Η δημοσιοποίηση των Ελάχιστων Βάσεων Εισαγωγής (ΕΒΕ) για κάθε πανεπιστημιακό τμήμα ή σχολή επιβεβαίωσε τις προβλέψεις και ολοκλήρωσε την εικόνα καταστροφής που επιφύλαξε το υπουργείο Παιδείας για τους μαθητές της πανδημίας.
Οι πιο «ευνοϊκές» εκτιμήσεις προβλέπουν πως λόγω του εξεταστικού συστήματος Κεραμέως θα αποκλειστούν πολύ περισσότεροι από 15.000 υποψήφιοι σε σχέση με πέρυσι ενώ σχεδόν 20.000 θέσεις εισακτέων θα μείνουν κενές και θα φανεί καθαρά ότι η «προσφορά» 77.000 θέσεων εισακτέων ήταν μια «προσφορά» σε ανεπιθύμητους καλεσμένους, καθώς για το σύστημα Μητσοτάκη – Κεραμέως ο κάθε ένας πρέπει να κάνει τις σπουδές που αναλογούν στην κοινωνικοοικονομική θέση της οικογένειάς του.
Τα κυβερνητικά επιχειρήματα περί μαθητών που μπαίνουν στο πανεπιστήμιο με «λευκή κόλλα» κατέρρευσαν από τους ίδιους τους αριθμούς, αφού υποψήφιοι με πολύ υψηλές βαθμολογίες, που είχαν την «ατυχία» να επιλέξουν σχολές με ειδικά μαθήματα, αποκλείονται από σχολές και τμήματα της προτίμησής τους.
Το επιτελείο του ΥΠΑΙΘ προσπάθησε, μέσω του χειρισμού των θεμάτων, να αποδείξει ότι φέτος -χρονιά της τηλεκπαίδευσης ελέω Κεραμέως- αυξάνονται οι αριστούχοι και ανεβαίνουν οι επιδόσεις. Πέτυχε να δημιουργήσει χιλιάδες αποκλεισμένους από τα Πανεπιστήμια αλλά και χιλιάδες υψηλόβαθμους υποψήφιους αποκλεισμένους από τις σχολές της προτίμησής τους.
Πρόκειται για ένα ταξικό σφαγείο, καθώς η ΕΒΕ εφαρμόζεται στην πιο δύσκολη χρονιά μεταπολιτευτικά, με τους μαθητές να δίνουν ένα μεγάλο αγώνα σε συνθήκες πανδημίας και με ένα μεγάλο κομμάτι της δημόσιας εκπαίδευσης να αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα λόγω των θεμάτων που αντιμετώπισε η εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης.
Οι πολιτικές που, λίγο πριν ορθώσουν εμπόδια στην πρόσβαση στα Δημόσια ΑΕΙ, άνοιγαν λεωφόρους στα λεγόμενα κολέγια είναι ένα μόνο κομμάτι της κυβερνητικής πολιτικής στην εκπαίδευση. Ο εξοστρακισμός χιλιάδων υποψηφίων από τα Πανεπιστήμια συνδέεται με ένα νήμα με τις άλλες αντιδραστικές πολιτικές στην εκπαίδευση, την αξιολόγηση, τη λεγόμενη αυτονομία, τη επιχείρηση διάλυσης των συλλόγων διδασκόντων, τα τεστ σε εθνικό επίπεδο στο δημοτικό και το γυμνάσιο, την αύξηση των επιλεκτικών σχολείων κλπ.
Οι «εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές»:
Με άλλα λόγια να τελειώνουμε με τους αδύναμους!
Οι οικογένειες των υποψηφίων σύντομα θα έρθουν αντιμέτωπες με τις υποχρεωτικές «εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές» των ΙΕΚ ή των ιδιωτικών δομών για όσους μπορούν να τις πληρώσουν. Γιατί η κυβέρνηση αποφάσισε ότι η μόρφωση και η προκοπή των ανθρώπων δεν είναι δικαίωμα, αλλά προνόμιο. Γιατί η υπουργός Παιδείας, ο ΟΟΣΑ και ο κ. Πισσαρίδης αποφάσισαν ότι δεν έχουμε ανάγκη από τόσους επιστήμονες όσο από τεχνίτες και φτηνούς εργάτες. Γιατί το σύστημα αποφάσισε να βάλει τάξη στην ταξική κινητικότητα δεκαετιών. Ορθώνοντας τείχη και «κόφτες».
Οι «εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές» είναι ο τέταρτος άξονας του νομοσχεδίου που παρουσιάστηκε, που εξυπηρετεί τον πάγιο -εδώ και 18 χρόνια- στόχο της ΕΕ για στροφή προς την κατάρτιση, σε βάρος της γενικής εκπαίδευσης. Η κυνική διαπίστωση του πρωθυπουργού ότι «δεν μπορούν και δεν πρέπει να πάνε όλοι κατ’ ανάγκη στο πανεπιστήμιο» πριμοδοτείται από τη λογική τού ταξικού ξεκαθαρίσματος -ως ένα είδος ρεκτιφιέ- και ουσιαστικά μετατρέπει, ακόμη περισσότερο, τους φτωχούς και αδύναμους μαθητές σε πεδίο βολής. Κυριολεκτικά στοχεύει στη νομιμοποίηση της «έξωσης» χιλιάδων μαθητών οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως «πλεονάζον προσωπικό» σε επιχείρηση που «εξυγιαίνεται».
Το σχέδιο δραστικής μείωσης των εισακτέων στα Πανεπιστήμια συνδέεται σαφώς με την προοπτική μείωσης του μαθητικού πληθυσμού των Γενικών Λυκείων. Η πρώτη μεθόδευση αφορά στη μείωση του αριθμού των εισακτέων με όχημα την ΕΒΕ και παράλληλα τη συρρίκνωση της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τη συγχώνευση ή και το κλείσιμο πολλών τμημάτων Πανεπιστημίων.
Στη συνέχεια, το ΥΠΑΙΘ σχεδιάζει να αναστήσει -αναμορφωμένο- το σχέδιο της περιόδου 2013 – 2014 αλλά και τα «Πορίσματα» του λεγόμενου Εθνικού Διαλόγου του Αντώνη Λιάκου της περιόδου 2015 καθώς και όσα σχεδιάστηκαν την περίοδο της υπουργίας Κ. Γαβρόγλου (Συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με υπουργούς Παιδείας τον Κ. Αρβανιτόπουλο και τον Ανδρέα Λοβέρδο και Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ).
Το «παιδαγωγικό ευαγγέλιο» της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας καθορίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να πριμοδοτεί, χωρίς να το δηλώνει, την παλινόρθωση» μιας εξεταστικοκεντρικής οργάνωσης του Λυκείου. Όπως και την περίοδο 2013-2014, η κατεύθυνση είναι η ίδια και οι βασικοί της πυλώνες είναι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου οι μαθητές να διαγωνίζονται σε εξετάσεις τύπου πανελλαδικών (δηλαδή με θέματα από την Τράπεζα Θεμάτων) και όποιος καταφέρει και «επιζήσει σχολικά», μετά το τέλος του Λυκείου, να δίνει εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα για την εισαγωγή του στην ανώτατη εκπαίδευση.
Με την Τράπεζα Θεμάτων σε όλες τις τάξεις του Λυκείου επιδιώκεται να καλλιεργηθεί η αυταπάτη ότι το σύνολο της διαδικασίας θα είναι απόλυτα αντικειμενικό και αξιοκρατικό, αποκρύπτοντας έντεχνα το γεγονός ότι, όσο «αντικειμενικό» κι αν είναι το διαδικαστικό μέρος τής διαδικασίας, τα υπόλοιπα στοιχεία που «συναρμολογούν» τη λογική του και διαμορφώνουν την κρίση για την επιλογή/πρόκριση – απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού δεν μπορούν να «απογαλακτιστούν» από τις ανισωτικές λειτουργίες τής εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Αποκλειστικός ρόλος αυτού του νέου σχολείου γίνεται το να χωρίσει με «αντικειμενικό» τρόπο τους «μπροστάρηδες» από τους «ουραγούς», τους ικανούς από τους «ανίκανους» και να εξωθήσει τους δεύτερους σε μια γρήγορη έξοδο από το Λύκειο.
Έτσι οι μη ευνοημένοι μαθητές καλούνται να παίξουν τον ρόλο της Ιφιγένειας, για να φυσήξει ούριος άνεμος στον κυρίαρχο στόχο για περικοπές, κατάρτιση αντί για εκπαίδευση και φθηνό εργατικό δυναμικό.