Στο φόντο των αρνητικών εξελίξεων στο εκπαιδευτικό κίνημα, τα ΔΣ των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ διέπραξαν ένα ακόμα αντισυνδικαλιστικό και κατάφωρα αντιδημοκρατικό ατόπημα, καταφεύγοντας στο Πρωτοδικείο με αίτημα… να αυτοδιοριστούν οι ίδιοι ως «προσωρινή διοίκηση», με το αιτιολογικό πως «η παράταση της θητείας των ΔΣ λήγει στις 31/10». Πρόκειται για μια πρωτοφανή -για τα μεταπολιτευτικά χρονικά- αντιδημοκρατική εκτροπή που έχει την υπογραφή και τη σφραγίδα τής πλειοψηφίας των συνδικαλιστικών δυνάμεων της ΔΑΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και του ΠΑΜΕ. Μοναδική «παραφωνία» σ’ αυτή την απαράδεκτη εξέλιξη αποτέλεσε η καθαρή και τίμια στάση των Παρεμβάσεων που από την πρώτη στιγμή κατήγγειλαν την αντιδημοκρατική αυτή εκτροπή.
Με την ευθύνη αυτών δυνάμεων έχει παγιωθεί το καθεστώς του συνδικαλιστικού «lockdown» σε όλα τα σωματεία, τα οποία εδώ και δύο χρόνια δεν έχουν προχωρήσει στις αρχαιρεσίες τους. Την ίδια ώρα οι δυνάμεις αυτές παγώνουν συνειδητά κάθε προσπάθεια να πραγματοποιηθούν τα Συνδικαλιστικά Συνέδρια. Επικαλούνται ψευδεπίγραφα την πανδημία, την ώρα που ολόκληρη η κοινωνία είναι πλέον ανοιχτή, τα Δημόσια Σχολεία δουλεύουν και οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται στις θέσεις τους. Ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση επιτρέπει ρητά την πραγματοποίηση ζωντανών εκλογικών διαδικασιών, σύμφωνα με την τελευταία ΚΥΑ στις 08/10.
Είναι προσβολή και πρόκληση για τον κλάδο μια τέτοια ενέργεια από τις ηγεσίες των δύο Ομοσπονδιών και μάλιστα σε μια συγκυρία που οι δύο κλάδοι (δάσκαλοι – καθηγητές) δέχονται το σφυροκόπημα της κυβερνητικής πολιτικής και των δικαστηρίων, τα οποία κηρύσσουν παράνομη την απεργία-αποχή. Αντί λοιπόν να καταφύγουν και να στηριχθούν στον κλάδο και στις δημοκρατικές διαδικασίες του (Γενικές Συνελεύσεις, αρχαιρεσίες, Συνέδρια) οι υποταγμένες και -στην πραγματικότητα- ξοφλημένες ηγεσίες των δύο Ομοσπονδιών βρίσκουν καταφύγιο στα αστικά δικαστήρια, στους διώκτες δηλαδή του κλάδου, σ’ αυτούς που ποινικοποιούν την ίδια τη συνδικαλιστική δράση θέτοντάς την «εκτός νόμου». Αποκαλύπτουν έτσι την πραγματική πολιτική που υπηρετούν.
Στην πραγματικότητα οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της ΔΑΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ διευκολύνουν την ωμή παρέμβαση του κράτους στα εσωτερικά της Ομοσπονδίας, απαξιώνουν το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα και τις δημοκρατικές του διαδικασίες. Μάλιστα η πολιτική τους απόφαση να επιβάλουν την πραγματοποίηση των συνδικαλιστικών Συνεδρίων το καλοκαίρι του 2022(!!) επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών, στρώνοντας το έδαφος για την εφαρμογή του νόμου «Χατζηδάκη».
Σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση συναινούν και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, παρά τις «ταξικές» τυμπανοκρουσίες τους. Μπορεί στα λόγια να γκρεμίζουν το νόμο «Χατζηδάκη» και να κηρύσσουν ανένδοτο αγώνα «για να μην περάσει», στην πράξη όμως ευθυγραμμίζονται και τελικά σέρνονται πίσω από τις κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις, αποδεχόμενες αυτή την απαράδεκτη και αντιδημοκρατική εκτροπή στις δύο Ομοσπονδίες. Με αφηρημένα και ακατανόητα λεκτικά σχήματα περί «οργανωμένων και συντεταγμένων διαδικασιών» επιχειρούν, όχι απλώς να δικαιολογήσουν την αδικαιολόγητη στάση τους, αλλά πολύ περισσότερο να νομιμοποιήσουν την αντιδημοκρατική μεθόδευση των υπολοίπων δυνάμεων.
Ακόμα παραπέρα όμως, την ώρα που σε ΟΛΜΕ και ΔΟΕ συναινούσαν στον αυτοδιορισμό τους από τα δικαστήρια, στην Πανελλήνια Ένωση Γεωπόνων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΓΔΥ) καταγγέλλουν τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού για το ίδιο θέμα! Να τι έγραφε η ΕΣΑΚ-Σ (παράταξη του ΠΑΜΕ στην ΠΕΓΔΥ) προ ημερών στην ανακοίνωσή της: «(…) αποφάσισαν να μπει λουκέτο στο Σωματείο υπερψηφίζοντας την πρόταση (…) για προσφυγή σε προσωρινή διοίκηση, με παρέμβαση δηλαδή του δικαστηρίου, γιατί σύμφωνα με το καταστατικό της ΠΕΓΔΥ δεν προλαβαίνουμε να πάμε σε εκλογές (…) Η ΕΣΑΚ-Σ καταγγέλλει την υποκριτική τους στάση και την όψιμη και υποκριτική επίκληση της νόμιμης διαδικασίας σε μια περίοδο όπου οι εξελίξεις τρέχουν (π.χ. νόμος Χατζηδάκη κλπ.), αφήνοντας ξεκρέμαστους τους εργαζόμενους και σιγοντάροντας ουσιαστικά με τον τρόπο τους τις κυβερνητικές επιδιώξεις για την απονέκρωση των σωματείων με την εφαρμογή του «νόμου Χατζηδάκη»… Η διγλωσσία και ο καιροσκοπισμός των δυνάμεων του ΠΑΜΕ δεν έχει όριο.
Απέναντι σ’ αυτή την άθλια μεθόδευση, ο Εκπαιδευτικός Όμιλος διατύπωσε καθαρά τη θέση πως θα πρέπει να καταγγελθούν ανοιχτά οι δοτές και διορισμένες διοικήσεις των Ομοσπονδιών. Διατύπωσε επίσης καθαρά τη θέση πως οι εκπρόσωποι των Παρεμβάσεων δεν έχουν καμία θέση σε τέτοια δοτά και αντιδημοκρατικά όργανα, διορισμένα από το κράτος και τα δικαστήρια και πως θα πρέπει να παραιτηθούν αμέσως, διαφωνώντας με λαθεμένες και συμβιβαστικές αντιλήψεις που εκφράζουν οργανωμένες συλλογικότητες και οι οποίες μπορεί στα λόγια να καταγγέλλουν το συνδικαλιστικό πραξικόπημα, στο τέλος όμως το αποδέχονται ως «αναγκαίο συμβιβασμό». Πρόκειται για απόψεις που καλλιεργούν την αμφιβολία και γεννούν ταλαντεύσεις, δεν ενισχύουν έναν ταξικό προσανατολισμό και δεν συμβάλλουν τελικά στο σπάσιμο της συνδικαλιστικής αδράνειας.
Η αντιδημοκρατική εκτροπή και το νέο αντισυνδικαλιστικό πραξικόπημα που μεθοδεύουν οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, της ΝΔ, του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΠΑΜΕ/ΚΚΕ δεν πρέπει να μείνει αναπάντητο. Πρέπει να καταγγελθεί από το σύνολο του κόσμου της εκπαίδευσης αλλά και από όλα τα πρωτοβάθμια σωματεία. Η πραγματοποίηση των συνδικαλιστικών Συνεδρίων των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ εδώ και τώρα, χωρίς άλλη χρονοτριβή, πρέπει να αποτελέσει πάνδημη δημοκρατική απαίτηση. Όλα τα τοπικά πρωτοβάθμια σωματεία των δασκάλων και των καθηγητών πρέπει να ενεργοποιηθούν άμεσα, να πραγματοποιήσουν τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες τις απολογιστικές τους Γενικές Συνελεύσεις, τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των νέων ΔΣ, έπειτα από 2 χρόνια αδράνειας. Να προχωρήσουν ακόμα στην εκλογή αντιπροσώπων για τα Συνέδρια μεγιστοποιώντας έτσι την πίεση προς τις συμβιβασμένες ηγεσίες των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ.