγώνων, (ενάντια στο ν. Χατζηδακη στις 3 Ιούνη, ενάντια στον κρατικό προϋπολογισμό στις 16 Δεκέμβρη, ενάντια στη συνέχιση της απεργίας-αποχής από την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών) και τη διακοπή των ζωντανών συνδικαλιστικών λειτουργιών (αδρανοποίηση των συνελεύσεων στα σωματεία, άρνηση και παύση διοργάνωσης μαζικών κινητοποιήσεων).
Αλλά και μια κληρονομιά θετική, που αποτέλεσαν οι κινητοποιήσεις των φοιτητών, οι οποίες συντέλεσαν στο σπάσιμο της τρομοκρατίας και των απαγορεύσεων για τις διαδηλώσεις. Και ακόμη οι αγώνες που έδωσαν με επιτυχία οι εργαζόμενοι με τις μαζικές απεργίες και κινητοποιήσεις τους στην e-food, στην COSCO, στην KAVALA OIL, στην εκπαίδευση. Από αυτή τη θετική αγωνιστική κληρονομιά πρέπει οι εργαζόμενοι, η νεολαία και ο ελληνικός λαός να πιάσουν το νήμα για να υφάνουν το 2022 νέους πιο διευρυμένους και μαζικούς εξωκοινοβουλευτικούς αγώνες, που είναι και οι μόνοι ικανοί να ανοίξουν το δρόμο για την απόκρουση και ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής.