Αργήσαμε, σύντροφε. Αργήσαμε πολύ.
Πρέπει να πούμε το δικό μας τραγούδι.
Χριστούγεννα αλλιώτικα; Μα για να είναι αλλιώτικα, πρέπει να έχουν μια άλλη αιτία. Μη κοιτάτε που σήμερα τα Χριστούγεννα κατάντησαν αγορές, από τα γεμάτα με αχρείαστα αντικείμενα, κατάφωτα πολυκαταστήματα, σαν τα Χάροντς, που τα πολυακούσαμε τελευταία λόγω κορονοϊού. Σκεφτείτε οι άνθρωποι της Δύσης, πέρα από τα θερμαινόμενα και ηλεκτροφωτισμένα διαμερίσματά σας: οι παλιότεροι -οι παππούδες μας ας πούμε- που ζεσταίνονταν στην καλύτερη περίπτωση με σόμπα ή τζάκι, είχαν μεγάλο ενδιαφέρον να έρθει το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Η εποχή που όλα θα ξεκινούσαν από την αρχή. Η σοδειά, η σπορά, τα κοπάδια.
Πολλοί πολιτισμοί γιόρταζαν και γιορτάζουν το χειμερινό ηλιοστάσιο, τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου, που από τότε αρχίζει και μικραίνει, για να κυριέψει τη φύση η μέρα και η αναγέννηση. Η ζωή. Ο Ήλιος από εκείνες τις ημέρες παύει να χαμηλώνει την τροχιά του και αρχίζει να επανέρχεται ψηλά στον ουρανό ως θριαμβευτής για να ξαναφέρει τη ζέστη και τη ζωή στην παγωμένη φύση. Για τους χριστιανούς, το χειμερινό ηλιοστάσιο είναι τα Χριστούγεννα. Για τους αρχαίους Ρωμαίους, που από τις 17 ως τις 23 Δεκεμβρίου γιόρταζαν τα Σατουρνάλια, στις 25 Δεκεμβρίου γιόρταζαν τα Μπρουμάλια, δηλ. το χειμερινό ηλιοστάσιο (η λέξη υποδηλώνει τη μικρότερη ημέρα του χρόνου). Σε αυτά τιμούσαν την «ημέρα της γεννήσεως του αήττητου Ήλιου» (dies natalis invicti Solis). Ο χριστιανισμός υιοθέτησε την ημερομηνία (επισήμως από τον 6ο αι.) αλλάζοντας τον «Αήττητο Ήλιο», σε «Ήλιο της Δικαιοσύνης» (κατά το τροπάριο των Χριστουγέννων), το Χριστό, οπότε και οι χριστιανοί δεν δυσκολεύθηκαν να αλλάξουν και πολύ τις εορταστικές τους συνήθειες. Σε άλλους λαούς υπάρχουν π.χ. οι εορτές Γιάλντα (Πέρσες 22 Δεκέμβρη), Καρατσούν (αρχαίοι Σλάβοι 21 Δεκεμβρίου), Χανουκκά κλπ εορτάζονται επίσης πολύ κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο. Ο χρόνος, βλέπετε, δεν έχει οριστεί με ακρίβεια πανθομολογούμενη, ακόμα. Ή μήπως δεν υπάρχει;
Στα ρωμαϊκά Σατουρνάλια, οι δούλοι είχαν το ελεύθερο να χλευάσουν τους αφέντες τους, ακόμα και με «απρέπειες», μασκαρεμένοι. Να και οι καλικάντζαροι του δωδεκαημέρου, που σύμφωνα με τη δική μας λαϊκή δοξασία, εμφανίζονται από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα -τις 12 μέρες αυτές- που τα «νερά είναι αβάφτιστα». Σαν «μεγάλα τραγιά, με κέρατα, με ουρές, με γένια»…
Χριστούγεννα αλλιώτικα. Αυτό μας λένε οι άνθρωποι της κυβέρνησης. Και δείχνουν τα πολυκαταστήματα. Για να κρύψουν το μεσαίωνα που επιβάλλουν. «Πού σκόλη και γιορτή μαστρο- Παυλέτο, φίλε μου, είπεν· ούτε καθισιό ούτε χουζούρι. Τ’ άϊ Νικόλα δουλέψαμε, τ’ άϊ Σπυρίδωνα δουλέψαμε, την Κυριακή το ίδιο· έρχονται Χριστούγεννα και θαρρώ πως θα δουλέψουμε χρονιάρα μέρα. […] Αντί να είναι η δουλειά μοιρασμένη ίσα τις καθημερινές, πέφτει μονομιάς και μονόπαντα. Δουλεύουμε βιαστικά τις Γιορτάδες κι ύστερα χασομερούμεν βδομάδες και μήνες τις καθημερινές». Αυτές τις εργασιακές συνθήκες περιγράφει στο γλυκύτατο διήγημά του «Τα Χριστούγεννα του Τεμπέλη», δημοσιευμένο 124 χρόνια πριν, τα Χριστούγεννα του 1896, ο Παπαδιαμάντης, που μπορεί να μην αναγνώριζε τον καπιταλισμό, μα ήταν σταθερά στο πλευρό των φτωχοδιάβολων. Τα «Πάμε Μπροστά», τα «Αλλάζουμε», τα «Η Ελλάδα της ψηφιακής τεχνολογίας» μας οδήγησαν τουλάχιστον 124 χρόνια πίσω. Δουλειά περιστασιακή για να καλύπτει τα χρέη της αναδουλειάς. Και ξανά στο άγχος για να βρεθεί νέα δουλειά.
***
Όλοι οι άλλοι εμείς, όχι όλοι δυστυχώς, (ξεπέρασαν τους 3.000 οι νεκροί από τον κορονοϊό), όσοι μπορέσουμε, θα υποδεχτούμε τον καινούργιο χρόνο με τη φαμίλια και λίγους φίλους, με την πηχτή, τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες μας, «εις τας εσπερινάς συντυχίας» κατά την Παπαδιαμάντειο διάλεκτο.
Ωστόσο πέρα από τα δύσκολα, κάθε καινούργιος χρόνος φέρνει μαζί του και τη φροντίδα να τα αντιπαλέψουμε τα δύσκολα, για μια ζωή με αξιοπρέπεια, ελευθερία και ανθρωπιά.
Οι ευχές της στήλης θερμότατες για όλους, παιδιά, γέρους, εργαζόμενους, μετανάστες στις «δομές» και στα σαπιοκάραβα, δημοκράτες και αριστερούς.
Αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά κι αρχή καλός μας χρόνος. Καλή χρονιά στη φαμελιά σας. Καλή χρονιά και στους αγώνες μας.
Τάνια