Πιο επιθετική πολιτική του ισραηλινού κράτους – τρομοκράτη
ενάντια στο Ιράν και σε όλη την ευρύτερη περιοχή
Με τις σταθερές «πλάτες» από ΗΠΑ και ΕΕ στο έγκλημα της κατοχής της Παλαιστίνης, το ισραηλινό κράτος αυξάνει συνεχώς τη βαρβαρότητα σε βάρος του παλαιστινιακού λαού, όπως απέδειξε το νέο μακελειό από την επιδρομή του κατοχικού ισραηλινού στρατού σε προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν, όπως και οι επιθέσεις στο Αλ Ραμ της Δυτικής Όχθης με 11 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας, κάνοντας έναν συνολικό απολογισμό, αναφέρει ότι τουλάχιστον 35 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί από ισραηλινά πυρά από την αρχή του 2023.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έσπευσαν, για ακόμα μια φορά, να υιοθετήσουν τα «αντιτρομοκρατικά» προσχήματα με τα οποία ο ισραηλινός στρατός εξαπέλυσε το νέο μακελειό. Το φονικό τού κράτους – δολοφόνου δικαιολόγησε την ίδια μέρα και ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη λεγόμενη «Ειρηνευτική Διαδικασία στη Μέση Ανατολή», που μίλησε για «συνεχιζόμενο κύκλο βίας», αφού προηγουμένως εμφανίστηκε υποκριτικά «βαθιά προβληματισμένος» και λυπημένος για όσα διαδραματίζονται στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Με αφορμή τις παραπάνω επιθέσεις, η ισραηλινή κυβέρνηση αποφάσισε νέα κατοχικά μέτρα «συλλογικής τιμωρίας», στα οποία περιλαμβάνονται η ανάκληση της υπηκοότητας και άδειας διαμονής Αράβων του Ισραήλ, των ίδιων και των οικογενειών τους, που εξαπολύουν επιθέσεις βίας κατά πολιτών και η απέλασή τους σε εδάφη που «ελέγχει» η Παλαιστινιακή Αρχή στη Δυτική Όχθη. Αποφασίστηκαν επίσης, η άμεση αναστολή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των δραστών και των οικογενειών τους, η απόλυση εργαζομένων που επικροτούν «τρομοκρατικές επιθέσεις» στο Ισραήλ, η ενίσχυση και αύξηση των εβραϊκών εποικισμών με πρώτο το οικιστικό «σχέδιο Ε1» για την ανέγερση 3.500 κατοικιών εποίκων στο Μά’αλεχ Αντουμίν της Δυτικής Όχθης και η ταχύτερη έκδοση αδειών οπλοφορίας στους πολίτες του Ισραήλ.
Αυτά τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης με τη σκλήρυνση των θέσεων στο Παλαιστινιακό, με την απομάκρυνση από την πολιτική των δυο κρατών, αλλά και στο θέμα των εποικισμών, μέχρι τις προσπάθειες για αλλαγή της ηγεσίας στη Δικαιοσύνη, αφενός διαμορφώνουν ένα σκηνικό σοβαρών αντιδράσεων στο εσωτερικό του Ισραήλ, αφετέρου επιτείνουν μια στάση αναμονής από τις γειτονικές χώρες και τις ΗΠΑ.
Οι συνέπειες αυτών των εξελίξεων στο Ισραήλ έχουν άμεση επίπτωση στις εύθραυστες ισορροπίες στη Μέση Ανατολή και αυτός είναι ο λόγος που και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Μπλίνκεν, έσπευσε στην περιοχή αφού είχε προηγηθεί επίσκεψη στο Τελ Αβίβ και στην Δυτική Όχθη και του διευθυντή της CIA, Μπερνς, για συνομιλίες σε Αίγυπτο και Ισραήλ, ώστε να αποφευχθεί μια επικίνδυνη κλιμάκωση στο Παλαιστινιακό που εκ των πραγμάτων θα ενέπλεκε και γειτονικές χώρες και θα απειλούσε να τινάξει στον αέρα μια “αρχιτεκτονική ασφαλείας” που προωθεί η Ουάσιγκτον ήδη από την εποχή Τραμπ.
Ο Μπλίνκεν μετά τη συνάντηση με τον Νετανιάχου δήλωσε:«Είναι ευθύνη όλων να κάνουν βήματα για εκτόνωση των εντάσεων και όχι να τις πυροδοτούν», κινούμενος στη γνωστή λογική της εξίσωσης θύτη – θύματος, προσθέτοντας ότι «αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η εντεινόμενη παλίρροια της βίας που έχει αφαιρέσει πολλές ζωές και Ισραηλινών και Παλαιστινίων». Ο Μπλίνκεν χαρακτήρισε «ειλικρινή» τη συζήτηση με τον Νετανιάχου και ανέφερε ως κοινή θέση ΗΠΑ και Ισραήλ την ανάγκη να αποτραπούν οι προσπάθειες του Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Σε άλλο σημείο τόνισε ότι οι «συμφωνίες του Αβραάμ» δεν μπορούν να είναι υποκατάστατο για την ειρήνη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων.
Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε στη Ραμάλα συνάντηση του Μπλίνκεν με τον Παλαιστίνιο Πρόεδρο, Αμπάς, ο οποίος του μετέφερε μια λίστα αιτημάτων. Ο Μπλίνκεν, από την πλευρά του, «προειδοποίησε» πως όσο περνά ο καιρός «ο ορίζοντας ελπίδας για τους Παλαιστίνιους μικραίνει», συνεχίζοντας να εξισώνει το θύμα με τον θύτη.
Η σκλήρυνση των Ισραηλινών στο Παλαιστινιακό φέρνει το Ισραήλ σε ευθεία αντιπαράθεση με όλο τον αραβικό κόσμο. Έτσι το υψηλό επίπεδο συνεννόησης που έχει επιτευχθεί με την Αίγυπτο και η ανάπτυξη σχέσεων με τις αραβικές χώρες, που συμμετείχαν στις Συμφωνίες Αβραάμ, κινδυνεύουν να τεθούν σε κίνδυνο. Ήδη η Σ.Αραβία η οποία ήταν αρκετά απρόθυμη να προσχωρήσει σε αυτές τις συμφωνίες, δήλωσε ότι δεν πρόκειται να εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Ισραήλ πριν από τη δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους.
Εάν δεν ελεγχθεί η κατάσταση, τότε η κυβέρνηση Νετανιάχου θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση και έναντι των Αμερικανών, οι οποίοι βλέπουν τον κίνδυνο ανατροπής ενός δύσκολου πλέγματος ισορροπιών που είχαν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή μετά και την εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ- Αράβων και πρόκληση νέων εντάσεων. Όλα αυτά, τη στιγμή που στρατηγικά έχουν στραφεί στην αντιπαράθεση με Ρωσία και Κίνα και δεν θα ήθελαν ένα νέο ανεξέλεγκτο μέτωπο στη Μέση Ανατολή.
Μεγάλο θέμα βεβαίως είναι και το Ιράν, όπου ο Νετανιάχου επιμένει ότι πρέπει να υπάρξει δυναμική αντιμετώπιση του πυρηνικού οπλοστασίου του και ότι το Ισραήλ θα αναλάβει ακόμη και μόνο του δράση εάν εκτιμηθεί ότι επίκειται η απόκτηση πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη.
Ως επιβαβαίωση των παραπάνω το Ισραήλ εξαπέλυσε δύο επιθέσεις κατά του Ιράν και φιλοϊρανικών δυνάμεων. Η πρώτη επίθεση έγινε επί ιρανικού εδάφους, σε εργοστάσιο πολεμικής βιομηχανίας στο Ισφαχάν που χτυπήθηκε από ισραηλινά drones. Οι «New York Times», επικαλούμενοι τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, υποστήριξαν ότι η Μοσάντ ήταν πίσω από την επίθεση. Ταυτόχρονα, ισραηλινά drones επιτέθηκαν σε κομβόι ιρανικών φορτηγών, στο έδαφος της ανατολικής Συρίας, προερχόμενα από το Ιράκ.
Βέβαια το Ιράν παραμένει ψηλά στην αμερικανική εξωτερική πολιτική και λόγω των αναβαθμισμένων σχέσεών του με Ρωσία και Κίνα. Με το βλέμμα στραμμένο στο Ιράν, ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ και Ισραήλ πραγματοποίησαν κοινά στρατιωτικά γυμνάσια ευρείας κλίμακας. Συμμετείχαν πάνω από 140 μαχητικά αεροσκάφη, 12 πολεμικά πλοία και ισχυρές χερσαίες δυνάμεις του πεζικού και του πυροβολικού. Η άσκηση επιδίωξε, σύμφωνα με δηλώσεις Αμερικανών, να παρακολουθεί «και άλλες απειλές» δείχνοντας προς αντιπάλους όπως «το Ιράν και η Κίνα».
Για την Ελλάδα οι εξελίξεις αυτές διαταράσσουν το κλίμα των τριμερών και τετραμερών συμμαχιών, και η πρόσφατη επίσκεψη του Δένδια στο Ισραήλ ήταν βασικά για βολιδοσκόπηση των προθέσεων και επαναβεβαίωση της σχέσης που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Όμως ένα πιο σκληρό Ισραήλ, που θα έχει κλιμακώσει μια επιθετική πολιτική, θα έρχεται σε αντιπαράθεση με Άραβες, Αμερικανούς και Ευρωπαίους, θα δυσκολεύει τους χειρισμούς της Αθήνας, η οποία θέλει να διατηρήσει αυτή τη “στρατηγική” σχέση με το Ισραήλ.