Συνεχίζει να προκαλεί τη λαϊκή κατακραυγή η απαράδεκτη προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος του βιασμού της Γεωργίας Μπίκα τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς στη Θεσσαλονίκη. Μετά από τη συνεχή μετάθεση της άφιξης από μέρα σε μέρα των περιβόητων τοξικολογικών εξετάσεων από «ειδικά εξοπλισμένο» εργαστήριο στην Ελβετία, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπήρχε κάποια ουσία που να αποδεικνύει πως η 24χρονη ναρκώθηκε. Πρόκειται βέβαια για αναμενόμενο αποτέλεσμα, καθώς το δείγμα από το θύμα πάρθηκε μετά από 18 ώρες από τη στιγμή που της χορηγήθηκε η οποιαδήποτε ναρκωτική ουσία, επομένως είναι λογικό να μη φάνηκε κάτι στις τοξικολογικές εξετάσεις, καθώς το λεγόμενο «χάπι του βιασμού» δε φαίνεται στα ούρα μετά από 12 ώρες.
Από την άλλη, η ίδια η διαχείριση της καταγγελίας της 24χρονης από τους κρατικούς μηχανισμούς αποτελεί από μόνη της πρόκληση, καθώς είναι φανερή μια ολόκληρη επιχείρηση να πέσουν οι δράστες της υπόθεσης «στα μαλακά» και να αποθαρρυνθεί τόσο το θύμα, όσο και γυναίκες που ενδεχομένως να βρεθούν στην ίδια θέση στο μέλλον ή έχουν βρεθεί στο παρελθόν να σωπάσουν και να μη διεκδικήσουν τη δικαίωσή τους και την τιμωρία των ενόχων. Ειδικότερα, η 24χρονη, μετά από το βιασμό της και αφού πήγε σε αστυνομικό τμήμα να τον καταγγείλει την ίδια μέρα:
-Έμεινε σε αυτή την κατάσταση για ώρες στο τμήμα μέχρι να καταφέρει να καταθέσει.
-Δεν παραβρέθηκε ψυχολόγος, όπως προβλέπεται σε αυτές τις περιπτώσεις.
-Δεν πραγματοποιήθηκαν αιματολογικές εξετάσεις παρά μόνο ούρων, στις οποίες δεν είναι δυνατό να φανούν όλες οι ουσίες που ενδεχομένως να βρίσκονταν στον οργανισμό της 24χρονης.
-Υπήρξε λεκτική επίθεση με απειλές σε βάρος της από τον δικηγόρο ενός από τους θύτες, προκειμένου να μη μιλήσει.
-Έμεινε με τα ίδια ρούχα και χωρίς μπάνιο για τρεις μέρες, προκειμένου να ελεγχθεί από ιατροδικαστή.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Γεωργία Μπίκα όλο αυτό το διάστημα βρίσκεται αντιμέτωπη με τα απαράδεκτα σχόλια και δηλώσεις δημοσιογράφων και προσώπων της τηλεόρασης με τις οποίες αναπαράγεται ένα κλίμα ενοχής του θύματος, ο βιασμός μιας νέας κοπέλας βαφτίζεται «ροζ πάρτι» και εν τέλει καλλιεργείται η αντίληψη πως η ίδια λίγο-πολύ έφταιγε που παραβρέθηκε στο ξενοδοχείο που έλαβε χώρα το πρωτοχρονιάτικο πάρτι. Ταυτόχρονα, ένας από τους βασικούς υπόπτους της υπόθεσης και συνιδιοκτήτης του ελληνικού τμήματος της «Κόκα-Κόλα» κατηγορεί την 24χρονη για «ανυπόστατα ψεύδη» και επισημαίνει πως «σπιλώνεται το όνομα το δικό του και της οικογένειάς του», τη στιγμή που ο ίδιος δύο μέρες μετά το συμβάν ανέβασε φωτογραφία στον προσωπικό του λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που απεικόνιζε τον ίδιο να διαβάζει εφημερίδα με πρωτοσέλιδο τον βιασμό της 24χρονης από τον ίδιο. Το μήνυμα της φωτογραφίας ξεκάθαρο: Οι γόνοι της μεγαλοαστικής τάξης απολαμβάνουν πλήρη ασυλία και «δεν τους ακουμπάει κανείς».
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως από το μεγάλο πλήθος αντίστοιχων περιστατικών που έχουν λάβει χώρα το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ένα ελάχιστο ποσοστό της τάξης του 5% φτάνει στο φως της δημοσιότητας. Αυτό φυσικά οφείλεται στο γεγονός πως πίσω από τα περιστατικά αυτά συνήθως βρίσκονται κυκλώματα, όπως αυτό που φαίνεται πως είναι πίσω από τον βιασμό της Γεωργίας, με σοβαρές διασυνδέσεις σε κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς. Και, βέβαια, όλα αυτά δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει κανείς ξεχωριστά ιδωμένα από τη διαρκή καταπίεση της γυναίκας από την κυρίαρχη τάξη και ιδεολογία, η οποία στις σημερινές συνθήκες βρίσκει έκφραση όχι μόνο στην εργασιακή και κοινωνική υποτίμηση των γυναικών, αλλά και στην αύξηση των περιστατικών βιασμών και γυναικοκτονιών.
Είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για μία προσπάθεια προκλητικής συγκάλυψης του εγκλήματος από κυρίαρχους αστικούς κύκλους και τα ΜΜΕ, καθώς οι θύτες είναι γόνοι γνωστών επιχειρηματικών οικογενειών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Όλα αυτά πιστοποιούν τα σάπια ήθη, τη διαφθορά και την παρακμιακή διασκέδαση της μεγαλοαστικής τάξης, την αντίληψη που καλλιεργείται συστηματικά όλα τα χρόνια πως τέτοιου είδους εγκλήματα διαπράττονται βασικά από μετανάστες και απόκληρους της κοινωνίας (τους οποίους τα ίδια τα ΜΜΕ που τώρα συγκαλύπτουν τον βιασμό της 24χρονης δικάζουν πολύ πριν παρουσιαστεί το οποιοδήποτε στοιχείο). Και εδώ βρίσκεται η ουσία του ζητήματος. Τα παιδιά του μεγάλου κεφαλαίου, οι μεγαλοαστοί που βασίζουν τη γεμάτη σήψη ηθική τους στον ιδρώτα και τον μόχθο του εργαζόμενου λαού, μπορούν να διαπράττουν οποιοδήποτε έγκλημα -που κάτω από άλλες συνθήκες θα παρουσιαζόταν στις ειδήσεις ως «φρικώδες» και «τρομαχτικό»- και να γλιτώνουν.
Παράλληλα, όλα τα στοιχεία συνηγορούν πως δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά στην πραγματικότητα πίσω από αυτό βρίσκεται ένα ολόκληρο κύκλωμα μαστροπείας, διοργάνωσης τέτοιων «εκδηλώσεων» στις οποίες καλούνται με πιεστικό τρόπο νέες κοπέλες, ακόμη και ανήλικες. Μετά από τις αποκαλύψεις και άλλων γυναικών και τις απειλές που δέχονται άνθρωποι που ανέδειξαν το γεγονός, μετά από τις εντελώς αντιφατικές μαρτυρίες των βασικών υπόπτων, είναι προφανές πως συντελείται μία ολόκληρη επιχείρηση συγκάλυψης του βιασμού της 24χρονης Γεωργίας. Όμως η Γεωργία δεν είναι μόνη της. Δίπλα στη γεμάτη σθένος προσπάθειά της να μη συγκαλυφθεί ο βιασμός της, στέκεται η συμπαράσταση του γυναικείου κινήματος, η γνήσια εργατική-λαϊκή αλληλεγγύη, κόντρα στη συγκάλυψη και την υποκρισία του εγχώριου πολιτικού προσωπικού, των ΜΜΕ και της μεγαλοαστικής τάξης.