Χρειάστηκαν περισσότερα από τρία χρόνια για να καταθέσει το υπουργείο Παιδείας προς ψήφιση την διαβόητη πρότασή του για το πολυδιαφημιζόμενο “νέο” της Λύκειο. Από την εποχή του “Εθνικού Διαλόγου”, της πρώτης δηλαδή ενορχηστρωμένης κυβερνητικής επιχείρησης για την επιβολή των προαποφασισμένων αντιεκπαιδευτικών μέτρων, μέχρι σήμερα κύλισε πολύ νερό στο αυλάκι. Με μια σειρά από δημόσιες εκδηλώσεις, επικοινωνιακές φιέστες, διακηρύξεις και εξαγγελίες πως τάχα το “Λύκειο ανακτά το χαμένο ρόλο του” και πως ανοίγουν οι πόρτες για την “ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ”, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας αλλά και η κυβέρνηση σήκωσαν πολύ κουρνιαχτό για να συγκαλύψουν το πραγματικό αντιδραστικό περιεχόμενο των νέων μέτρων, αλλά και για να αποσπάσουν την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση.
Το σχέδιο νόμου, που τώρα έρχεται σε διαβούλευση, αποτελεί συνέχεια των περίφημων πορισμάτων του “Εθνικού Διαλόγου” της περιόδου του 2015 – 2016, του οποίου ιθύνων νους ήταν ο τωρινός υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου και υπαγορεύεται ευθέως από την ΕΕ και τον ΟΟΣΑ. Άλλωστε, και ο ίδιος ο Γαβρόγλου έχει επανειλημμένα παραδεχθεί πως οι αλλαγές στο Λύκειο εναρμονίζονται με τις μνημονιακές δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Με άλλα λόγια, οι υποτιθέμενοι διακηρυκτικοί στόχοι του υπουργείου είναι απλώς… “χάντρες και καθρεφτάκια” που καμία σχέση δεν έχουν ούτε με τα μορφωτικά δικαιώματα της νεολαίας ούτε πολύ περισσότερο ανταποκρίνονται στις αγωνίες των λαϊκών οικογενειών. Και φυσικά η επιλογή του υπουργείου να φέρει το νομοσχέδιο για ψήφιση τώρα, παραμονές των εκλογών, μόνο τυχαία δεν είναι, αφού πατώντας στις αγωνίες και τους αγώνες που δίνουν καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και οι οικογένειές τους, το υπουργείο τώρα υπόσχεται “ελεύθερη” πρόσβαση στο πανεπιστήμιο από τη νέα μάλιστα χρονιά, δημιουργώντας κάλπικες προσδοκίες για να υφαρπάξει την ψήφο την κατάλληλη στιγμή.
“Νέο” λύκειο αντιδραστικό, αριστοκρατικό, ταξικό
Τα περί ανάκτησης του ρόλου του Λυκείου ως αυτόνομης βαθμίδας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καταρρέουν μπροστά στην ζοφερή πραγματικότητα που θέλει να επιβάλλει το υπουργείο Παιδείας. Όλες οι εξαγγελίες καταλήγουν να είναι μια βίαιη αναπροσαρμογή της τελευταίας τάξης του Λυκείου στις – έτσι κι αλλιώς – ταξικές απαιτήσεις του συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ο εμπαιγμός και η κοροϊδία από τη μεριά του υπουργείου Παιδείας περισσεύει από τις πρώτες κιόλας γραμμές της εισηγητικής του έκθεσης. Να τι λένε δημόσια για τις αλλαγές στην Γ’ Λυκείου: “ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της τάξης αυτής από τις πανελλαδικές εξετάσεις ματαιώνει σε μεγάλο βαθμό, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των εκπαιδευτικών, την εκπαιδευτική διαδικασία”. Και η θεραπευτική συνταγή που προτείνει το υπουργείο Παιδείας απέναντι στο πρόβλημα αυτό είναι η δραστική μείωση των μαθημάτων γενικής παιδείας γιατί, όπως ανερυθρίαστα δηλώνει το υπουργείο, αυτά “προσκρούουν σήμερα στην απόλυτη αδιαφορία των μαθητών”. Απέναντι λοιπόν στην κυρίαρχη πολιτική που διαχρονικά οδηγεί στη διαρκή υποβάθμιση και στην απαξίωση του Λυκείου και στη μετατροπή του σε ένα εξεταστικό μηχανισμό, το υπουργείο Παιδείας προτείνει να πεταχτεί και το τελευταίο φύλλο συκής, ώστε επιτέλους η βαθμίδα αυτή “να ανακτήσει τη λειτουργικότητά της και την αξία της μέσα στο συνολικό σύστημα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην εισήγησή του.
Το υπουργείο πλασάρει για πολλοστή φορά το μύθο της “ελεύθερης πρόσβασης”, ακολουθώντας πιστά τα χνάρια όλων των προηγούμενων ηγεσιών εδώ και δεκαετίες. Η πραγματικότητα όμως βρίσκεται στον αντίποδα των διακηρύξεών τους. Πίσω από τις κυβερνητικές εξαγγελίες βρίσκεται ο διαχωρισμός των μαθητών σε αποφοίτους δύο κατηγοριών και δύο ταχυτήτων. Το εισιτήριο για τις λεγόμενες σχολές υψηλής ζήτησης γίνεται ακόμα πιο ακριβοπληρωμένο για ολοένα και λιγότερους, όσους αντέξουν τη νέα εξεταστική θύελλα. Για τους πολλούς υπάρχει η φθηνή λύση μιας θέσης σε ένα από τα πολλά υποβαθμισμένα και υποχρηματοδοτούμενα τμήματα δεύτερης ή και τρίτης κατηγορίας.
Κοντολογίς, η τυπική πλέον κατάργηση και εξαφάνιση της γενικής παιδείας, ακόμα και ως έκφραση, ο αναπροσανατολισμός του Λυκείου γύρω από το νέο εξεταστικό σύστημα για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η υπέρογκη αύξηση της ύλης στα εξεταζόμενα μαθήματα, διαμορφώνουν μια νέα εκπαιδευτική έρημο για τη νέα γενιά. Νέα και πολλαπλά ταξικά εμπόδια και φραγμοί ορθώνονται μπροστά στη νεολαία που υπηρετούν ένα και μοναδικό στόχο, τη δραστική μείωση των μαθητών που θα αποφοιτούν από τα Λύκεια. Η νέα αντιεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του υπουργείου Παιδείας, που υπηρετεί τις διαχρονικές επιδιώξεις και στόχους της ντόπιας άρχουσας τάξης αλλά και τις επιταγές της ΕΕ, διαμορφώνει ένα σχολείο ακόμα πιο αντιδραστικό και ταξικό, “αριστοκρατικό” για λίγους κι εκλεκτούς. Αλλαγές που αποτελούν μέρος ευρύτερης πολιτικής αντιδραστικής αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης που δεν σταματά στη δευτεροβάθμια, αλλά επεκτείνεται και στην τριτοβάθμια.
Στις 12 Απρίλη οι καθηγητές απεργούν
Μετά από μακρύ λήθαργο η ηγεσία της ΟΛΜΕ αποφάσισε να προκηρύξει, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, 24ωρη κλαδική απεργία για τις 12 Απρίλη θέτοντας στο επίκεντρο των αιτημάτων της την απόσυρση του νομοσχεδίου, οικονομικά αιτήματα για την επαναφορά των δώρων καθώς και τους μαζικούς μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών. Οι ευθύνες της ηγεσίας της ΟΛΜΕ είναι βαρύτατες για την υποχώρηση του εκπαιδευτικού κινήματος και τη μετατροπή του σε θεατή των εξελίξεων που συντελούνται στην εκπαίδευση όλα τα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η ιδιότυπη συμμαχία ανάμεσα στις ΣΥΝΕΚ(ΣΥΡΙΖΑ) και τη ΔΑΚΕ(ΝΔ) και διευρύνθηκε μετέπειτα με την ΠΕΚ(ΠΑΣΚ), που δημιουργήθηκε την επομένη της ανάληψης της διακυβέρνησης από το ΣΥΡΙΖΑ (2015), καθήλωσε τον κλάδο των καθηγητών. Την ίδια ώρα οι δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού έσυραν την ΟΛΜΕ στους διαδρόμους και στα αδιέξοδα του στημένου “εθνικού διαλόγου” και των προεξοφλημένων πορισμάτων του, που σήμερα υλοποιούνται. Την ίδια στιγμή αυτή η πλειοψηφία της ΟΛΜΕ έψαχνε να βρει “θετικά στοιχεία” στα πορίσματα του εθνικού διαλόγου και της πολιτικής του υπουργείου Παιδείας.
Σήμερα βέβαια που χρεοκόπησαν όλες οι απόπειρες της πλειοψηφίας της ηγεσίας της ΟΛΜΕ να κάνει έναν θετικό απολογισμό της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και αποκαλύπτεται το μέγεθος της αντιεκπαιδευτικής λαίλαπας, υποχρεώνεται να κηρύξει, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, απεργία για τις 12 Απρίλη.
Το διάστημα που απομένει μέχρι την 24ωρη απεργία οι ταξικές δυνάμεις έχουν χρέος να εργαστούν με πείσμα για την καλύτερη οργάνωση και μαζικότητα στη συμμετοχή της. Να ενεργοποιήσουν άμεσα τα πρωτοβάθμια σωματεία (ΕΛΜΕ), να πραγματοποιήσουν πλατιές περιοδείες στα σχολεία για να ενημερώσουν τον κλάδο για τις αντιεκπαιδευτικές αλλαγές που μεθοδεύει το υπουργείο, να κηρύξουν έκτακτες γενικές συνελεύσεις για την προπαγάνδιση και καλύτερη οργάνωση της απεργίας.
Η 12η Απρίλη πρέπει να γίνει ημέρα εκπαιδευτικού αγώνα για την υπεράσπιση του Δημόσιου Δωρεάν Σχολείου και των μορφωτικών δικαιωμάτων της νεολαίας, ενάντια στα αντιδραστικά σχέδια της κυβέρνησης.