Βρισκόμαστε μπροστά σε κρίσιμες εξελίξεις. Ενώ οι εμπρηστικές δηλώσεις του Ερντογάν και πλήθους κυβερνητικών παραγόντων της Τουρκίας συνεχίζονται, ενώ η παραβίαση ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων και η επιθετική κινητοποίηση της τουρκικής πολεμικής μηχανής στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο εξελίσσονται -δημιουργώντας διαρκώς νέα τετελεσμένα- και μετά την επιστροφή του Ορούτς Ρέις στο λιμάνι της Αττάλειας, η κυβέρνηση της ΝΔ, το ελληνικό αστικό πολιτικό σύστημα και οι παρατρεχάμενοι σύμβουλοι, αναλυτές και ποικίλοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης προετοιμάζουν εντατικά το κλίμα για την έναρξη του περίφημου διαλόγου.
Οι υποδείξεις των «προστατών» τους -των ΗΠΑ και της Γερμανίας πρωτίστως, αλλά και της νέας «στρατηγικής συμμάχου» Γαλλίας- για «αποκλιμάκωση» είναι ασφυκτικές. Οι εντολές τους σαφείς. Διάλογος, διάλογος, διάλογος… και συμβιβασμός. Με όλες τις ενδείξεις να προϊδεάζουν για έναν ταπεινωτικό, για την Ελλάδα, συμβιβασμό. Έτσι υπαγορεύουν οι ισχυροί σύμμαχοι και εταίροι.
Οι δήθεν φιλειρηνικές «διαμεσολαβήσεις» όλων τους στην πραγματικότητα πιέζουν και χειραγωγούν το δεδομένο και πειθήνιο σύμμαχο, τον αποδέκτη της επιθετικότητας, την Ελλάδα, να αποδεχθεί όρους και αξιώσεις της τουρκικής ηγεσίας που οδηγούν ευθέως σε εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και δραστική συρρίκνωση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
…και στο βάθος Χάγη
Με πρωτοφανή εφευρήματα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα επιχειρούν να σύρουν την -έτσι κι αλλιώς- εθελόδουλη κυβέρνηση Μητσοτάκη σε έναν έξω από προσχήματα «διάλογο», στον οποίο θα συζητηθούν -τι άλλο;- όλα τα προβλήματα που βάζει η τουρκική επεκτατικότητα και τα οποία συντηρούν την πολεμική ένταση στο Αιγαίο και στην Ανατ. Μεσόγειο. Τα ζητήματα βέβαια είναι πολύ πιο βαθιά και προφανώς πολύ πιο πέρα από το «διάλογο», στον οποίο ομνύουν οι πάντες.
Α) Η διαδρομή της τούρκικης αστικής τάξης, την οποία εκφράζει ο Ερντογάν, αλλά και τα περισσότερα αστικά κόμματα, βασίζεται πάνω στο δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας», που σηματοδοτεί την ουσιαστική κατάργηση της Συνθήκης της Λοζάνης, με σαφή προσανατολισμό την επαναχάραξη των συνόρων σε βάρος γειτονικών λαών και την επανασύσταση του πάλαι ποτέ οθωμανικού μεγαλείου. Εξ ου και οι φαραωνικές τελετές, η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, οι αναπαραστάσεις της κατάκτησης της Πόλης, τα βίντεο της συγκεκριμένης εποχής κ.ά. Η κατοχή και ο εποικισμός της Κύπρου, η εισβολή στη Συρία και το Ιράκ, η δημιουργία βάσεων στο Κατάρ, τη Λιβύη και τη Β.Α. Συρία, η προσπάθεια επέκτασης προς τη Μ. Ανατολή, την Ερυθρά Θάλασσα, την Αν. Μεσόγειο, τον Περσικό Κόλπο, τη Δυτ. Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τον Καύκασο εντάσσονται στους διακηρυγμένους στόχους, τους οποίους η Τουρκία επιδιώκει να πετύχει ταυτόχρονα μέσω πολλαπλών επιθετικών ενεργειών.
Και οι κινήσεις αυτές παίρνουν ολοένα και πιο επιθετικά χαρακτηριστικά, ενώ οι προκλήσεις δεν σταματούν, με το «Ορούτς Ρέις» να αλωνίζει μέσα στην ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα. Η τουρκική ολιγαρχία, εκμεταλλευόμενη τα κενά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, την προσέγγισή της με τη Ρωσία, την ευρωπαϊκή αδυναμία ενιαίας γραμμής, και πάνω απ’ όλα την αυξανόμενη υπεροπλία και τις αυξημένες οικονομικές της δυνατότητες, εκβιάζει και απειλεί Ελλάδα και Κύπρο, έχοντας τις πλάτες ή την ανοχή του Τραμπ, του Πούτιν και της Μέρκελ.
Το ζήτημα των υδρογονανθράκων και του προσχήματος των «γεωλογικών ερευνών» στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ δεν είναι το κύριο για την τουρκική ολιγαρχία. Άλλωστε γνωρίζει πολύ καλά ότι τα παγκόσμια πετρελαϊκά κ.ά. μονοπώλια έχουν τον πρώτο λόγο στις ενεργειακές πηγές και όχι μόνο. Το κύριο ζήτημα είναι η επέκταση της κρατικής της κυριαρχίας, η διεκδίκηση ζωνών επιρροής, η διεύρυνση των γεωστρατηγικών και γεωπολιτικών της συμφερόντων και η μετεξέλιξή της σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη.
Προφανώς οι στόχοι αυτοί εμπλέκονται και συναρτώνται με τους στόχους και τα συμφέροντα των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και τις παγκόσμιες ανακατατάξεις της τελευταίας τριακονταετίας, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Ωστόσο, η μέχρι σήμερα συγκυρία ευνοεί τις εθνικιστικές μεθοδεύσεις Ερντογάν και αφήνει χώρο για παραπέρα επιθετικές κινήσεις που συνοδεύονται με τη συγκατάνευση, αν όχι με την αποδοχή των ισχυρών.
Για τη συντήρηση του επικίνδυνου κλίματος, το τουρκικό Πεντάγωνο στέλνει συμπληρωματικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Κύπρο, ενώ παράλληλα εξαγγέλλει διαδοχικές NAFTEX στην Ανατ. Μεσόγειο πλησιάζοντας όλο και πιο κοντά στα ελληνικά χωρικά ύδατα, αμφισβητώντας ευθέως την ελληνική κυριαρχία των Δωδεκανήσων, δημιουργώντας ασφυκτική πίεση στην ντόπια ολιγαρχία και την υποτελή κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Μόλις προ ημερών (3/09), ο Ερντογάν έθεσε ανοιχτά το εκβιαστικό δίλημμα των τουρκικών απαιτήσεων ή του πολέμου: «…Θα καταλάβουν σύντομα ότι η Τουρκία έχει την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική δύναμη να διαλύσει τους χάρτες που της επιβάλλονται. Είτε θα το καταλάβουν πολιτικά (δηλ. μέσω του «διαλόγου», σημ. δική μας), είτε θα το βιώσουν οδυνηρά στο πεδίο της μάχης…». Ούτε λίγο – ούτε πολύ, ο Τούρκος πρόεδρος ζητά εκχώρηση ελληνικής εθνικής κυριαρχίας, προτάσσοντας συνεχώς και εκβιαστικά το θέμα του πολέμου.
Όμως τι ακριβώς ζητά η Τουρκία και πόσο ρεαλιστικές είναι οι επιδιώξεις της;
Είναι γνωστό πως οι τουρκικές απαιτήσεις ξεκινούν από μία «συνολική διευθέτηση του Αιγαίου», αμφισβητούν και διεκδικούν την κυριαρχία δεκάδων ελληνικών νησιών και βραχονησίδων, περιλαμβάνουν την μειονότητα της Θράκης, επιμένουν πως το Δίκαιο της Θάλασσας παρέχει μεν δικαίωμα άσκησης δικαιοδοσίας στις θαλάσσιες ζώνες, αλλά δεν επιβάλλει αυτοματισμό ως προς την πλήρη επήρεια των νησιών στη διαμόρφωσή τους (π.χ. Καστελόριζο), προβάλλουν την υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας στο μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου το οποίο διχοτομούν στους χάρτες τους, αναπαράγουν για όλη τη Ν.Α. Μεσόγειο το νομικό καθεστώς για τις έρευνες υδρογονανθράκων στην ευρεία θαλάσσια περιοχή από τη Ρόδο, την Κρήτη έως την Κύπρο με βάση το τουρκολιβυκό μνημόνιο, καταγγέλλουν την Αθήνα σαν υπεύθυνη για την εγκατάλειψη των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και άρνηση της προσέλευσης σε «διάλογο» κλπ, κλπ.
Η πολιτική των πολλαπλών τουρκικών απαιτήσεων και οι συνεχείς επαφές με τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν μετατρέψει τη Μεσόγειο σε κόμβο παγκόσμιων αντιθέσεων και έχουν συγκεντρώσει πολλούς στρατούς και στόλους στην περιοχή (ΗΠΑ, Ρωσίας, Γαλλίας, ΝΑΤΟ, Τουρκίας, Ελλάδας), βάζοντας παράλληλα σε εγρήγορση και άλλες περιφερειακές δυνάμεις (Ισραήλ, Αίγυπτος). Ο κίνδυνος πολεμικής εμπλοκής αυξάνεται, με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να καραδοκούν για το μοίρασμα της λείας.
★★★
Β) Σε ό,τι αφορά στην ελληνική ολιγαρχία, θα πρέπει να τονίσουμε το γεγονός ότι όποτε βρέθηκε μπροστά στις τουρκικές απαιτήσεις υπαναχώρησε, αφήνοντας χώρο στην Τουρκία να εκμεταλλευτεί την κάθε υποχώρηση σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας. Θυμίζουμε τις διαχρονικές υποχωρήσεις και τον ενδοτισμό όλων των ελληνικών κυβερνήσεων στον «Αττίλα ΙΙ», στη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (12 μίλια και casus belli ), στη Διάσκεψη του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι, στα Ίμια κλπ. Κι όλα αυτά, κάτω από την ανοχή, ενθάρρυνση και στήριξη από Δυτικούς και Ρώσους ιμπεριαλιστές προς την Τουρκία, αλλά και την φιλοτουρκική στάση του ΝΑΤΟ.
Σήμερα μετά από μία αλληλουχία οικονομικών κρίσεων, η ελληνική οικονομία βρίσκεται υπό κατάρρευση, στηριζόμενη στα δανεικά (και άρα στις επιταγές) των «εταίρων» της στην ΕΕ ή στους σχεδιασμούς των Αμερικάνων. Ενδεικτικά μόνο να αναφέρουμε ότι το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 180% του ΑΕΠ της, ενώ το χρέος της Τουρκίας μόνο στο 30% του ΑΕΠ της. Κατά συνέπεια ο βαθμός οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης της Ελλάδας αυξάνεται σημαντικά με δεδομένη και την ανέκαθεν υποτελή στάση της μεγαλοαστικής τάξης, από καταβολής ελληνικού κράτους.
Οι Δυτικοί πιέζουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη -η οποία προβάλλεται σαν κυβέρνηση με δήθεν ισχυρές συμμαχίες- να αποδεχθεί ένα «διάλογο», με όλα τα ζητήματα ανοιχτά προς τις τουρκικές επιδιώξεις. Και προφανώς κάτι τέτοιο θα γίνει, από μία αστική τάξη η οποία είναι ζυμωμένη με τον ενδοτισμό, την υποχωρητικότητα, το συμβιβασμό, την πατριδοκαπηλία. Με τη σειρά της, η κυβέρνηση, θέλοντας να κρατήσει (ως πότε άραγε;) τα προσχήματα, ζήτησε την απόσυρση των τουρκικών πλοίων από τις περιοχές ερευνών και παράλληλα κυρώσεις κατά της Τουρκίας από την ΕΕ. Προηγουμένως βέβαια φρόντισε ο Μητσοτάκης με άρθρο του σε τρεις κορυφαίες εφημερίδες της Δύσης να στείλει μήνυμα στην Άγκυρα πως το «Ορούτς Ρέις» και τα πολεμικά πλοία της Τουρκίας δεν παραβίαζαν την ελληνική υφαλοκρηπίδα, όπως μέχρι τότε διακήρυσσε η ελληνική κυβέρνηση, αλλά βρίσκονταν σε μια… αμφισβητούμενη περιοχή, όπως πρώτες τον Αύγουστο ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ.
Στη Σύνοδο Κορυφής στις 24 και 25 Σεπτέμβρη, φαίνεται πως το ζήτημα των κυρώσεων θα παραμεριστεί (χωρίς να εγκαταλειφθεί, όπως άλλωστε μέχρι τώρα) και τον πρώτο λόγο θα πάρει η προσπάθεια σύγκλησης ενός στημένου ευρωΝΑΤΟϊκού «διαλόγου» με όλους τους ενδιαφερόμενους, που στόχο θα έχει να καμφθούν οι όποιες ελληνικές αντιρρήσεις και να ρυθμιστούν τα θέματα των θαλάσσιων συνόρων στην Ανατ. Μεσόγειο, η ενέργεια, η ασφάλεια και η μετανάστευση και φυσικά η «συνεκμετάλλευση» του Αιγαίου, με βάση τα ευρωΝΑΤΟΪκά συμφέροντα και στη βάση των τουρκικών απαιτήσεων. Μέχρι τότε οι Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι (μέσω του ΝΑΤΟ) ελπίζουν να τελειώνουν με τις ελληνικές δημαγωγίες και να στρώσουν το έδαφος ενός ακόμα επώδυνου συμβιβασμού της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης πάνω στο ζήτημα των κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Στο βάθος των «διαπραγματεύσεων» προβάλλει το Δικαστήριο της Χάγης, έτοιμο να επικυρώσει το αποτέλεσμα του αντιδραστικού συμβιβασμού της ελληνικής ολιγαρχίας.
★★★
Γ) Στο χώρο της Αριστεράς επικρατεί σοβαρή αντιπαράθεση σχετικά με τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Από τη μια είναι οι θέσεις του ΚΚΕ, που αφού πελαγοδρόμησε τα προηγούμενα χρόνια στα θολά νερά του τροτσκισμού υποστηρίζοντας ότι «ο χαρακτήρας του πολέμου είναι ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές, ασχέτως ποιος είναι πρώτος επιτιθέμενος”, τον τελευταίο χρόνο η ηγεσία του πέρασε στο άλλο άκρο, έγινε κήρυκας μιας ψευδεπίγραφης «εθνικής ενότητας», επιδόθηκε σε απανωτές περιοδείες σε ακριτικά νησιά κλπ, κάτω από τηλεοπτική κάλυψη, και “ενημέρωνε” τις κατά τόπους αρχές (δημάρχους, περιφερειάρχες, αστυνομικούς και στρατιωτικούς ιθύνοντες) για τις θέσεις του ΚΚΕ κατά οποιουδήποτε επίδοξου εισβολέα…
Από την άλλη είναι μια σειρά δυνάμεις που διαπνέονται και υποστηρίζουν τροτσκιστικές θέσεις και αντιλήψεις, κάνοντας λόγο για ιμπεριαλιστική Ελλάδα, για τον αντιδραστικό ανταγωνισμό των δυο αστικών τάξεων, για τον αντιδραστικό χαρακτήρα του πολέμου, και άρα «οι λαοί δεν θα γίνουν κρέας για τα κανόνια τους». Αρκετοί απ’ αυτούς όχι μόνο παρακάμπτουν το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα στις δύο χώρες, αλλά κάνουν λόγο και για… αμυνόμενη Τουρκία απέναντι στον ελληνικό επεκτατισμό, γράφοντας π.χ. ότι: «Οι κινήσεις του τουρκικού κράτους στη Μεσόγειο (σε διεθνή ύδατα) και τα αντίστοιχα τελεσίγραφα και οι αναβαθμισμένες απειλές της ελληνικής κυβέρνησης δημιουργούν ένα πολύ επικίνδυνο κλίμα». Από τη μια δηλαδή έχουμε… «κινήσεις» από το τουρκικό κράτος και μάλιστα σε «διεθνή ύδατα», όταν δεν υπάρχει μέρα που να μην εκτοξεύει πολεμικές απειλές η τουρκική ηγεσία, και από την άλλη έχουμε -γράφουν- «τελεσίγραφα και αναβαθμισμένες απειλές» από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, όταν τρέχει πανικόβλητη εκλιπαρώντας τα ξένα αφεντικά της να παρέμβουν και καταπίνει τις «κόκκινες γραμμές» της. Και να φανταστεί κανείς πως σχεδόν όλοι αυτοί που ξεστομίζουν αυτές τις θέσεις και ορκίζονται στο όνομα του αντικαπιταλιστικού αγώνα και της ταξικής πάλης, κουρνιάζανε μέχρι τον Αύγουστο του 2015 στο ΣΥΡΙΖΑ, υπηρετώντας την αντιλαϊκή και ξενόδουλη πολιτική του, και μέχρι πριν 1-2 χρόνια αποτελούσαν συστατικό κομμάτι της ΛΑΕ. Ξεκινώντας από διαφορετική αφετηρία καταλήγουν στην ίδια πολιτική κατεύθυνση δυνάμεις του πάλαι ποτέ «ανανεωτικού χώρου», ένθερμοι υποστηρικτές της ΕΕ, που διαπνέονται από κοσμοπολιτισμό και με άλλοθι τον αντιεθνικισμό καταλήγουν στον εθνικό μηδενισμό, αναπαράγοντας την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα των «ίσων αποστάσεων».
Εάν ο πόλεμος είναι «αντιδραστικός και από τις δύο πλευρές», αυτό σημαίνει πως και οι δύο πλευρές οδηγούν σε αλληλοεξόντωση τους λαούς τους με μοναδικό σκοπό να αποσπάσουν εδάφη, να επεκτείνουν την κυριαρχία τους και να καταληστέψουν η μια την άλλη. Εάν ο πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός, άδικος και αντιδραστικός και από τις δύο πλευρές, τότε πράγματι δεν έχει σημασία «ποιος είναι πρώτα επιτιθέμενος ή αμυνόμενος» και σε μια τέτοια περίπτωση δεν τίθεται θέμα υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της αλλαγής ή όχι συνόρων. Σ’ έναν αντιδραστικό κι από τις δύο πλευρές πόλεμο αυτό που τίθεται είναι η ήττα της «δικής σου» κατακτητικής και ληστρικής ιμπεριαλιστικής κυρίαρχης τάξης και η επιτάχυνση έτσι της ανατροπής της, η επιδίωξη ανόδου των λαϊκών δυνάμεων στην εξουσία και στη βάση αυτή η διεκδίκηση δημοκρατικής ειρήνης για να μπει τέλος στον πόλεμο και στην αλληλοσφαγή των λαών, χωρίς προσαρτήσεις και χωρίς ληστρικές πολεμικές αποζημιώσεις!
Όταν η τουρκική ολιγαρχία διεκδικεί ελληνικά νησιά και αμφισβητεί έμπρακτα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, όταν κλιμακώνει τον επιθετισμό της ετοιμάζοντας τα γεωτρύπανά της να τρυπήσουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στα όρια των 6μιλίων, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η Γερμανία -που στην παρούσα φάση διαδραματίζει κομβικό ρόλο- μιλούν για «αμφισβητούμενες» ή «διαφιλονικούμενες» περιοχές. Πανικόβλητη η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπροστά στην πολεμική απειλή, με τη συναίνεση και στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του αστικού πολιτικού συστήματος, πίσω από τις δηλώσεις περί ψυχραιμίας, αποφασιστικότητας και σχεδίων αποτροπής, στρώνει το έδαφος για τον περίφημο επώδυνο συμβιβασμό με την Τουρκία. Αυτή είναι η «εθνική γραμμή». Η παραπομπή στο Δικαστήριο της Χάγης προβάλλεται σαν η μόνη «ρεαλιστική» στρατηγική. Μετά από πολεμική εμπλοκή ή και χωρίς μια τέτοια εξέλιξη, η ελληνική ολιγαρχία είναι έτοιμη να βάλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής υποτέλειας στην ιμπεριαλιστική «προστασία», της πολιτικής του κατευνασμού και της συνεχούς υποχωρητικότητας απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.
★★★
Ο φιλοπόλεμος ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών πόλων για την κατάκτηση πλουτοπαραγωγικών πηγών και σφαιρών επιρροής παίρνει επικίνδυνη τροπή, ανεξάρτητα από τις προβαλλόμενες δήθεν ειρηνικές προοπτικές ευημερίας των λαών της Μεσογείου. Γιατί είναι βέβαιο ότι στους κόλπους των ιμπεριαλιστών, κανείς δεν πιστεύει στην ψευδεπίγραφη επινόηση της «διευθέτησης της κρίσης», αφού η κρίση είναι συνυφασμένη με το ίδιο το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα και οι μεγάλες κρίσεις κρίθηκαν στους αναπόφευκτους πολέμους που ακολούθησαν.
Κι αυτό γιατί μέσα από τα σκοτεινά παρασκήνια των διαβουλεύσεων και των «διαλόγων», αναδύεται η αντιδραστική φύση του ιμπεριαλισμού με μοναδικό στόχο την απόκτηση του ανώτατου κέρδους διαμέσου της υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων, της πυροδότησης εθνικιστικών, θρησκευτικών, φυλετικών κινημάτων, της αναδιανομής των σφαιρών επιρροής και των πηγών πρώτων υλών. Μέσα στη σφαίρα κυριαρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής και του ιμπεριαλισμού δεν υπάρχει ούτε ειρήνη, ούτε ασφάλεια, ούτε ευημερία των λαών.
Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Η ελληνοτουρκική φιλία, όμως, δεν οικοδομείται με την υποχωρητικότητα απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και -πολύ περισσότερο- με την πειθήνια υπακοή στα ιμπεριαλιστικά προστάγματα. Μόνο η συνεπής αντιιμπεριαλιστική πάλη ενάντια στην πολιτική της υποτέλειας και της υποταγής, η κοινή πάλη του ελληνικού και τούρκικου λαού ενάντια στην πολιτική των κυρίαρχων τάξεων και τον εθνικισμό, και η αποφασιστική καταγγελία επεκτατικών βλέψεων και αλλαγής συνόρων, μπορεί να αποτρέψει επικίνδυνες εξελίξεις. Ο ρόλος ενός πρωτοπόρου κόμματος δεν είναι να θολώνει το τοπίο και να απεμπολεί το καθήκον της εργατικής τάξης να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα, αλλά να εμφυσήσει την εθνικοανεξαρτησιακή συνείδηση σε στρώματα της κοινωνίας που θα σταθούν στο πλευρό της στον αγώνα της απέναντι στην ιμπεριαλιστική κυριαρχία και την αντεθνική πολιτική της μεγαλοαστικής τάξης. Μόνον έτσι στοιχειοθετείται η φιλία των λαών.