Στις 8 Μάρτη του 1857 στη Νέα Υόρκη των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, χιλιάδες εργάτριες υφάντριες και κλωστοϋφαντουργίνες οργάνωσαν μεγάλη απεργία και διαδήλωση απαιτώντας καλύτερες συνθήκες και λιγότερες ώρες δουλειάς (τότε δούλευαν 14 ώρες) και ίση αμοιβή με τους άνδρες συναδέλφους τους. Η αστυνομία έδωσε αιματηρό τέλος στη διαδήλωση, πολλές γυναίκες συνελήφθησαν και μερικές δολοφονήθηκαν.
Κύλησαν 163 χρόνια από την πρώτη απεργία που έκαναν γυναίκες, ζητώντας ίδιες συνθήκες δουλειάς και μισθού με τους άντρες και το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα βρίσκει τη γυναίκα σε κοινωνικές συνθήκες παρόμοιες με αυτές του τέλους του 19ου αιώνα. Περιστασιακή απασχόληση, μισθοί πείνας, συνθήκες εργασίας χωρίς αξιοπρέπεια, ανεργία, απολύσεις εγκύων, σεξουαλικές παρενοχλήσεις, εκπόρνευση και επιστροφή στους τοίχους του σπιτιού, για τη μεγάλη πλειοψηφία των φτωχών γυναικών του πλανήτη. Αυτά τα …επιτεύγματα έχει να επιδείξει, η αχαλίνωτη Παγκοσμιοποίηση, η ξέφρενη Οικονομία της Αγοράς. Ο ιμπεριαλισμός.
Στην έκθεσή της, η Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για την Ισότητα των Φύλων εκφράζει τη θλίψη της που «σε μια εποχή παγκόσμιου πλούτου χωρίς προηγούμενο», εκατομμύρια γυναίκες είναι αναγκασμένες να αποδέχονται θέσεις εργασίας με χαμηλή αμοιβή και «μέτριας ποιότητας», ενώ ταυτόχρονα τους αρνούνται «βασικές υπηρεσίες υγείας, αλλά και την πρόσβαση σε καθαρό νερό και σε αξιοπρεπείς συνθήκες υγιεινής». Μπορεί η …θλίψη της Υπηρεσίας να είναι ειλικρινής, παραμένει ωστόσο το ότι ο ΟΗΕ συμμετέχει στρατιωτικά και οικονομικά στην ερήμωση χωρών με στρατεύματα και οικονομικές κυρώσεις. Η τραγική θέση της γυναίκας στον αιώνα της απογείωσης της τεχνολογίας είναι αδιαμφισβήτητη.
Στην ποικιλόμορφη εκμετάλλευση των γυναικών στους χώρους εργασίας, στην «ευημερούσα» Δύση, προστέθηκαν οι στρατιές των γυναικών από τις χώρες του παλινορθωμένου καπιταλισμού, από τις χώρες της Αφρικής, της Ασίας ή της Μέσης Ανατολής, (που ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος ισοπέδωσε), που πουλάνε το σώμα ή τη «νοικοκυροσύνη» τους. Η φασιστική αντίληψη του 3ου Ράιχ για τη γυναίκα, «Κρεβάτι – Κουζίνα – Εκκλησία», βρίσκει την εφαρμογή της στην Ουγγαρία του Όρμπαν που δηλώνει πως «Εμείς χρειαζόμαστε παιδιά Ούγγρων», προσφέροντας φορολογική απαλλαγή για τις γυναίκες με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά. Στις «αθέατες» μεριές της γης, στην Ασία και την Αφρική ανήλικες γυναίκες, μικρά κορίτσια, γίνονται θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και βίας.
Η γυναίκα επιστρέφει στις δεισιδαιμονίες, τις καφετζούδες, τις χαρτορίχτρες, τις μάντισσες και στη θρησκεία. Η εικόνα της «νέας – μοντέρνας» γυναίκας, προτεινόμενη από την τηλεόραση των ριάλιτι σόου και τα ΜΜΕ γενικότερα, είναι η πλαστική κούκλα της χολιγουντιανής βιομηχανίας. Νεαρές κοπέλες δεν διστάζουν να παραμορφώσουν το σώμα τους με πλαστικές εγχειρίσεις και κολλαγόνα, προκειμένου να πάρουν την επιθυμητή μορφή των …διεθνών προτύπων. Η επιθυμητή προσωπικότητα της γυναίκας είναι συνώνυμο της ανοησίας και της ρηχότητας, της ντροπιαστικής υποταγής.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, που κρατάει από το 2008, επιδείνωσε θεαματικά τα δικαιώματα, τη δυνατότητα εύρεσης εργασίας, το μισθό των γυναικών. Άρα την οικονομική της ανεξαρτησία και τον αγώνα της για χειραφέτηση.
Στη χώρα μας μόνο το 33% των γυναικών που είναι σε ηλικία τέτοια που να μπορούν να εργαστούν, εργάζονται. Οι γυναίκες αποτελούν το 54% των ανέργων. Σημειώνουμε ότι το ποσοστό των μακροχρόνια (άνω του ενός έτους) ανέργων, έφτασε το 72,1% του συνόλου των ανέργων στη χώρα. Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, η οποία θεωρεί εργαζόμενο (απασχολούμενο), αυτόν που εργάζεται μια (1) ώρα την εβδομάδα!!! Η πραγματικότητα της ανεργίας είναι εφιαλτική.
Η μνημονιακή κατάρρευση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας έπληξε, και, τη γυναίκα στη χώρα μας. Η πρόληψη είναι ανύπαρκτη, οι γυναικείοι καρκίνοι θερίζουν και η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας επανέφερε τη «ντροπή» της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Η ανυπαρξία της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία αφήνει τους έφηβους και τις έφηβες σε πελάγη άγνοιας και οπισθοδρόμησης. Χαρακτηριστικά είναι τα δυο τελευταία σπαρακτικά περιστατικά, όπου ένα νεογέννητο πετάχτηκε στον κάδο σκουπιδιών από τη νεαρή μητέρα του και τη γιαγιά του και το άλλο, της 20χρονης μητέρας που πέταξε το νεογέννητό της στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας από το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής.
Πολλά θα έπρεπε να γραφούν ακόμα για την επιστροφή της βίας μέσα στο σπίτι, για επιστροφή στην αντίληψη ότι η γυναίκα είναι αντικείμενο και άρα μπορεί να βιαστεί ή να εκπορνευτεί, για τη μαύρη μοίρα της γυναίκας μετανάστριας, ή της μειονοτικής γυναίκας.
Η θέση των γυναικών από την πρώτη εκείνη απεργία, στις 8 Μάρτη του 1857, δεν παρέμεινε στάσιμη σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα των 163 χρόνων. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, το γυναικείο κίνημα πέτυχε αλλού μεγάλες, αλλού μικρότερες, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις λαμπρές νίκες. Γι’ αυτό σήμερα, που αυτές οι νίκες ανατράπηκαν, μιλάμε για επιστροφή στην εποχή που χαρακτήριζε τη γυναίκα σαν άνθρωπο κατώτερο με «μειωμένη προσωπική κατάσταση». (Ρωμαϊκό Δίκαιο. Που ωστόσο καθιερώθηκε το 1836, με βασιλικό διάταγμα, ως το δίκαιο που όριζε τις σχέσεις των Ελλήνων πολιτών!!).
★★★
Υπήρξε περίοδος άραγε που η γυναίκα απόλαυσε ίσα δικαιώματα με τον άνδρα;
Στο βιβλίο (δημοσιογραφική ανταπόκριση από το ταξίδι του), «Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ», το μακρινό1934, ο Βάρναλης κάνει μεγάλη αναφορά στη θέση της γυναίκας στη σοβιετική κοινωνία, περιγράφοντας:
Το σοβιετικό κράτος, εξασφάλιζε οκτάωρη ή ακόμα και εξάωρη για κάποιες ειδικότητες, σταθερή και μόνιμη δουλειά για όλες τις γυναίκες.
Εξίσωσε το μισθό της γυναίκας με το μισθό του άντρα, για την ίδια δουλειά.
Έδωσε από το 1917 δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.
Παρείχε δωρεάν δημόσια υγεία σε όλη τη ζωή τής γυναίκας μέχρι τα γεράματά της.
Μόρφωσε τις γυναίκες με σχολεία, πανεπιστήμια, λέσχες εργατών, βιβλιοθήκες, θέατρο, μουσική, κινηματογράφο. Τις εξόπλισε με τη μαρξιστική θεωρία.
Οι γυναίκες κατέκτησαν όλα τα επαγγέλματα. Έγιναν Λαϊκοί Επίτροποι, πρεσβευτίνες, καθηγήτριες πανεπιστημίων, διευθύντριες εργοστασίων, νοσοκομείων ή κολχόζ, δημοτικές σύμβουλοι, λαϊκές δικαστίνες, αστυνομικίνες, στρατιωτίνες και αξιωματικοί, οικοδόμοι, χειρίστριες μεγάλων αγροτικών μηχανημάτων, πιλότοι αεροπλάνων.
Η εργαζόμενη γυναίκα καθώς και ο άντρας έτρωγαν πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό αν ήθελαν σε εστιατόριο που βρισκόταν σε κάθε τόπο εργασίας. Τα παιδιά έτρωγαν αντίστοιχα στο σχολειό ή τον παιδικό σταθμό.
Με αυτόν τον τρόπο η γυναίκα απαλλάχτηκε από τη σκλαβιά του σπιτιού.
Σε κάθε εργοστάσιο, υπηρεσία και γειτονιά υπήρχε παιδικός σταθμός.
Κάθε έγκυος εργάτρια έπαιρνε άδεια 8 εβδομάδων πριν τη γέννα και 8 εβδομάδων μετά τη γέννα. Στη διάρκεια αυτών των 16 εβδομάδων πληρωνόταν κανονικά το μισθό της και κρατούσε τη θέση της, όταν θα γύριζε πίσω στη δουλειά. Το μωρό «προικιζόταν» από τη γέννα του με τα ρουχαλάκια του και είχε πρόσβαση με τη δική του καρτέλα στους γιατρούς της περιοχής που θα ζούσε. Η μητέρα είχε κάθε τρεις ώρες, μισή ώρα άδεια για να θηλάσει το μωρό της.
Αμβλώσεις μπορούσαν να γίνουν μόνο στα δημόσια νοσοκομεία, με όλες τις ειδικότητες των γιατρών που απαιτούνταν.
Η γυμναστική, ο αθλητισμός, οι διακοπές σε δημόσια θέρετρα, συμπλήρωσαν τη ζωή των γυναικών.
Δεν θα ισχυριστούμε πως η απόλυτη εξίσωση της γυναίκας με τον άντρα πραγματοποιήθηκε στη σοβιετική κοινωνία. Η εξάλειψη προκαταλήψεων και δεισιδαιμονιών, που διαμορφώθηκαν στις χιλιετίες τής ζωής τής ανθρωπότητας, απαιτούν πολύ μεγάλη προσπάθεια, πολύ χρόνο και δεν έχουν μόνη προϋπόθεση τα υλικά επιτεύγματα. Δεν μπορεί όμως παρά να αναγνωρίσουμε και να θαυμάσουμε την για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, απελευθέρωση της γυναικείας δημιουργικότητας και τις τεράστιες αλλαγές που έφερε η επικράτηση του σοσιαλισμού για τη γυναίκα σε χρονικό διάστημα λιγότερο από είκοσι χρόνια (1917 – 1934, χρόνο γραφής της ανταπόκρισης από τη σοβιετική Ρωσία, του Κώστα Βάρναλη). Το 1934, η σοβιετική γυναίκα περπατούσε έχοντας ψηλά το κεφάλι, με αξιοπρέπεια, παλεύοντας για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Παράλληλα και πιο πριν ακόμα, πολλά κινήματα γυναικείας χειραφέτησης δημιουργήθηκαν στον καπιταλιστικό κόσμο. Ο Λένιν θα εκτιμήσει για αυτά: «Σε όλα τα αστικά απελευθερωτικά κινήματα από πολύν καιρό, όχι μόνον από δεκάδες αλλά από εκατοντάδες χρόνια τώρα, είχε διατυπωθεί το αίτημα να καταργηθούν οι απαρχαιωμένοι αυτοί νόμοι και να εξισωθεί νομικά η γυναίκα με τον άντρα. Αλλά σε ούτε ένα από τα δημοκρατικά κράτη, ούτε σε μια από τις πιο προοδευτικές δημοκρατίες δεν είδαμε να πραγματοποιηθεί το αίτημα αυτό. Γιατί εκεί που είναι κυρίαρχος ο καπιταλισμός, εκεί που εξακολουθεί να υπάρχει η ατομική ιδιοκτησία της γης, η ατομική ιδιοκτησία των εργοστασίων και των επιχειρήσεων, εκεί όπου μένει ακόμα η δικτατορία του κεφαλαίου, οι άντρες θα διατηρούν πάντα τα προνομιακά τους δικαιώματα». (Λένιν στη Διάσκεψη Γυναικών στη Μόσχα το 1919).
Η Αλεξάνδρα Κολοντάι, η πρώτη στον κόσμο, γυναίκα υπουργός (στην κυβέρνηση του Λένιν), Κομισάριος του Λαού στο υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, το 1925, θα υποδείξει πως η χειραφέτηση της γυναίκας, έχει άμεση σχέση και είναι αποτέλεσμα της συμμετοχής της στην παραγωγή, διαπιστώνοντας: «Θα ήταν λάθος να πιστεύουμε πως η απελευθέρωση της γυναίκας εξαρτάται από την ανάπτυξη του πολιτισμού και των επιστημών, πως η ανεξαρτησία της γυναίκας είναι συνάρτηση του πολιτιστικού επιπέδου ενός λαού. Μόνο οι εκπρόσωποι της αστικής επιστήμης μπορούν να υποστηρίζουν τέτοια πράγματα. Εμείς ξέρουμε πως αυτό που θα απελευθερώσει τη γυναίκα, δεν είναι ούτε η κουλτούρα, ούτε η επιστήμη, αλλά ένα κοινωνικο-οικονομικό σύστημα όπου η γυναίκα θα μπορεί να κάνει μια εργασία παραγωγική, σημαντική για την κοινωνία. Ο κομμουνισμός είναι ένα τέτοιο σύστημα». (Αλεξάνδρα Κολοντάι, «Το γυναικείο ζήτημα από την πρωτόγονη κοινωνία στην σύγχρονη εποχή», 1925).
★★★
Σχεδόν 90 χρόνια μετά το 1934, η θέση τής γυναίκας παγκόσμια, γύρισε πίσω στις άθλιες συνθήκες της τσαρικής Ρωσίας. Ελάχιστα αμειβόμενη εργασία, άθλιες συνθήκες δουλειάς, φτώχεια, σκλαβιά στο σπίτι, ανυπαρξία υγείας, μόρφωσης. Έχοντας συνείδηση ότι υπήρξε αυτό το φωτεινό διάλειμμα, τι πρέπει σήμερα να απαιτούμε;
Σήμερα, μπροστά στην κατάργηση των δικαιωμάτων της γυναίκας, κινήματα που στηρίζονται στις ίδιες παλιές αστικές αντιλήψεις δημιουργούνται στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Στις «αθέατες» μεριές της γης, ούτε συζήτηση για ύπαρξη κινήματος. Τα κινήματα αυτά αγνοούν τις υλικές συνθήκες στον κόσμο, αναζητούν την πολιτιστική πλευρά του προβλήματος. Αγνοώντας τις ταξικές διαφορές των γυναικών εξισώνουν την πάμπλουτη Ατζελίνα Τζολί με την πωλήτρια στο σουπερμάρκετ ή την εργαζόμενη στο εργοστάσιο, υποστηρίζοντας ότι και οι δυο υφίστανται τη σεξουαλική παρενόχληση το ίδιο, όπως κάνει το κίνημα Me Too στην Αμερική. Παραμερίζουν την κύρια αντίθεση στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο που είναι η αντίθεση Κεφάλαιο – Εργασία ή στις τεράστιες ζώνες της φτώχειας του πλανήτη που είναι Ιμπεριαλισμός – Λαός, αναγορεύοντας σε κύρια αντίθεση την αντίθεση Γυναίκα – Άντρας. Τα κινήματα αυτά νομοτελειακά θα έχουν την ίδια κατάληξη με αυτά που περιέγραφε ο Λένιν.
Ένα πραγματικά επαναστατικό, διεκδικητικό γυναικείο κίνημα, δεν μπορεί παρά να είναι ταξικό, να παλεύει για το ψωμί, τη δουλειά, την απελευθέρωση και για τα δυο φύλα. Δεν μπορεί παρά να έχει πρόσημο και χρώμα. Κόκκινο. Ούτε ροζ, ούτε μωβ.
Με αφορμή την 8η Μάρτη -αλλά όχι μόνο- οφείλουμε να μιλήσουμε, να σκεφτούμε και -κυρίως- να πράξουμε για το γυναικείο ζήτημα. Γυναίκες και άντρες, εργαζόμενοι, άνεργοι, πρέπει να έχουν έναν κοινό βηματισμό.
Πρέπει ν’ αγωνιστούμε όλοι μαζί:
Πάνω απ’ όλα για το δικαίωμα στη δουλειά.
Για την κατάργηση όλων των διακρίσεων (και της νομοθεσίας που τις πιστοποιεί και τις αναπαράγει).
Για την ισότητα ανδρών και γυναικών στην αμοιβή της εργασίας τους, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα .
Για την πλήρη προστασία της μητρότητας και της μονογονεϊκής οικογένειας, για τη δημόσια και δωρεάν φροντίδα και την εκπαίδευση των παιδιών.
Για τον πολιτισμό της ζωής, της φυσικής άσκησης, και όλων των κοινωνικών ενδιαφερόντων, της δημιουργικής απασχόλησης, του βιβλίου, της μελέτης, της έρευνας, της κριτικής ανάλυσης,
Ενάντια στην κουλτούρα που αναπαράγει το πρότυπο της γυναίκας – αντικείμενο, της υποταγμένης.
Ενάντια στο αντιδραστικό πρότυπο (γυναίκα – όμορφη – νέα – επιτυχημένη), που η ζοφερή πραγματικότητα, δηλαδή η ανεργία, η φτώχεια, η εγκατάλειψη, η μιζέρια, ο εξευτελισμός, θρυμματίζουν τη γυαλιστερή του προσωπίδα.