Οι αναπαραγωγές των αντικομμουνιστικών τροπαρίων παίζονται και ξαναπαίζονται διαχρονικά, στα ίδια πάντα μήκη κύματος, μακρά, βραχέα και μεσαία. Τα ίδια και τα ίδια, με κάποιες διακυμάνσεις στην ένταση, επαναλαμβάνονται χρόνια τώρα, βρέξει – χιονίσει. Αν και κατά τη λαϊκή ρήση το πολύ «κύριε-ελέησον» το βαριέται και ο παπάς, στην περίπτωση των τροπαρίων του αντικομμουνισμού αυτό δεν ισχύει, ισχύουν τα δόγματα του Γκέμπελς. Προπορεύεται στα «μακρά» ο ναζιστικός εσμός, ο Παπάς με το όνομα, μαζί με απαξάπαντες τους λοιπούς ήρωες του εγχώριου φασισμού.
Στα «μεσαία» και στα «βραχέα» ακολουθούν οι καραδεξιοί και κεντροδεξιοί κήρυκες του αντικομμουνισμού, στυλοβάτες και λιβανιστές της αντιλαϊκής εξουσίας και παραδίπλα τα κεντροαριστερά δεκανίκια αυτής της εξουσίας και τα κάθε λογής κατοικίδια και ασπόνδυλα που εκτρέφει και αξιοποιεί το σύστημα.
Τα αντικομμουνιστικά τροπάρια δυνάμωσαν τις μέρες αυτές, με αφορμή μια διαδικτυακή ανάρτηση του καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο John Hopkins, Σεργκέι Ράντσενκο, ο οποίος δημοσιοποίησε αποχαρακτηρισμένα αρχεία της Σοβιετικής Ένωσης.
Αν και τα αρχεία επιβεβαιώνουν τη στήριξη της σοβιετικής ηγεσίας στον αγώνα του ΔΣΕ, δεν περιέχουν στην ουσία απολύτως τίποτα που το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα δεν το θεωρούσε δεδομένο και γνωστό. Η ανάρτηση για τα σοβιετικά αρχεία αξιοποιήθηκε και έγινε «viral» στο διαδίκτυο, συνοδευόμενη με δηλητηριώδεις σχολιασμούς από τους εδώ πρόθυμους αντικομμουνιστές ενδιαφερόμενους. Οι οποίοι, κατά τα άλλα, «συγκλονίστηκαν» από τις «αποκαλύψεις» και ξεφούρνιζαν ο καθένας το κοντό του και το μακρύ του, κάτω από επινοημένους παραπλανητικούς τίτλους: Για τον Στάλιν που εξόπλιζε κρυφά τον ΔΣΕ, για τον Ζαχαριάδη και το ΚΚΕ που ήθελαν να αποσπάσουν τη Βόρεια Ελλάδα από την ελληνική επικράτεια και άλλα παρόμοια, που αποτέλεσαν εξάλλου στην περίοδο του εμφυλίου (αλλά και κατοπινά) βασικό κατηγορητήριο που απηύθυναν τα όργανα του μοναρχοφασισμού στους αγωνιστές του ΚΚΕ, με το οποίο τους έστελναν στο εκτελεστικό απόσπασμα, στα κάτεργα, στην εξορία και τα Μακρονήσια.
Η ντόπια αντίδραση χρωστάει την εξουσία της στους ξένους κηδεμόνες της και, ειδικά κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, στις ένοπλες επεμβάσεις των Άγγλων και των Αμερικανών εναντίον του ελληνικού λαού.
Η αντίδραση κάνει ό,τι μπορεί για να εξαλείψει απʼ τη μνήμη του ελληνικού λαού τα πραγματικά γεγονότα, για να διαστρεβλώσει την ιστορική αλήθεια και να κατασυκοφαντήσει το κομμουνιστικό κίνημα.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσει κανείς μελάνι για να αντικρούσει τα αντικομμουνιστικά ρήματα. Αρκεί σαν αποστομωτική υπενθύμιση, η υπερήφανη απάντηση του επαναστάτη κομμουνιστή ηγέτη Νίκου Μπελογιάννη στα μετεμφυλιακά δικαστήρια σκοπιμότητας, που τον έστειλαν στο εκτελεστικό απόσπασμα: «Το ΚΚΕ δεν έχει ανάγκη να ζητάει από άλλους πατριωτικά εύσημα, γιατί τα πήρε με το αίμα του και το σπαθί του… Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα. Με την καρδιά μας και με το αίμα μας… Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν κινδύνευε η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και ακριβώς αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλλίτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για τον σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε κι όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας».