Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Στην Ελλάδα είσαι ό, τι δηλώσεις, έλεγε παλαιότερα ο Γ. Τσαρούχης και είναι αλήθεια ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Η Αριστερά, πάντα, ως έννοια ήταν ελκυστική κουβαλώντας το φορτίο των ανθρωπιστικών αξιών με αναφορά στους «κοινωνικά αδύνατους» που παράγουν τον πλούτο και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης. Για αυτό και ουκ ολίγοι χρησιμοποιούν ασυστόλως τον τίτλο της διαστρεβλώνοντας τις ιδέες της.
Το ΠΑΣΟΚ το 1981 με σύνθημα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» και τόσα άλλα αντιιμπεριαλιστικά εμφανίζεται ως το κόμμα της Αριστεράς που θα οικοδομήσει τον … σοσιαλισμό και μάλιστα πολύ γρήγορα: «στις 18 σοσιαλισμό», δηλαδή ακριβώς την επομένη των εκλογών της 17ης Οκτώβρη! Το ΠΑΣΟΚ μετά από μια τετραετία «φιλολαϊκής» διαχείρισης του καπιταλισμού μεταλλάσσεται σε βασικό στήριγμά του και στιγματίζεται ως κόμμα διαπλοκής και διαφθοράς.
Σήμερα τέσσερα και πλέον χρόνια μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, και τη φυσιολογική και αναμενόμενη «μετάλλαξή» του σε μνημονιακό κόμμα, βαστάζο του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος ,φέρνει το τέλος των ψευδαισθήσεων και επαναφέρει τη συζήτηση για την Αριστερά και το ρόλο της.
Πέρα από το ιδεολογικό και πολιτικό DNΑ, ένα από τα κοινά σημεία ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι επιδίωξαν πάση θυσία την άνοδο στην κυβέρνηση με την εξασφάλιση της συναίνεσης των οικονομικών ελίτ και των ξένων επικυρίαρχων. Αυτό συνεπάγεται την εγκατάλειψη της ταξικής πάλης και την ψευδαίσθηση ότι χωρίς ρήξεις και ανατροπές αρκεί η αναρρίχηση στην κυβέρνηση για να αλλάξει η κοινωνία.
Οι μνημονιακές πολιτικές οδήγησαν στην επέκταση των ευέλικτων και προσωρινών μορφών απασχόλησης, την καθιέρωση στην πράξη της εξαήμερης εργασίας, την προώθηση της κυριακάτικης εργασίας στο εμπόριο, τις απλήρωτες υπερωρίες, την ανασφάλιστη και αδήλωτη εργασία, την υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και τον καθορισμό του κατώτατου μισθού με κυβερνητική απόφαση (νόμος που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ και συνεχίζει την εφαρμογή του η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ), τις αναγκαστικές περικοπές στους μισθούς, τα μεροκάματα και τις συντάξεις, κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC), έτους 2018, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2017) αποτυπώνουν την πραγματικότητα που ζούμε και το αποτέλεσμα είναι: Σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται στο 31,8% (3.348.500 άτομα) του πληθυσμού της χώρας.
Από εκεί και ύστερα αρχίζει μια – μια κάθε προγραμματική θέση να «ξεχνιέται», οι «κόκκινες γραμμές» να γίνονται ανέκδοτα και οι ιδέες της Αριστεράς να ευτελίζονται, να ξεπουλιούνται όσο – όσο στους πάγκους της κυβερνώσας «Αριστεράς» που αποτελεί τον Δούρειο ίππο για την χειραγώγηση και αλλοτρίωση των μαζών και την αναπαραγωγή της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Αφού οι προηγούμενες μνημονικές κυβερνήσεις Σαμαρά-Βενιζέλου ξεπούλησαν λιμάνια και αεροδρόμια, δρόμους και δημόσιες επιχειρήσεις στο μεγάλο κεφάλαιο των πολυεθνικών επιχειρήσεων, έρχεται η τωρινή κυβέρνηση στο όνομα της ανάπτυξης(;) να εκποιήσει μέχρι δάση και παράκτιες περιοχές: σχεδόν όλη η περιουσία του ελληνικού δημοσίου σε τομείς όπως η ενέργεια, η ύδρευση, οι υποδομές, οι μεταφορές και ο τουρισμός. Από το 2022 θα αρχίσει το ξεπούλημα και των δημόσιων επιχειρήσεων που κατέχει η ΕΕΣΥΠ, όπως ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΕΛΤΑ, ΟΑΣΑ, 23 περιφερειακά αεροδρόμια κ.α.
Η Αριστερά, όμως, δεν έχει καμιά σχέση με όσους ασελγούν και εμπορεύονται τις ιδέες της. Ο λόγος της πρέπει να είναι καθαρός και ειλικρινής, απαλλαγμένος από ψέματα και ευφημισμούς, από προγράμματα «Θεσσαλονίκης» ή οποιοδήποτε «παράλληλο πρόγραμμα». Εξ ορισμού η Αριστερά δεν έχει ως στόχο τη διαχείριση και στήριξη του σημερινού καθεστώτος εκμετάλλευσης και υποτέλειας στο όνομα του ρεαλισμού αναμασώντας τα ιδεολογήματα των συστημικών κομμάτων, αλλά την ανατροπή του.
Για την πραγματική Αριστερά δεν αρκεί η επίκληση ή ακόμα χειρότερα η χειραγώγηση και καπηλεία των κοινωνικών κινημάτων, αλλά η ουσιαστική παρέμβαση σε αυτά, ώστε να αποτελέσουν τους μοχλούς ανατροπής αυτής της κοινωνίας, όπως αποδεικνύει ιστορικά η εξέλιξη της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό και η πολιτική στήριξη των ανυπότακτων δυνάμεων της πραγματικής αριστεράς έρχεται ακριβώς να δυναμώσει το ρεύμα εκείνο που ανασαίνει στους αγώνες, νοιώθει τη φτώχεια και την ανεργία και ψάχνει μέσα στις στάχτες να βρει τις βαθύτερες αιτίες για την ανάκαμψη και ανασυγκρότηση. Για ένα παλλλαϊκό μέτωπο αντίστασης στη μνημονιακή και μετεκλογική βαρβαρότητα.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της εκπαίδευσης»