Με φόντο τη βαθιά κρίση στη δίνη της οποίας βυθίζεται η γαλλική οικονομία, η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική του υπερόπτη Μακρόν οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες και δημιουργεί το εύφλεκτο υπόστρωμα για την ανάπτυξη μαζικών εργατολαϊκών αγώνων που αντιμετωπίζονται με την κρατική βία και τρομοκρατία. Στα πλαίσια αυτά, η πλατιά και εντεινόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια εκφράστηκε και στο δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών στις 28 Ιούνη. Οι υποψήφιοι του κόμματος LREM, του εκλεκτού της γαλλικής ολιγαρχίας, καταποντίστηκαν στο σύνολο σχεδόν της επικράτειας, με εξαίρεση τον (νυν πρωθυπουργό) Φιλίπ, που πέτυχε άνετη νίκη στη γενέτειρά του Χάβρη.
Μεγάλη άνοδο σημείωσαν οι οικολόγοι- πράσινοι, κατακτώντας την πρωτιά σε πάνω από 4500 δήμους σε συνεργασία με τους σοσιαλιστές και το ΚΚ Γαλλίας, όπως στο Παρίσι, στη Λυών, το Στρασβούργο, τη Μασσαλία. Ωστόσο η υψηλή αποχή (59%) ευνόησε και τους ακροδεξιούς της Λεπέν που κέρδισαν για πρώτη φορά σε πόλη άνω των 100.000 κατοίκων (Περπινιάν), αναδεικνύοντας συνολικά οχτώ δημάρχους.
Τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου των δημοτικών εκλογών ανέδειξαν τους οικολόγους – πράσινους σε ρόλο ρυθμιστή της πολιτικής ζωής -πολύφερνη νύφη του συστήματος. Έτσι ο Μακρόν επιστράτευσε δημαγωγικά για άλλη μια φορά τον ψευδεπίγραφο κοινωνικό διάλογο με τα «Μέλη της Σύμβασης Πολιτών για το Κλίμα», εκτοξεύοντας υποσχέσεις για ενίσχυση της πράσινης οικονομίας με επιπλέον 15 δισ. τα επόμενα δύο χρόνια. Στο ίδιο μήκος κύματος και προκειμένου να επικοινωνήσει με τους ψηφοφόρους που αποδεσμεύονται από τη Δεξιά, ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών Ολιβιέρ Φορ δήλωσε πρόθυμος να στηρίξει υποψήφιο κοινής αποδοχής με τους πράσινους στην κούρσα για τις προεδρικές εκλογές το 2022. Από την πλευρά της, η κυβερνητική εκπρόσωπος Ντιαγέ δήλωσε με νόημα πως «εσωτερικοί διχασμοί μάς οδήγησαν σε εξαιρετικά απογοητευτικές επιδόσεις. Τους επόμενους μήνες το LREM δεν μπορεί να επιτρέψει τέτοιου είδους διχασμούς».