Πίσω στο 2016 επιστρέφει ο μηχανισμός των Δημοκρατικών του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ, ανασύροντας μια υπόθεση που θεωρούνταν τελειωμένη από τότε, ώστε να «ξορκίσουν» τον Ντόναλντ Τραμπ που ελπίζει σε νέα προεδρική θητεία από το 2024.
Συγκεκριμένα, η υπόθεση αφορά τις σχέσεις του πρώην προέδρου με γνωστή στις ΗΠΑ ηθοποιό ερωτικών ταινιών, την οποία φέρεται να δωροδόκησε προεκλογικά το 2016, προκειμένου να εξασφαλίσει τη σιωπή της. Αν διωχθεί και συλληφθεί, δε θα είναι για τη δωροδοκία, αλλά για το γεγονός ότι χρησιμοποίησε χρήματα από την προεκλογική του καμπάνια τότε, παρουσιάζοντας άλλη, ψεύτικη αιτία για τα συγκεκριμένα «έξοδα».
Ωστόσο, ο εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Άλβιν Μπραγκ, που ανήκει στους Δημοκρατικούς, δείχνει υπερβάλλοντα ζήλο για την υπόθεση, μάλλον υπό την απελπισμένη καθοδήγηση της ηγεσίας του κόμματος. Στόχος είναι η διαπόμπευση του Τραμπ, με την ελπίδα ότι αν υπάρξουν εικόνες στα κανάλια με τη σύλληψή του ή με τον ίδιο να παραδίδεται, θα πληγεί ανεπανόρθωτα πριν τις εκλογές.
Η υπόθεση της παρακράτησης των κρατικών εγγράφων, με τις εικόνες με το FBI να εισβάλει στην έπαυλή του στη Φλόριντα, δεν έφερε πάντως ανάλογα αποτελέσματα, ενώ η όλη ιστορία ξεφούσκωσε, αφού αποδείχθηκε ότι και ο Τζο Μπάιντεν ενέχεται για το ίδιο παράπτωμα. Ούτε όμως και τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου του 2020 μπόρεσαν τελικά να αξιοποιηθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση από τους Δημοκρατικούς, καθώς κατά τη διερεύνησή τους συγκεντρώθηκαν πολλά ερωτηματικά γύρω από τον ρόλο των μυστικών υπηρεσιών και των ΜΜΕ τη μέρα αυτή.
Οπότε τώρα αυτή η γελοία ιστορία είναι το νέο πυροτέχνημα των Δημοκρατικών για να επιτεθούν στον αντίπαλό τους.
Από δημιουργίας του αμερικάνικου κράτους, κανένας πρόεδρος, πρώην ή εν ενεργεία, δεν έχει διωχθεί και καταδικασθεί νομικά. Η εκτίμηση για αυτό είναι ότι θα συνιστούσε μια πολύ δύσκολη απόφαση. Με τα ανείπωτα εγκλήματα που έχουν διαπράξει κατά καιρούς διάφοροι πρόεδροι των ΗΠΑ, πρόσφατα ήταν η επέτειος της έναρξης του πολέμου στο Ιράκ, πόσο υποκριτικό και γελοίο θα ήταν για το κράτος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, να είναι… οι πικάντικες περιπέτειες του Τραμπ η αφορμή για να σπάσει για πρώτη φορά αυτός ο άτυπος κανόνας; Μάλιστα πολλοί ισχυρίζονται ότι με τη λαϊκή αποδοχή που έχει μια τέτοια τυχοδιωκτική κίνηση θα ήταν επικίνδυνη και στην πραγματικότητα θα τον ενίσχυε.
Το 2016, όταν πλέον διαμορφώθηκε το ενδεχόμενο μιας προεδρίας Τραμπ, οι Δημοκρατικοί της Χίλαρι Κλίντον, επιστρατεύοντας τη θεωρία του μικρότερου κακού, μιλούσαν για τον κίνδυνο που εκπροσωπούσε αυτός για το «δημοκρατικό» πολίτευμα στις ΗΠΑ. Η αλήθεια είναι ότι με τον ακραία αντιδραστικό λόγο του, ο ίδιος έδινε ένα τέτοιο περιθώριο στους αντιπάλους του. Το ίδιο έγινε και στις εκλογές του 2020, όπου αυτή τη φορά ο κίνδυνος για τη «δημοκρατία» ήταν άμεσος από μια ενδεχόμενη δεύτερη θητεία του, καθώς και το 2022 στις ενδιάμεσες του Νοεμβρίου, όπου ο κίνδυνος ήταν η επιστροφή του φαντάσματος Τραμπ. Σε όλες αυτές τις περιστάσεις, τα φερέφωνα των Δημοκρατικών μιλούσαν για το πώς ο Τραμπ θα αξιοποιούσε το νομικό σύστημα για να περιορίσει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Στην πραγματικότητα όμως μέχρι στιγμής είναι οι ίδιοι που στρώνουν το έδαφος για κάτι τέτοιο, με τις διαδοχικές προσπάθειές τους να περιορίσουν νομικά τον Ντόναλντ Τραμπ και να του στερήσουν το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές του 2024.
Ο Τραμπ είναι ένας αδίστακτος αντιδραστικός πολιτικός που χαρακτηρίζεται από ακραίο κυνισμό και τυχοδιωκτισμό. Το ότι το κόμμα των Δημοκρατικών αναγκάζεται διαρκώς να μηχανεύεται νομικές ιστορίες για να του επιτεθεί, παρά να πάει στην πολιτική ουσία των πραγμάτων, μαρτυρά ότι όχι μόνο δε συνιστά κάποιο «μικρότερο» κακό, παρά ότι η πολιτική του είναι ουσιαστικά ταυτισμένη με αυτή που εκπροσωπεί ο Τραμπ και το ρεύμα του, τουλάχιστο όσον αφορά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο αμερικάνικος λαός.