Αυτό που χαρακτηρίζει τη διεθνή κατάσταση, δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης, είναι οι ανακατατάξεις και οι αλλαγές στους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στα διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα, που οδηγούν σε κλιμάκωση των ανταγωνισμών και της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας για την αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και των ζωνών επιρροής, προκαλώντας κρίση και αστάθεια στο διεθνές καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Παρά τις ανακατατάξεις που έχουν σημειωθεί στη δύναμη των ιμπεριαλιστικών κρατών, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να παραμένουν ακόμη η πιο ισχυρή ιμπεριαλιστική δύναμη, σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό. Ωστόσο, οι πολυδάπανοι και μακροχρόνιοι κατακτητικοί πόλεμοι, που εξαπέλυσαν σε Αφγανιστάν και Ιράκ στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και στη συνέχεια στη Λιβύη και τη Συρία, τα μεγάλα αδιέξοδα και το τέλμα στα οποία έχουν βουλιάξει σήμερα, ύστερα από 20 σχεδόν χρόνια φονικών πολέμων και ανειρήνευτης αντίστασης των λαών αυτών των χωρών, η σφοδρή και παρατεταμένη οικονομική κρίση που ξέσπασε στο εσωτερικό τους το 2008, η ισχυροποίηση των ανταγωνιστών τους στο διάστημα αυτό, υπέσκαψαν την παγκόσμια ηγεμονική τους θέση, εξασθένησαν τη δύναμη επιβολής των απαιτήσεών τους, ενώ οι κυρίαρχες δυνάμεις στο εσωτερικό τους δεν ήταν ποτέ τόσο διχασμένες, όπως δείχνει η διαδικασία αποπομπής του Τραμπ.
Αυτή ακριβώς η προοπτική απώλειας της ηγεμονικής τους θέσης στην παγκόσμια σκηνή και η κρίση στρατηγικής που βρίσκονται, κάνουν τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό πιο επικίνδυνο, αλλοπρόσαλλο και τυχοδιωκτικό, πηγή πολέμου και επίθεσης.
Με τη «Νέα στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας» και «Άμυνας», που διακήρυξαν οι ΗΠΑ πριν δύο χρόνια, αναγόρευσαν απροσχημάτιστα την Κίνα και τη Ρωσία σε βασικούς εχθρούς τους, απειλώντας ότι «θα εστιάσουμε στην προετοιμασία για πόλεμο και συγκεκριμένα για πόλεμο μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων».
Στρατηγικός σκοπός του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού είναι να φρενάρει την ορμητική άνοδο της Κίνας και τη σταθερή επάνοδο της Ρωσίας, αποτρέποντας με κάθε τρόπο μια συμμαχία ανάμεσά τους, και με την εξαπόλυση πολεμικών απειλών να εξαναγκάσει όλες τις άλλες δυνάμεις, στην Ευρώπη και την Ασία, να ευθυγραμμιστούν μαζί του σ’ αυτή την αντιπαράθεση, επιδιώκοντας απεγνωσμένα να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονική του θέση.
Στα τρία περίπου χρόνια διακυβέρνησης Τραμπ, οι ΗΠΑ προχώρησαν στην παραβίαση και κατάργηση κρίσιμων συνθηκών και συμφωνιών που ρύθμιζαν τις σχέσεις τους με άλλα κράτη, όπως η συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, η συμφωνία τους με τις χώρες του Ειρηνικού στην Ασία, η συμφωνία Ευρώπης – ΗΠΑ, η συμφωνία για τα πυρηνικά μέσου βεληνεκούς (ΙΝF), ενώ καταπατώντας κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας -και αχρηστεύοντας τον ΟΗΕ- προχώρησαν στην καταπάτηση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και αποφάσισαν τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό κλίμα γενικευμένης ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή και νέας σφαγής των Παλαιστινίων από τους δήμιους Ισραηλινούς.
Την ίδια στιγμή ο Τραμπ, πασχίζοντας να διατηρήσει την οικονομική πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, αλλάζει το οικονομικό τους δόγμα και στέλνει στα αζήτητα την περιβόητη παγκοσμιοποίηση. Προτάσσει το σύνθημα «πρώτα η Αμερική» και κηρύσσει φανερά και απροσχημάτιστα τον οικονομικό πόλεμο στην Κίνα, βάζοντας τον τελευταίο χρόνο δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια δασμούς στα εισαγόμενα από αυτήν προϊόντα.
Ταυτόχρονα, προκαλεί ρήγμα στο δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, επιτίθεται στη Γερμανία και καλεί σε διάλυση της ΕΕ, αφού θεωρεί ότι “μετατράπηκε σε όχημα” του Βερολίνου, και εξυμνεί τη Μ. Βρετανία για την απόφαση εξόδου της. Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, Γερμανοί και Γάλλοι, δεν μπορούν να δράσουν σαν παγκόσμιες δυνάμεις έξω και ανεξάρτητα από τα πλαίσια μιας ενοποιημένης ΕΕ. Και δεν φαίνεται κάτι τέτοιο στον ορίζοντα. Επιπλέον, μετά την απόφαση για αποχώρηση της Βρετανίας, το οικοδόμημα της ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπο με την πιο βαθιά κρίση της ιστορίας του, απειλείται με διάσπαση και εξασθενεί σημαντικά η ιμπεριαλιστική του δύναμη.
Η Κίνα προχωρεί με ραγδαίους ρυθμούς στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τώρα και τέσσερις δεκαετίες, με μια ταχύτητα, διάρκεια και κλίμακα ανόδου τέτοιας έκτασης που δεν έχει γνωρίσει ποτέ η ιστορία των καπιταλιστικών κρατών. Έχοντας εξασφαλίσει μια τεράστια συσσώρευση κεφαλαίων, με τις συνθήκες καπιταλιστικού κάτεργου που έχει επιβάλει στην εργατική τάξη και το λαό της, ο κινέζικος καπιταλισμός ασκώντας ιμπεριαλιστική πολιτική, διεισδύει οικονομικά και επεκτείνει τη δράση του σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, με το κολοσσιαίο σχέδιο «Μια ζώνη-ένας δρόμος», και αποτελεί τη μόνη κρατική δύναμη που μπορεί να ανταγωνιστεί σε παγκόσμια κλίμακα τις ΗΠΑ στο οικονομικό επίπεδο, ενισχύοντας διαρκώς την οικονομική – πολιτική του επιρροή και τη στρατιωτική του δύναμη. Και όλα αυτά μάλιστα στο όνομα ενός κάλπικου «σοσιαλισμού» και μιας αχαλίνωτης ρεβιζιονιστικής προπαγάνδας, όπως έδειξαν, λίγες μέρες πριν, οι εορτασμοί του καθεστώτος για την επέτειο των 70 χρόνων από την κινέζικη επανάσταση.
Ο ρώσικος ιμπεριαλισμός προχώρησε, τα τελευταία χρόνια, σε δυναμικές κινήσεις που δημιούργησαν νέα δεδομένα στη διεθνή σκηνή. Η πρώτη ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας και η ενσωμάτωσή της στη Ρωσία, ύστερα από το φασιστικό πραξικόπημα του Μεϊντάν στην Ουκρανία, και η δεύτερη κίνησή του ήταν η στρατιωτική επέμβαση στον πόλεμο της Συρίας, τον Οκτώβρη του 2015, που είχε ακόμα πιο βαρύνουσα διεθνή σημασία, αφού σηματοδότησε την επάνοδο της Ρωσίας στην κεντρική αρένα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και την ανέδειξε σήμερα, όπως δείχνουν οι τελευταίες εξελίξεις, ύστερα από την τουρκική εισβολή, στον βασικό ιμπεριαλιστικό παράγοντα για τον έλεγχο της κατάστασης στη Συρία. Έχοντας εξασφαλίσει, με το αντιδραστικό καθεστώς Πούτιν, πολιτική σταθερότητα την τελευταία δεκαπενταετία, διαθέτοντας ανεξάντλητα ενεργειακά αποθέματα και ένα πανίσχυρο στρατιωτικό-πυρηνικό οπλοστάσιο που τον καθιστά παγκόσμια στρατιωτική δύναμη, επανέρχεται με νέους όρους στο τραπέζι των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, προκαλώντας ανακατατάξεις στην παγκόσμια πολιτική σκηνή.
Καμιά “τάξη” και σταθερότητα στην Ευρώπη δεν μπορεί να στηριχθεί πάνω στα ερείπια των εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων, πάνω στην πιο άγρια μορφή οικονομικής εκμετάλλευσης και αιματηρής λιτότητας, που προωθεί το Βερολίνο και οι αστικές τάξεις των χωρών της ΕΕ, πάνω στον ακρωτηριασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων, τα κατασταλτικά μέτρα, τα σιδηρόφρακτα τείχη που υψώνονται για τη βίαιη αναχαίτιση των προσφύγων. Αντίθετα, στο έδαφος ακριβώς μιας τέτοιας πολιτικής που εφαρμόζεται, φουντώνουν ο αντιδραστικός εθνικισμός, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία.
Οι λαοί, παρά τα αναρίθμητα εμπόδια που υψώνονται μπροστά τους, αντιστέκονται στις στρατιωτικές επεμβάσεις και πολέμους, στα αντεργατικά μέτρα των εκμεταλλευτριών τάξεων. Σημαντικοί αγώνες αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες, στην Ευρώπη, την Ασία και τη λατινική Αμερική.
Σίγουρα, από γενική άποψη, οι αγώνες της εργατικής τάξης και των καταπιεζόμενων εθνών και λαών συναντούν μεγάλα προβλήματα και δυσκολίες, εξελίσσονται κάτω από δυσμενείς διεθνείς προϋποθέσεις, λόγω του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, και βρίσκονται σε αναντιστοιχία με το μέγεθος της επίθεσης των αντιδραστικών δυνάμεων.
Όμως, στα είκοσι χρόνια κατακτητικών πολέμων στη Μέση Ανατολή, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός όχι μόνο δεν βγήκε νικητής, αλλά αντίθετα, όπως δείχνει η εξέλιξη του πολέμου και η τουρκική εισβολή στη Συρία, τα ερείσματα και οι δυνάμεις του στην περιοχή εξασθενούν, και αυτό οφείλεται πρωταρχικά στη μακροχρόνια, γενναία αντίσταση των λαών του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Λιβύης.
Όταν κλιμακώνεται η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, οι στρατιωτικές επιθέσεις και οι πολεμικές απειλές, πρέπει να θέσουμε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της αντιπολεμικής – αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Να ξεσκεπάσουμε την ιμπεριαλιστική υποκρισία και να καταδείξουμε τους πραγματικούς σκοπούς των πολέμων τους. Να σταθούμε στο πλευρό των λαών και των χωρών που γίνονται θύματα της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας.
Από την Απόφαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
Οκτώβρης 2019