Με τον Κουτσούμπα να εισάγει ένα νέο στυλ «πολιτικού λόγου», με τα λογοπαίγνια και τους εξυπνακισμούς να γίνονται μέρος της ίδιας παλιάς ρεφορμιστικής πολιτικής του ΚΚΕ και της ΚΝΕ και τον αρχηγό τους να κατακτά σταδιακά θέση… στις στήλες της κοσμικής ενημέρωσης και στο life style, η ηγεσία του Περισσού έχει ριχτεί εδώ και καιρό στη μάχη της ψήφου. Από το καλοκαίρι του 2022, με τα σενάρια των πρόωρων εκλογών να βρίσκονται διαρκώς στο τραπέζι, το ΚΚΕ έχει ουσιαστικά τεθεί σε εκλογική ετοιμότητα και διεκδικεί την ψήφο του λαού και της νεολαίας, προσανατολίζοντας σταθερά τις ελπίδες… στην κάλπη.
Όπως εμφατικά δήλωνε ο Κουτσούμπας τον περασμένο Σεπτέμβρη στο φεστιβάλ της ΚΝΕ, «Με το ΚΚΕ για να αρχίζουν να αλλάζουν οι πολιτικοί συσχετισμοί παντού: Από το κάθε σωματείο και σύλλογο μέχρι τις βουλευτικές εκλογές που θα γίνουν το αργότερο μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, αλλά και τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που θα γίνουν του χρόνου τον Οκτώβρη… Γιατί μόνο το ΚΚΕ έχει σύγχρονο επεξεργασμένο Πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας με την εργατική τάξη, τον λαό στην εξουσία». Με τον λαό να βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα σαρωτικό κύμα ακρίβειας, με την φτώχεια να απλώνεται διαρκώς, τις πολεμικές απειλές και την επικίνδυνη εμπλοκή της Ελλάδας να κλιμακώνονται, με την εγκληματική πολιτική της ΝΔ να καταγράφει αλλεπάλληλες αντιδραστικές τομές, η ηγεσία του ΚΚΕ, έχοντας κατεβάσει -και αυτή- ρολά στο συνδικαλιστικό κίνημα και σε κάθε προσπάθεια αγωνιστικής ανασύνταξης, δείχνει σταθερά στο λαό την… κάλπη!
Επί της ουσίας η πολιτική του ΚΚΕ συνοψίζεται στα λόγια του Κουτσούμπα, όταν λίγους μήνες μετά (15/1/2023) σε ομιλία του στην ΛΑΡΚΟ καλούσε ξανά τους εργάτες να στηρίξουν ΚΚΕ λέγοντας: «Μπορεί να μη συμφωνούμε σε όλα, αλλά όλοι γνωρίζετε ότι η στήριξη του ΚΚΕ είναι και δική σας δύναμη. Όλοι γνωρίζετε πως αν σήμερα στηρίζουμε αυτόν τον αγώνα και οποιονδήποτε αγώνα έχοντας 15 βουλευτές… η στήριξη αυτή θα είναι πιο δυναμική, θα είναι πιο μεγάλη, θα φέρνει περισσότερα αποτελέσματα, αν οι βουλευτές του ΚΚΕ γίνουν 30, 40, 50». Πρόκειται πραγματικά για την επιτομή του ρεφορμισμού. Πρόκειται για την συμπύκνωση σε μία φράση της πολιτικής του ΚΚΕ. Αυτής που στην ουσία δεν πιστεύει στους λαϊκούς αγώνες, λειτουργεί υπονομευτικά και πάντα διασπαστικά στο όνομα τάχα της πολιτικής καθαρότητας στις τάξεις του συνδικαλιστικού κινήματος από την μια, ενώ την ίδια στιγμή δεν έχει κανένα πρόβλημα να γίνει «ευρύχωρο», να αφήσει στην άκρη τους πολιτικούς σεχταρισμούς και να καλέσει τους πάντες να το στηρίξουν στην κάλπη… ακόμη και αν δεν συμφωνούν σε όλα με το ΚΚΕ. Πρόκειται για την κορύφωση του κοινοβουλευτικού κρετινισμού, που ταυτίζει την ενίσχυση της εργατικής ταξικής πάλης με την αύξηση των βουλευτών του ΚΚΕ.
Διαβάζουμε στις θέσεις της ΚΝΕ για το τελευταίο της συνέδριο: «Όπως σε όλες τις κορυφαίες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας του λαού μας, έτσι και τα τελευταία χρόνια, οι στιγμές που ο λαός μας πήρε “ανάσα” ελπίδας και αισιοδοξίας είναι εκείνες που το ΚΚΕ και η ΚΝΕ πρωτοστάτησαν… όταν οι απαγορεύσεις του αστικού κράτους, με αφορμή την πανδημία, έγιναν κουρελόχαρτο…».
Ποιες είναι όμως οι «κορυφαίες στιγμές της ιστορίας» στις οποίες το ΚΚΕ πρωτοστάτησε αλλά και με ποιον τρόπο, όσοι παρακολουθούν τα γεγονότα και τις εξελίξεις το γνωρίζουν καλά. Και όσο και αν τα γεγονότα της τελευταίας τετραετίας και της πανδημίας είναι λίγο πολύ γνωστά, είναι σκόπιμο να υπενθυμίσουμε την στάση του ΚΚΕ και σε παλιότερες… πλην όμως κρίσιμες ιστορικές στιγμές.
Όπως σε αυτή της επταετίας, όπου η γραμμή και η στάση του το οδήγησε μέχρι τη σθεναρή -πράγματι- εναντίωσή του στην κορυφαία στιγμή της αντιδικτατορικής πάλης του λαού μας, στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Με τα ιστορικά ντοκουμέντα, όπως εκείνα τα άθλια κείμενα της Πανσπουδαστικής, να το καταδιώκουν μέχρι σήμερα…
Ή ακόμη το πώς στάθηκε στην ιστορική στροφή της ανόδου του ΠΑΣΟΚ, όπου υιοθετώντας τα συνθήματα περί «αλλαγής» υπήρξε σε όλη την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης αιμοδότης και ουρά της σοσιαλδημοκρατίας…
Ή ακόμα στην κρίσιμη στροφή του «βρώμικου 89», όταν με τις συγκυβερνήσεις της ΝΔ και της οικουμενικής έδινε το πολιτικό συγχωροχάρτι στην αιματοβαμμένη ελληνική Δεξιά, η οποία το χρησιμοποίησε έξοχα ως διαβατήριο για την εξουσία. Και με την οποία συναγελάζονταν όλη τη δεκαετία του ’90, με τις «ιστορικές» επίσημες και «ανεπίσημες» συνεργασίες, που έφταναν στην τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι του σημείου να στηρίζουν και οι δυο τον ίδιο υποψήφιο είτε της ΝΔ, είτε του ΚΚΕ.
Ή την ξεχωριστή «συμβολή» του ΚΚΕ στο κρίσιμο και μεγάλο επεισόδιο της ταξικής πάλης του λαού μας, αυτό του αγώνα του ενάντια στην επιβολή των μνημονίων. Όπου στην πιο κρίσιμη πολιτική κατάσταση που δημιούργησαν οι τεράστιες σε μαζικότητα και πρωτόγνωρη μαχητικότητα απεργιακές κινητοποιήσεις το Φθινόπωρο του 2011, το ΚΚΕ για μια ακόμη φορά ζήτησε επίμονα… εκλογές! Έδειξε αυτό το παραβάν, που από τη στροφή του 1956 και μετά έχει γίνει η «τήβεννος» του σημερινού ΚΚΕ. Αυτό το παραβάν που αποτελεί πάντα την καλύτερη λύση για την κυρίαρχη τάξη και το σύστημά της.
Για να έρθει μετά η τελευταία τετραετία της ΝΔ, στην οποία η γραμμή του ΚΚΕ μετατράπηκε επί της ουσίας σε δεκανίκι τής πλέον βάρβαρης και αντιλαϊκής πολιτικής. Μιας πολιτικής που, αξιοποιώντας την πανδημία, επιχείρησε να βυθίσει την κοινωνία στο ζόφο, χτυπώντας δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, επιβάλλοντας ένα αντιδραστικό αστυνομοκρατούμενο καθεστώς, με το λαό να δέχεται πρωτόγνωρη καταστολή, με στόχο πάντα την επιβολή των εκατοντάδων αντιλαϊκών νόμων που συνέτριψαν δικαιώματα και κατακτήσεις.
Το ΚΚΕ, έχοντας δείξει από την αρχή τις προθέσεις του, τιμώντας με κατάθεση στεφανιού (μια ώρα πριν από τον ηγέτη της δεξιάς) το άθλιο μνημείο του Μητσοτάκη στη Μαρφίν(!), συνέχισε όλη την επόμενη περίοδο με τον ίδιο τρόπο. Με την κυβέρνηση της ΝΔ να αξιοποιεί την πανδημία για να επιβάλει μια ακραία εγκληματική και με φασιστικού τύπου μέτρα πολιτική, το ΚΚΕ με τη στάση του έγινε το «κόκκινο άλλοθι» του Μητσοτάκη, υιοθετώντας ξεκάθαρα μια στάση προσαρμογής σε όλο το αντιδραστικό κυβερνητικό αφήγημα. Υιοθετώντας πλήρως τη γραμμή του «μετά θα λογαριαστούμε», όχι απλά έβαλε στον πάγο όλα αυτά τα χρόνια τις ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα και τα συνδικάτα που ελέγχει, αλλά καταψήφισε κάθε φωνή και θέση που καλούσε τους εργαζόμενους στο δρόμο κόντρα σε αυτή την πολιτική. Αναπαράγοντας στην ουσία το άκρως επικίνδυνο, ακροδεξιάς πνοής αφήγημα του Χρυσοχοΐδη, ότι οι εργαζόμενοι στον καιρό της πανδημίας κινδυνεύουν από τους αγώνες τους ενάντια σε αυτή τη πολιτική και όχι από την επιβολή αυτής της ίδιας εγκληματικής πολιτικής που εκείνη την ώρα διέλυε ακόμη και το ΕΣΥ.
Τώρα και ειδικά όσο πλησιάζουμε προς τις κάλπες, το ΚΚΕ και η ΚΝΕ επαίρονται για την άτεγκτη στάση τους στα χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ και τους αγώνες τους, που στα χρόνια της πανδημίας απάντησαν στις φασιστικές κυβερνητικές επιβουλές. Όμως η ιστορία και αυτής της κρίσιμης περιόδου έχει γραφτεί. Και σε αυτές τις σελίδες δεν θα βρει κανείς ούτε ένα δημόσιο κάλεσμα του ΚΚΕ, των παρατάξεων και των φορέων του στο συνδικαλιστικό και φοιτητικό κίνημα κόντρα στην πολιτική των απαγορεύσεων. Θα βρει μόνο κάποιες φιέστες, υπόδειγμα προσαρμογής και αυτές, οργανωμένες μυστικά, μακριά από το λαό και ακόμα πιο μακριά από την θέση ότι «μόνο ο λαός σώζει τον λαό». Ουσιαστικά, με τις επιδείξεις αυτές που το ΚΚΕ οργάνωνε εν γνώσει της αστυνομίας με συγκεκριμένο αριθμό στελεχών του, κατέθετε την προσαρμογή και υποταγή του στην ολέθρια αυτή πολιτική, προσφέροντας τελικά την πιο κρίσιμη στήριξη στη ΝΔ.
Το ΚΚΕ εμφανίστηκε με επίσημα καλέσματα στις λαϊκές κινητοποιήσεις όταν πια οι απαγορεύσεις είχαν σπάσει, από την πολύμηνη επιμονή κάποιων οργανώσεων και λιγοστών σωματείων να καλούν το λαό στο δρόμο και ειδικά μετά το ξέσπασμα του φοιτητικού κινήματος και τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης. Ακόμη και τότε όμως, όταν ο ελληνικός λαός ήταν αντιμέτωπος με την επιβολή εκατοντάδων αντιλαϊκών νόμων και σε μια κρίσιμη για το συνδικαλιστικό κίνημα «στιγμή της ιστορίας», το ΚΚΕ έκανε ό,τι ακριβώς και οι δυνάμεις της… συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Μπροστά στο νόμο Χατζηδάκη, έναν νόμο που συμπύκνωνε την πολιτική των μνημονίων για τις εργασιακές σχέσεις και τα συνδικάτα, το ΚΚΕ -παρά τους βερμπαλισμούς και την ακατάσχετη αγωνιστική λογοκοπία- με το αγωνιστικό πρόγραμμα που κατέθεσε στο συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε σε πλήρη συμφωνία με τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Και στους καιρούς που λαός και νεολαία δέχονταν απανωτά χτυπήματα από την κυβερνητική πολιτική, έμειναν οι δυνάμεις του να περιγράφουν την «κλιμάκωση», την οποία ποτέ όμως δεν πρότειναν. Ούτε καν μετά τη μεγάλη απεργία και τις συγκεντρώσεις του περασμένου Νοέμβρη και μπροστά στην ψήφιση του χειρότερου μεταπολεμικού προϋπολογισμού.
Αυτή ήταν στην πραγματικότητα η στάση του ΚΚΕ απέναντι στην τετραετία της διακυβέρνησης της ΝΔ. Μία στάση προσαρμογής στην κυβερνητική πολιτική σε όλες τις κρίσιμες στιγμές και στα βασικά ζητήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπος ο λαός μας όλο αυτό το διάστημα. Κερασάκι στην τούρτα αποτέλεσε και η ψήφιση από το ΚΚΕ του επιδόματος των 600€ στα σώματα ασφαλείας. Το ΚΚΕ στήριξε ακόμη και αυτή την προκλητική, γεμάτη συμβολισμούς κίνηση του Μητσοτάκη, σε μια στιγμή που η αστυνομία δολοφονούσε έναν 16χρονο. Ψηφίζοντας τον κατάπτυστο νόμο ενίσχυσης αυτών, που ειδικά τα τελευταία 4 χρόνια εξαπέλυσαν άγρια βία και τρομοκρατία εναντία στο λαό, τη νεολαία και τους αγώνες τους.
Αυτά όλα και πολλά ακόμη είναι γνωστά σε όσους με ειλικρίνεια παρακολουθούν την ελληνική πολιτική σκηνή τις τελευταίες δεκαετίες και ειδικά τη στάση του ΚΚΕ την τελευταία τετραετία. Όμως όταν η ΚΝΕ αναφέρεται για το ρόλο αυτού του κόμματος στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές και με δεδομένο ότι μπροστά στις κάλπες για μια ακόμη φορά το ΚΚΕ θα θυμηθεί και την «ιστορία του», δεν μπορούμε να προσπεράσουμε το ρόλο του ΚΚΕ και σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και της αναθεώρησης των αρχών και των βάθρων του μαρξισμού-λενινισμού που οδήγησαν στη μεγάλη υποχώρηση του διεθνούς και του ντόπιου κομμουνιστικού κινήματος. Σε αυτά τα γεγονότα που οδήγησαν «στο μεγάλο ιστορικό πισωγύρισμα της αντεπανάστασης», στην πιο κρίσιμη πράγματι «στροφή της ταξικής πάλης» τον 20ο αιώνα, κάτι που αποδεικνύουν οι σημερινές εξελίξεις στη χώρα μας και στον πλανήτη, όπου οι λαοί του κόσμου βρίσκονται ξανά μπροστά στην απειλή πολέμων αλλά και πυρηνικών αλληλοεκβιασμών.
Και να θυμηθούμε και να θυμίσουμε ότι αυτή την παλινόρθωση -την οποία ειδικά μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία έχουν κάνει καραμέλα- υπηρέτησαν πιστά, δίνοντας αγόγγυστα τη μάχη για τον ερχομό της. Όταν επί τρεις δεκαετίες (από το 1956 και μετά) αναμασούσαν και αναπαρήγαγαν όλη τη χρουτσωφική αθλιότητα για την αναθεώρηση της ιστορίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, υιοθετώντας πλήρως τις αντιμαρξιστικές θεωρίες για τον κοινοβουλευτικό δρόμο και την ειρηνική συνύπαρξη (δηλαδή συνθηκολόγηση με τον ιμπεριαλισμό). Όταν έφτασαν στο σημείο ακόμη και δύο μήνες πριν ο Γκορμπατσόφ κηρύξει επισήμως τη διάλυση της ΕΣΣΔ αλλά και του ίδιου του κόμματός του, η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ τότε, Α. Παπαρήγα, να του προσφέρει την προτομή του Ηρακλή… συγχαίροντάς τον για το «ηράκλειο έργο του».
Πρόκειται για την πολιτική με την οποία έχει συνδέσει το όνομά του και την ιστορία του το ΚΚΕ, από το 1956 και μετά. Πρόκειται για την πολιτική της συνθηκολόγησης με τον ιμπεριαλισμό που το οδηγεί να αρνείται ακόμη και την ανάγκη της πάλης για εθνική ανεξαρτησία. Και να παρουσιάζει αυτό τον αγώνα ως ξένο για την εργατική τάξη και το λαό, στα χρόνια μάλιστα της μνημονιακής υποδούλωσης όπου η πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας γνωρίζει νέες μεγάλες δόξες. Λέγοντας ότι ο αγώνας για εθνική ανεξαρτησία βάζει το λαό «κάτω από τις σημαίες της αστικής τάξης», αναπαράγοντας τις χρεοκοπημένες θεωρίες του τροτσκισμού. Εξωραΐζοντας με το χειρότερο τρόπο την ίδια την αστική τάξη, μια τάξη που από τη γέννησή της στην Ελλάδα υπήρξε χαρακτηριστικά υποτελής και εξαρτημένη από τις μεγάλες δυνάμεις. Αυτές που δεν σταμάτησαν στιγμή να καταδυναστεύουν το λαό και τον τόπο.
Πρόκειται για την πολιτική του «ειρηνικού περάσματος» και των κοινοβουλευτικών αυταπατών. Αυτήν την πολιτική που, σε διαμετρική αντίθεση από αυτήν που υπηρέτησε το ηρωικό ΚΚΕ της δεκαετίας του 40, το έχει φέρει όλες αυτές τις δεκαετίες και πολύ περισσότερο σήμερα στην αγκαλιά του κοινοβουλευτικού «αγώνα» του αστικού κράτους. Που το οδήγησε στο σημείο να περιγράφει ως νίκη του κινήματος την αύξηση των βουλευτών του ΚΚΕ σε 30 ή και 40 και 50! Για την πολιτική που οδήγησε εκείνο το κόμμα, που έγραψε μερικές από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό. Που στις «κρίσιμες στιγμές της ιστορίας» πλέον δεν κάνει άλλο… από το να δείχνει στο λαό το εκλογικό παραβάν.