Τον φετινό Οκτώβρη κλεί­νουν έξι δεκαετίες από την έκδοση του περιοδικού «Ανα­γέννηση» που εγκαινίασε τη δημόσια εμφάνιση του μαρξι­στικού­-λενινι­στι­κού κινήματος της Ελλάδας. Η εκδο­σή της ήταν προϊόν πολύ σημαντικών και έντονων διεργασιών και εξελίξεων που προ­ηγήθηκαν, τόσο στο διεθνές όσο και στο ελληνικό κομμουνι­στικό κίνημα.

Αφετηρία τους υπήρξε η αναθεώρηση των βασικών αρχών του μαρξισμού-λενινισμού που η ρεβιζιονιστική ηγετική ομάδα του Χρουστσιώφ, με προμετωπίδα τον αντισταλινισμό, επέβαλε το Φεβρουάριο του 1956 στο 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Ανατρέποντας την προηγούμενη επαναστατική γραμμή του ΚΚΣΕ, η ρεβιζιονιστική Χρουστσιωφική ηγεσία και οι διάδοχοί της, από τον Μπρέζνιεφ ως τον Γκορμπατσόφ, έβαλαν τη σοσιαλιστική Σοβιετική Ένωση στις ράγες της καπιταλιστικής παλινόρθωσης που θα ολοκληρωθεί και τυπικά 35 χρόνια μετά το 1956, μαζί με τον πλήρη εκφυλισμό και τη χρεοκοπία του σοβιετικού ρεβιζιονισμού και τη διάλυση του ΚΚΣΕ και της Σοβιετικής Ένωσης.

Ένα μόλις μήνα μετά το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, το Μάρτη του 1956, η νέα ρεβιζιονιστική σοβιετική ηγεσία επέμβηκε πραξικοπηματικά στα εσωτερικά του ΚΚΕ, οργανώνοντας μια παρασυναγωγή που ονομάστηκε «6η Ολομέλεια της ΚΕ», η οποία καθαίρεσε το γραμματέα του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη και διόρισε παράνομα στην καθοδήγησή του πρόθυμους (Κολιγιάννη, Παρτσαλίδη) να προωθήσουν τη γραμμή της στο κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας.

Τα γεγονότα αυτά συντάραξαν το διεθνές και ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα προκαλώντας βαθμιαία μια όλο και πιο έντονη αντιπαράθεση στους κόλπους του κομμουνιστικού κινήματος. Στο διεθνές επίπεδο στον αγώνα ενάντια στο σύγχρονο ρεβιζιονισμό θα πρωτοστατήσει το ΚΚ Κίνας, με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ. Το Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας, με επικεφαλής τον Εμβέρ Χότζα, θα δώσει, επίσης, τη δική του συμβολή. Ιστορικό σταθμό στην αντιρεβιζιονιστική πάλη που ξεδιπλώθηκε αποτέλεσε η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα που βασίσθηκε στη θεωρητική συνεισφορά του Μάο για τη συνέχιση της ταξικής πάλης στις συνθήκες του σοσιαλισμού και κινητοποίησε εκατοντάδες εκατομμύρια εργατών, αγροτών και στρατιωτών ενάντια στην καπιταλιστική παλινόρθωση, που προωθούσε η γραμμή του ρεβιζιονισμού. Η αντιρεβιζιονιστική πολεμική αγκάλιασε τα θεμελιώδη ζητήματα της γενικής γραμμής του κομμουνιστικού κινήματος: για τις αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος, για τον πόλεμο, την ειρήνη και το χαρακτήρα της ειρηνικής συνύπαρξης του σο­σιαλιστικού με το καπιταλιστικό στρατόπεδο, για την ταξική πάλη και το επαναστατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, για τη δικτατορία του προλεταριάτου και την ταξική πάλη στο σοσιαλισμό, για το εθνικοαπελευθερωτικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, για το χαρακτήρα του κομμουνιστικού κόμματος, για τις σχέσεις των κομμουνιστικών κομμάτων και των σοσιαλιστικών χωρών.

Η δημόσια πολεμική ενάντια στον ρεβιζιονισμό, η παγκόσμια απήχηση της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης τροφοδότησαν και ώθησαν διεργασίες και τις αντιρεβιζιονιστικές αντιστάσεις στο εσωτερικό πολλών κομμουνι­στικών κομμάτων και ιδιαίτερα μετά το 1963 οδήγησαν στην εμφάνιση νέων μαρξιστικών-λενινιστικών κομμάτων και οργανώσεων.

***

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον της διεθνούς αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής δημιουργήθηκαν οι μαρξιστικές-λενινιστικές οργανώσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας και στην πολιτική προσφυγιά των ανατολικών χωρών. Στην πολιτική προσφυγιά οι επαναστάτες κομμουνιστές αντιτάχθηκαν, αρχικά, στη χρουστσιωφική επέμβαση και σταδιακά προχώρησαν στην ­ιδεολογική-πολιτική-οργανωτική ρή­­ξη με το ρεβιζιονιστικό, πλέον, ΚΚΕ. Οι σύντροφοι -στελέχη του επαναστατικού ΚΚΕ- Πολύδωρος Δανιηλίδης και Γαβρήλος Παπαδόπουλος στη Ρουμανία μαζί με άλλους κομμουνιστές πολιτικούς πρόσφυγες από την Τσεχοσλοβακία, την Ουγγαρία, την Πολωνία ίδρυσαν τη Μαρ­ξιστική-Λενινιστική Οργάνωση (ΜΛΟ) των πολιτικών προσφύγων που εξέδιδε το περιοδικό «Επαναστάτης».

Στο εσωτερικό της χώρας μας η ρεβιζιονιστική επιδρομή στο ΚΚΣΕ και στο ΚΚΕ βρήκε τους κομμουνιστές να παλεύουν σε συνθήκες άγριας αστυνομικής τρομοκρατίας και διώξεων από το κράτος της Δεξιάς, με χιλιάδες κομμουνιστές να είναι στην εξορία. Η αντιρεβιζιονιστική πάλη άρχισε να αναπτύσσεται από το καλοκαίρι του 1956, στο στρατόπεδο εξόριστων του Άη Στράτη, και συμπεριέλαβε βασικά προβλήματα του διεθνούς και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Συνεχίστηκε αργότερα μέσα στην ΕΔΑ, ιδιαίτερα μετά την έξοδο επαναστατών κομμουνιστών από την εξορία στο τέλος της δεκαετίας του 1950 – αρχές δεκαετίας του 1960. Στις αρχές του 1963 δημιουργήθηκαν οι «Ιστορικές Εκδόσεις» που, με την έκδοση έργων του Μάο Τσετούνγκ και ντοκουμέντων αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής, λειτούργησαν ως ένα μέσο όχι μόνο της αντιρεβιζιονιστικής ενημέρωσης, που πνιγόταν και αποκρυβόταν από τη ρεβιζιονιστική ηγεσία της ΕΔΑ, αλλά και ως σημείο συσπείρωσης κομμουνιστών μαρξιστών-λενινιστών. Τον Ιούνη του 1964 με πρωτοβουλία των συντρόφων Ισαάκ Ιορδανίδη και Γιάννη Χοντζέα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σύσκεψη μιας μικρής ομάδας κομμουνιστών, κύρια πρώην εξόριστων του Άη Στράτη, που αποφάσισε τη δημιουργία του πρώτου οργανωμένου πολιτικού πυρήνα των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας. Η σύσκεψη αποφάσισε τη δημιουργία μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης, εξέλεξε γραμματέα της το σύντροφο Ισαάκ Ιορδανίδη και κατέληξε πως, μετά την άλωση του ΚΚΕ από το ρεβιζιονισμό, θα πρέπει όλες οι προσπάθειες να εστιασθούν στην οικοδόμηση προϋποθέσεων για την ανασύσταση ενός πραγματικά επαναστατικού ΚΚΕ. Η σύσκεψη αποφάσισε την έκδοση του περιοδικού «Αναγέννηση», που κυκλοφόρησε τον Οκτώβρη του 1964. Με την «Αναγέννηση» ξεκίνησε η αποφασιστική ανοικτή δημόσια αντιπαράθεση των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας στο ρεβιζιονισμό. Εκδότης της Αναγέννησης ήταν ο σ. Ισαάκ Ιορδανίδης και υπεύθυνος συντάκτης ο σ. Γιάννης Χοντζέας.

Η «Αναγέννηση» υπεράσπισε τις αγωνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος της Ελλάδας. Άσκησε συνολική κριτική στη ρεφορμιστική πολιτική της ΕΔΑ, η οποία με τη σημαία του «νέου πνεύματος» προωθούσε μια γραμμή προσαρμογής στο αστικό σύστημα. Μια γραμμή που εγκατέλειπε το στόχο της ριζικής (επαναστατικής) αλλαγής του και τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα και επεδίωκε μέσω «ενδιάμεσων φάσεων» έναν «ουσιαστικό εκδημοκρατισμό» του αστικού συστήματος μέσα στα πλαίσια ουσιαστικά του ΝΑΤΟ, ενώ αρνιόταν τον ηγετικό ρόλο της Αριστεράς και την μετέτρεπε σε ουρά της Ένωσης Κέντρου. Η «Αναγέννηση» διακήρυξε πως καμιά ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του τόπου δεν μπορεί να γίνει χωρίς ριζική αλλαγή στο ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Καλούσε σε αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και την άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και προσδιόριζε ως κεντρικό στόχο της την πραγματοποίηση μιας ριζικής (επαναστατικής) αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής δημοκρατικής αλλαγής που, στην προοπτική της, θα μετεξελισσόταν αναπόφευκτα σε σοσιαλιστική αλλαγή.

Η «Αναγέννηση» υπεράσπισε το ΚΚ Κίνας και το ΚΕ Αλβανίας από τις επιθέσεις των σοβιετικών ρεβιζιονιστών και απόκρουσε τις συκοφαντίες κατά του ιστορικού έργου του Στάλιν. Ανέδειξε το περιεχόμενο της διεθνούς αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής δημοσιεύοντας ντοκουμέντα-κείμενα της πολεμικής στη γραμμή του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ και της 6ης Ολομέλειας του ΚΚΕ. Κατάγγειλε την πολιτική του ΚΚΣΕ που συνθηκολόγησε απέναντι στον ιμπεριαλισμό και υπονόμευε τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα.

Τα κύρια κείμενα της «Αναγέννησης» έκτισαν την ιδεολογική και πολιτική φυσιογνωμία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας. Η ρεβιζιονιστική ηγεσία της ΕΔΑ απάντησε με διαγραφές και σφοδρές συκοφαντικές επιθέσεις ενάντιά του και με παρεμβάσεις αποκλεισμού της κυκλοφορίας της «Αναγέννησης» στα περίπτερα. Ωστόσο, όλα αυτά δεν εμπόδισαν την ανάπτυξη της δουλειάς των μαρξιστών-λενινιστών και την συγκέντρωση δυνάμεων γύρω τους. Στα χρόνια 1964-1967 συγκρότησαν στο φοιτητικό χώρο τη σπουδαστική παράταξη Προοδευτική Πανσπουδαστική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΠΣΠ) και σε εργατικούς κλάδους συνεπείς συνδικαλιστικές παρατάξεις, οι οποίες βρέθηκαν στις πρώτες γραμμές των αγώνων του εργατικού και φοιτητικού κινήματος, του κινήματος ειρήνης και του πανδημοκρατικού κινήματος εκείνης της εποχής, πετυχαίνοντας να συσπειρώσουν ένα αξιόλογο αγωνιστικό δυναμικό γύρω τους. Το Γενάρη του 1967 οι μαρξιστές-λενινιστές άρχισαν την έκδοση της εβδομαδιάτικης εφημερίδας «Λαϊκός Δρόμος» και στις αρχές του Απρίλη του 1967 δημιούργησαν -σε συνθήκες απαγόρευσης της νόμιμης δράσης του κομμουνιστικού κινήματος- ως νόμιμη οργάνωσή τους, τη Συνεπή Πολιτική Αριστερή Κίνηση (ΣΠΑΚ), που εξέλεξε γραμματέα της τον σ. Ισαάκ Ιορδανίδη. Η ΣΠΑΚ δεν πρόλαβε να αναπτύξει τη δράση της, καθώς δυο εβδομάδες μετά την ίδρυσή της έγινε το στρατιωτικοφασιστικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967. Ωστόσο, από τον Ιούνη του 1964 ως τον Απρίλη του 1967, η οργάνωση των μαρξιστών-λενινιστών μπόρεσε με ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό κέντρο την «Αναγέννηση» να ξετυλίξει την πάλη της, που έθεσε τις βάσεις του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας.

***

Με την επιβολή της δικτατορίας στις 21 Απρίλη 1967, πολλά στελέχη και μέλη της μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης, α­νά­­μεσά τους και ο γραμματέας της σ. Ισαάκ Ιορδανίδης, πιάστηκαν και κλείστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα στελέχη που κατόρθωσαν να διαφύγουν τη σύλληψη προχώρησαν στη δημιουργία παράνομης οργά­νωσης, την οποία -πριν τον συλλάβουν και τον εξορίσουν κι αυτόν- καθοδήγησε ο σ. Γιάννης Χοντζέας. Κυκλοφόρησαν ένα «Πληροφοριακό Δελτίο» και την εφημερίδα «Προλεταριακή Σημαία», σαν όργανο των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας και τότε έγινε γνωστή η Οργάνωση Μαρξιστών-Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ).

Η ΟΜΛΕ πρόβαλε καθαρά μέσα στη δικτατορία την αγωνιστική γραμμή για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας, που έπρεπε να στηριχθεί στην ανάπτυξη του λαϊκού αγώνα. Συγκεντρώνοντας, σταδιακά, δυνάμεις της, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της δικτατορίας, μπόρεσε στη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973 να έχει έναν πρωτοποριακό ρόλο υποστηρίζοντας μια σωστή αγωνιστική αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική γραμμή κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη, η οποία αντιπαρατέθηκε στη γραμμή του ΚΚΕ και του ΚΚΕεσ, που ήταν ενάντια στην κατάληψη του Πολυτεχνείου και επεδίωξε να περιορίσει και να υπονομεύσει το αντιφασιστικό, αντιαμερικάνικο και αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο της εξέγερσης.
Στα στρατόπεδα των πολιτικών εξορίστων, στη διάρκεια της δικτατορίας, οι μαρξιστές-λενινιστές έκαναν μια συνεχή πάλη για τον αγωνιστικό προσανατολισμό των κρατουμένων ενάντια στη δικτατορία, ενάντια στην ηττοπαθή γραμμή και πρακτική των ρεβιζιονιστών ηγετών.

Σημαντική ήταν η δράση των μαρξιστών-λενινιστών στην περίοδο της δικτατορίας και στους Έλληνες εργάτες μετανάστες και φοιτητές στη Δ. Ευρώπη. Με πρωτοβουλία τους δημιουργήθηκε το Αγωνιστικό Μέτωπο Ελλήνων Εξωτερικού (ΑΜΕΕ) τον Ιούνη 1967, που εξέδωσε την εφημερίδα «Λαϊκή Ενότητα» και το περιοδικό «Λαϊκό Δρόμο», έντυπα ιδεολογικής και πολιτικής προβολής αντιφασιστικών, αντιιμπεριαλιστικών και αντιρεβιζιονιστικών θέσεων που απέκτησαν πλατύ αναγνωστικό κοινό. Το ΑΜΕΕ πρωτα­γωνίστησε σε μια σειρά αντιδικτατορικές – αντιαμερικανικές κινητοποιήσεις των Ελλήνων του εξωτερικού.

Αντιφασιστική, αντιδικτατορική δράση με πολιτικές συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις και εκδηλώσεις στις ανατολικές χώρες ανέπτυξε και η Μαρξιστική Λενινιστική Οργάνωση των πολιτικών προσφύγων από την Ελλάδα, δίνοντας την αλληλεγγύη της στον αγώνα του ελληνικού λαού και της ΟΜΛΕ.

***

Με την πτώση της δικτατορίας η πορεία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος μπήκε σε μια νέα φάση. Η ΟΜΛΕ, περνώντας στη νομιμότητα, εξάπλωσε τη δουλειά της σε πολλούς τομείς και μαζικούς χώρους. Επανέκδωσε το βδομαδιάτικο «Λαϊκό Δρόμο», ανασύστησε την ΠΠΣΠ στο σπουδαστικό κίνημα, έφτιαξε την Προοδευτική Μαθητική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΜΣΠ) στο μαθητικό κίνημα, δημιούργησε στο εργατικό κίνημα την Προοδευτική Εργατική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΕΣΠ). Τον Οκτώβρη του 1974 ενοποιήθηκαν η ΟΜΛΕ και η ΜΛΟ των πολιτικών προσφύγων σε μια οργάνωση στα πλαίσια της ΟΜΛΕ. Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα φτάνει το 1975-1976 στο υψηλότερο σημείο επιρροής και της οργανωτικής ανάπτυξής του από την εποχή της ίδρυσής του. Έχει πανελλαδική εμβέλεια και είναι υπολογίσιμη δύναμη στο κίνημα της νεολαίας και και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, ενώ εξαπλώνει και τη δουλειά του στις συνοικίες. Οι ιδέες και οι θέσεις του απλώνονται στις συνειδήσεις χιλιάδων κομμουνιστών και τα συνθήματά του αγκαλιάζονται από ευρύτερες λαϊκές μάζες. Όμως αυτή η ανοδική πορεία σταμάτησε από το γεγονός ότι προβλήματα και διαφωνίες που είχαν ανακύψει στον ηγετικό πυρήνα της ΟΜΛΕ δεν έγινε δυνατό να επιλυθούν ομαλά και ξέσπασε μια κρίση η οποία έφερε διαδοχικές διασπάσεις στο μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα. Για τους λόγους που προέκυψε αυτή η αρνητική εξέλιξη, το Μ-Λ ΚΚΕ στο 6ο συνέδριό του συνόψισε ορισμένα βασικά συμπεράσματά του που αναφέρονται στις αιτίες της μεγάλης υποχώρησης του μ-λ κινήματος και περιέχουν μια αυτοκριτική τοποθέτηση για τα λάθη του, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως το κύριο χαρακτηριστικό της δράσης του μ-λ κινήματος είναι η θετική συνεισφορά του στον αγώνα του λαού μας και πως εκείνο που προέχει σήμερα είναι η επανασυσπείρωση των δυνάμεων του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος.

***

Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα, παρά την εξασθένιση που υπόστηκε, απέδειξε πως έχει οικοδομηθεί πάνω σε ιδεολογικές και πολιτικές βάσεις που του έδωσαν και του δίνουν τη δυνατότητα να ξεπερνά τις δυσκολίες και να συνεχίζει το έργο που έθεσε σαν στόχο του από την ίδρυσή του. Η ενεργητική αγωνιστική παρουσία του στο στίβο της ταξικής πάλης, η συμβολή του στους λαϊκούς αγώνες παραμένει αδιάλειπτη στην εξηντάχρονη πορεία του. Στάθηκε πάντα στις πρώτες γραμμές των αγώνων ενάντια στον ξένο ιμπεριαλισμό και τη ντόπια μεγαλοαστική τάξη, τους πολιτικούς εκφραστές της και τις κυβερνήσεις τους.

Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες του, παρά τη διάσπαση των δυνάμεών του, ποτέ δεν έχασε τον αγωνιστικό, επαναστατικό χαρακτήρα του. Ήταν και είναι καθοριστικός και μοναδικός ο ρόλος του στο ξεσκέπασμα της αντεπαναστατικής φύσης του ρεβιζιονισμού αλλά και των αυταπατών της ρεφορμιστικής πολιτικής που κυριάρχησαν στα πρώην επαναστατικά κομμουνιστικά κόμματα και καταβαράθρωσαν το ρωμαλέο κομμουνιστικό κίνημα και στη χώρα μας και παγκόσμια. Ήταν και είναι καθοριστική και μοναδική η συνεισφορά του στο να εξηγηθεί γιατί το κομμουνιστικό κίνημα έπαθε τόσο μεγάλη αποδυνάμωση και γιατί συνέβη η καπιταλιστική παλινόρθωση στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Αυτά είναι τα κεφαλαιώδη ερωτήματα που απασχολούν τους αγωνιστές του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος και σε αυτά το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα έχει δώσει βασικές, στέρεες απαντήσεις, που μαζί με τις ιδεολογικές-πολιτικές οργανωτικές αρχές του μαρξισμού-λενινισμού και τη συνεπή αγωνιστική πράξη μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος.

Αυτοί είναι οι λόγοι που παρά την πολεμική και τις συκοφαντίες που δέχεται επί δεκαετίες το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα συνεχίζει να προχωρά. Και έχει καταφέρει, τις τελευταίες δεκαετίες, μετά από μία περίοδο υποχώρησής του, μέσα από επίμονες προσπάθειες, να επανακτά και να επανασυσπειρώνει, ως ένα βαθμό, δυνάμεις.

Καρπός αυτών των προσπαθειών το Μ-Λ ΚΚΕ, βαδίζει σταθερά στις θεμελιώδεις κατευθύνσεις που χάραξε το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα από την ίδρυσή του, υπογραμμίζοντας την αξία τους και επικαιρότητά τους, σε αντιδιαστολή με ορισμένες παραφωνίες που ακούγονται σε αυτό το ζήτημα από άλλες πλευρές, και ταυτόχρονα επι­διώκει τη δημιουργική ανάπτυξη και εφαρμογή τους σύμφωνα με τις σύγχρονες εξελίξεις.

Η ιδεολογία και η πολιτική του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος ανταποκρίνεται σε μια γνήσια και μεγάλη ανάγκη που έχει γεννήσει η πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες: στην ανάγκη να αναδημιουργηθεί ένα αυθεντικό κομμουνιστικό κόμμα που αποσύνθεσε ο σύγχρονος ρεβιζιονισμός.

Το Μ-Λ ΚΚΕ αυτό το στόχο θέλει να υπηρετήσει δυναμώνοντας την οργάνωσή του. Και για να τον υπηρετήσει οφείλει να συνεχίσει με συνέπεια:
Πρώτο, τον ιδεολογικοπολιτικό αγώνα του ενάντια στη γραμμή του ΚΚΕ που παραμένει ο κύριος φορέας του ρεβιζιονισμού στη χώρα μας, ενάντια στα κατάλοιπα των σοσιαλδημοκρατικών-ρεφορμιστικών αντιλήψεων του ΣΥΡΙΖΑ που διέλυσαν και τον ίδιο, ενάντια σε λαθεμένες κατευθύνσεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΝΑΡ, τροτσκιστικών οργανώσεων) που αναπαράγουν το ρεφορμισμό με τις μορφές «αντικαπιταλιστικών προγραμμάτων» και «μεταβατικών αιτημάτων», ενάντια στον αναρχισμό, ενάντια σε όλα αυτά τα ρεύματα που, ας σημειωθεί, έχουν όλα διαγράψει από την πολιτική ατζέντα τους την κεντρικής σημασίας για το λαό μας πάλη για την εθνική ανεξαρτησία.
Δεύτερο, να διδάσκεται από τη θετική και αρνητική κληρονομιά του επαναστατικού ΚΚΕ αλλά και και από τις θετικές και αρνητικές εμπειρίες του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος.
Τρίτο, να παλεύει για τη δημιουργία των όρων που θα επιτρέψουν να ενωθεί η βασική μάζα των μαρξιστών-λενινιστών, των οργανωμένων και ανένταχτων κομμουνιστών που μένουν πιστοί στο μαρξισμό-λενινισμό σε ένα κόμμα που θα μπορέσει να συσπειρώσει την εργατική τάξη και τον ελληνικό λαό σε ένα νικηφόρο αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την ντόπια μεγαλοαστική τάξη.

60 χρόνια μετά συνεχίζουμε ακλόνητα τον αγώνα «ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ», όπως έγραφε το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αναγέννηση».