Με αφορμή -και όχι μόνο- τον πόλεμο στη Συρία, επαναλαμβάνεται στο πολιτικό προσκήνιο ο λόγος περί ανθρωπισμού. Πλήθυναν και λόγω προσφυγικού οι ανθρωπιστικές οργανώσεις, λανσάρεται εκτεταμένα η κουβέντα για την ανθρωπιστική κρίση και άλλα παρόμοια. Επειδή όμως οι λέξεις δεν είναι αθώες, πολύ δε περισσότερο αυτοί που τις εκστομίζουν, χρειάζεται να ξύσουμε τον λούστρο του ανθρωπισμού, όχι από κάποιο φιλολογικό σχολαστικισμό, αλλά για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους και να είμαστε με ταξικές συντεταγμένες.
Ο ανθρωπισμός (ουμανισμός) ήταν η κοινωνική απάντηση της ανερχόμενης αστικής τάξης απέναντι στη βαρβαρότητα του μεσαίωνα και τη δικαιοσύνη του ξίφους. Γνώρισε τεράστια άνθιση με το κίνημα του ρομαντισμού τον 19ο αιώνα και επανήλθε δριμύτερος μέσα από τις φρικαλεότητες του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Είναι αλήθεια ότι σε κάθε γενικευμένο πόλεμο, οι ιδέες του ανθρωπισμού βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στα μυαλά των καταφρονεμένων και στις πένες των διανοούμενων. Αλλά είναι εξίσου αλήθεια ότι ο μαρξισμός μιλάει για την ολότητα και τις κοινωνικές τάξεις, ενώ ο ανθρωπισμός για τα ατομικά δικαιώματα. Ένας κομμουνιστής κρύβει μέσα του έναν βαθύ και καθολικό ανθρωπισμό, ένας ανθρωπιστής δεν είναι διόλου βέβαιο ότι έχει σφαιρική και στρατηγική θέαση. Αν κάποιος μιλάει για τη φρίκη του πολέμου χωρίς να διακρίνει ποιον υπηρετεί ο συγκεκριμένος πόλεμος, σύντομα θα ξεπέσει στα αναφιλητά και το μοιρολόι. Αν υπερισχύει το ανθρώπινο και όχι το ταξικά συγκεκριμένο, τότε εύκολα θα μπερδέψουμε τον φασίστα και τον επαναστάτη, απλώς επειδή έχουν δυο πόδια και είναι άνθρωποι και θα εξισώσουμε τον Γκέμπελς με τον Δημητρώφ (για να μην ανεβάσουμε τις συγκριτικές σκάλες).
Πολλές φορές, ωστόσο, για λόγους καθημερινής συνεννόησης, χρησιμοποιούμε τον όρο ανθρωπισμός και τα παράγωγά του. Αυτό είναι απόλυτα εξηγήσιμο και διόλου μεμπτό. Αλλά όσοι θέλουν να «διακονούν» την αριστερά και να χρησιμοποιούν τον διαλεκτικό υλισμό ως φιλοσοφική και πολιτική ανάλυση δεν μπορούν να μένουν στο δειλό και αδύναμο κεφαλόσκαλο του ανθρωπισμού. Να κατατάσσουν τους εαυτούς τους στις «ένοχες συνειδήσεις» και να χαμηλώνουν τον πήχη των απαιτήσεων -όπως κάνουν οι αναρχοχριστιανοί- στη λογική «όλοι είμαστε άνθρωποι».
Η ανθρώπινη κοινωνία χωρίζεται σε τάξεις που έχουν συγκρουόμενα συμφέροντα και ο «τάφος που μας περιμένει» δεν προσφέρει κανένα κριτήριο στην πάλη των τάξεων και στη διαδικασία αλλαγής του κόσμου. Είμαστε δίπλα στη Σύρια μάνα που κρατάει στην αγκαλιά το νεκρό παιδί της, όχι για να κλαψουρίσουμε δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι, αλλά για να βρίσκουμε τον ένοχο και να τον ξεσκεπάζουμε και να πολεμάμε για τη συντριβή του. Αν στο μεγάλο κάδρο της ανάλυσης και των καθηκόντων μας θα βάλουμε αίμα και δάκρυα, τότε ο αντίπαλος σίγουρα θα βγει νικητής και τροπαιούχος. Έτσι, λοιπόν, τα ευρύτατα στρώματα που ορκίζονται στον ανθρωπισμό έχουν μπροστά τους δύο δρόμους. Ή θα ολοφύρονται σαν μανιάτισσες μοιρολογίστρες και θα υποτάσσονται στον ιμπεριαλισμό, το μιλιταρισμό, τον εθνικισμό και τον πόλεμο, ή θα συνταχθούν με το κίνημα ανατροπής όλων των παραπάνω. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει, ή τουλάχιστον δε βρέθηκε μέχρι σήμερα. Ας θυμηθούμε τον Β.Ι Λένιν: «Αν κάποιος πετάει παιδιά στο ποτάμι και κάποιος βουτάει να τα σώσει, τότε ο δεύτερος θα κουραστεί πρώτος». Ας εξουδετερώσουμε τους δολοφόνους.