Σύννεφα στις σχέσεις της εκκλησίας με την κυβέρνηση και την πολιτεία έφερε το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε για το ζήτημα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών.
Με κατάρες και αφορισμούς στάθηκαν οι εκκλησιαστικοί κύκλοι απέναντι στο επίμαχο νομοσχέδιο, εκπέμποντας από τους άμβωνες μια σκοταδιστική ρητορική. Μακριά από κάθε αίσθημα αγάπης και αλτρουισμού που -υποτίθεται- αντιπροσωπεύει η χριστιανική θρησκεία, βομβάρδισαν την κοινωνία με κηρύγματα μίσους και κοινωνικού διχασμού.
Σε μια σειρά περιπτώσεων, ιερωμένοι κήρυξαν ανεπιθύμητους στις εκκλησίες τους -σαν να αποτελούν τσιφλίκια τους- βουλευτές κομμάτων που στήριξαν το νομοσχέδιο, ενώ βουλευτής του ΠΑΣΟΚ εκδιώχτηκε από κοπή βασιλόπιτας φέρνοντας το κόμμα του στη θέση να καταγγέλλει τον αρχιμανδρίτη της Αγίας Μαρίνας στην Ηλιούπολη ότι «στοχοποιεί ακόμα και την οικογένεια του βουλευτή με φωτογραφίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Για την ημέρα της Κυριακής της ορθοδοξίας, που πραγματοποιείται καθιερωμένα στην Mητρόπολη, η ιερά σύνοδος αποφάσισε τον εορτασμό στη μονή Πετράκη, χωρίς την παρουσία της προέδρου της δημοκρατίας και χωρίς την πολιτική ηγεσία, για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια, ενώ η εκκλησιαστική ιεραρχία αρνήθηκε να παραστεί σε γεύμα της Σακελαροπούλου.
Κινώντας τα νήματα της εξουσίας που διαθέτει η εκκλησία, δίνει το «παρών» στα πολιτικά πράγματα και οι γνωστές ρήσεις της κυβέρνησης πως τάχα υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ πολιτικής και εκκλησίας, οι γνωστές ρήσεις «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» δεν αποτελούν παρά λόγια του αέρα μπροστά σε μια πραγματικότητα που καταμαρτυρεί τα αντίθετα. Σε μια πραγματικότητα που ο αρχιεπίσκοπος έφτασε στο σημείο να ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου των ομόφυλων ζευγαριών. Τόση απόσταση από τα πολιτικά πράγματα.
Η πολιτική παρέμβαση των εκκλησιαστικών κύκλων είναι διαρκής, φανερή και κρυφή, άμεση και έμμεση, αποτελώντας αντιδραστικό στήριγμα του αστικού κράτους με το οποίο βρίσκονται εναγκαλισμένοι. Με πολιτικές τοποθετήσεις και με τη συνεχή στήριξη στη «δεξιά του κυρίου» και την άμεση στήριξη ακροδεξιών πολιτικών κομμάτων και εκπροσώπων τους. Και αντίστοιχα με τη στήριξη του κράτους εκπέμπονται από τους εκκλησιαστικούς άμβωνες οι πιο καθυστερημένες και αναχρονιστικές κοινωνικές αντιλήψεις.
Διαθέτοντας ένα τεράστιο πλούτο, απολαμβάνοντας προκλητικές φοροαπαλλαγές και γενναία κρατική οικονομική στήριξη, στους εκκλησιαστικούς κύκλους βρίσκουν στέγη οι πιο μισαλλόδοξες, αντιεπιστημονικές, εθνικιστικές και ρατσιστικές απόψεις. Εχθροί των ξένων, των αλλόθρησκων και των αλλοεθνών, στυλοβάτες των εθνικιστικών συλλαλητηρίων, αρνητές της επιστήμης, πολέμιοι των αμβλώσεων και των εμβολίων, σε κινητοποιήσεις κατά της μη αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, βάλλοντας κάθε τρεις και λίγο κατά «προκλητικών» καλλιτεχνικών έργων, οι κυρίαρχοι εκκλησιαστικοί κύκλοι αποτελούν το μεσαιωνικό ανάχωμα της κοινωνίας.
Πάνω στο έδαφος τέτοιων απόψεων λιπαίνονται περιστατικά σαν το πογκρόμ κατά των δύο νεαρών τρανς στην πλατεία Αριστοτέλους από ομάδες ακροδεξιάς κοπής και πρακτικής.
Το κομμουνιστικό κίνημα, από τη γέννησή του στη χώρα μας, προβάλλει σταθερά το αίτημα για πλήρη διαχωρισμό του αστικού κράτους από την εκκλησία και τη λήξη αυτού του αναχρονιστικού δεσμού που επικρατεί στη χώρα μας, σε αντίθεση με πολλά άλλα αστικά κράτη, που διαχωρίστηκαν από την περίοδο μάλιστα της γαλλικής επανάστασης, 230 χρόνια πριν!
Το ζήτημα της θρησκευτικής πίστης αποτελεί αναφαίρετο -πλην όμως- ατομικό δικαίωμα. Δεν έχει καμία θέση στις κρατικές υποθέσεις και αποτελεί μέγιστο αναχρονισμό, εκτός των άλλων, η αναγραφή στο σύνταγμα στο άρθρο 16 παρ. 2 της υποχρέωσης για την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων.