Μόνο αν δυναμώσει μια πραγματικά αριστερή πολιτική μπορεί να ανοίξει μια ελπιδοφόρα προοπτική για το λαό και την αριστερά
Ανακοίνωση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ για τις ευρωεκλογές της 9ης Ιούνη:
1. Οι ευρωεκλογές ήρθαν να επισφραγίσουν τη βαθιά, ιστορικής σημασίας, κρίση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπο το οικοδόμημα της ΕΕ, τη βαθύτερη και εντονότερη από τη γέννησή του. Σε ένα διεθνές εκρηκτικό περιβάλλον μεγάλων αναδιατάξεων και πυκνών και κρίσιμων εξελίξεων και με την οικονομική κρίση να δοκιμάζει το σύνολο της ευρωζώνης και ιδιαίτερα την άλλοτε «ατμομηχανή» της ΕΕ, Γερμανία, οι ηγετικές και κυρίαρχες δυνάμεις στους κόλπους της ΕΕ διαχωρίζονται σε τάσεις και ρεύματα με διαφορετικές επιδιώξεις και ρόλους για την επόμενη μέρα.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς, γενικά, σε συνδυασμό με το βαρύ πλήγμα που δέχθηκε ο Μακρόν, στη Γαλλία, αλλά και ο Σολτς, στη Γερμανία, και η μεγάλη πτώση των «πράσινων» κομμάτων εντείνουν την πολιτική κρίση που διαπερνάει τις δυο χώρες και επιβεβαιώνουν την ισχυρή αμφισβήτηση του γνωστού μοντέλου του γαλλογερμανικού άξονα.
Η μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια για την ΕΕ της φτώχειας και της ανεργίας, της συρρίκνωσης του Κράτους Πρόνοιας και της καρατόμησης των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών, για την ΕΕ της στρατιωτικοποίησης και της «οικονομίας Πολέμου» που τροφοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού στη Γάζα, απλώνεται σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και στρέφεται, κυρίως, εναντίον εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που αποτέλεσαν τους πυλώνες του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και τους βασικούς εκφραστές της αντιλαϊκής και πολεμοκάπηλης πολιτικής και εξελίξεων.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών στη Γαλλία, με τη συντριπτική ήττα του κόμματος του Μακρόν και την ενίσχυση των δυνάμεων της ακροδεξιάς Λεπέν, οδήγησε σε πτώση της κυβέρνησης, διάλυση του κοινοβουλίου και ανάγκασε τον Μακρόν να προκηρύξει άμεσα εκλογές. Σε παραίτηση επίσης οδηγήθηκε ο πρωθυπουργός του Βελγίου, ενώ ετοιμόρροπη φαίνεται να είναι και η κυβέρνηση της Γερμανίας ύστερα από τη ραγδαία φθορά των συνεργαζόμενων κομμάτων, σοσιαλδημοκρατών και «πράσινων» και την ενίσχυση του ακροδεξιού AfD που αναρριχήθηκε στη δεύτερη θέση. Καθώς οι δυο κυρίαρχες χώρες της ΕΕ, Γερμανία-Γαλλία βρίσκονται μπροστά σε βαθιά πολιτική κρίση, με τις δυνάμεις της ακροδεξιάς νομιμοποιημένες να βρίσκονται σε πορεία διεκδίκησης της αστικής εξουσίας, η ΕΕ εισέρχεται σε μια περίοδο ισχυρών κλυδωνισμών, κρίσης και αστάθειας.
Η βίαιη απεξάρτηση της ΕΕ από τη φθηνή ρωσική ενέργεια οδήγησε σε δεινή θέση τις ευρωπαϊκές οικονομίες, που πληρώνουν πανάκριβα το υγροποιημένο φυσικό αέριο στα αμερικάνικα μονοπώλια. Συνέπεια αυτού ήταν η ευρωπαϊκή οικονομία, τα τελευταία δύο χρόνια, να υποστεί μεγάλο πλήγμα σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας απέναντι στις οικονομίες των άλλων μεγάλων ιμπεριαλιστικών κέντρων. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση πήρε μεγαλύτερες διστάσεις και οξύνθηκε από την εξαπόλυση του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία, με τις πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις που επέβαλε η Δύση, την εκτόξευση των τιμών στην ενέργεια και στα βασικά προϊόντα διατροφής, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό υπόβαθρο που ταρακουνά την ευρωπαϊκή καπιταλιστική οικονομία. Στη βάση αυτή ξέσπασαν μεγάλες εργατικές και αγροτικές κινητοποιήσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με χαρακτηριστική περίπτωση τη Γερμανία, όπου η κυβέρνηση Σολτς δέχθηκε πριν λίγους μήνες τα πυρά των αγροτών. Τη Γαλλία, όπου ο Μακρόν, μετά τον παρατεταμένο αγώνα του γαλλικού λαού («κίτρινα γιλέκα», διαδηλώσεις για τα δημοκρατικά δικαιώματα μέσα στην πανδημία, συνταξιοδοτικό), βρέθηκε ξανά υπό την ισχυρή πίεση των δυναμικών κινητοποιήσεων των αγροτών. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες των τελευταίων εξελίξεων είναι ήδη δραματικές και στην Ευρώπη της φτώχειας. Είναι ο ακραίος αυταρχισμός, η ανοιχτή αντιλαϊκή βία, τα νέα σώματα καταστολής «έκτακτης ανάγκης» στη «δημοκρατική» ΕΕ. Είναι τα αντιμεταναστευτικά, ξενοφοβικά και ρατσιστικά μέτρα και κηρύγματα στην Ευρώπη. Η θεωρία των «δύο άκρων», ο ξέφρενος αντικομμουνισμός που εξισώνει το ναζισμό με τον κομμουνισμό, για να ξεπλύνει τον πρώτο. Είναι τα αντικομμουνιστικά νομοθετήματα που επιβάλλουν περιορισμούς και απαγορεύσεις στα κομμουνιστικά κόμματα.
Είναι αυτή ακριβώς η αντιδραστική πολιτική που ενισχύει τα κόμματα της ακροδεξιάς και του φασισμού σε πολλές χώρες της Ευρώπης, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Αυστρία αλλά και τη Γαλλία και τη Γερμανία, όπου με τη στήριξη ισχυρών κύκλων της ευρωπαϊκής οικονομικής ολιγαρχίας γίνονται πλέον οι βασικοί ρυθμιστές των πολιτικών εξελίξεων, προδιαγράφοντας μια επικίνδυνη και σκοτεινή περίοδο για την Ευρώπη και τους λαούς της. Το οικοδόμημα της ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπο με την πιο βαθιά κρίση της ιστορίας του, κλονίζεται και εξασθενεί η ιμπεριαλιστική του συνοχή και απειλείται με περαιτέρω διάσπαση. Αυτό που εμφανίστηκε από τους θιασώτες και προπαγανδιστές του ιμπεριαλισμού σαν κάτι δημοκρατικό, σταθερό και αδιατάρακτο, ο περίφημος «ευρωμονόδρομος», η περιβόητη «Ευρωπαϊκή ενοποίηση και ολοκλήρωση», στην οποία όφειλαν οι ευρωπαϊκοί λαοί να υποταχθούν σαν μια αδήριτη πραγματικότητα, αποκαλύπτεται και καταρρίπτεται από τις εξελίξεις, σαν αντιδραστικό, σαν κάτι σάπιο, ασταθές και προσωρινό.
2. Η πλατιά λαϊκή δυσαρέσκεια και οργή για την κυβερνητική πολιτική και τις συνέπειές της στη χώρα μας δεν αποτυπώθηκε μόνο στα πρωτοφανή, για τη χώρα μας, επίπεδα της αποχής, αλλά και στη μεγάλη αποδοκιμασία της κυβερνητικής παράταξης. Η βαριά ήττα της ΝΔ, που κατέγραψε τον χαμηλότερο αριθμό ψήφων που έχει καταγράψει ποτέ στην ιστορία της και ποσοστό 28,31%, δεκατρείς μονάδες κάτω από το ποσοστό των περσινών εκλογών, ήρθε σαν αποτέλεσμα της σκληρής αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσε όλα τα χρόνια της πεντάχρονης διακυβέρνησής της. Από τους 2.407.750 ψήφους που πήρε στις βουλευτικές εκλογές το Μάη 2023 τώρα πήρε 1.125.602 ψήφους, χάνοντας δηλαδή σε ένα χρόνο Ι.282.148 ψηφοφόρους. Ο αρχηγός της ΝΔ και πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και από δίπλα όλα τα στελέχη της επιχείρησαν να δώσουν στην ευρωκάλπη «εθνικό χαρακτήρα», να θέσουν εκβιαστικά διλήμματα, φτάνοντας ακόμη και στο σημείο να εκτοξεύουν απειλές για τη διακοπή χρηματοδοτήσεων προς τη χώρα μας ή για ακυβερνησία σε περίπτωση που η ΝΔ δεν κατακτούσε τον εκλογικό στόχο του 33% που είχε θέσει, που ήταν έτσι κι αλλιώς 8 μονάδες κάτω από το περιβόητο 41%. Η προπαγάνδα, όμως της κυβέρνησης, όχι μόνο δεν έπιασε τόπο, αλλά λειτούργησε αντιστρόφως ανάλογα. Ύστερα από το ηχηρό «χαστούκι» της γαλάζιας παράταξης στο δεύτερο γύρο των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών του Οκτώβρη του 2023, ήρθε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για να επισφραγίσει τη μεγάλη φθορά που έχει υποστεί μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου χρόνου το κυβερνών κόμμα.
Κάτι τέτοιο εκφράστηκε και με την πλήρη απουσία των δύο προηγούμενων προέδρων και πρωθυπουργών της ΝΔ κατά την προεκλογική περίοδο, ακόμη και από το ίδιο το συνέδριο του κόμματος. Τόσο ο Κώστας Καραμανλής, όσο και ο Αντώνης Σαμαράς, με αυτή την «ηχηρή» απουσία τους δηλώνουν αναμφίβολα τη διαφωνία τους με μια σειρά πρωτοβουλίες και συνολικά με το κυβερνητικό έργο, προεξοφλώντας πολιτικές εξελίξεις αυτού ή του άλλου βαθμού στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Η αποδοχή της εκλογικής ήττας από το Μητσοτάκη φάνηκε καθαρά μετά και από την πρόσφατη δημόσια συνέντευξή του, στην οποία δήλωσε πως «το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που περιμέναμε», ενώ άφησε ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο κυβερνητικού ανασχηματισμού, ακριβώς για να επιχειρήσει να εκτονώσει την πολιτική πίεση που ασκεί στο κόμμα και την κυβέρνησή του το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά και η συσσωρευμένη λαϊκή οργή και αγανάκτηση για την πολιτική της ΝΔ. Σε κάθε περίπτωση, η τάση της λαϊκής αντίστασης και αμφισβήτησης της κυβερνητικής πολιτικής, πάνω στο έδαφος του χτυπήματος των εργατικών-λαϊκών δικαιωμάτων, της διαρκώς αυξανόμενης φτωχοποίησης του λαού, των συνεπειών της ακρίβειας, δεν μπορεί παρά να δυναμώσει την επόμενη περίοδο.
Τα χαμηλά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και η απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ψήφων από τις εκλογές του 2023, ενώ σημειώθηκε παράλληλα η εκλογική καθίζηση της ΝΔ, αποτυπώνουν τη σταθερή φθορά και απαξία των δυο αυτών κομμάτων που κυβέρνησαν ή «αντιπολιτεύτηκαν» με πολιτικές που δε διαφοροποιήθηκαν, επί της ουσίας, με αυτήν της ΝΔ. Σε όλη την προεκλογική περίοδο, αλλά και πριν από αυτή, τα δύο αυτά κόμματα δεν μπόρεσαν όχι απλά να καρπωθούν τη γενικευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά αποτέλεσαν κι αυτά αποδέκτες της, αφού με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εφάρμοσαν την ίδια πολιτική όταν βρέθηκαν στη διακυβέρνηση του τόπου, ενώ την στήριξαν όταν βρέθηκαν στην αντιπολίτευση. Πρόκειται για μια πλατιά αποδοκιμασία όλων των κομμάτων που ευθύνονται για τις δραματικές συνθήκες ζωής και εργασίας που έχουν επιβληθεί στο λαό. Η διάχυτη λαϊκή αμφισβήτηση και αγανάκτηση εκφράστηκε εκλογικά και απέναντί τους. Τώρα στο ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ ξέσπασαν δημόσιες διαφωνίες και αντιπαραθέσεις για τις αιτίες της εκλογικής καθίζησης, ενώ στο ΠΑΣΟΚ άνοιξε και ζήτημα ηγεσίας, προδικάζοντας ένα νέο γύρο κρίσης και στα δύο κόμματα.
Αρνητική εξέλιξη αποτελούν τα αυξημένα εκλογικά ποσοστά της Ελληνικής Λύσης αλλά και άλλων παρεμφερών μορφωμάτων της Ακροδεξιάς, που εκμεταλλεύονται τις ανησυχητικές εξελίξεις που σημειώνονται στην ελληνική κοινωνία, στην εξωτερική πολιτική και σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα κόμματα της Ακροδεξιάς, εκμεταλλεύτηκαν και εκμεταλλεύονται τη λαϊκή οργή απέναντι στην κυβερνητική πολιτική για να την στρέψουν σε ανώδυνα κανάλια. Πραγματοποιούν κανονικό πατριδεμπόριο χωρίς βέβαια να κάνουν λόγο για την έξοδο της χώρας μας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στοχοποιούν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, τα θύματα, δηλαδή, των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων, ενώ σε κοινωνικό επίπεδο εκφράζουν θέσεις βαθιά σκοταδιστικές και οπισθοδρομικές, καλλιεργώντας τα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά ορισμένων κομματιών της κοινωνίας. Η άνοδος της Ακροδεξιάς στη χώρα μας οφείλεται πρώτα απ’ όλα στην αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική, στην όξυνση της κρατικής καταστολής και τρομοκρατίας, στη δεξιά μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας από τα κυρίαρχα κόμματα, καθώς και στην απουσία από την πολιτική των κομμάτων και οργανώσεων που αναφέρονται στην αριστερά του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα για Εθνική Ανεξαρτησία, αφήνοντας το κενό αυτό να το καλύπτουν οι αντιδραστικές δυνάμεις του φασισμού και της ακροδεξιάς.
Το ΚΚΕ σημείωσε άνοδο των εκλογικών του ποσοστών εισπράττοντας ένα τμήμα της κοινωνικής αμφισβήτησης και διαμαρτυρίας με αριστερό πρόσημο. Μια άνοδος που, παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις και τους πανηγυρισμούς του, δεν βλέπει τη μείωση σε απόλυτους αριθμούς κατά 34.000 ψήφους από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2023 και υπηρετεί, τελικά, κοινοβουλευτικές αυταπάτες και την πολιτική του συμβιβασμού απέναντι στην αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό και της διάσπασης των εργατολαϊκών αγώνων. Είναι χαρακτηριστικό πως παρά την ιστορική αποχή και την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και τη χώρα μας, το ΚΚΕ στις μετεκλογικές του ανακοινώσεις στάθηκε βασικά στο ποσοστό του, κινούμενο στα όρια της πολιτικής «αφασίας», αποδεικνύοντας στην πράξη το μέγεθος των εκλογικών και κοινοβουλευτικών του αυταπατών.
Τα χαμηλά ποσοστά του ΜέΡΑ25 και της Νέας Αριστεράς αποτυπώνουν την κρίση του χώρου και των δυνάμεων εκείνων που χρεώνονται την οδυνηρή διάψευση των λαϊκών προσδοκιών από το ΣΥΡΙΖΑ. Όσο κι αν προσπάθησαν, τα κόμματα αυτά, δεν μπόρεσαν επί της ουσίας να διαφοροποιηθούν από το ΣΥΡΙΖΑ, όχι επειδή απλά προέρχονται από την ίδια ιδεολογικοπολιτική μήτρα, αλλά επειδή ακριβώς προέρχονται από αυτήν, δε θέλουν και δεν μπορούν να συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, να προβάλλουν τα αιτήματα και τους στόχους πάλης για έξοδο από ΕΕ-ΝΑΤΟ, για ευρύτερες κοινωνικές μεταβολές. Για τον λόγο αυτό, είναι και κόμματα «μιας χρήσης», βασικά εκλογικής.
Μπροστά στο νέο σαρωτικό κύμα αντιλαϊκής επίθεσης που προετοιμάζεται από την κυβέρνηση ΝΔ, όπως αποτυπώθηκε και στην πρόσφατη συνέντευξη Μητσοτάκη, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα έναν δρόμο έχουν. Να ορθώσουν το ανάστημά τους παραμερίζοντας τις σειρήνες της ηττοπάθειας και του συμβιβασμού και να δυναμώσουν την πάλη τους για την απόκρουσή της.
3. Το Μ-Λ ΚΚΕ με μια πλατιά -επί τρεις μήνες- πολιτική εξόρμηση, τόσο πριν από το 7ο Συνέδριό του τον Απρίλη, όσο και αμέσως μετά στις ευρωεκλογές του Ιούνη, έδωσε μια σκληρή πολιτική μάχη προβάλλοντας χωρίς περιστροφές το σύνολο της ιδεολογικοπολιτικής του γραμμής πάνω στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός και η χώρα, θέτοντας στο επίκεντρο της προεκλογικής του πάλης τα συνθήματα: «Έξω η Ελλάδα από ΕΕ-ΝΑΤΟ», « Με τους αγώνες, το λαό και την Αριστερά», «Για μια Ελλάδα ειρηνική, δημοκρατική, ανεξάρτητη και σοσιαλιστική».
Το Μ-Λ ΚΚΕ πάλεψε για να φέρει στην πρώτη γραμμή τον αγώνα για την έξοδο της Ελλάδας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, τους οργανισμούς δηλαδή που ευθύνονται για τα μνημόνια, την καταστροφή της αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής, κάθε εργατικού δικαιώματος προς όφελος του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου, για την περιστολή της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Πάλεψε για να αναδείξει τον αγώνα για Ψωμί-Δουλειά-Δημοκρατία-Εθνική Ανεξαρτησία και Σοσιαλισμό, γιατί αυτή είναι η μόνη προοπτική για την εργατική τάξη και το λαό. Πάλεψε για να αναδείξει την ανάγκη της πάλης για να ξαναφτιαχτεί ένα πραγματικό Κομμουνιστικό Κόμμα, μια ανεξάρτητη από τις κυρίαρχες τάξεις κομμουνιστική Αριστερά. Γιατί δίχως αυτήν ο λαός, οι εργαζόμενοι και οι αγώνες τους θα γίνονται, ξανά και ξανά, διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια των διαφόρων επίδοξων διαχειριστών του συστήματος.
Στο διάστημα αυτό, χάρη στο αγωνιστικό πνεύμα όλων των συντρόφων του κόμματος και της νεολαίας, των συναγωνιστών και φίλων αντιμετωπίστηκε αρχικά το σοβαρό οικονομικό πρόβλημα, οι δυσβάστακτες οικονομικές απαιτήσεις του εκλογικού αγώνα και τα εξοντωτικά παράβολα, αφού είναι γνωστό πως το Μ-Λ ΚΚΕ στηρίζεται αποκλειστικά στις δυνάμεις του και είναι αντίθετο με την κρατική χρηματοδότηση. Σε όλο το διάστημα αυτό, οι σύντροφοι και συναγωνιστές του Μ-Λ ΚΚΕ κινητοποιήθηκαν με αυταπάρνηση από τη μια άκρη της χώρας μέχρι την άλλη, μέσα από δεκάδες συγκεντρώσεις, εξορμήσεις, αφισοκολλήσεις, μοίρασμα υλικού, συσκέψεις και συζητήσεις, μεταφέροντας το αγωνιστικό μήνυμα του κόμματος σε χιλιάδες εργαζόμενους, παλεύοντας να σπάσει το φράγμα της φίμωσης και των αποκλεισμών, των προκλητικά μεταμεσονύκτιων εμφανίσεων στην τηλεόραση.
Το εκλογικό αποτέλεσμα των 6.836 ψήφων του Μ-Λ ΚΚΕ θεωρούμε ότι είναι ένα καλό, θετικό αποτέλεσμα, αν και είναι ιδιαίτερα μειωμένο σε σχέση με τις 12.231 ψήφους που πήραμε στις ευρωεκλογές του 2019. Πρέπει βέβαια να υπογραμμίσουμε ότι σε συνθήκες δεξιάς μετατόπισης του πολιτικού σκηνικού και κατασυκοφάντησης των ιδεών της Αριστεράς, με καταγεγραμμένο ταυτόχρονα σε αυτές τις ευρωεκλογές το μεγαλύτερο ποσοστό αποχής που έχει σημειωθεί ποτέ (58,6%), το Μ-Λ ΚΚΕ κατάφερε να αυξήσει κατά 60% περίπου τις 4.250 ψήφους που πήρε πριν ένα χρόνο στις βουλευτικές εκλογές του Ιούνη 2023. Όταν γίνεται λόγος για εκλογικό αποτέλεσμα, πρωταρχική σημασία έχει η παρουσία και δράση οργανωμένων δυνάμεων, η ύπαρξη σταθερών οργανωτικών και πολιτικών ερεισμάτων μέσα στους εργαζόμενους, που εξασφαλίζει την άμεση επαφή και στήριξη του κόσμου. Τα πολιτικά και οργανωτικά ερείσματα του Μ-Λ ΚΚΕ είναι συγκριτικά περιορισμένα, οι δεσμοί με ευρύτερους κύκλους αγωνιστών και εργαζομένων είναι αδύναμοι. Όπου στοιχειωδώς έχει αντιμετωπιστεί αυτό το κρίσιμο ζήτημα και υπάρχουν οργανώσεις, το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν ιδιαίτερα θετικό.
Επίσης το αποτέλεσμα αυτό πρέπει να εκτιμηθεί σε συνάρτηση με το ιδεολογικοπολιτικό βάρος του μηνύματος που απευθύναμε και παίρνοντας υπόψη πως δε μασήσαμε τα λόγια μας, ούτε χαϊδέψαμε αυτιά, αναζητώντας «συμπληρωματικούς» ρόλους. Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα θέσαμε βασικά πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα αρχών του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, κόντρα στο πέλαγος των ρεφορμιστικών αυταπατών, ανοίγοντας μέτωπο αντιπαράθεσης στη σοσιαλδημοκρατική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και τη ρεφορμιστική γραμμή του ΚΚΕ, της Νέας Αριστεράς και του ΜέΡΑ25, αντιμαχόμενοι θέσεις και «μεταβατικά» προγράμματα, όπως αυτό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που καλλιεργούν το συμφιλιωτισμό και λειτουργούν σαν αριστερό συμπλήρωμα του ρεφορμισμού.
Σε κάθε όμως περίπτωση, δεν είναι το θετικό, το θετικότερο ή ένα αρνητικό αποτέλεσμα που κρίνει την επιτυχία της εκλογικής μάχης του Μ-Λ ΚΚΕ. Την επιτυχία την κρίνει το γεγονός ότι, όσο περνάει ο καιρός, το Μ-Λ ΚΚΕ πατάει πιο γερά στα πόδια του. Τα μέλη του Μ-Λ ΚΚΕ και της Πορείας δίνουν πιο θαρρετά και αυτοδύναμα τις μάχες. Την επιτυχία την κρίνει το γεγονός ότι διαδόθηκαν πλατιά οι ιδεολογικοπολιτικές θέσεις του κόμματος, δυνάμωσαν και αναζωογονήθηκαν οι δεσμοί μας με εργαζόμενους, αγωνιστές του λαϊκού και αριστερού κινήματος. Το γεγονός ότι συναγωνιστές και φίλοι ήρθαν πιο κοντά ή ακόμα και συμμετείχαν ενεργά στην πολιτική εκστρατεία μας. Το γεγονός της αποφασιστικής συμβολής των νέων συντρόφων στην προεκλογική δουλειά και τα καθήκοντα δημόσιας εκπροσώπησης και προβολής των απόψεων του κόμματος που ανέλαβαν επάξια. Όλα αυτά αποτελούν τα βασικά στοιχεία της προσπάθειάς μας, που κρίνουν την επιτυχία της προεκλογικής μας μάχης και μας θέτουν άμεσα το βασικό καθήκον της επόμενης ημέρας: την ενίσχυση των δεσμών του Μ-Λ ΚΚΕ ακόμα περισσότερο με αυτόν τον κόσμο. Για να συνδεθούμε πιο αποφασιστικά με νέους αγωνιστές. Για να διευρυνθεί η πολιτική επιρροή του Κόμματος. Για να μπορέσουν οι χιλιάδες λαϊκού κόσμου και αγωνιστών, κατά πλειοψηφία άγνωστων σε εμάς, που παραμένουν, «κόντρα σε θεούς και δαίμονες», στην πολιτική επιρροή της πραγματικής Αριστεράς, του Κομμουνιστικού Μαρξιστικού-Λενινιστικού Κινήματος, να μετατραπούν σε μάχιμη δύναμη. Γιατί μόνο έτσι θα υπηρετήσουμε τελικά και τα συνθήματά μας. Έτσι μόνο θα υπηρετήσουμε τον εξωκοινοβουλευτικό αγώνα, ο οποίος αναπόφευκτα θα ξεσπάσει ξανά και θα ενταθεί την επόμενη περίοδο.
Οι αγωνιστές, οι αριστεροί που μας στήριξαν, αλλά και όσοι όλα αυτά τα χρόνια συγκρατήθηκαν στις όχθες του μαρξιστικού-λενινιστικού ρεύματος, υποδήλωσαν με την ψήφο τους πως το επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα είναι εδώ, κόντρα στις πιέσεις και τους εκβιασμούς των αστικών και ρεφορμιστικών κομμάτων. Αξιοποιώντας όλες τις υποδείξεις, καταγράφοντας τις δυνατότητες, τις αντοχές αλλά και τις αδυναμίες και παραλείψεις μας στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, εργαζόμαστε για τη μάχη της επόμενης μέρας που έχουμε μπροστά μας, με τη βεβαιότητα πως ο αγώνας μας εκφράζει ανάγκες της ταξικής πάλης και τις αγωνιστικές διαθέσεις ενός κόσμου να παλέψει για μια πραγματική κομμουνιστική Αριστερά.
Γιατί μόνο έτσι θα μείνει ανοιχτός ο δρόμος της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος, της πάλης για την αναδημιουργία του Κόμματος της εργατικής τάξης, της πάλης τελικά για τη μοναδική προοπτική, την Εθνική Ανεξαρτησία και το Σοσιαλισμό.
13 Ιουνίου 2024