Οι τελευταίες εξελίξεις με την πτώση της κυβέρνησης συνασπισμού στη Γερμανία τον προηγούμενο μήνα καθώς και με την πτώση της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μπαρνιέ στη Γαλλία μετά την υπερψήφιση της πρότασης μομφής εναντίον του και την αντικατάστασή του από τον Μπαϊρού, ο οποίος αποτελεί τον τέταρτο πρωθυπουργό για το 2024 στη Γαλλία, πιστοποιούν τη βαθιά πολιτική κρίση στην οποία βρίσκεται η ΕΕ και μάλιστα οι δύο βασικότερες δυνάμεις της, αυτές που συγκροτούν το λεγόμενο γαλλογερμανικό άξονα. Μια κρίση στην οποία παραδέρνει εδώ και καιρό και η οποία το τελευταίο διάστημα βαθαίνει ακόμα περισσότερο, ειδικά μετά τα αποτελέσματα των τελευταίων ευρωεκλογών, όπου η αποχή σάρωσε και η ακροδεξιά ενισχύθηκε σε μια σειρά από χώρες.

Όλα τα πλαστά αφηγήματα με τα οποία οι ιθύνοντες της ΕΕ βομβάρδισαν τους λαούς της καταρρέουν πια ταχύτατα. Η οικονομική κρίση που συνεχίζει να βαθαίνει, η πολεμοκάπηλη και η αντιμεταναστευτική πολιτική, το τσάκισμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων, η καταλήστευση και η εκμετάλλευση των πιο αδύναμων χωρών, όπως η Ελλάδα, τροφοδοτούν την πολιτική κρίση από την οποία διέρχονται πλέον πολλές χώρες της ΕΕ. Η «ατμομηχανή της ΕΕ», όπως ονομαζόταν η ιμπεριαλιστική Γερμανία, παραπαίει. Επί χρόνια είχαν χτίσει μια οικονομία που η παραγωγή της στηριζόταν στη φθηνή ρωσική ενέργεια, που τώρα, μετά τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία ύστερα από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα η Γερμανία πνίγεται από τη θηλιά της λιτότητας που η ίδια επέβαλε. Η οικονομία της βουλιάζει και αναμένεται να συρρικνωθεί για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, οι πτωχεύσεις καταγράφουν ρεκόρ 30ετίας, η βιομηχανία της ασθμαίνει, με μεγάλες βιομηχανίες να προχωρούν σε κλείσιμο εργοστασίων. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας, η Volkswagen, εξετάζει για πρώτη φορά το ενδεχόμενο να κλείσει εργοστάσιά της. Σε αυτό το οικονομικό πλαίσιο έρχεται να προστεθεί και η εκλογή Τραμπ στην Αμερική, ο οποίος έχει εξαγγείλει δασμούς απέναντι σε χώρες της ΕΕ και τις βιομηχανίες τους, όπως οι αυτοκινητοβιομηχανίες της Γερμανίας. Έτσι η Γερμανία, μέσα στην οικονομική κρίση στην οποία παραδέρνει, περιμένει και την εκδήλωση ενός νέου εμπορικού πολέμου από τις ΗΠΑ. Από την άλλη στη Γαλλία, το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να ξεπεράσει το 6,1% του ΑΕΠ φέτος, ποσοστό υπερδιπλάσιο από το όριο της ευρωζώνης, ενώ το δημόσιο χρέος διαμορφώνεται στο 110% του ΑΕΠ και αυξάνεται.

Η οικονομική κρίση που σοβεί όλα αυτά τα χρόνια μετατρέπεται σε πολιτική κρίση. Η ΕΕ βρίσκεται σε πολιτική περιδίνηση. Από τη μια η πολιτική και κυβερνητική κρίση σε πολλές χώρες και από την άλλη η ακρίβεια και ο πληθωρισμός που συνεχίζουν να ξεσπούν με μανία πάνω στις εξουθενωμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες αποτελούν ένα εκρηκτικό κοινωνικό κοκτέιλ. Η ΕΕ βρίσκεται σε μια παραλυτική κατάσταση, αντιμέτωπη με τη βαθύτερη και εντονότερη κρίση της ιστορικής της διαδρομής. Μεγάλα αδιέξοδα ορθώνονται μπροστά της. Η παρακμή και η αποσύνθεση αγγίζουν πια τις δύο βασικές της δυνάμεις, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Και στις δύο αυτές χώρες η ακροδεξιά έχει ενισχυθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με τη Λεπέν στη Γαλλία στις τελευταίες εθνικές εκλογές να αναδεικνύεται σε πρώτο κόμμα και το AfD στη Γερμανία να εμφανίζεται σημαντικά ενισχυμένο και μάλιστα να καταλαμβάνει και την πρώτη ή τη δεύτερη θέση στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στα διάφορα κρατίδια της Γερμανίας. Και είναι βέβαιο ότι όσο συνεχίζεται η αντιλαϊκή πολιτική τόσο πιο πιθανό γίνεται το σενάριο να αναδειχθούν στο τιμόνι των δύο μεγαλύτερων χωρών της ΕΕ αυτές οι δυνάμεις της ακροδεξιάς και του φασισμού.

Την κρίση στην οποία βουλιάζει η ΕΕ σπεύδει να αξιοποιήσει η πλευρά Τραμπ. Είναι χαρακτηριστικές και προκλητικές οι παρεμβάσεις του δισεκατομμυριούχου Μασκ, ο οποίος θα είναι υπουργός αποτελεσματικότητας στην νέα αμερικανική κυβέρνηση. Με άρθρο του στη «Welt am Sonntag», ο Έλον Μασκ ανέπτυξε τα όσα υποστήριξε σε ανάρτηση στην πλατφόρμα του κοινωνικής δικτύωσης X την περασμένη εβδομάδα, υποστηρίζοντας ότι «μόνο το AfD μπορεί να σώσει τη Γερμανία». Στην πλατφόρμα αυτή σκοπεύει να φιλοξενήσει τη Γερμανίδα ακροδεξιά ηγέτιδα Άλις Βάιντελ σε ζωντανή μετάδοση. Οι ωμές παρεμβάσεις Μασκ απηχούν τις κατευθύνσεις της νέας κυβέρνησης Τραμπ και φαίνεται ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση επιθυμεί αλλαγή σκυτάλης στη Γερμανία και επαναδιαπραγμάτευση από μηδενική βάση των μεταξύ τους σχέσεων. Απέναντι σε αυτές τις παρεμβάσεις οι ηγέτες της ΕΕ αντέδρασαν μάλλον μουδιασμένα, κάνοντας λόγο για κυρώσεις προς την πλατφόρμα X, ενώ ο Μακρόν δήλωσε: «Δέκα χρόνια πριν, ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί αν μας έλεγαν ότι ο ιδιοκτήτης ενός από τα μεγαλύτερα κοινωνικά δίκτυα στον κόσμο θα υποστήριζε ένα νέο διεθνές αντιδραστικό κίνημα και θα παρενέβαινε άμεσα στις εκλογές, μεταξύ άλλων και στη Γερμανία». Στην πραγματικότητα οι ηγέτες της ΕΕ εμφανίζονται αμήχανοι μπροστά στην κυβερνητική αλλαγή στην Αμερική με τις σχέσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ να βαδίζουν σε αχαρτογράφητα νερά μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ. Ο τελευταίος σε πρόσφατη τοποθέτησή του μίλησε για προσάρτηση της Γροιλανδίας (μαζί με τον Καναδά και τη διώρυγα του Παναμά) στις ΗΠΑ με τον γάλλο υπουργό Εξωτερικών να απαντά «Δεν υπάρχει προφανώς καμία αμφιβολία ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα άφηνε άλλες χώρες του κόσμου να επιτεθούν στα κυρίαρχα σύνορά της, όποιοι και αν είναι αυτοί».

Πάντως, ό,τι και να δηλώνουν οι ηγέτες της ΕΕ, γνωρίζουν καλά ότι η πολιτική που έχουν ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια τους έχει γυρίσει μπούμερανγκ.

Άλλωστε η γερμανική κυβερνητική πολιτική εμπλοκής στον πόλεμο στην Ουκρανία σήμανε ταυτόχρονα και τη στοίχιση πίσω από τις ΗΠΑ. Οι πολυδιαφημισμένες κυρώσεις κατά της Ρωσίας έγιναν μπούμεραγκ όχι μόνο για τη γερμανική οικονομία αλλά για το σύνολο της Ευρώπης, η οποία σύρθηκε από τις ΗΠΑ στη ρήξη με την Ρωσία λόγω του ξεσπάσματος του πολέμου στην Ουκρανία. Τώρα, μπροστά στην αλλαγή σκυτάλης στην Αμερική, η ΕΕ γεύεται τους καρπούς της δικής της πολιτικής που, αφού τα προηγούμενα χρόνια έγινε παρακολούθημα της αμερικανικής πολιτικής, τώρα βλέπει αμήχανα την νέα κυβέρνηση Τραμπ να επεμβαίνει στα εσωτερικά των χωρών της προκειμένου να διαμορφώσει τους πολιτικούς εκείνους όρους που θα επιτρέψουν την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων έναντι των ανταγωνιστών των ΗΠΑ.

Η πολιτική κρίση που έχει ξεσπάσει σε Γαλλία και Γερμανία πιστοποιεί ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν διάγει και τις καλύτερες μέρες του. Αντίθετα, το μέλλον του διαγράφεται ιδιαίτερα δυσοίωνο. Ειδικά σε μια περίοδο που συντελούνται μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις με την άνοδο της Κίνας και την προσπάθεια των ΗΠΑ να ανακόψουν αυτήν την άνοδο, η ΕΕ βρίσκεται στο μέσο αυτού του ανταγωνισμού με την πολιτική της επιρροή και δύναμη να συμπιέζεται και την οικονομική της δύναμη να περιορίζεται, γεγονός που τροφοδοτεί ακόμα περισσότερο την κρίση την οποία διέρχεται.