Η ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών έχει θύτες, έχει υπαίτιους, υπαίτιους για την εφαρμογή μίας εγκληματικής πολιτικής, τους ίδιους υπαίτιους που έχει και η ανείπωτη τραγωδία της πανδημίας. Όλοι αυτοί οι νεκροί, οι δικοί μας νεκροί είναι θύματα μίας πολιτικής που απαξιώνει τη ζωή μας. Διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις που πέρασαν από τον τόπο υπηρέτησαν την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, ξεπούλησαν τα πάντα, προκειμένου τα αφεντικά τα οποία υπηρετούν, κλινικάρχες, funds, πολυεθνικές, να κερδοφορούν πάνω στις πλάτες μας και τις ζωές μας.
Αλήθεια πόσοι ασχολούνται σήμερα με τους θανάτους από covid 19; Πόσοι ασχολούνται με τον αριθμό των κρουσμάτων, τις διασωληνώσεις, και τα εξιτήρια; Πόσοι ασχολούνται με τους «ανεύθυνους» πολίτες που συνωστίζονται στα πάρτι, τα καρναβάλια και τις συγκεντρώσεις «μεταδίδοντας τον ιό»; Κανείς! Στα κανάλια αυτό το θέμα πλέον δεν υπάρχει και εφόσον δεν υπάρχει στα κανάλια, δεν υπάρχει πουθενά. Πλέον μπορούμε να συνυπάρχουμε με τον ιό, αυτό είναι το συμπέρασμα μέχρις ότου ο πρωθυπουργός, οι παπαγάλοι του κι οι «επιστήμονές» του, βεβαίως, αποφασίσουν κάτι άλλο.. αρκεί να θυμηθούμε ότι κατά την διάρκεια της τουριστικής περιόδου του 2020 και του 2021, ο ιός, τα κρούσματα, οι θάνατοι, οι διασωληνώσεις και οι «ανεύθυνοι» εξαφανίζονταν από τα τηλεοπτικά πάνελ διότι η χώρα έπρεπε να είναι έτοιμη να υποδεχτεί και να προσφέρει τις υπηρεσίες της στους τουρίστες προκειμένου να στηριχτεί η «βαριά της βιομηχανία». Και κάπως έτσι η «ατομική ευθύνη» ορίζονταν με βάση τις προσταγές του πρωθυπουργού, των παπαγάλων του και των επιστημονικών του επιτελείων που επιχείρησαν να συγκαλύψουν την εγκληματική πολιτική διαχείριση της πανδημίας με επιστημονικό μανδύα. Έτσι κάθε Νοέμβρη, Δεκέμβρη ή Μάρτη ήταν ανεύθυνο να κυκλοφορείς, να αναπτύσσεις κοινωνικές συναναστροφές, να γλεντάς, να πηγαίνεις εκδρομή στο χωριό σου, να περπατάς σε μία πλατεία, πόσο μάλλον να διαδηλώνεις, ενώ τον Αύγουστο ήταν απολύτως υπεύθυνο να διασκεδάζεις ακόμα και σε χώρους που επικρατούσε συνωστισμός.
Τρία χρόνια πέρασαν από την εμφάνιση του covid στη χώρα μας. Οι συνέπειες της πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας για τον λαό και τους εργαζόμενους είναι τραγικές, η παρακαταθήκη για το κεφάλαιο και τους κυβερνώντες πολύτιμη.
35.000 θάνατοι από covid. Πολλοί από αυτούς δεν κατάφεραν καν να φτάσουν να νοσηλευτούν σε νοσοκομεία, αφού οι εντολές ιδιαίτερα της πρώτης περιόδου ήταν «μείνετε σπίτι». Πολλοί από αυτούς έχασαν τη ζωή τους εκτός ΜΕΘ. Πολλοί από αυτούς έχασαν τη ζωή τους σε ΜΕΘ υποστελεχωμένες. Παρ’ όλα αυτά ο φόβος και η τρομοκρατία ιδιαίτερα της πρώτης περιόδου δεν επέτρεπαν διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. Η «ατομική ευθύνη» που έπρεπε να αναλάβει ο καθένας ήταν να κάτσει σπίτι και να υπακούει στις εντολές των κυβερνητικών και επιστημονικών επιτελείων.
Η πολιτική αξιοποίηση ενός πολύ σημαντικού εργαλείου της ιατρικής επιστήμης, του εμβολίου, ως εργαλείο κοινωνικού αυτοματισμού και εκβιασμού για απολύσεις και πρόστιμα. 7.500 αναστολές εργασίας στο ΕΣΥ και πόσες ακόμα στον ιδιωτικό τομέα. Γιατροί και νοσηλευτές που έβγαιναν να τους χειροκροτήσουν που τους αποκαλούσαν ήρωες ξαφνικά μετατράπηκαν σε αποδιοπομπαίο τράγο της πανδημίας. Χιλιάδες εργαζόμενοι που αναγκάστηκαν να καταβάλλουν από 10 έως 20ευρώ εβδομαδιαίως για τη διενέργεια τεστ τα οποία είχαν ανατεθεί αποκλειστικά στους ιδιώτες. Το επιχείρημα μάλιστα με βάση το οποίο ένας ανεμβολίαστος δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα ενός τεστ του δημοσίου για τη δουλειά του ήταν ότι το κράτος δεν μπορεί να πληρώνει για τους «ανεύθυνους ανεμβολίαστους». Αποκλεισμός των ανεμβολίαστων από μία σειρά δραστηριότητες και τομείς ψυχαγωγίας. Στην πραγματικότητα στήθηκε ένας κανιβαλικός κοινωνικός αυτοματισμός που φούντωνε μαζί με τα τεράστια κέρδη των ιδιωτικών διαγνωστικών κέντρων και κλινικών. Κοινωνικός αυτοματισμός τον οποίο δυστυχώς αφομοίωσαν ακόμα και δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά, αναπαράγοντας μία άκρως αποπροσανατολιστική συζήτηση σχετικά με τον εμβολιασμό, αναπαράγοντας τελικά ψεύτικα διλήμματα που έθετε η ίδια η κυβερνητική προπαγάνδα διαχωρίζοντας τον κόσμο σε αυτούς που τάσσονται υπέρ και αυτούς που τάσσονται κατά της επιστήμης.
112 και ατομική ευθύνη. Μία τεράστια παρακαταθήκη για τους εκάστοτε κυβερνώντες και διαχειριστές αυτού του πολιτικού συστήματος, που επιδιώκουν να εξοικειώσουν έναν λαό με την ανυπαρξία κοινωνικού κράτους. Μπροστά σε κάθε κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης» όπως ονομάζεται, δηλαδή βροχές, χιόνια, φωτιές, πανδημίες επιστρατεύονται η τρομοκρατία και ο φόβος, όχι πλέον μόνο μέσα από τα τηλεοπτικά πάνελ, αλλά και από τα κινητά που συντονισμένα βαράνε για να μας «ενημερώσουν» για την επερχόμενη «θεομηνία» και να μας προστάξουν είτε να κλειδωθούμε σπίτι μας είτε να το εγκαταλείψουμε. Σε κάθε περίπτωση να εμπεδώσουμε ότι δεν υπάρχει κανενός είδους κρατική μέριμνα ή πρόνοια, πέραν μίας υποτιθέμενης ενημέρωσης που διαστρεβλώνει την πραγματικότητα με στόχο να επικρατήσει η τρομοκρατία και να μας εγκαλέσει για την ατομική μας ευθύνη. Μία ατομική ευθύνη που ταυτίστηκε με την έννοια της κοινωνικής ευθύνης ακόμα και με την έννοια της αλληλεγγύης. «Αφού δεν υπάρχουν ΜΕΘ πρέπει να μείνουμε σπίτι», αφού το ΕΣΥ δεν αντέχει ας αναλάβουμε εμείς τη δική μας ευθύνη, την ευθύνη της σιωπής, την ευθύνη αυτή που οδήγησε το ΚΚΕ να διαδηλώνει ως ένα υπεύθυνο κόμμα δια αντιπροσώπων, την ευθύνη αυτή που οδηγούσε τον κάθε ένα να αναζητά ευθύνες στον διπλανό του. Την ευθύνη αυτή που στην πραγματικότητα όποιος υιοθετεί αποδέχεται ότι ο κόσμος θα είναι έρμαιο στις εγκληματικές πολιτικές της εκάστοτε κυβέρνησης. «Δεν υπάρχουν ΜΕΘ και αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να φτιαχτούν, τόσες ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες», αυτό μας έλεγαν. Αυτή η παραδοχή στην πραγματικότητα οδήγησε σε νεκρούς, νεκρούς που καμία «ατομική ευθύνη» δεν μπόρεσε να σώσει.
Τηλεκπαίδευση και τηλεργασία, δύο μέτρα που εφαρμόστηκαν με πρόσχημα την πανδημία και ήρθαν για να μείνουν, με τις ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι άνοιξε η συζήτηση για το κατά πόσο η τηλεκπαίδευση μπορεί ν’ αποτελέσει λύση για τους μαθητές των παραμεθόριων περιοχών που στενάζουν από τις τραγικές ελλείψεις σε σχολικές υποδομές και εκπαιδευτικούς.
Αναβάθμιση της κατασταλτικής πολιτικής. Στην περίοδο της πανδημίας εγκαινιάστηκαν νέα κατασταλτικά μέτρα, η απαγόρευση εξόδου από το σπίτι, η απαγόρευση συναθροίσεων, οι απαγορεύσεις μετακινήσεων από περιοχή σε περιοχή ή από νομό σε νομό, οι απαγορεύσεις συγκεντρώσεων με πρόσχημα την προστασία της δημόσιας υγείας, το κλείσιμο των πάρκων, τα πρόστιμα, η κατάταξη των πολιτών σε δύο κατηγορίες με τους ανεμβολίαστους να αποκλείονται από εσωτερικούς χώρους και δραστηριότητες την ίδια στιγμή που εμβολιασμένοι μπορούσαν να κυκλοφορούν παντού χωρίς τεστ, το ανελέητο ξύλο που έφαγαν πολίτες από τις δυνάμεις καταστολής επειδή απλά κάθονταν στο παγκάκι μίας πλατείας, αποτελούν επίσης μία τεράστια παρακαταθήκη σε επίπεδο καταστολής για τους κυβερνώντες.
Η επιτάχυνση της διάλυσης του ΕΣΥ. Είναι πλέον βέβαιο ότι στα χρόνια της πανδημίας η πολιτική διάλυσης του ΕΣΥ προχώρησε με ταχύτατους ρυθμούς. Σήμερα, τρία χρόνια μετά την εμφάνιση covid, τα δημόσια νοσοκομεία βρίσκονται σε πολύ χειρότερη κατάσταση σε σχέση με το 2019. Στα χρόνια αυτά υποχρηματοδοτήθηκαν και υποστελεχώθηκαν σε τέτοιο βαθμό που σήμερα πολλές κλινικές ιδιαίτερα των περιφερειακών νοσοκομείων απειλούνται με λουκέτο. Αυτός είναι άλλωστε και ο στόχος της κυβέρνησης και του υπουργείου υγείας, το λουκέτο δεκάδων περιφερειακών νοσοκομείων και η αντικατάστασή τους από ιδιωτικές κλινικές. Καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι μέσα στα χρόνια της πανδημίας τα κέρδη των ιδιωτικών κεφαλαίων στην υγεία αυξήθηκαν. Πάνω στα ερείπια του ΕΣΥ, τις τεράστιες αναμονές χειρουργείων και θεραπειών, γιγαντώθηκαν τα ιδιωτικά κέντρα υγείας και τα ιδιωτικά νοσοκομεία. Από αυτή την άποψη η πολιτική διαχείριση της πανδημίας για τα μονοπώλια και τα funds που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ιδιωτικής υγείας κρίνεται εκ του αποτελέσματος ιδιαίτερα επιτυχημένη. Για τους εργαζόμενους και τον λαό όμως κρίνεται εγκληματική.
Υπήρχαν άραγε μέτρα υγειονομικού χαρακτήρα που να διασφάλισαν την προστασία της δημόσιας υγείας; Κανένα μέτρο δεν μπορεί να εξεταστεί έξω από το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο εφαρμόζεται και κανένα μέτρο δεν μπορεί να κριθεί ως θετικό υγειονομικό μέτρο, τη στιγμή που επιταχύνεται η διάλυση του ΕΣΥ.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτό επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα της πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας. Αυτοί που στοχεύουν στο κλείσιμο δημόσιων νοσοκομείων, αυτοί που ευθύνονται για την τραγική κατάσταση που επικρατεί στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και αναγκάζουν τους γιατρούς να εφαρμόζουν το σύστημα της διαλογής, αυτοί που έχουν διαμορφώσει εξοντωτικές συνθήκες εργασίας για νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, αυτοί που φώναζαν ότι δεν χρειάζονται περισσότερες ΜΕΘ και ζήταγαν μελέτες που να αποδεικνύουν ότι η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ έχει αυξημένα ποσοστά θνητότητας σε σχέση με τη διασωλήνωση εντός ΜΕΘ δεν νοιάστηκαν ούτε μία στιγμή για την προστασία της δημόσιας υγείας!
Είναι οι ίδιοι που ευθύνονται για τους δεκάδες νεκρούς στα Τέμπη, είναι οι ίδιοι που ευθύνονται για τους 35.000 νεκρούς της πανδημίας, είναι οι ίδιοι που ευθύνονται για τους θανάτους εκτός ΜΕΘ, για τις πολύμηνες καθυστερήσεις χειρουργείων, για τις πολύμηνες καθυστερήσεις θεραπειών, για τις παραιτήσεις δεκάδων γιατρών από το ΕΣΥ, για τη διάλυση κάθε δομής πρόνοιας, για τη συνολική απαξίωση και υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής.
Οι εργαζόμενοι μηχανοδηγοί έστελναν καταγγελίες εδώ και πολύ καιρό για τις τραγικές ελλείψεις που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των εργαζομένων και των επιβατών στα τρένα. Το ίδιο συμβαίνει και με τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ που καταγγέλλουν εδώ και πολύ καιρό τις τραγικές ελλείψεις, την υποστελέχωση και τις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των εργαζομένων και των ασθενών. Εκεί βρίσκεται η δική μας αλήθεια, στην κραυγή των εργαζομένων, κόντρα σε κάθε είδους κοινωνικό αυτοματισμό που αναπαράχθηκε και αναπαράγεται, κόντρα σε κάθε είδους αποπροσανατολιστική συζήτηση. Η δική μας παρακαταθήκη, τα δικά μας όπλα είναι η αλληλεγγύη, η μοναδική ατομική ευθύνη που έχουμε είναι να δράσουμε συλλογικά, να διεκδικήσουμε να ζούμε με αξιοπρέπεια, να καταδικάσουμε και να ανατρέψουμε με τους αγώνες μας την εγκληματική πολιτική τους.