Παρά τις κραυγαλέες αντιπολιτευτικές κορώνες, διαθέσιμος για μια ακόμα φορά να βάλει «πλάτη» στη διαχείριση της πανδημίας από τη ΝΔ -και όχι μόνον- εμφανίστηκε ο Τσίπρας μέσα από διαδικτυακή συνέντευξη.
Μπροστά στο κύμα της επελαύνουσας επιδημίας η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θέλει, για δημαγωγικούς λόγους, από τη μια να διαφοροποιηθεί από τη ΝΔ και να εμφανιστεί σαν αριστερή, φιλολαϊκή δύναμη και από την άλλη να εμφανιστεί προς τις κυρίαρχες δυνάμεις του συστήματος σαν η «υπεύθυνη δύναμη», που μπορεί να διαχειριστεί τα πράγματα καλύτερα και προς όφελός τους. Δηλαδή «και με τον χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ».
Γιʼ αυτό λοιπόν πέρα από καταγγελίες για παραλείψεις από την ΝΔ, τι άλλο μπορεί να σημαίνει στην ουσία, η πρόταση προς τον Μητσοτάκη «να συγκαλέσει το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών υπό την Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να ζητήσει τη βοήθεια όλων μας. Να συμφωνήσουμε σε υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής», αν όχι πρόταση κυβερνητικής συνεργασίας ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας;
Σύμφωνα με τον Α. Τσίπρα, η πρότασή του αφορά ένα «Εθνικό θέμα», την πανδημία, που η αντιμετώπισή της απαιτεί, υποτίθεται, τη συνεργασία όλων. Αλλά αν στο εν λόγω «εθνικό θέμα» πρέπει να υπάρξει συνεργασία αντιπολίτευσης και κυβέρνησης με κοινής αποδοχής υπουργό, με την ίδια λογική και για κάθε άλλο θεωρούμενο ως «εθνικό θέμα» (πχ. για την Άμυνα ή την Εξωτερική πολιτική) θα μπορούσε να υπάρχουν επίσης «κοινής αποδοχής» υπουργοί, με άλλα λόγια συγκυβέρνηση.
Η πρόταση Τσίπρα είχε τώρα την αναμενόμενη από την κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετώπιση, απόρριψη δηλαδή ασυζητητί (και με σαρκασμό). Πέρα από τον άμεσο σκοπό της, την προφανή δημαγωγία του Α. Τσίπρα, ο οποίος συνόδευσε στη συνέχεια την πρότασή του με «όρους» κλπ, στην πραγματικότητα η πρόταση αυτή εξακολουθεί να αποτελεί μια προσημείωση στο τραπέζι των σχεδιασμών μελλοντικών «εναλλακτικών» για την ολιγαρχία.
Αλλά ποια είναι η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα της Υγείας;
Με την πρότασή του αυτή πράγματι, είναι σαν να παραδέχεται ότι κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση έχουν κοινή πολιτική και στην Υγεία, που πατάει στο έδαφος των τεράστιων ελλείψεων και ανεπαρκειών σε Νοσοκομεία, Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και σε άλλες δομές.
Η πολιτική άλλωστε του ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα αυτό ήταν γνωστή από το πρώτο «απαγορευτικό» της περασμένης άνοιξης. Τότε που με το περίφημο «θα λογαριαστούμε μετά» ουσιαστικά αποδεχόταν τα μέτρα της κυβέρνησης, τότε που της έκανε κριτική για την καθυστέρηση στο άνοιγμα του τουρισμού, τότε που ζητούσε τη «λειτουργία της αγοράς». Μήπως η πολιτική της υποχρηματοδότησης, της ιδιωτικοποίησης και των περικοπών στην Δημόσια Υγεία δεν είναι συνέχεια της δικής του πολιτικής, μήπως και η ΝΔ δεν κάνει αυτό που έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ, να τάζει προσλήψεις που ποτέ δεν έκανε ή να διατηρεί κλειστά νοσοκομεία που τους έβαλαν λουκέτο οι προηγούμενες κυβερνήσεις; Μήπως δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που είχε το ΕΣΥ με 557 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας; Όσο κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να «βγει απʼ το κάδρο», η σημερινή κατάσταση με την πανδημία έχει τη σφραγίδα και της δικής του πολιτικής.
Άλλωστε και στις τωρινές προτάσεις του γίνεται ένας εξωραϊσμός της πολιτικής της ΕΕ και εξυμνούνται οι δυνατότητες του «Ταμείου Ανάκαμψης»: «Διαμορφώνονται σήμερα δυνατότητες, ιδιαίτερα στην Ευρώπη με την άρση των περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας, για την άσκηση πολιτικών ενίσχυσης των δημόσιων συστημάτων Υγείας, πραγματικής στήριξης της οικονομίας και των εργαζομένων και περιορισμού της ύφεσης μέσω της συνολικής αύξησης της δημόσιας δαπάνης».
Και στην απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλονται «τα όρια του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που δεν μπορεί να εγγυηθεί τη συνολική κοινωνική ευημερία και ασφάλεια. Εντός όμως του ίδιου του συστήματος εκπονούνται διαφορετικές και πολλές φορές αντιπαραθετικές στρατηγικές διαχείρισης», απόψεις που παραπέμπουν στις γνωστές σοσιαλδημοκρατικές απόψεις για έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Εξ ου και οι συμπληρωματικές προτάσεις προς την κυβέρνηση «να εισρεύσουν στην πραγματική οικονομία» τα ποσά που είναι αναγκαία «για να σταθούν όρθιες οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι» ή ότι η επιστρεπτέα προκαταβολή που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση «δεν καλύπτει τις ανάγκες των επιχειρήσεων».
Την ίδια γραμμή στήριξης ουσιαστικά της κυβερνητικής πολιτικής συνιστά και η -προς το παρόν- «αφωνία» ή τα «μασημένα λόγια» του ΣΥΡΙΖΑ στην απαγόρευση Χρυσοχοΐδη για τον εορτασμό του Πολυτεχνείου.
Είναι συνεπώς κάλπικη, υποκριτική και δημαγωγική η αντιπαράθεση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ και αποπροσανατολιστικές οι μεταξύ τους αλληλοκατηγορίες, γιατί -παρά τις διαφορές στα «σημεία»- υπηρετούν την ίδια πολιτική της υποχρηματοδότησης, της ιδιωτικοποίησης, της διάλυσης της Δημόσιας Υγείας, της υποτέλειας στους ξένους δυνάστες, της φτώχειας, της ανεργίας, της εξυπηρέτησης σε τελευταία ανάλυση των συμφερόντων του ξένου και του ντόπιου κεφαλαίου.