Τον επόμενο Οκτώβρη συμπληρώνονται 20 χρόνια από την εξαπόλυση της στρατιωτικής επίθεσης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στο Αφγανιστάν. Λίγες εβδομάδες μετά το ξεκίνημα της επίθεσης με τους ανελέητους αεροπορικούς βομβαρδισμούς που ισοπέδωσαν και κατέστρεψαν τη χώρα, σκορπώντας το θάνατο σε χιλιάδες αθώους πολίτες, πραγματοποιήθηκε στρατιωτική εισβολή δεκάδων χιλιάδων αμερικανών και άλλων νατοϊκών στρατευμάτων που ανέτρεψαν την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, κατάκτησαν τη χώρα και εγκατέστησαν μια κυβέρνηση ανδρεικέλων. Ο ιμπεριαλιστικός, κατακτητικός πόλεμος των Αμερικανών και των συμμάχων τους Ευρωπαίων ενάντια στο Αφγανιστάν που ξεκίνησε το 2001 συνεχίστηκε για είκοσι χρόνια και στην πορεία επεκτάθηκε και τύλιξε στις φλόγες του μια σειρά χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Συρία, προκαλώντας αμέτρητους θανάτους και ανείπωτες καταστροφές στις πολύπαθες αυτές χώρες, ξεριζώνοντας εκατομμύρια ανθρώπους από τους τόπους τους που πήραν το δρόμο της προσφυγιάς.
Μπροστά στα μάτια των λαών, με πρόσχημα την «καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας», ύστερα από το δολοφονικό χτύπημα των δίδυμων πύργων το Σεπτέμβρη του 2001, ξεδιπλώθηκε όλη αυτή την εικοσαετία η μεγαλύτερη μεταπολεμική ιμπεριαλιστική επίθεση, με στρατιωτικές επεμβάσεις, ανατροπές κυβερνήσεων, απόπειρες δολοφονίας αρχηγών κρατών, μαζικές σφαγές, υποδούλωση εθνών και λαών, προκειμένου να θέσει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός κάτω από τον έλεγχο και την κυριαρχία του μια τεράστια γεωστρατηγική περιοχή, να καταληστεύσει τις πρώτες ύλες, να εκτοπίσει και να περικυκλώσει τους ανταγωνιστές και αντιπάλους του, σε μια προσπάθεια να εδραιώσει την παγκόσμια κυριαρχική του θέση.
Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα και η έκβαση του πολέμου για τις ΗΠΑ είκοσι χρόνια μετά;
Να φεύγουν τώρα άρον-άρον οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές από το Αφγανιστάν, ηττημένοι στρατιωτικά και πολιτικά στα πεδία των μαχών, να εγκαταλείπουν ντροπιασμένοι σαν κλέφτες τη χώρα και τους λακέδες τους, με ανοιχτές πληγές που δύσκολα θα επουλώσουν.
Ποιοι λόγοι συνετέλεσαν ώστε οι ΗΠΑ να χάσουν τον πόλεμο, αναγκάζοντας την ηγεσία τους να διατάξει την αποχώρηση των αμερικάνικων στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, ύστερα από ένα τόσο μακρόχρονο πόλεμο στον οποίο έχασαν χιλιάδες στρατιώτες, αποδεχόμενοι έτσι την παταγώδη αποτυχία τους, τη συντριβή των επιθετικών σκοπών και των άνομων επιδιώξεών τους;
Λίγο-πολύ και ο ίδιος ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ αναγκάστηκε να ομολογήσει με εύσχημο τρόπο τους λόγους για τον τερματισμό του πολέμου. Στο διάγγελμά του πριν λίγες μέρες για τους λόγους αποχώρησης, αναφέρει: α) το κόστος του πολέμου σε δολάρια, νεκρούς και τραυματίες, β) την αντίθεση της αμερικανικής κοινής γνώμης στον πόλεμο, γ) την «αδυναμία της νόμιμης κυβέρνησης της χώρας να αναλάβει τη διακυβέρνησή της».
Δεν απέχουν και πολύ από την πραγματικότητα οι λόγοι που επικαλείται ο Μπάιντεν, οι οποίοι αποτελούν εξάλλου ανοικτή ομολογία αδιεξόδου και ανοιχτής χρεωκοπίας της μακρόχρονης πολεμικής εκστρατείας των ΗΠΑ, που είχε επενδυθεί μάλιστα με ιδεολογικούς όρους για «αναμόρφωση της Μέσης Ανατολής», για «αποκατάσταση της δημοκρατίας», «πάταξη της τρομοκρατίας» κλπ, προκειμένου να συγκαλύψουν τους πραγματικούς σκοπούς των πολέμων τους.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εκτιμήσουμε σε ποια θέση βρισκόταν ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην παγκόσμια σκηνή, όταν ξεκινούσε τον πόλεμο το 2001 στο Αφγανιστάν, και σε ποια κατάσταση βρίσκεται σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, όταν πλέον έχει χάσει τον πόλεμο.
Το 2001, δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είχε αναδειχθεί στη μόνη ιμπεριαλιστική υπερδύναμη, φάνταζε παντοδύναμος κοσμοκράτορας, διακήρυσσε «το τέλος της ιστορίας», «το τέλος των ιδεολογιών», των επαναστατικών βεβαίως, και ξεκινούσε μια τεράστια πολεμική εκστρατεία κατάκτησης εθνών και χωρών, με άλλοθι το δολοφονικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους. Είχε προηγηθεί το 1999 ο πόλεμος των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια που κατέστρεψε και διαμέλισε τη Γιουγκοσλαβία, εγκαθιστώντας αποικιοκρατούμενα προτεκτοράτα. Η στρατηγική που διακήρυξαν και εφάρμοσαν οι ηγέτες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού τότε συνοψίστηκε στη φράση «δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα αντίπαλο κράτος να αμφισβητήσει την παγκόσμια θέση που κατακτήσαμε», η οποία συμπύκνωνε τις κοσμοκρατορικές φιλοδοξίες των ΗΠΑ, ύστερα από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η στρατιωτική εισβολή των ΗΠΑ σε Αφγανιστάν και Ιράκ το 2001-3 και στη συνέχεια η επέμβαση σε μια σειρά χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής με την επιβολή στρατιωτικοφασιστικού πραξικοπήματος στην Αίγυπτο, την εξαπόλυση αεροπορικών βομβαρδισμών, την ισοπέδωση και κατάληψη της Λιβύης και στη συνέχεια την επέμβαση στη Συρία, που εξελίχθηκε σε έναν ανελέητο πόλεμο για την ανατροπή του Άσαντ, όλοι αυτοί οι επιθετικοί πόλεμοι συνάντησαν τη γενναία, ένοπλη αντίσταση των λαών και προκάλεσαν μεγάλα πλήγματα, πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Εκτιμούμε, και αυτό είναι σωστό, πως από γενική άποψη οι αγώνες της εργατικής τάξης και των καταπιεζόμενων εθνών και λαών συναντούν μεγάλα προβλήματα και δυσκολίες, εξελίσσονται κάτω από δυσμενείς διεθνείς προϋποθέσεις λόγω του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων και βρίσκονται σε αναντιστοιχία με το μέγεθος της επίθεσης των ιμπεριαλιστών.
Όμως βλέπουμε σήμερα πως, ύστερα από είκοσι χρόνια κατακτητικών πολέμων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, αυτός όχι μόνο δεν βγήκε νικητής αλλά βούλιαξε μέσα στο τέλμα των πολέμων του, ηττήθηκε και εξασθένησε η γενική του δύναμη και αυτό πρωταρχικά οφείλεται στον ανειρήνευτο αγώνα, στους ποταμούς αίματος που έδωσαν οι λαοί του Αφγανιστάν, του Ιράκ, της Συρίας, της Λιβύης, της Παλαιστίνης στα πεδία των μαχών, της Καμπούλ και της Κανταχάρ, της Φαλούτσα και της Βαγδάτης, της Δαμασκού και της Τρίπολης, της Ραμάλα και της Ναμπλούς και σε τόσα άλλα.
Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει για την πορεία εξέλιξης των ΗΠΑ είναι πως οι πολυδάπανοι και μακρόχρονοι κατακτητικοί πόλεμοι που εξαπέλυσαν και τα μεγάλα αδιέξοδα στα οποία βρέθηκαν ύστερα από είκοσι χρόνια πολέμων και ασίγαστης αντίστασης των λαών, η βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση που ξέσπασε στο εσωτερικό τους το 2008 και η οποία συνεχίζει να σιγοκαίει απειλώντας να ξαναφουντώσει σε συνθήκες πανδημίας, η ταχεία ισχυροποίηση των ανταγωνιστών τους στο διάστημα αυτό, υπέσκαψαν και αδυνάτισαν την παγκόσμια ηγεμονική τους θέση και, παρότι εξακολουθούν να παραμένουν ακόμη η πιο ισχυρή ιμπεριαλιστική δύναμη σε όλα τα επίπεδα, άρχισε να φθίνει και να ξεθωριάζει το αλαζονικό τους όνειρο για έναν «αμερικάνικο 21ο αιώνα».
Βέβαια η πορεία αποχώρησης και απαγκίστρωσης των ΗΠΑ από ορισμένες χώρες αυτής της περιοχής δεν οφείλεται μόνο στα πλήγματα που δέχθηκαν, στο κόστος και τη φθορά που έκαναν ασύμφορη τη συνέχιση του πολέμου, αλλά και στις νέες ιεραρχήσεις των αμερικάνικων επιτελείων που στρέφονται τα τελευταία χρόνια στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού και μεταφέρουν με επιταχυνόμενους ρυθμούς το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτικών τους δυνάμεων, όπως αναλύεται στις επόμενες στήλες.
Λίγες μέρες μετά την εξαπόλυση του πολέμου στο Αφγανιστάν γράφαμε σχετικά σε κεντρικό άρθρο, στο φύλλο του «Λ.Δ.», 6 Οκτώβρη 2001, που καθόριζε τη θέση του Μ-Λ ΚΚΕ:
«Αν θα πετύχουν τους κατακτητικούς σκοπούς τους οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές ή αν θα βουλιάξουν στις ερήμους του Αφγανιστάν, όπως βούλιαξαν στις ζούγκλες του Βιετνάμ κάτω από τα συντριπτικά χτυπήματα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, αυτό θα εξαρτηθεί από την αντίσταση των λαών, από τις δυνάμεις που θα ηγηθούν, την προοπτική και τους σκοπούς του αγώνα που θα αναπτύξουν…
Παρ’ ότι επικεφαλής στον αγώνα αντίστασης του αφγανικού λαού εμφανίζεται να βρίσκονται σήμερα δυνάμεις που αντιστρατεύονται ουσιαστικά το περιεχόμενο και τους στόχους της γενικής πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, είναι καθήκον και υποχρέωση κάθε προοδευτικής δύναμης να καταγγείλει την πολιτική της επίθεσης, της επέμβασης, του πολέμου των ιμπεριαλιστών και να υπερασπίσει το αναφαίρετο δικαίωμα των λαών στον αγώνα για την υπεράσπιση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας».