Ασταμάτητες οι παρεμβάσεις για την ευρωατλαντική «ολοκλήρωσή» τους
Συνεχίζονται ασταμάτητα οι επισκέψεις-παρεμβάσεις αξιωματούχων δυτικών κυβερνήσεων στις Βαλκανικές πρωτεύουσες, σε μια περιοχή που η Μόσχα διατηρεί ισχυρά ερείσματα. Αλλεπάλληλες οι συσκέψεις διαφόρων σχημάτων διακρατικών συνεργασιών με την «υψηλή» εποπτεία δυτικών αξιωματούχων. Πυκνές οι εξελίξεις και μεγάλη η κινητικότητα. Πολλαπλασιάζονται οι δηλώσεις που συνδέουν τον πόλεμο στην Ουκρανία με τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, αλλά ο συσχετισμός αυτός γίνεται ήδη ορατός στην πράξη.
Οι εξελίξεις στην περιοχή επιβεβαιώνουν ότι η σταθερότητα, που πολλοί έταζαν στους λαούς με τον πόλεμο και το διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, όχι απλά δεν ήρθε, αλλά, αντίθετα, οι λαοί της περιοχής βυθίζονται σε κινδύνους που μεγαλώνουν συνεχώς από την εντεινόμενη αντιπαράθεση ανάμεσα στο ευρωατλαντικό μπλοκ, τη Ρωσία και την Κίνα.
Στα πλαίσια αυτά έγινε και το πρωτοφανές μπλόκο στο αεροπλάνο που θα μετέφερε το Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σ. Λαβρόφ στη Σερβία, από Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία, Μαυροβούνιο, που -κατ’ εντολή του ΝΑΤΟ- έκλεισαν τον εναέριο χώρο τους, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα και υποτέλεια των πολιτικών ηγεσιών των χωρών αυτών. Στόχος να μεγαλώσει η πίεση προς τη Σερβία για να υιοθετήσει τις ευρωατλαντικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και να διαλέξει στρατόπεδο. Στην ίδια κατεύθυνση έχουν σημειωθεί περίπου 1.250 προειδοποιήσεις για τοποθέτηση βόμβας σε σχολεία, νοσοκομεία, κυβερνητικά κτίρια, δημόσιες υπηρεσίες σε μεγάλες πόλεις της Σερβίας, εμπορικά κέντρα, γέφυρες, με τη συντριπτική τους πλειοψηφία να προέρχεται από το εξωτερικό.
Η Σερβία, που φαίνεται να ενισχύει σταθερά τη συνεργασία της με Ρωσία και Κίνα, αντέδρασε οργισμένα στην παρεμπόδιση της επίσκεψης Λαβρόφ, ενώ ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμ. Πεσκόφ έκανε λόγο για «εχθρική ενέργεια». Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχουν ανοίξει πάνω από 1.000 ρωσικές επιχειρήσεις στη Σερβία. Οι εκατέρωθεν πιέσεις προς τη Σερβία μεγαλώνουν, η αστική τάξη της οποίας επιδιώκει να «ισορροπήσει» μεταξύ της «ευρωπαϊκής προοπτικής» και των στενών δεσμών με Ρωσία και Κίνα…
Στη Βουλγαρία, η πολιτική ηγεσία της παραμένει διχασμένη, αφού είναι χώρα που φιλοξενεί μία από τις «Δυνάμεις Ταχείας Αντίδρασης» του ΝΑΤΟ, με αισθητή όμως και την επιρροή της Ρωσίας.
Έτσι από τη μια, δια του πρωθυπουργού της Κ. Πετκόφ υπεραμύνθηκε του βαλκανικού «μπλόκου» στην πτήση Λαβρόφ προς τη Σερβία, που ταυτόχρονα δήλωσε με νόημα, «τέρμα οι “δυσάρεστες εκπλήξεις” από μας εντός ΕΕ». Από την άλλη, τριγμοί προκαλούνται στον κυβερνητικό συνασπισμό και απειλείται κυβερνητική κρίση, με το κόμμα «Υπάρχει Τέτοιος Λαός» να αποσύρεται από την κυβέρνηση συνασπισμού, αλλά και άλλους κυβερνητικούς εταίρους, όπως το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (BSP) και τον πρόεδρο της χώρας Ρ. Ράντεφ («ανεξάρτητο», εκλεγμένο με τη στήριξη και του BSP), να εκφράζουν επιφυλάξεις ή να απειλούν ακόμα και με αποχώρηση, αν σταλούν όπλα στην Ουκρανία.
Επιπρόσθετα, η ένταση στις σχέσεις Βόρειας Μακεδονίας – Βουλγαρίας προκάλεσε παρέμβαση της Γαλλίας «για την επίλυση των διαφορών και τη συγκεκριμενοποίηση της ευρωπαϊκής προοπτικής της Βόρειας Μακεδονίας».
Φαίνεται ότι τα πράγματα για τους Δυτικούς βιάζουν, ιδιαίτερα για την ΕΕ και την Γερμανία, που ευελπιστεί σε ένα αναβαθμισμένο ρόλο, μέσα από τη ευρωενωσιακή ενοποίηση και τον οικονομικό έλεγχό της. Έτσι, στη Σύνοδο Κορυφής της Διαδικασίας για τη Συνεργασία της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (SEECP), που έγινε στη Θεσσαλονίκη, βρέθηκε ο ίδιος ο Γερμανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, που πέρασε προηγούμενα από Κόσοβο και Σερβία και, μετά τη Σύνοδο, από Βόρεια Μακεδονία και Βουλγαρία.
Στη Σύνοδο αυτή συμμετείχαν η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, ο έλληνας πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, οι ηγέτες Αλβανίας, Βόρειας Μακεδονίας, Μαυροβουνίου, Κοσόβου, Σερβίας, Βουλγαρίας, Σλοβενίας, Ρουμανίας και Μολδαβίας, η Τουρκία σε επίπεδο υφυπουργού Εξωτερικών και το τριμελές προεδρείο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, με τα σχέδια διάλυσης της χώρας πάνω στο τραπέζι. Κυρίαρχο ζήτημα της Συνόδου το «ευρωπαϊκό μέλλον» των Δυτικών Βαλκανίων ή αλλιώς η διαδικασία της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης», που αναθερμαίνεται στη σκιά του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία.
Για την προετοιμασία και την επιτυχία της Συνόδου «εργάστηκε σκληρά» ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας, με μια Ευρωνατοϊκής κοπής περιοδεία στα Δυτικά Βαλκάνια, σε Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κόσσοβο, Μαυροβούνιο, όπου που με δηλώσεις επέμεινε στην ένταξη σύσσωμης της περιοχής σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Η παρακάτω δήλωσή του είναι χαρακτηριστική και φανερώνει ακόμη μια φορά σε ποιων την υπηρεσία βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση: «Το παλαιότερο κράτος-μέλος της ΕΕ στην περιοχή των Βαλκανίων» έχει την «ιστορική ευθύνη να στρέψουμε την περιοχή προς την ΕΕ αλλά και την ΕΕ προς την περιοχή», γιατί «η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων είναι, πέρα από όλα τα άλλα, μία γεωπολιτική αναγκαιότητα. Διότι είναι σημαντικό να μην επιτρέψουμε να δημιουργηθεί ένα “κενό” στον χάρτη της Ευρώπης, που θα επιχειρήσουν να καλύψουν αναθεωρητικές δυνάμεις με ηγεμονικές φιλοδοξίες και αποσταθεροποιητική ατζέντα» (διάβαζε Ρωσία).
Την ίδια περίοδο στην Οχρίδα της Βόρειας Μακεδονίας έγινε και η Σύνοδος «Ανοιχτών Βαλκανίων» (Σερβία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία), στην οποία συμμετέχουν ως παρατηρητές το Μαυροβούνιο και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Στη Σύνοδο αυτή συμμετείχε και ο επίτροπος Διεύρυνσης της ΕΕ, Ολ. Βαρχέλι, ο οποίος δήλωσε : «Ο πόλεμος που η Ρωσία άρχισε στην Ευρώπη αποτελεί κλήση αφύπνισης για την ανάγκη να επιταχυνθεί η ενταξιακή διαδικασία» των Δυτικών Βαλκανίων, που αποτελεί «γεωστρατηγική επένδυση στη σταθερότητα και την ασφάλεια όλης της Ευρώπης», φανερώνοντας ότι ΗΠΑ-ΕΕ θέλουν και πιέζουν για την ένταξη των χωρών αυτών στο δυτικό στρατόπεδο και να τις κάνουν προγεφυρώματα στον ανταγωνισμό τους με την Ρωσία.
Φουντώνουν ξανά τα σενάρια αλλαγής συνόρων, πρώτα και κύρια στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Ο ηγέτης των Σερβοβόσνιων, Μ. Ντόντικ, ενόψει των γενικών εκλογών τον Οκτώβρη στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, θέτει ξανά το ενδεχόμενο διαμελισμού της χώρας. «Ήρθε η ώρα να προσπαθήσουμε για άλλη μια φορά να ενεργοποιήσουμε τον μηχανισμό ειρηνικής διάλυσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη». Αλλά και η ηγεσία των Κροατοβόσνιων δυναμώνει τα τελευταία χρόνια προσπάθειες για μια μεγαλύτερη αυτοτέλεια κινήσεων, ουσιαστικά για ένα καθεστώς αυτονομίας, αντίστοιχο με αυτό που απολαμβάνουν οι Σερβοβόσνιοι με την οντότητα της «Σερβικής Δημοκρατίας» (οι Κροατοβόσνιοι δεν έχουν ξεχωριστή δική τους κρατική οντότητα στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη).
Για την άσκηση πιέσεων για την Ευρωατλαντική ρυμούλκηση των χωρών αυτών και για προειδοποιήσεις προς τη Ρωσία βρέθηκε και η Βρετανίδα ΥΠΕΞ Λιζ Τρας στο Σαράγεβο, η οποία με «τυράκι» τις υποσχέσεις για επενδύσεις 100 εκατ. δολαρίων σε Υποδομές και Ενέργεια, δήλωσε κυνικότατα: «Τα σημάδια της ρωσικής ανάμειξης σήμερα εδώ στην περιοχή απειλούν να μεταφέρουν τα Βαλκάνια πίσω στις σκοτεινές μέρες του 1990. Αυτό πρέπει να σταματήσει…Ο τρόπος γι’ αυτό δεν είναι να προσφέρουμε συμβιβασμό και κατευνασμό στον Πούτιν. Καθώς η Ρωσία ανακατεύεται εδώ, τα στρατεύματα του Πούτιν διαπράττουν φρικαλεότητες 700 μίλια μακριά, στην Ουκρανία».
Στην ίδια κατεύθυνση η Αμερικανίδα πρέσβειρα στην Πρίστινα, Τζούλιαν Σμιθ, τόνισε πως οι ΗΠΑ υποστηρίζουν το σχέδιο του Κοσόβου να ενταχθεί στον ΝΑΤΟικό προθάλαμο «Συνεργασία για την Ειρήνη».
Σε αυτή την προσπάθεια των δυτικών ιμπεριαλιστών βρίσκεται σταθερά η πολιτική ηγεσία της χώρας μας, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ευελπιστώντας σε ένα αναβαθμισμένο ρόλο στην περιοχή. Έτσι, σε μια κίνηση με συμβολική σημασία, που παραπέμπει στο «ιδού ο στρατός σας», ο νέος πρέσβης των ΗΠΑ Τ. Τσούνις επισκέφθηκε-«επιθεώρησε» το ΓΕΕΘΑ, εκφράζοντας τη βεβαιότητά του για την «περαιτέρω εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης Ελλάδος και ΗΠΑ σε διμερές και ειδικά σε στρατιωτικό επίπεδο».
Είναι τόσο οφθαλμοφανή τα πράγματα και τόσο μεγάλοι οι κίνδυνοι από τις κινήσεις αυτές για το λαό μας, αλλά και για τους λαούς της περιοχής, αφού και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, σε μια από τις πιο σπάνιες παρεμβάσεις του, εκφράζοντας πιθανόν και κομμάτια της αστικής τάξης που ανησυχούν με τις εξελίξεις αυτές, άσκησε κριτική σε χειρισμούς της κυβέρνησης και στο θέμα του πολέμου αλλά και στη διαχείριση των Ελληνοτουρκικών, μιλώντας για ανοικτές πληγές του Γιουγκοσλαβικού, αφήνοντας αιχμές για την επέμβαση του ΝΑΤΟ το 1999 και προειδοποιώντας ότι κάθε βήμα προς την παραπέρα ΝΑΤΟποίηση των Βαλκανίων οξύνει τις αντιθέσεις και γίνεται θρυαλλίδα νέων ανταγωνισμών.