Νέους περιορισμούς στη συνταγογράφηση φαρμάκων ανακοίνωσε ο υπουργός υγείας με άλλοθι περιστατικά παρατυπιών εις βάρος του ΕΟΠΥΥ από ιδιώτες γιατρούς. Όπως δήλωσε σε τηλεοπτικό σταθμό ο Άδωνις Γεωργιάδης, «πλέον για να γράψει ο γιατρός στον ασθενή ένα συγκεκριμένο φάρμακο, θα πρέπει να ανεβάσει στο σύστημα εξετάσεις που να δικαιολογούν το νόσημα και επομένως την συνταγογράφηση του συγκεκριμένου φαρμάκου». Στην πραγματικότητα ο υπουργός υγείας χτυπάει για άλλη μία φορά τη δημόσια και δωρεάν υγεία αφού ετοιμάζεται να θέσει προϋποθέσεις για τη συνταγογράφηση, τέτοιες που στο τέλος οι ασθενείς είτε θα αναγκάζονται να υποβάλλονται σε επιπλέον εξετάσεις που σημαίνει μεγάλος χρόνος καθυστέρησης και αναμονής για μία δημόσια δομή, είτε η πλειοψηφία θα καταφύγει σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα βάζοντας το χέρι στην τσέπη, είτε τελικά να πληρώνει ο ασθενής τα φάρμακα από την τσέπη τους χωρίς συνταγή.

Ουσιαστικά, οι παρατυπίες κάποιων γιατρών που υπερσυνταγογραφούσαν σε ΑΜΚΑ ασθενών χωρίς οι ίδιοι να το γνωρίζουν, προκειμένου να κερδίσουν χρήματα από προμήθειες, αξιοποιείται προπαγανδιστικά από το υπουργείο προκειμένου να βάλει περαιτέρω φραγμούς στη δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Και ενώ το υπουργείο επιδεικνύει πολύ άμεσα και σκληρά αντανακλαστικά όταν πρόκειται να βάλει «κόφτες» στις δημόσιες δαπάνες, δεν φαίνεται να ενεργοποιεί αντίστοιχα αντανακλαστικά στις ιδιωτικές. Το πόρισμα του συνηγόρου του πολίτη για τις υπερχρεώσεις των ιδιωτικών κλινικών και τις σκανδαλώδεις σχέσεις του ΕΟΠΥΥ με τους κλινικάρχες, δεν φάνηκε να συγκινεί ιδιαίτερα τον υπουργό υγείας.

Συγκεκριμένα κατόπιν διερεύνησης αναφορών των πολιτών, ο συνήγορος διαπιστώνει
• Ελλιπή, ασαφή και ακατάλληλη ενημέρωση νοσηλευόμενων από τον ΕΟΠΥΥ.
• Μη νόμιμη πρακτική χρεώσεων κατά τη νοσηλεία σε συμβεβλημένες με τον ΕΟΠΥΥ ιδιωτικές κλινικές.
• Μη τήρηση της νόμιμης διαδικασίας κατά τον έλεγχο χρεώσεων από τον ΕΟΠΥΥ και την επιβολή κυρώσεων. Ζητήματα ως προς τη διασφάλιση και την αμεροληψία κατά τη διενέργεια ελέγχων.

Με άλλα λόγια ο συνήγορος του πολίτη διαπιστώνει παράνομες χρεώσεις των ιδιωτικών κλινικών απέναντι στις οποίες ο ΕΟΠΥΥ κάνει τα στραβά μάτια και επί της ουσίας τις «εξυπηρετεί».

Το ίδιο άλλωστε κάνει και ο ίδιος ο υπουργός υγείας αν κρίνουμε από τις απαντήσεις που έδωσε. Αρχικά επιχείρησε να αναστρέψει για άλλη μία φορά την πραγματικότητα λέγοντας ότι αυτά αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν (συμπεριλαμβανομένου και του υπουργείου υγείας) ότι οι υπερχρεώσεις αποτελούν πάγια τακτική των ιδιωτικών κλινικών και για κόστη νοσηλειών και για κόστη θεραπειών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ακτινοθεραπεία καρκινοπαθών που καλύπτεται εξολοκλήρου από τον ΕΟΠΥΥ, παρ όλα αυτά όλες ανεξαιρέτως οι ιδιωτικές κλινικές ζητάνε εξτρά χρέωση όχι μόνο για τον γιατρό αλλά και για την κλινική.

Στη συνέχεια ο υπουργός υγείας ξεκαθάρισε ότι το υπουργείο μεριμνά μόνο για τη δωρεάν υγεία στον δημόσιο τομέα, και όχι για τον ιδιωτικό «όταν κάποιος επιλέγει να πάει στον ιδιωτικό τομέα θα πληρώσει και από την τσέπη του. Τέλος.» και συνέχισε λέγοντας ότι « Το ΕΣΥ λειτουργεί μία χαρά και δεν καταρρέει, παρέχει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, δεν χρειάζεται να ξοδεύουν τα λεφτά τους στις ιδιωτικές κλινικές… εμείς δωρεάν δίνουμε το ΕΣΥ , άμα θες να πας σε ιδιώτη θα το πληρώνεις από την τσέπη σου». Εδώ θα σταθούμε σε δύο σημεία.

Οι ιδιωτικές κλινικές υπογράφουν συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ, δηλαδή αποζημιώνονται από τα λεφτά των ασφαλισμένων, για μία σειρά «υπηρεσιών». Δηλαδή, αποζημιώνονται με απόφαση του κράτους και του υπουργείου για χειρουργεία, νοσηλείες και θεραπείες και μετά έρχονται και ζητάνε επιπλέον χρήματα από τους ασθενείς οι οποίοι ήδη τους έχουν πληρώσει μέσω των ασφαλιστικών τους εισφορών. Από πού και ως πού λοιπόν ο υπουργός υγείας κουνάει το δάχτυλο και μάλιστα εγκαλεί τον συνήγορο του πολίτη για το ύφος του πορίσματος, λέγοντας λίγο πολύ ότι οι ιδιωτικές κλινικές (οι οποίες επαναλαμβάνουμε, αποζημιώνονται από τις ασφαλιστικές εισφορές) έχουν το δικαίωμα να χρεώνουν τους ασθενείς ό,τι θέλουν; Σε ποια επιλογή έχει το θράσος να αναφέρεται ο Άδωνις Γεωργιάδης όταν επί υπουργίας του χιλιάδες ασθενείς περιμένουν στις λίστες αναμονής για χειρουργεία, όταν για μία απλή διαγνωστική εξέταση χρειάζεται να περιμένουν κάποιους μήνες, όταν στα περισσότερα περιφερειακά νοσοκομεία υπάρχουν ελλείψεις σε πολύ βασικές ειδικότητες, όταν ο ίδιος ο Άδωνις Γεωργιάδης έχει κλείσει δημόσια νοσοκομεία και υπηρετεί την πολιτική των συγχωνεύσεων και των περικοπών; Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε χιλιάδες ασθενείς καταφεύγουν στην ιδιωτική υγεία από επείγουσα ανάγκη και όχι από δική τους επιλογή και αυτό ο υπουργός υγείας όχι απλά το γνωρίζει αλλά το υπηρετεί εδώ και δεκαετίες, όπως άλλωστε υπηρετεί και την εμπορευματοποίηση της δημόσιας υγείας. Είναι εμπαιγμός και χυδαιότητα ο υπουργός που θεσμοθέτησε τα απογευματινά επί πληρωμή χειρουργεία να ισχυρίζεται ότι «δωρεάν είναι μόνο το ΕΣΥ». Είναι εμπαιγμός και χυδαιότητα, να εγκαλεί ο Άδωνις Γεωργιάδης χιλιάδες ασθενείς επειδή «δεν επιλέγουν το ΕΣΥ» , όταν η κυβερνητική πολιτική που ο ίδιος υπηρετεί τους εξαναγκάζει να βάλουν το χέρι στην τσέπη, να καταφύγουν σε δανεισμό ή να ξεπουλήσουν περιουσιακά στοιχεία προκειμένου να πληρώσουν τους ιδιώτες για ένα κρίσιμο χειρουργείο ή μία κρίσιμη θεραπεία, που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί έγκαιρα στο δημόσιο.

Δεν χρειάζεται να διαβάσει κανείς εκθέσεις οργανισμών με στατιστικές μελέτες για να καταλάβει ότι το δημόσιο σύστημα υγείας στην Ελλάδα βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Ούτε χρειάζεται να ψάξει κανείς τις ανακοινώσεις και τις καταγγελίες της ΟΕΝΓΕ και της ΠΟΕΔΗΝ που παρουσιάζουν με πολύ εμπεριστατωμένο τρόπο τα κενά σε προσωπικό που σήμερα φτάνουν τις 50.000, τις ελλείψεις και την τραγική υποχρηματοδότηση. Αρκεί να χρειαστεί κανείς να νοσηλευτεί ή να χρειαστεί διαγνωστικές εξετάσεις για να καταλάβει βιωματικά πλέον ότι οι διαρκώς υποχρηματοδοτούμενες δημόσιες δομές υγείας έχουν αφεθεί στην τύχη τους.

Όσο λοιπόν και αν ο υπουργός υγείας προσπαθεί να πείσει την κοινωνία ότι «το ΕΣΥ λειτουργεί μία χαρά» και το μόνο πρόβλημα είναι η υπερπροβολή κάποιων προβλημάτων από συνδικαλιστές της αριστεράς, η πραγματικότητα τον διαψεύδει ξανά και ξανά. Το ΕΣΥ σαφώς και λειτουργεί ακόμα. Μπορεί ακόμα να περιθάλπει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Λειτουργεί ακόμα λόγω της τεράστιας προσπάθειας του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που σε αρκετές περιπτώσεις πλέον ξεπερνά τις σωματικές και ψυχικές αντοχές του με συνέπεια το ντόμινο παραιτήσεων. Λειτουργεί ακόμα γιατί αποτέλεσε μία τεράστια κατάκτηση των λαϊκών και κοινωνικών αγώνων του τόπου που δεν μπορεί να ξηλωθεί από τη μία μέρα στην άλλη. ‘Όμως πλέον λειτουργεί μόνιμα σε κατάσταση συναγερμού, με ένα εξοντωμένο και χαμηλόμισθο προσωπικό, με τεράστιες ελλείψεις, με περικοπές δαπανών, με υποβαθμισμένες εγκαταστάσεις. Λειτουργεί αναγκάζοντας τους ασθενείς να βάζουν ολοένα και περισσότερο το χέρι στη τσέπη, για αναλώσιμα, φάρμακα και απογευματινά ιατρεία ή χειρουργεία. Λειτουργεί υπό τη μόνιμη απειλή των κυβερνητικών σχεδιασμών για περαιτέρω υποχρηματοδότηση, για κλείσιμο νοσοκομείων, για ακόμα μεγαλύτερη ευθυγράμμιση της λειτουργίας των νοσοκομείων στη λογική λειτουργίας κόστους οφέλους, με άλλα λόγια φτηνότερου κόστους. Ήδη από το 2025 προβλέπεται από το υπουργείο υγείας η καθολική εφαρμογή των συστημάτων DRG με βάση τα οποία τα δημόσια νοσοκομεία θα λαμβάνουν χρηματοδότηση ανάλογα με το παραγόμενο έργο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για ένα υποστελεχωμένο νοσοκομείο, ενώ θα υπάρχουν ενιαία στάνταρ για δαπάνες σε νοσηλεία ανάλογα με τις κατηγορίες ασθενών με στόχο να μπουν επιπλέον κόφτες στα κόστη θεραπείας. Στην πραγματικότητα οι κυβερνώντες οραματίζονται ένα ΕΣΥ συρρικνωμένο που θα λειτουργεί με το φτηνότερο κόστος παρέχοντας τα ελάχιστα στους μη έχοντες, και από την άλλη μεριά έναν ισχυρό ιδιωτικό τομέα που θα εξαπλώνεται πάνω στη συρρίκνωση του ΕΣΥ, και θα κερδοφορεί ασύδοτα στις πλάτες των ασθενών.